«Δεν συμμετέχουμε στην αποσύνθεση του κράτους πρόνοιας»,
γράφει η αφίσα του κόμματος Αριστερά της Σουηδίας.
Στη φωτογραφία η πρόεδρος του κόμματος, Νοόσι Νταγκόσταρ.
Στην ειδησεογραφία αναφέρεται ότι ένα κόμμα της αριστεράς έριξε τους Σοσιαλδημοκράτες από την κυβέρνηση, παραβλέποντας τον κίνδυνο, στη νέα κυβέρνηση που θα σχηματιστεί, να μετέχουν οι ακροδεξιοί. Η ιστορία θα γράψει ότι είναι στο χέρι του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος της Σουηδίας να επιστρέψει στις ιδεολογικές και πολιτικές αρχές του και να μην αφήσει τη χώρα στο έλεος των δυνάμεων της αγοράς και των ακροδεξιών - ρατσιστών πολιτικών.
Αυτές ακριβώς τις αρχές υπερασπίστηκε το κόμμα Αριστερά όταν, την περασμένη Τρίτη, κατέθεσε πρόταση δυσπιστίας προς την κυβέρνηση της χώρας, με αποτέλεσμα η κυβέρνηση Σοσιαλδημοκρατών - Πράσινων του Στέφαν Λεβέν να μην έχει πια την εμπιστοσύνη της Βουλής που του παρείχαν, εκτός από τους βουλευτές των δύο κομμάτων, και οι βουλευτές δύο μικρών κεντροδεξιών κομμάτων, καθώς και της Αριστεράς.
Η νεοεκλεγείσα επικεφαλής της Αριστεράς, Νοόσι Νταγκόσταρ (γεννημένη το 1985 σε καταυλισμό προσφύγων από ιρανούς γονείς), κατέθεσε πρόταση δυσπιστίας προς την κυβέρνηση Λεβέν επειδή ο τελευταίος αθέτησε έναν από τους θεμελιώδεις όρους της ψήφου εμπιστοσύνης: Δήλωσε ότι οι τιμές των ενοικίων των κατοικιών θα διαμορφώνονται από την αγορά και δεν θα υπάρχει πλέον ο έλεγχος του κράτους. Το ζήτημα αυτό αφορά πάνω από 3 εκατομμύρια ενοικιαστές, από τα περίπου 10 των κατοίκων της χώρας, και επηρεάζει την ποιότητα ζωής πολύ περισσοτέρων.
Πυλώνας ευημερίας
Η κατοικία –μαζί με την υγεία, το σχολείο και τη δουλειά– είναι ένας από τους βασικούς πυλώνες πάνω στους οποίους χτίστηκε το περίφημο σουηδικό σοσιαλδημοκρατικό μοντέλο. Σε μια κοινωνία όπου η ιδιόκτητη κατοικία ήταν πολύ περιορισμένη και αφορούσε κυρίως μονοκατοικίες και διαμερίσματα σε παλιά παραδοσιακά κτήρια, η κατοικία βρισκόταν στον έλεγχο των δήμων, των συνδικάτων και των κοινωνικών κοινοπραξιών. Το ενοίκιο που έπρεπε να πληρώνει κάποιος κυμαινόταν από το ένα τέταρτο έως το ένα τρίτο του μισθού του και υπήρχε πλήρης έλεγχος των κενών διαμερισμάτων σε κάθε πόλη, ειδικά στις βιομηχανουπόλεις και τις φοιτητουπόλεις όπου η μετακίνηση των κατοίκων ήταν συνεχής.
