Είναι πληγή που δεν λέει να κλείσει. Η σφαγή στο Δίστομο από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής στις 10 Ιουνίου του 1944 εξακολουθεί να καταδιώκει σαν στοιχειό τη μαρτυρική κοινότητα. Ο λόγος γι’ αυτό: Η γερμανική κυβέρνηση, παρότι νομικός διάδοχος του ναζιστικού Τρίτου Ράιχ, αρνείται να αναλάβει την ευθύνη ενός μακελειού, που ενδιάμεσα συγκαταλέγεται στα πιο φρικτά εγκλήματα πολέμου κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, και να απονείμει έμπρακτη δικαιοσύνη, ήτοι αποζημίωση, στα θύματα και τους απογόνους τους.
Όμως οι θιγόμενοι δεν το βάζουν κάτω. Αυτό φαίνεται και από την τετραήμερη ψηφιακή διάσκεψη υπό τον τίτλο: «Έγκλημα χωρίς τιμωρία: Τα εγκλήματα των ναζί κατά της ανθρωπότητας στην Ευρώπη» που διοργάνωσαν στο «σπίτι» τους τις παραμονές της θλιβερής επετείου (6-9 Ιουνίου 2021) με διεθνή συμμετοχή – ειδικούς από τη Γερμανία, την Ιταλία, την Πολωνία, την Τσεχία και φυσικά την Ελλάδα. Στο στόχαστρο ήταν ιδιαίτερα το κοινό στη χώρα των «θυτών», τη Γερμανία, που παρά τα πολλά και ενδιαφέροντα που έχουν ειπωθεί τα τελευταία χρόνια για το θέμα συνεχίζει να σφυρίζει –όπως και η κυβέρνησή του– αδιάφορα όταν ακούει για αποζημιώσεις.
Αυτό έχει βέβαια βαθιές ρίζες. Για πολλές δεκαετίες το Δίστομο ήταν terra incognita, άγνωστη γη στους Γερμανούς. Η πρώτη αναφορά του στη γερμανική δημοσιότητα έγινε μάλλον τυχαία: «Κάτοικοι της φραγκονικής κωμόπολης Μαρκχάιντενφελντ είχαν σκανδαλιστεί από τις "οικογενειακές συναθροίσεις" που διοργάνωναν κάθε χρόνο τον Οκτώβριο από το τέλος της δεκαετίας του 1950 εκατοντάδες πρώην μέλη της μεραρχίας των Waffen-SS (των σωμάτων ασφαλείας του εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος, που είχαν σταλεί στο μέτωπο) προς τέρψη και αγαλλίαση των εστιατόρων και ξενοδόχων της περιοχής τους» γράφει ο γερμανός δημοσιογράφος και ιστορικός Έμπερχαρτ Ρόντχολτ, που μίλησε επίσης στη διάσκεψη. «Αντιδρώντας σε αυτό, μερικοί ντόπιοι πολίτες πληροφόρησαν το 1984 τα μέσα ενημέρωσης για τις συναντήσεις, που διευθύνονταν από τον πρώην λοχαγό των Ες Ες, Ροτ. Ο τελευταίος, με τη νέα ιδιότητά του ως καθολικός ιερέας (πατέρας Ρενάτους), μνημόνευε στη λειτουργία τους νεκρούς των Ες Ες, οι οποίοι, όπως έλεγαν οι βετεράνοι, είχαν πλέον "ανακληθεί στο μεγάλο [επουράνιο] στρατό" – σαν να συνεχιζόταν ο πόλεμος στο Υπερπέραν. Για τα νεκρά θύματα τους δεν έκανε βέβαια καμιά νύξη».
Η εν πολλοίς εσκεμμένη άγνοια συνεχίστηκε για τουλάχιστον μια δεκαετία ακόμα και άρχισε να μετριάζεται με τον καιρό, πρώτον, χάρη στα απανωτά δημοσιεύματα του Ρόντχολτς, δεύτερον, από τις νομικές παραστάσεις και πολιτικές εκδηλώσεις της ομάδας AK-Distomo που δημιουργήθηκε στο Αμβούργο, τρίτον, από τη στροφή μερικών νέων ιδίως (ελλήνων και γερμανών) ιστορικών προς το θέμα και, τέταρτο, από τις άοκνες προσπάθειες του Αργύρη Σφουντούρη, ο οποίος επέζησε, τετραετής τότε, ως εκ θαύματος της σφαγής, μεγάλωσε κατόπιν στην Ελβετία και αφιέρωσε από τότε τη ζωή του σε δυο θέματα: τον διαφωτισμό της γερμανόφωνης κοινής γνώμης και τη νομική και υλική δικαίωση των θυμάτων.
Το πρώτο θέμα (η ανάδειξη του θέματος στη δημοσιότητα) έχει πλέον κατά μέγα μέρος επιτευχθεί, όπως τόνισε ό δημοσιογράφος Λουκάς Δημάκας, ένας από τους παρουσιαστές της διάσκεψης. Ο ίδιος αναφέρθηκε σε μια χιονοστιβάδα εκδηλώσεων και δημοσιεύσεων στους πιο διαφορετικούς τομείς (πολιτική, ιστορία, τέχνη, κ.λπ.), που συμβάλουν στην ευρύτερη γνωστοποίηση του εγκλήματος.
Το δεύτερο θέμα (η διεκδίκηση αποζημιώσεων) παραμένει, αντίθετα, στάσιμο. Η γερμανική κυβέρνηση, είτε με επικεφαλής τους Χριστιανοδημοκράτες, είτε τους Σοσιαλδημοκράτες, δεν δέχεται κουβέντα γι’ αυτό. Και σε αυτό την σιγοντάρουν τόσο τα γερμανικά δικαστήρια, όσο και η μεγάλη πλειοψηφία των μέσων ενημέρωσης.
Αυτό θα συνεχισθεί σίγουρα μέχρι τις ομοσπονδιακές εκλογές του προσεχούς Σεπτεμβρίου. Σε περίπτωση νίκης της Χριστιανοδημοκρατίας, που τελευταία προηγείται πάλι στις δημοσκοπήσεις, τα πράγματα θα παραμείνουν σίγουρα ως έχουν. Μια αλλαγή θα μπορούσε να υπάρξει μόνο αν οι Πράσινοι αναδειχθούν πρώτο κόμμα με επακόλουθο την ανάδειξη της προέδρου τους Αναλένα Μπέρμποκ σε καγκελάριο. Αυτό δεν πρέπει να αποκλείεται, επειδή, όπως δείχνουν τουλάχιστον παλιότερες δημοσκοπήσεις, στη Γερμανία πνέει ένας γενικότερος αέρας αλλαγής. Και αν κρίνει κανείς από πρόσφατες δηλώσεις τους στη Βουλή, οι Πράσινοι είναι πρόθυμοι να αγγίξουν το καυτό θέμα των αποζημιώσεων – χωρίς βέβαια να αποδέχονται το σύνολο των ελληνικών αξιώσεων και δίχως επίσης ειδική αναφορά στο Δίστομο.
Το συμπέρασμα από όλα αυτά: Χωρίς να σταματήσουν οι εκστρατείες διαφωτισμού της κοινής γνώμης, το κέντρο βάρους των δράσεων για τις αποζημιώσεις πρέπει πλέον να μετατεθεί στον πολιτικό τομέα. Η Γερμανία πρέπει να πληρώσει. Κι αυτό μπορεί να γίνει μόνο από τους πολιτικούς – τους μόνους που έχουν πρόσβαση στα κρατικά ταμεία.