Αν διαπιστώθηκε κάτι με απολύτως σαφή τρόπο κατά τη διάρκεια της πανδημίας, είναι ότι το ΕΣΥ, παρά τα χρόνια προβλήματά του και την υποστελέχωση που πήρε διαστάσεις γάγγραινας τα μνημονιακά χρόνια, άντεξε. Και άντεξε προσφέροντας θεραπευτικές λύσεις και ζωή σε χιλιάδες συνανθρώπους μας.
Όμως, κατά την πανδημία, δεν θα ήταν δυνατόν να μην προκύψουν δυσλειτουργίες, κυρίως στα νοσοκομεία της περιφέρειας όπως αυτό της Κέρκυρας το οποίο, όπως και άλλα περιφερειακά νοσοκομεία, βρέθηκαν σε τρομερά δύσκολη θέση ειδικά στο δεύτερο και στο τρίτο κύμα.
Τι δείχνουν οι αριθμοί
Σύμφωνα με την έκθεση της επιδημιολογικής εικόνας για την Covid-19, στην Κέρκυρα (μέχρι τις 31 Μαΐου 2021) νοσηλεύτηκαν στο νοσοκομείο 220 ασθενείς θετικοί στη νόσο (206 μόνιμοι κάτοικοι συν 14 επισκέπτες). Από αυτούς πέθαναν 38 (33 μόνιμοι κάτοικοι Κέρκυρας, 4 επισκέπτες και 1 μόνιμος κάτοικος Ιωαννίνων που νοσηλευόταν στο Γενικό Νοσοκομείο της Κέρκυρας). Το ποσοστό των ανθρώπων που υπέκυψαν είναι σχεδόν 18% του συνόλου των νοσηλευομένων από τη νόσο.
Ως προς τη ΜΕΘ, όμως, τα πράγματα δείχνουν να είναι σαφώς χειρότερα. Νοσηλεύτηκαν στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (που δημιουργήθηκε δίπλα στη συμβατική ΜΕΘ και αριθμεί 5 κρεβάτια) 18 ασθενείς εκ των οποίων πέθαναν οι 12 (όπως βεβαίωσαν στην «Εποχή» τρεις ιδιαίτερα αξιόπιστες πηγές). Το ποσοστό είναι 66%. Μόνο «ικανοποιητικό» δεν μπορεί να το χαρακτηρίσει κανείς.
Τι έχει συμβεί; Θα πρέπει πρώτα απ' όλα να διευκρινίσουμε ότι το ιατρικό και το νοσηλευτικό προσωπικό του νοσοκομείου έκανε υπεράνθρωπες προσπάθειες για διάστημα μεγαλύτερου του ενός χρόνου. Ιατρικές πηγές βεβαίωσαν στην «Εποχή» ότι το νοσοκομείο διαθέτει γιατρούς ιδιαίτερα πεπειραμένους και αξιόλογους, αλλά και νοσηλευτικό προσωπικό μάχιμο το οποίο έπεσε στη μάχη με αυταπάρνηση.
Όμως οι γιατροί αφέθηκαν μόνοι σ' αυτή τη μεγάλη μάχη. Η αναντίρρητη πραγματικότητα δείχνει ότι οι 6 γιατροί της ΜΕΘ του νοσοκομείου Κέρκυρας (οι οποίοι για μεγάλο χρονικό διάστημα έμειναν 5 αφού ο ένας βγήκε σε άδεια ανατροφής τέκνου) είχαν πια να διαχειριστούν δύο ΜΕΘ (τη συμβατική και της Covid-19).
Σε τουλάχιστον τρεις προκηρύξεις για πρόσληψη ιατρικού προσωπικού, το νοσοκομείο της Κέρκυρας δεν συμπεριλήφθηκε στους πίνακες των υπό ενίσχυση νοσοκομείων. Όταν αυτό επιτέλους έγινε (Γ4α/Γ.Π.73056/20.11.2020 Κοινή Υπουργική Απόφαση), άνοιξαν πέντε θέσεις γιατρών της ΜΕΘ στους οποίους όμως δίνονταν συμβάσεις μόλις ενός χρόνου. Ως εκ τούτου, δεν παρουσιάστηκε κανείς (ποιος μη κερκυραίος γιατρός θα τα αφήσει όλα για να μετακομίσει στο νησί μόλις για έναν χρόνο και μετά να βρεθεί πάλι στην ανεργία;) με συνέπεια οι έξι γιατροί να αφεθούν στη μοίρα τους, κατάκοποι τόσο ψυχολογικά όσο και σωματικά.
