Ένα χρόνο και τρεις μήνες μετά την ολική αλλαγή πολιτικής της κυβέρνησης στην αντιμετώπιση των προσφύγων στη χώρα, ήρθε στις αρχές αυτής της εβδομάδας και μια σοβαρή θεσμική υποχώρηση, που θέτει τη χώρα ακόμη περισσότερο μακριά από το ευρωπαϊκό κεκτημένο του συστήματος ασύλου.
Με απόφαση των υπουργών Μετανάστευσης και Εξωτερικών, η Τουρκία χαρακτηρίστηκε ως ασφαλής τρίτη χώρα κατά τρόπο γενικό για πολίτες με καταγωγή από Συρία, Αφγανιστάν, Πακιστάν, Μπαγκλαντές και Σομαλία. Αυτό σημαίνει ότι το 67% του συνόλου αιτήσεων άσυλο στη χώρα μπορούν να απορριφθούν μαζικά, καθώς, εφόσον ήρθαν στην Ελλάδα μέσω Τουρκίας (όπως συμβαίνει στη συντριπτική πλειοψηφία), η Ελλάδα αναγνωρίζει ότι η Τουρκία είναι μια ασφαλής χώρα για να επιστραφούν. Η επιλογή των χωρών δεν είναι τυχαία, καθώς αφορά το 60% αυτών που αναγνωρίζονται τελικά ως δικαιούχοι διεθνούς προστασίας, με ποσοστά μάλιστα αποδοχής των σχετικών αιτήσεων που κυμαίνονται από 76% έως και 95%. Είναι δε επίσης καθαρά συμβολική και η συμπερίληψη χωρών όπως Πακιστάν και Μπαγκλαντές, έτσι ώστε να αφορά και μετανάστες, που διακινούνται μέσω καλά οργανωμένων δικτύων από τον Έβρο, με κύρια κατεύθυνση την γεωργική εργασία, περιοχών τύπου Μανωλάδας.
Σημαίνει αυτό ότι πλέον το 67% όσων εισέρχονται στη χώρα θα επιστρέφονται στην Τουρκία; Όχι βέβαια, καθώς κάθε επιστροφή προϋποθέτει τη συναίνεση της άλλης χώρας, εν προκειμένω της Τουρκίας. Γιατί τότε η κυβέρνηση εξέδωσε αυτή την απόφαση;
Είναι σαφές ότι η συστηματική πολιτική των επαναπροωθήσεων που ακολουθούν οι ελληνικές αρχές από τις αρχές Μαρτίου 2020 έως και σήμερα, κάποια στιγμή δεν θα μπορεί να συνεχισθεί, καθώς η ελληνική κυβέρνηση δεν θα μπορεί να κρύβεται άλλο πίσω από το δάκτυλό της ότι οι εικόνες εγκαταλειμμένων προσφύγων μέσα σε life rafts είναι τουρκική προπαγάνδα. Έτσι προχωρά από τώρα στην εφαρμογή εναλλακτικού σχεδίου, σύμφωνα και με το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για το Άσυλο και τη Μετανάστευση, που προωθεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Η διαδικασία στα σύνορα με κράτηση ή περιορισμό στα νέα υβρίδια κέντρων υποδοχής, που στήνονται στον Έβρο και τα νησιά (Κλειστές Ελεγχόμενες Δομές), θα κρατάει καταρχήν 6 μήνες, με δυνατότητα παράτασης σε περίπτωση κρίσης έως και συνολικά 10 μήνες. Οπότε αντί να αναγνωρίζουμε πρόσφυγες, θα απορρίπτουμε, και θα ζητάμε από την Ευρώπη να επιβάλλει στην Τουρκία την επιστροφή των απορριφθέντων. Ταυτόχρονα, θα μειώσουμε και τον αριθμό των αναγνωρισθέντων προσφύγων, οι οποίοι αδυνατώντας να ενταχθούν στη χώρα, συνεχίζουν να καταφεύγουν μαζικά στην Ευρώπη, παράνομα (αναφέρεται ότι 17.000 αναγνωρισμένοι πρόσφυγες κατέφυγαν μόνο στη Γερμανία από τον Ιούλιο του 2020).
Απώτερος στόχος: Να μην έρχονται στην Ελλάδα πρόσφυγες.
Πέρα από πρακτικές δυσκολίες, που θα διατηρήσουν τον εγκλωβισμό μεγάλου αριθμού προσφύγων, υπό απόρριψη πλέον, στα σύνορα της χώρας, υπάρχουν πολύ μεγαλύτερα διακυβεύματα που θυσιάζονται στο βωμό αυτό, όπως πρώτιστα το ίδιο το κράτος δικαίου. Αναγνωρίζουμε την Τουρκία ως ασφαλή τρίτη χώρα, όταν η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην πλέον πρόσφατη έκθεσή της για την Τουρκία διαπιστώνει, ιδίως μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, συνεχιζόμενη επιδείνωση της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Ταυτόχρονα, κουτοπόνηρα, αποδεχόμαστε στο διηνεκές το ρόλο μας ως συνοριοφύλακα της Ευρώπης, μειώνοντας την παροχή προστασίας προς τους πρόσφυγες.
Όμως το επίπεδο κοινωνικής προστασίας, που είναι το μέτρο για να χαρακτηρισθεί μια χώρα ως ασφαλής, με βάση το διεθνές δίκαιο προστασίας των προσφύγων, αλλά και γενικότερα του ανθρώπου, διαμορφώνεται ταυτόχρονα τόσο για τους πρόσφυγες, όσο και για τους ίδιους τους πολίτες μιας χώρας, καθώς οι πρόσφυγες δικαιούνται με βάση τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 ισοδύναμη κοινωνική προστασία με τους πολίτες των χωρών υποδοχής. Αν μια χώρα δεν έχει επαρκές επίπεδο κοινωνικής προστασίας για τους πρόσφυγες, είναι ασφαλής δείκτης ότι δεν διαθέτει αυτό και για τους ίδιους τους πολίτες της. Αναγνωρίζοντας την Τουρκία ως ασφαλή χώρα, ήτοι με επαρκές επίπεδο κοινωνικής προστασίας για τους πολίτες των συγκεκριμένων χωρών καταγωγής, υποβιβάζουμε το δικό μας μέτρο σύγκρισης. Αποδεχόμαστε έτσι τις κρίσεις των Ευρωπαϊκών Δικαστηρίων, που από την απόφαση M.S.S. του 2011, διαπιστώνουν ότι η Ελλάδα δεν έχει επαρκές επίπεδο προστασίας και απαγορεύουν την επιστροφή προσφύγων, σε συνθήκες που απειλούν να περιάγουν αυτούς σε κατάσταση απόλυτης υλικής ένδειας.
Είναι αυτό που θέλουμε για τους πρόσφυγες; Είναι αυτό που θέλουμε για τους πολίτες μας; Το μέτρο σύγκρισής μας είναι τα συστήματα προστασίας χωρών του πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ή χωρών όπως της Τουρκίας, από την οποία καταφεύγουν και στη χώρα μας μαζικά πρόσφυγες οι ίδιοι της οι πολίτες;