Η πρώτη επίσκεψη του αμερικανού προέδρου στην Ευρώπη έχει το χαρακτήρα κανονικής «περιοδείας» και αναμένεται να ξεκαθαρίσει, όσο αυτό είναι δυνατό, αρκετές εκκρεμότητες από αυτές που είχε αφήσει ο προκάτοχος του. Ο Τζο Μπάιντεν φτάνει σήμερα στη Βρετανία, όπου και θα παραμείνει μέχρι και το Σαββατοκύριακο και στη συνέχεια θα μεταβεί στις Βρυξέλλες πριν ολοκληρώσει το πέρασμά του από την Ευρώπη με τη συνάντηση με τον Βλάντιμιρ Πούτιν την ερχόμενη Τετάρτη στη Γενεύη.
Αυτό σημαίνει ότι το μενού θα είναι ιδιαίτερα πλούσιο από την «ειδική σχέση» με τη Βρετανία, το ρόλο των ισχυρών της G7 για τις απαραίτητες αναπροσαρμογές στην παγκόσμια οικονομία, ειδικά στην προσδοκούμενη μετά-covid εποχή, την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, το ρόλο του ΝΑΤΟ, τη «συνεργασία» ΕΕ-ΗΠΑ και φυσικά τις επιβαρυμένες σχέσεις Ουάσιγκτον-Μόσχας.
Ο νέος πρόεδρος έχει δώσει το στίγμα του, τουλάχιστον σε επίπεδο προθέσεων σε μια σειρά από τομείς. Για παράδειγμα η κατ' αρχήν συμφωνία για μια ενιαία φορολόγηση των μεγάλων πολυεθνικών εταιρειών με ένα ελάχιστο δείκτη 15%, στις χώρες όπου πραγματοποιούν πραγματικά τα έσοδά τους και όχι εκεί όπου δηλώνουν την έδρα τους είναι μια πολλά υποσχόμενη αν και όχι «αρκετή» εξέλιξη, που σε μεγάλο βαθμό φέρει τη δική του σφραγίδα. Οι Ευρωπαίοι δεν είχαν ποτέ το θάρρος, ούτε τη δυνατότητα να επιβάλουν κάτι τέτοιο με δική τους πρωτοβουλία.
Ο Μπάιντεν αναμένεται να δώσει και ένα τέλος στις μάλλον καθαρά βερμπαλιστικές απειλές του Ντόναλντ Τραμπ για αποχώρηση των ΗΠΑ από την Ευρώπη, αλλά ακόμα και από το ΝΑΤΟ, που κάποιους είχαν θορυβήσει, αν και οι περισσότεροι μάλλον δεν τις είχαν πάρει και τόσο τοις μετρητοίς.
Ολα αυτά μπορεί να δημιουργούν μια εικόνα μερικής αισιοδοξίας σε κάποιες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, δεν μπορούν όμως να κρύψουν τα προβλήματα της Ευρώπης, που για μια ακόμα φορά δείχνει απλώς να ακολουθεί. Η ΕΕ μοιάζει κάποιες στιγμές σχεδόν «ανακουφισμένη» από την προοπτική να εμφανιστεί πάλι ένας «πλανητάρχης», που θα της δείχνει το δρόμο και θα την απαλλάσσει από δύσκολες αποφάσεις.
Φυσικά αυτό εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους, ειδικά σε ό,τι αφορά τη σχέση της Ευρώπης με τρίτες χώρες. Για παράδειγμα οι «Financial Times» σημείωναν αυτή την εβδομάδα ότι οι πρωτοβουλίες που ακούγονται στο πλαίσιο της G7 «ήταν για να δείξουν πως οι πλούσιες χώρες ακόμα έχουν σημασία, σε μια προσπάθεια να στείλουν μήνυμα στον κόσμο πως ο 21ος αιώνας δεν θα κυριαρχείται από τους κανόνες που ορίζει η Κίνα». Η ίδια εφημερίδα σε άλλο σχόλιο της προειδοποιούσε όμως, ότι όλα αυτά τα ζητήματα «που έχουν τεθεί στην ατζέντα της συνόδου των G7 -η πανδημία, το κλίμα και το εμπόριο- χρειάζονται τελικά την κινεζική συνεργασία.»
Μέχρι στιγμής ωστόσο η «επιστροφή της Αμερικής» συνοδεύεται από μια τάση έντονης συγκρουσιακής ψυχρότητας όχι μόνο με την Κίνα, αλλά και με τη Ρωσία. Ο πήχυς των προσδοκιών για τη συνάντηση της Γενεύης, για παράδειγμα, δεν είναι και πολύ ψηλά. Και οι δυνατότητες της Ευρώπης να αντιστρέψει αυτή την τάση δείχνουν περιορισμένες.
Με απλά λόγια: Η θεσμική Ευρώπη, που όσο κι αν προσπαθεί να πείσει περί του αντιθέτου, δεν διαθέτει κοινή εξωτερική πολιτική, μπορεί τελικά να βρεθεί και πάλι «αιχμάλωτη» επιλογών της Ουάσιγκτον και να επιβεβαιώσει την ανυπαρξία δικής της αυτόνομης πολιτικής απέναντι σε τρίτες ισχυρές χώρες. Αυτό μπορεί να ήταν η εύκολη λύση την εποχή του «ψυχρού πολέμου», αλλά είναι αμφίβολο αν μπορεί να την πάει μακριά σε μια εντελώς διαφορετική εποχή με περισσότερους παγκόσμιους παίκτες στο τραπέζι και απολύτως καινούριες παγκόσμιες ισορροπίες.
* * Κάθε Πέμπτη, ο Κώστας Αργυρός
θα μοιράζεται στην ιστοσελίδα της Εποχής
ειδήσεις από την Ευρώπη.
Κάθε πρωινό Πέμπτης στις 8πμ,
ένα κείμενό του θα ανεβαίνει
στην ηλεκτρονική Εποχή αποκλειστικά. * *