Ως προς το νοσηλευτικό προσωπικό υπήρξε πράγματι ενίσχυση. Στους 12 νοσηλευτές που προϋπήρχαν, προστέθηκαν άλλοι 11 επικουρικοί, άρα το σύνολο έφτασε τους 23. Με δεδομένο ότι οι δύο ΜΕΘ δεν γέμισαν ποτέ (δεν ήταν ποτέ κατειλημμένα και τα 10 κρεβάτια και ευτυχώς γιατί αν γέμιζαν, οι 23 θα αποδεικνύονταν λίγοι) ο αριθμός του νοσηλευτικού προσωπικού μπορεί να θεωρηθεί επαρκής. Πολλοί βέβαια από τους επικουρικούς δεν είχαν την ανάλογη εμπειρία, όμως με υπερπροσπάθεια των πιο έμπειρων συναδέλφων τους και τη σχετική εκπαίδευση, πρόσφεραν πολύτιμες υπηρεσίες, στο μέτρο των δυνατοτήτων τους.
Τόσο όμως το ιατρικό όσο και το νοσηλευτικό προσωπικό δούλεψαν κάτω από ένα καθεστώς πρωτόγνωρης πίεσης, στρες και αγωνίας, στοιχεία τα οποία επιδεινώθηκαν από τη μη ενίσχυση της ΜΕΘ με γιατρούς.
Τα μεγάλα ερωτηματικά για τη ΜΕΘ
Όπως θα διαβάσετε στο σχετικό ρεπορτάζ του Κώστα Αργυρού, σχεδόν όλες οι δημοσιευμένες μελέτες στην Ευρώπη κάνουν λόγο για μία θνητότητα στις ΜΕΘ-covid, η οποία δεν ξεπερνά το 40%. Το νούμερο βέβαια αυξομειώνεται ανά χώρα ανάλογα με το επίπεδο των υπηρεσιών που αυτή παρέχει μέσα από το Εθνικό Σύστημα Υγείας. Τα ποσοστά στην Γερμανία, ας πούμε, είναι ακόμη μικρότερα και δεν ξεπερνούν το 24%.
Στην Κέρκυρα πέθαναν τουλάχιστον 12 άνθρωποι στους 18. Αυτό άλλωστε διέρρευσαν και «πηγές» του νοσοκομείου μετά τα πρώτα δημοσιεύματα. «Είναι αλήθεια», βεβαιώνει στην «Εποχή» ιατρική πηγή με γνώση της κατάστασης «ότι κατά τη διάρκεια της πανδημίας υπήρξαν διαφορετικές συστάσεις. Στην αρχή πήραμε τη σύσταση να διασωληνώνουμε τους ασθενείς αμέσως. Αργότερα όμως, σύμφωνα με νέα ντιρεκτίβα, τονίστηκε ότι η διασωλήνωση θα έπρεπε να γίνεται αφού είχαν προηγηθεί προσπάθειες θεραπείας εκτός ΜΕΘ».
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι περισσότεροι από τους ασθενείς που τελικά διασωληνώθηκαν στη ΜΕΘ του νοσοκομείου της Κέρκυρας βρίσκονταν ήδη σε ιδιαίτερα δυσχερή θέση. «Βλέπαμε ακτινογραφίες στις οποίες δεν μπορούσαμε να εντοπίσουμε καν πνεύμονα», όπως τονίζει νοσηλευτής ο οποίος θέλει να διατηρήσει την ανωνυμία του. Από τη ΜΕΘ διακομίστηκαν σε άλλα νοσοκομεία τουλάχιστον τρεις ασθενείς, ενώ άλλος ένας, Γερμανός στην εθνικότητα, συνέχισε τη θεραπεία του σε νοσοκομείο της πατρίδας του. Τα «καθαρά» εξιτήρια δεν είναι παραπάνω από δύο με το ένα να αφορά έναν σχετικά νέο άνθρωπο, ο οποίος μετά από μεγάλη μάχη τα κατάφερε.
