Ο αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, ξεκινάει ένα μεγάλο διπλωματικό μαραθώνιο στην Ευρώπη, όπου θα παρευρεθεί στις συνόδους του G7, του ΝΑΤΟ, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θα συναντηθεί με τον πρόεδρο της Ρωσίας, Βλαντίμιρ Πούτιν. Ενόψει της περιοδείας δημοσίευσε άρθρο στην Washington Post, όπου αναλύονται οι στόχοι της κυβέρνησης του. Θεωρεί ότι η παγκόσμια ηγεμονία των ΗΠΑ «προκύπτει από την ενότητα των δημοκρατιών γύρω από κοινές αξίες, που δεν ενστερνίζονται η Κίνα και η Ρωσία», χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι δύο χώρες θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο. Με τη Ρωσία επιθυμεί σταθερές και προβλέψιμες σχέσεις, όχι γενικευμένη αντιπαράθεση, αλλά συμφωνία σε θέματα στρατηγικής σταθερότητας και ελέγχου των εξοπλισμών. Από την άλλη κατηγορεί τη Μόσχα ότι υπονομεύει την εσωτερική ενότητα των ΗΠΑ και εμπλέκεται στις αμερικανικές εκλογές.
Καλεί τη Δύση να συγκεντρώσει όλες τις δυνάμεις της στη δημιουργία υψηλής ποιότητας εναλλακτικών πολιτικών για την ανάσχεση της κινεζικής επιρροής. Είναι φανερό ότι θεωρεί την Κίνα ως το μεγάλο αντίπαλο, γι’ αυτό προτείνει η Δύση να φροντίσει «ώστε οι δημοκρατίες της αγοράς και όχι η Κίνα, ή κάποιος άλλος, να προσδιορίσουν τους κανόνες του 21ου αιώνα στο εμπόριο και τις τεχνολογίες». Την Κίνα τη θεωρεί πρόκληση και την Ρωσία πρόβλημα. Εκείνο που προσπαθεί να αποτρέψει η κυβέρνηση Μπάιντεν, είναι η περαιτέρω σύσφιξη των κινεζο–ρωσικών σχέσεων, κάτι που κατάφεραν οι προηγούμενες αμερικανικές κυβερνήσεις με την πολιτική των κυρώσεων.
Αλλαγή παραδείγματος στις ΗΠΑ;
Στις ΗΠΑ τυπώνονται μανιωδώς δολάρια από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα για την αντιμετώπιση των μεγάλων διαρθρωτικών προβλημάτων της οικονομίας και της πανδημίας. Η κυβέρνηση Τραμπ είχε υπογράψει πακέτο 2 τρισ. δολαρίων και η κυβέρνηση Μπάιντεν αμέσως μετά την ανάληψη της προεδρίας 1,9 τρισ. δολαρίων. Η εξέλιξη αυτή οδηγεί σε νέα επίπεδα πληθωρισμού, αλλά οι κεντρικές τράπεζες θεωρούν ότι θα είναι συγκυριακό, οφείλεται στην πανδημία και ότι στο τέλος του χρόνου θα επανέλθει στα προηγούμενα επίπεδα. Εκφράζονται όμως και φόβοι ότι η κατάσταση θα ξεφύγει, όπως έγινε τη δεκαετία του 1970 και τότε οι συνέπειες για τις αγορές θα είναι πολύ μεγάλες. Οικονομικοί αναλυτές πλέον μιλούν για ένα νέο κύκλο στασιμοπληθωρισμού, που θα προκύψει στο άμεσο μέλλον. Είναι πλέον σίγουρο ότι ο νεοφιλελευθερισμός δεν μπορεί να αντιμετωπίσει ούτε τα στοιχειώδη προβλήματα της καπιταλιστικής ανάπτυξης.
Ο Τζο Μπάιντεν κατέθεσε για έγκριση στο Κογκρέσο το σχέδιο προϋπολογισμού για το 2022, που αρχίζει από τον Οκτώβριο. Μεταξύ άλλων προβλέπεται διατήρηση του υψηλού ελλείμματος –7,3% του ΑΕΠ. Χρειάζονται επιπλέον πόροι για τη χρηματοδότηση των δύο σχεδίων της κυβέρνησης α) για την ανανέωση των υποδομών και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και β) για τηn αύξηση των κοινωνικών δαπανών. Αυτό προϋποθέτει την αύξηση της φορολογίας των μεγάλων επιχειρήσεων και της μεγάλης ακίνητης περιουσίας. Οι δαπάνες θα είναι 6 τρισ. δολάρια, ενώ τα έσοδα θα είναι περίπου 4,17 τρισ. δολάρια. Το έλλειμμα επομένως θα είναι 1,84 τρισ. δολάρια.
