Η αλήθεια είναι ότι η είδηση είναι εντυπωσιακή. Τουλάχιστον ως τίτλος. Οι υπουργοί Οικονομικών των G7, των επτά ισχυρότερων οικονομιών του πλανήτη (Καναδά, Γερμανίας, Γαλλίας, Ηνωμένων Πολιτειών, Ιταλίας, Ιαπωνίας και Ηνωμένου Βασιλείου) συμφώνησαν για τη φορολόγηση των μεγάλων πολυεθνικών εταιρειών, με ελάχιστο συντελεστή 15%, όχι μόνο στις χώρες στις οποίες έχουν τα κεντρικά τους γραφεία, αλλά και στις χώρες που δραστηριοποιούνται. Με τον τρόπο αυτό, οι κυβερνήσεις θα επιδιώξουν να συλλέξουν φόρους πολλών δισεκατομμυρίων, που έχαναν μέχρι τώρα, χάρις σε διάφορα φορολογικά τεχνάσματα των εταιρειών, οι οποίες επιλέγουν να δηλώνουν ως «σπίτι» τους κάποιους φορολογικούς παραδείσους.
Όλοι οι υπουργοί δήλωσαν ενθουσιασμένοι με τον... εαυτό τους από την απόφαση αυτή, στα τέλη της περασμένης εβδομάδας, στο Λονδίνο και μίλησαν για ένα «φιλόδοξο σχέδιο» ή για μια «ιστορική συμφωνία». Αλλά είναι προφανές ότι αν τελικά γίνει αυτό το βήμα, θα οφείλεται κυρίως στην αλλαγή στάσης των ΗΠΑ, που εξέφρασε η υπουργός Τζάνετ Γέλλεν. Η προηγούμενη αμερικανική διοίκηση είχε μπλοκάρει όλες τις σχετικές πρωτοβουλίες, σε αντίθεση με το Τζο Μπάιντεν, που είχε υποσχεθεί περισσότερη φορολογική δικαιοσύνη. Άλλωστε, για το εσωτερικό των ΗΠΑ ο ίδιος έχει κάνει λόγο για ένα κατώτατο συντελεστή της τάξης του 21% για τα εταιρικά κέρδη αμερικανικών επιχειρήσεων, ανεξαρτήτως του πού πραγματοποιούνται αυτά. Για μια ακόμα φορά, δηλαδή, εμφανίζεται πιο «προωθημένος» από τους Ευρωπαίους. Ανάλογες σκέψεις με τις ΗΠΑ έχει επίσης και ο Καναδάς.
Οι πανηγυρισμοί είναι, ωστόσο, πρόωροι, αφού υπάρχουν αρκετές ακόμα λεπτομέρειες προς διευκρίνιση, ενώ αναμένεται και η επίσημη έγκριση από τους ηγέτες των G7, που ήταν προγραμματισμένο να συναντηθούν χθες, Παρασκευή, στην Κορνουάλη. Στη συνέχεια θα πρέπει να υπάρξει ομοφωνία και από τους G20, στην ιδανικότερη περίπτωση κατά τη διάρκεια της δικής τους συνάντησης τον Ιούλιο, στην Βενετία. Βεβαίως εκτιμάται ότι κάποιες αναδυόμενες δυνάμεις (Κίνα, Ινδία και Βραζιλία) λογικά θα υποστηρίξουν ένα τέτοιο μέτρο, από το οποίο θα μπορούσαν να βγουν ωφελημένες.
Για να έχει «πλανητική ισχύ» η συμφωνία θα πρέπει να εγκριθεί και από τις 139 χώρες μέλη του ΟΟΣΑ, κάτι που δεν θεωρείται απαραιτήτως απλό. Ίσως αυτό και να εξηγεί ως ένα βαθμό και την χαλαρή πρώτη αντίδραση των εκπροσώπων των κολοσσών της ψηφιακής τεχνολογίες, όπως Google και Facebook, που όχι μόνο δεν επέκριναν την απόφαση, αλλά την χαιρέτισαν κιόλας. Έτσι κι αλλιώς έχουν αποδείξει ότι στην κούρσα της φοροαποφυγής είναι διαχρονικά μερικά βήματα μπροστά από τις κυβερνήσεις. Δεν αποκλείεται, λοιπόν, να έχουν ήδη στο μυαλό τους κάποιες εναλλακτικές λύσεις. Η συμφωνία δεν αφορά βεβαίως μόνο τις εταιρείες υψηλής τεχνολογίας.
Και ως γνωστόν ούτε ο βρετανός υπουργός Οικονομικών Ρίσι Σούνακ, ούτε ο γερμανός Όλαφ Σολτς μπορεί να κατηγορηθούν για εχθρική αντιμετώπιση των επιχειρήσεων.
Πιθανώς, όμως, ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός, που προκλήθηκε στις περισσότερες χώρες της ΕΕ λόγω της πανδημίας, να ενισχύει το στρατόπεδο εκείνων που ελπίζουν ότι έστω και με μια χαμηλή φορολόγηση τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να αποκομίσουν περίπου 50 δισ. ευρώ σε φόρους και να μπαλώσουν κάποιες τρύπες. Θα πρέπει πάντως να αναλογιστεί κανείς ότι μια σειρά από ευρωπαϊκές χώρες, έτσι κι αλλιώς, ανήκουν στους φορολογικούς παραδείσους, με χαρακτηριστικότερα τα παραδείγματα της Ολλανδίας, του Λουξεμβούργου και της Μάλτας, ενώ και στην Κύπρο ο φορολογικός συντελεστής είναι κάτω από το 15%, που προτείνεται τώρα ως ελάχιστη βάση. Υπέρ της ενιαίας φορολόγησης τάσσονται οι τέσσερεις «μεγάλοι»: Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία και Ισπανία.
Από την άλλη, όπως είπε και ο Ρίσι Σούνακ, το παγκόσμιο φορολογικό σύστημα δεν έχει αλλάξει στην ουσία από το 1920 και δεν μπορεί να συμβαδίσει με τις επιταγές της σημερινής ψηφιακής εποχής.
Συγκρατημένα ήταν τα πρώτα σχόλια μεγάλων μη κυβερνητικών φορέων που αγωνίζονται για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής. Το «Tax Justice Network» έκανε λόγο για ένα θετικό πρώτο βήμα, αλλά εκτιμά ότι ο φορολογικός συντελεστής εκκίνησης θα πρέπει να τεθεί στο 25%. Προσθέτει, επίσης, ότι οι όποιες αλλαγές δεν θα πρέπει να αποβούν σε βάρος μικρότερων χωρών. Η οργάνωση Oxfam, αντιθέτως, σημειώνει ότι ένας τέτοιος παγκόσμιος φορολογικός συντελεστής ουσιαστικά συμπίπτει με εκείνους χωρών με ευνοϊκό πλαίσιο για τις πολυεθνικές, όπως η Ιρλανδία, η Ελβετία και η Σιγκαπούρη.
Ένα άλλο ενδιαφέρον σημείο, στο οποίο στέκονται πολλοί αναλυτές, έχει να κάνει με τα αντισταθμιστικά μέτρα, που θα επιχειρήσουν προφανώς να προσφέρουν χώρες, που θα φοβηθούν μήπως χάσουν τα προνόμια τους ως φορολογικοί παράδεισοι, έτσι ώστε οι εταιρείες να παραμείνουν «δηλωμένες» εκεί.