Η απελευθέρωση της αγοράς ακινήτων και οι πωλήσεις τεράστιων συγκροτημάτων σε ιδιωτικές εταιρείες –αποτέλεσμα της στροφής των Σοσιαλδημοκρατών στο μοντέλο του «εκσυγχρονισμού» και της διακυβέρνησης της Σουηδίας από συνασπισμό δεξιών κομμάτων για μία οκταετία (2006 -2014)– είχε ως αποτέλεσμα οι τιμές των ενοικίων να έχουν ξεπεράσει τον μισό μισθό, ενώ το ιδιότυπο καθεστώς στην ιδιοκτησία γης καθώς και η διάθεση των εταιρειών για μεγαλύτερα κέρδη, χωρίς νέες επενδύσεις, εμποδίζει την ανέγερση κατοικιών, κυρίως στις μεγάλες πόλεις. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι το ενοίκιο γκαρσονιέρας έξω από το κέντρο της Στοκχόλμης, χωρίς συμβόλαιο, δηλαδή από «δεύτερο χέρι», ξεπερνάει τα 1.500 ευρώ, όταν ο μισθός νέου επιστήμονα είναι περίπου 4.000 μεικτά, που σημαίνει 2.700 καθαρά.
Αθέτηση συμφωνίας
Τα προβλήματα για τους Σοσιαλδημοκράτες (στις εκλογές του 2018 πήραν 28,3% και εξέλεξαν 100 από τους 449 βουλευτές της σουηδικής Βουλής) άρχισαν αμέσως μετά τις εκλογές, στις τετράμηνες διαπραγματεύσεις που ακολούθησαν έως ότου καταλήξουν σε συμφωνία με τους Πράσινους (4,4% και 16 βουλευτές) για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Τη «Συμφωνία του Ιανουαρίου» όπως ονομάστηκε, στήριξαν τα κεντροδεξιά κόμματα Κέντρο (8,6% και 31) και Φιλελεύθεροι (5,5% και 20), καθώς και η Αριστερά (8% και 28), η οποία όμως είχε αποκλειστεί, με ευθύνη και των Σοσιαλδημοκρατών, από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Η συμφωνία κατατέθηκε στη βουλή και έπαιξε τον ρόλο των προγραμματικών θέσεων της κυβέρνησης. Ένας από τους όρους που είχε θέσει η Αριστερά για να δώσει ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση που δεν μετείχε, ήταν ο έλεγχος των ενοικίων.
«Δεν θα υποστηρίξουμε πλέον κυβέρνηση με σοσιαλδημοκράτη πρωθυπουργό»,
δήλωσε η επικεφαλής του κόμματος Φιλελεύθεροι, Νιάμκο Σαμπούνι,
ανοίγοντας τον δρόμο για κυβερνητική συνεργασία
των δεξιών κομμάτων με το ακροδεξιό - ρατσιστικό Σουηδοί Δημοκράτες,
το οποίο έως τώρα ήταν αποκλεισμένο από τα υπόλοιπα κόμματα.
Έμπειρος σουηδός δημοσιογράφος, σε ερώτηση της «Ε» για την κατάσταση στο εσωτερικό των Σοσιαλδημοκρατών σήμερα, απάντησε λέγοντας: «Ο Λεβέν και οι δικοί του ακολουθούν το παλιό ρητό: “ταΐζουν τον κροκόδειλο ελπίζοντας ότι θα τους φάει τελευταίους”. Αυτή τη στιγμή, η Αριστερή Ομάδα των Σοσιαλδημοκρατών (επίσημη και καταγεγραμμένη τάση του κόμματος) πιέζει για συνεργασία με την Αριστερά, λέγοντας ότι “ισχυρό εργατικό κίνημα και συνδικάτα είναι πολύ πιο σημαντικά από την κυβερνητική εξουσία που ασκείται με τους όρους της αγοράς”. Σε αντίθεση με την ηγεσία του κόμματος, δεν θα είχαν καμία αντίρρηση να προχωρήσει η χώρα σε έκτακτες εκλογές, ελπίζοντας ότι με αυτό τον τρόπο θα ενισχυθεί η τάση τους και οι σοσιαλδημοκράτες θα ξαναμπούν στη ρότα της αριστεράς που έχουν εγκαταλείψει εδώ και τριάντα χρόνια».
