Αυτά καθ’ εαυτά, τόσο η σύγκρουση που καταγράφηκε στη Βουλή όσο και το επίδικό της, οι δυστοπικές συνθήκες για την εργασία που προβλέπει το εργατικό νομοσχέδιο, ήταν ικανά να καταστήσουν εξαιρετικά σοβαρή, καθοριστική τη συζήτηση στη Βουλή. Ήταν το σοβαρότερο συμβάν της κυβερνητικής δεξιάς διετίας, η θεσμοθέτηση, θα λέγαμε, όσον αφορά την εργασία, αλλά και ευρύτερα πώς θα ασκείται η πολιτική, του «κρυφού πόθου» μιας συμμαχίας των αστικών δυνάμεων που προσπαθεί να σταθεροποιηθεί πάση θυσία.
Όμως, ακόμη πιο σοβαρό είναι ότι σ’ αυτή τη συζήτηση, για πρώτη φορά, η κυβέρνηση βρέθηκε απομονωμένη. Ήταν αντίθετη και με παράλληλη επιχειρηματολογία –αν εξαιρεθεί η Ελληνική Λύση– ολόκληρη η δημοκρατική-προοδευτική αντιπολίτευση. Είναι αυτό τόσο σπουδαίο; Ναι, και υπό ορισμένες προϋποθέσεις, μπορεί να απωλέσει την αφετηρία ενθάρρυνσης και ελπίδας ότι μπορεί να υπάρχει εναλλακτική λύση. Στην πολιτική πια παρεμβαίνει και ένας άλλος παίκτης, εκτός από τα κόμματα: η κοινωνία. Είναι αυτό που δεν κατανοούν ακόμη και οι πιο έξυπνοι φιλοκυβερνητικοί αναλυτές οι οποίοι ενώ δεν μπορούν να κρύψουν τον φόβο τους μήπως επαληθευτεί αυτό το ενδεχόμενο – το σενάριο «προοδευτικής» συγκυβέρνησης, λένε – το θεωρούν ακατόρθωτο διότι οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης έχουν διαφορετικά σχέδια και κομματικές επιλογές.
«Νέος» παίκτης η κοινωνία
Ο «νέος παίκτης» θα είναι αισθητά παρών το επόμενο διάστημα. Καταρχάς, στο δεύτερο μέρος του αγώνα, δηλαδή στο να μην υλοποιηθεί ο νόμος. Αυτός πρέπει να σχεδιαστεί αγωνιστικά και νομικά, πολιτικά και προπαγανδιστικά, άμεσα. Δεύτερον, είναι τα επικείμενα νομοσχέδια που σχεδιάζει να φέρει προς ψήφιση η κυβέρνηση: αξιολόγησης, επικουρικής ασφάλισης ίσως και υγείας. Τα κόμματα, θα τοποθετηθούν με το αυτί στραμμένο προς τον αγωνιστικό κοινωνικό αχό. Εν τω μεταξύ, στο προσκήνιο θα έρχονται και οι συνέπειες από ήδη ψηφισμένα νομοσχέδια, πχ, το πτωχευτικό. Θα εμφανίζονται οι συνέπειες της επανεκκίνησης, δηλαδή της βαθμιαίας εισόδου στη ζωή χωρίς έστω και το ασθενές δίκτυ ασφάλειας που υπάρχει έως τώρα. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν μπορούν να κινηθούν ερήμην της κοινωνίας και αυτό όλο και περισσότερο θα επιδρά στις πολιτικές εξελίξεις.
Το αντιλαμβάνεται αυτό ο Κ. Μητσοτάκης; Δεν είναι σίγουρο. Θεωρεί όμως δεδομένο ότι δεν έχει ο ίδιος πιθανότητα να βρει σύμμαχο. Το συνάγουμε από την άκρως επιθετική στάση του έναντι της κ. Φ. Γεννηματά –«είχα την εντύπωση πως άκουγα τον κ. Τσίπρα», είπε προσθέτοντας τα περί αναμασήματος ξεπερασμένων κλισέ κ.τ.λ.– καθώς τη θεωρεί τον αδύνατο –ή τον απαραίτητο;– κρίκο για την πολιτική συμμαχιών του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Κατέβασε δε αρκετά χαμηλά το επίπεδο της αντιπαράθεσης: «Βρήκα πολύ ενδιαφέρουσα την ιστορική σας αποστροφή και τι θα γίνει στις επόμενες εκλογές. Να σας πω ένα μυστικό; Δεν είστε Ανδρέας Παπανδρέου». Και επιχείρησε να αναζωογονήσει το αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο με κάθε μέσο. Πρόχειρα, προσέφυγε στο ότι για όλα φταίει ο ΣΥΡΙΖΑ, ακόμη, και για το υστερούν εμβολιαστικό πρόγραμμα! «Να αφήσουμε στην άκρη αυτό το ψέμα ότι βάλατε πλάτη» είπε και αξιοποίησε, παραποιώντας, αναρτήσεις του Π. Πολάκη. Δίκαια του απάντησε ο Νάσος Ηλιόπουλος ότι η γενιά του, που έκανε το εμβόλιο της Astra Zeneca «έδειξε τι σημαίνει υπευθυνότητα απέναντι στους ανεύθυνους που μας κυβερνούν, σε όλα τα κυβερνητικά στελέχη που έκαναν πλιάτσικο με τα εμβόλια που προορίζονταν για ευπαθείς ομάδες».