Θεωρείται ότι το σχέδιο προϋπολογισμού θα δεχτεί τροποποιήσεις στο Κογκρέσο. Πολλοί μιλούν για αλλαγή παραδείγματος και ότι η νέα κυβέρνηση επηρεάζεται από την αριστερή πτέρυγα του Δημοκρατικού Κόμματος και από προσωπικότητες, όπως η Αλεξάντρια Οκάσιο Κορτέζ, που προέρχεται από τα γκέτο του Μπρόνξ της Νέας Υόρκης.
Τροποποιήσεις στις σχέσεις των ΗΠΑ με τη Ρωσία
Οι ΗΠΑ αρχικά ήταν υπέρ της επιβολής αυστηρών κυρώσεων στην εταιρεία που κατασκευάζει και θα διαχειρίζεται τον ρωσικό αγωγό φυσικού αερίου Nord Stream-2. Στη συνέχεια ο Βλαντίμιρ Πούτιν ανακοίνωσε ότι η μια γραμμή του αγωγού ήδη τελείωσε και σύντομα ολοκληρώνεται και η δεύτερη. Από τις δύο γραμμές θα διέρχονται σε ετήσια βάση 55 δισ. κυβικά ρωσικού φυσικού αερίου. Στη συνέχεια η κυβέρνηση Μπάιντεν, ευρισκόμενη προ τετελεσμένων, απομακρύνθηκε από την πολιτική των κυρώσεων. Σ’ αυτό συνέβαλε και η Γερμανία, που σε καμία περίπτωση δεν ήθελε να απολέσει τα τεράστια γεωπολιτικά και οικονομικά ωφελήματα από την κατασκευή και λειτουργία του αγωγού. Η νέα αντίληψη της κυβέρνησης Μπάιντεν συμπυκνώνεται στο ότι δεν είναι προς το συμφέρον των ΗΠΑ η επιβολή κυρώσεων εναντίον της εταιρείας Nord Stream-2 AG.
Η ρωσική πλευρά με ψυχραιμία αντιμετωπίζει τις ανακοινώσεις της αμερικανικής για τις κυρώσεις. Ο Βλαντίμιρ Πούτιν, στο Διεθνές Οικονομικό Φόρουμ της Αγίας Πετρούπολης, προέβλεψε κραχ του δολαρίου και των ΗΠΑ που συνεχίζουν να συμπεριφέρονται σαν αυτοκρατορία, αναφέροντας ότι «το πρόβλημα με τις αυτοκρατορίες είναι που θεωρούν ότι είναι τόσο ισχυρές και δεν επηρεάζονται από τα λάθη τους. Είτε εξαγοράζοντας, είτε εκφοβίζοντας, είτε κλείνοντας συμφωνίες, είτε απειλώντας με πολεμικά πλοία. Έτσι όμως τα προβλήματα δεν λύνονται, αλλά συσσωρεύονται. Η συμπεριφορά αυτή θυμίζει τη Σοβιετική Ένωση, που όμως κατέρρευσε». Επίσης ανέφερε ότι «οι ΗΠΑ πριονίζουν το κλαδί, στο οποίο κάθονται και στο τέλος θα γκρεμιστούν».
Ταυτόχρονα, όμως, ο Βλαντίμιρ Πούτιν ανέφερε ότι αντιμετωπίζει με σεβασμό τον Τζο Μπάιντεν, ο οποίος είναι υπέρ των ανοιχτών διεθνών πολιτικών και από διάφορα πόστα και για πολλά χρόνια συμμετείχε στην προετοιμασία λύσεων για διεθνή και διμερή θέματα που και σήμερα είναι επίκαιρα.
Πολιτικοί αναλυτές θεωρούν ότι οι εκατέρωθεν δηλώσεις είναι αναγνωριστικές βολές εν όψει της συνάντησης στις 16 Ιουνίου στη Γενεύη. Από την άλλη, γίνονται και κάποια βήματα προσέγγισης. Όλα αυτά κάνουν πιο ενδιαφέρουσα τη συνάντηση, αλλά τα αποτελέσματα θα φανούν μετά από αυτή.