Στην Αριστερά πάλι επικρατεί ευφορία: «Πετύχαμε να κερδίσουμε και πάλι την εμπιστοσύνη του κόσμου, καθώς υποστηρίξαμε εμπράκτως ένα ζήτημα που αφορά την καθημερινότητα των πολιτών και αποτελεί βασικό άξονα της κοινωνίας που θέλουμε να ξανακτίσουμε», είπε στην «Ε» μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος.
Τα τρία σενάρια
Τρία σενάρια διαγράφονται στη σουηδική πολιτική σκηνή αυτή τη στιγμή:
1. Αποδοχή από τους Σοσιαλδημοκράτες της πρότασης της Αριστεράς. «Θέλουμε να ξαναγίνει πρωθυπουργός ο Λεβέν, αλλά οι προτάσεις που θα μας φέρει να είναι δικές του και όχι της Αγοράς Ακινήτων», είπε η Νοόσι Νταγκόσταρ σε συνέντευξη τύπου, ανοίγοντας, για μία ακόμα φορά, την πόρτα για συνεργασία με του Σοσιαλδημοκράτες. Σύμφωνα με δημοσιεύματα του σουηδικού τύπου, το κόμμα της Αριστεράς δεν θα υποχωρήσει στο θέμα της απελευθέρωσης των ενοικίων, αλλά μπορεί να υποχωρήσει σε φορολογικά ζητήματα.
2. Κύκλος διερευνητικών εντολών: Αν οι διαπραγματεύσεις δεν καρποφορήσουν, από την ερχόμενη Τρίτη θα αρχίσει ο γνωστός μας, στην Ελλάδα, κύκλος των διερευνητικών επαφών. Ο πρόεδρος της Βουλής θα δώσει πρώτα εντολή στον αρχηγό του μεγαλύτερου κόμματος, τον Στέφαν Λεβέν, κάτι που πρακτικά σημαίνει ότι παίρνει διορία πέντε ακόμα ημερών για να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις του.
3. Έκτακτες εκλογές: Το σενάριο που όλα τα κόμματα, εκτός από το ακροδεξιό - ρατσιστικό Σουηδοί Δημοκράτες, που καταγράφουν άνοδο στις δημοσκοπήσεις, θέλουν να αποφύγουν. Οι λόγοι είναι πολλοί:
- Οι εκλογές δεν θα είναι πρόωρες αλλά έκτακτες, όπως ορίζεται από το Σύνταγμα της χώρας. Αυτό σημαίνει ότι η θητεία της Βουλής που θα προκύψει θα διαρκέσει έως το 2022, οπότε θα διεξαχθούν κανονικά οι εκλογές. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι εκλογές στην Σουηδία διεξάγονται την τρίτη Κυριακή του Σεπτεμβρίου, κάθε 3 χρόνια, έως το 1991, και κάθε 4 χρόνια, από τότε και μετά. Πρόωρες εκλογές έγιναν μόνο το 1958.
- Τα οικονομικά των κομμάτων, με μόνα έσοδα την πάγια κρατική επιχορήγηση και τις συνδρομές των μελών, δεν τους επιτρέπουν να κάνουν δύο προεκλογικές καμπάνιες μέσα σε ένα χρόνο.
- Το κόμμα των Πρασίνων, με την ανερμάτιστη πολιτική που ακολουθεί, κινδυνεύει να μην πιάσει το όριο του 4% και να μείνει εκτός βουλής, οπότε αδυνατίζει σημαντικά το επονομαζόμενο «σοσιαλιστικό μπλοκ».
- Ένα σημαντικό στοιχείο, το οποίο επισημαίνουν παρατηρητές, είναι ότι κανείς δεν ξέρει αν οι ψηφοφόροι μείνουν πιστοί στο κόμμα τους ή αν, για αυτόν τον χρόνο, «δοκιμάσουν κάτι άλλο» έχοντας την ασφάλεια ότι μπορούν μετά να επιστρέψουν στην προηγούμενη επιλογή τους, κάτι που μπορεί να διαταράξει όλο το πολιτικό σύστημα.