Η αντίδραση του νοσοκομείου βγάζει νευρικότητα
Στο δημοσίευμα (του ιστοτόπου Tvxs) που έκανε λόγο για θνητότητα στη ΜΕΘ που άγγιζε το 100%, το νοσοκομείο της Κέρκυρας αντέδρασε μάλλον νευρικά. Η διοίκηση προανήγγειλε προσφυγή στη δικαιοσύνη και έκανε λόγο για «ανακριβή στοιχεία που προσβάλλουν βάναυσα τον τεράστιο αγώνα του ιατρικού, παραϊατρικού, νοσηλευτικού, διοικητικού και λοιπού προσωπικού του Νοσοκομείου μας».
Ωστόσο, ουσιαστική απάντηση δεν υπάρχει. Όπως επίσης δεν υπάρχει και η αιτιολόγηση του γεγονότος της μη ενίσχυσης του ιατρικού προσωπικού της ΜΕΘ και της εμμονής για προσλήψεις μόνο επικουρικών γιατρών, στους οποίους μάλιστα δινόταν σύμβαση εργασίας μόλις ενός χρόνου.
Επιπρόσθετα, από τη διοίκηση του νοσοκομείου Κέρκυρας καλό θα ήταν να διευκρινιστεί γιατί ο πνευμονολόγος της Μονάδας Ειδικών Λοιμώξεων είχε υπό την ευθύνη του τέσσερα πόστα (!) μέχρι τον Νοέμβριο, κατάσταση που βελτιώθηκε μόνο μετά την πρόσληψη επικουρικού (τι άλλο;) γιατρού και την επιστράτευση ιδιώτη.
Δεν χωρά αμφιβολία ότι τα ποσοστά θνητότητας από την Covid-19 στο νοσοκομείο της Κέρκυρας είναι υψηλά. Από το να στοχοποιείται η δημοσιογραφική έρευνα, θα ήταν προτιμότερο να αναλυθούν οι λόγοι για τους οποίους οι έξι γιατροί των δύο ΜΕΘ αφέθηκαν μόνοι και αβοήθητοι σ’ αυτή τη μεγάλη μάχη. Για ποιο λόγο αρκέστηκε η Διοίκηση στην πρόσληψη μόνο επικουρικών γιατρών και γιατί δεν πάρθηκαν μέτρα όταν έγινε σαφές ότι δεν βρίσκεται γιατρός να αναλάβει υπηρεσία μετά την προκήρυξη που προέβλεπε σύμβαση μόλις ενός χρόνου.
Τόσο στην Κέρκυρα όσο και σε άλλα περιφερειακά νοσοκομεία της χώρας αποδείχθηκε ότι πολλές φορές οι πράγματι ηρωικές προσπάθειες του προσωπικού δεν ήταν αρκετές, έτσι ώστε να δίνεται σε όλους η καλύτερη δυνατή περίθαλψη και θεραπεία, ιδιαίτερα σε καταστάσεις οριακές όπως αυτές που διαμορφώθηκαν λόγω της πανδημίας. Αυτός είναι λόγος για την ουσιαστική και γενναία ενίσχυση του προσωπικού του ΕΣΥ με ανθρώπινο δυναμικό και μέσα, όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Αυτοί που απεργάζονται σχέδια μερικής ιδιωτικοποίησης του συστήματος πατώντας πάνω σε αναπόφευκτες παθογένειες (που εν πολλοίς οι ίδιοι δημιούργησαν με τις εχθρικές, για το ΕΣΥ, πολιτικές τους) θα πρέπει να το ξανασκεφτούν. Όπως και οι κατά τόπους διοικητές νοσοκομείων, οι οποίοι τα βρίσκουν όλα θαυμάσια και κυνηγούν ανύπαρκτους εχθρούς…