Η Φ. Γεννηματά και η αλλαγή συσχετισμών
Νωρίτερα, είχε πει η κ. Φ. Γεννηματά ότι η κυβέρνηση «έχει βάλει τη συντηρητική της σφραγίδα σε όλους τους τομείς της κοινωνικής και οικονομικής ζωής». «Το Κίνημα Αλλαγής και εγώ προσωπικά», πρόσθεσε, «δεσμευόμαστε ότι θα καταργήσουμε όλες αυτές τις ρυθμίσεις μόλις βρεθεί η ευκαιρία με την αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών. Αρχίζουν ν΄ αλλάζουν οι πολιτικοί συσχετισμοί, κύριε Μητσοτάκη. Εμείς θα υλοποιήσουμε αυτή τη νέα αλλαγή». Η επεξήγηση ότι το «πρωτότυπο» και ο «εκφραστής της προοδευτικής παράταξης στη χώρα» είναι το ΚΙΝΑΛ και ότι «είναι θέμα χρόνου να επικρατήσουμε ξανά», παρά τις επιθέσεις του προπαγανδιστικού μηχανισμού της Ν.Δ. ήταν μια αναμενόμενη αποστασιοποίηση από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Οι φόβοι του ΚΚΕ
Προφανώς η ανάγκη εναλλακτικής προοδευτικής διακυβέρνησης όπως προέκυψε ή και τέθηκε στη Βουλή δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση, αριθμητικά και πολιτικά. Οι τοποθετήσεις του ΚΚΕ, για παράδειγμα, υστερούσαν καταφανώς διότι αποκαλύπτουν φόβο γι’ αυτό το ενδεχόμενο. Ο Δημ. Κουτσούμπας δεν θα αναφερθεί στην ομιλία του στο ζήτημα αυτό καθόλου, ίσως όχι τυχαία. Επεσήμανε επανειλημμένως τη συνέχιση της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ τώρα από τη ΝΔ, αφήνοντας αιχμές ακόμη και για την τωρινή στάση των συνδικαλιστών του ΣΥΡΙΖΑ. Άρθρο στον «Ριζοσπάστη», σε άλλο τόνο, ανακαλύπτει θράσος του ΣΥΡΙΖΑ στις «προτροπές», όπως γράφει, «στελεχών του να αφήσουν οι εργαζόμενοι τους “μάταιους” αγώνες και να τοκίσουν με την ψήφο τους μια “προοδευτική” κυβέρνηση, ως απάντηση στη “συντηρητική” πολιτική της ΝΔ. Και είναι εξίσου ξεδιάντροπη η προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να εμφανιστεί ως επικεφαλής ενός ‘αρραγούς μετώπου της αντιπολίτευσης απέναντι στο νομοσχέδιο».
Το ερώτημα, όμως, που τίθεται για το ΚΚΕ, και θα τίθεται επιτακτικά από τους εργαζόμενους στην πορεία, είναι πώς θα συγκροτηθεί ο αγώνας –ο νόμος έκτρωμα θα μείνει στα χαρτιά λέει πρωτοσέλιδα ο «Ριζοσπάστης» – για τη μη υλοποίηση του αντεργατικού νόμου. Πώς θα μείνει στα χαρτιά, πώς θα συμβάλλει σ’ αυτό τον αγώνα; Αντιπαρατιθέμενο, πέρα από την εύλογη κριτική όπου υπάρχουν διαφορές, με όλες τις άλλες δυνάμεις ιδιαίτερα της Αριστεράς; Αυτή η αντίφαση θα διαπερνά όλο και περισσότερο την πολιτική του, καθώς η κοινωνία θα αντιδρά στην πολιτική της δεξιάς και θα απαιτούνται αποτελεσματικές συμμαχίες.