Ζει με τον κίνδυνο πάνω από το κεφάλι του. Ο Βίκτορ Όρμπαν κατοικεί σε ανασφαλές μέρος. Το σπίτι του χωρίζεται μόλις από έναν δρόμο από το γήπεδο του Φέλσκουτ. Αν λοιπόν, γράφει η εφημερίδα «Le Monde», συνέβαινε κάποτε μια «στραβή» και ξέφευγε η μπάλα από το γήπεδο θα μπορούσε να «σκάσει» στη σκάρα με το barbeque στον κήπο του και μαζί με το γκαζόν να του κάψει και το σπίτι.
Το ρίσκο δεν είναι τυχαίο. Το γήπεδο αυτό, που κτίσθηκε το 2012 κατ’ εντολή του Όρμπαν δυο χρόνια μετά την εκλογή του ως πρωθυπουργού της Ουγγαρίας, ήταν η πραγματοποίηση ενός παιδικού του ονείρου. Μόνο που το μέγεθός του είναι δυσανάλογα μεγάλο. Σε μια κοινότητα 1800 κατοίκων, όπως είναι το Φέλσκουτ, μια αθλητική εγκατάσταση με χωρητικότητα 3.816 θέσεων συνιστά ανεύθυνη σπατάλη. «Πρόκειται για φαραωνική κατασκευή που ικανοποιεί μόνο τη ματαιοδοξία του Όρμπαν» έγραψε ουγγρική εφημερίδα. «Για τους κατοίκους του Φέλσκουτ είναι δώρο-άδωρο».
Η σπατάλη έχει μέθοδο. Από το 2010, που έγινε πρωθυπουργός, γράφει ο δημοσιογράφος Ρόνι Μπλάσκε, ο Όρμπαν ποδηγετεί τον αθλητικό χώρο. Η κυβέρνησή του χρηματοδοτεί «αβέρτα» την κατασκευή και επισκευή αθλητικών εγκαταστάσεων, ενώ παρέχει φορολογικές ελαφρύνσεις σε εταιρείες που επενδύουν σε αυτόν τον τομέα. Σε αντάλλαγμα καλύπτει την ηγεσία των αθλητικών θεσμών με ημετέρους. Κορυφαίο παράδειγμα γι’ αυτό είναι ο Γκάμπορ Κουμπάτοβ, μέλος του προεδρείου του κυβερνητικού κόμματος Fidesz, που προΐσταται της Φερεντσβάρος, της ισχυρότερης ποδοσφαιρικής ομάδας της χώρας. Η έμμεση συνέπεια αυτής της διαπλοκής: Η εύνοια του ευρύτερου φίλαθλου κοινού. Το απτό όφελος: Ο Κουρμπάτοβ κυνηγά στους δρόμους με το προσωπικό ασφαλείας της ομάδας του, στο οποίο συμμετέχουν και πολλοί ακροδεξιοί χούλιγκανς, τους διαδηλωτές που διαμαρτύρονται κατά της κυβέρνησης. Το προσωπικό αυτό αποτελεί κατά τα άλλα τον πυρήνα των ακροδεξιών μελανοχιτώνων που εμφανίσθηκαν πρόσφατα στις εξέδρες του σταδίου της Βουδαπέστης στους αγώνες του Euro2021.
Όμως ο κόσμος είναι άδικος και αχάριστος. Παρά τα τεράστια κονδύλια που «έριξε» ο Όρμπαν στο τρέχον ευρωπαϊκό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου και παρά την προκλητική παραβίαση των εντολών της FΙFΑ για μειωμένη παρουσία των θεατών τους αγώνες, που αποσκοπούσε στην ηχητική και ηθική ενίσχυση της ομάδας του, η Ουγγαρία αποκλείστηκε ήδη στην πρώτη φάση της διοργάνωσης. Η επιχείρηση «επιστροφή στη δεκαετία του ’50», όταν η χώρα ήταν ποδοσφαιρικός γίγαντας, αποδείχθηκε όνειρο θερινής νυκτός. Αν αυτό θα του στοιχίσει πολιτικά είναι άδηλο. Αυτό που επαληθεύθηκε ωστόσο είναι ότι το χρήμα δεν αποτελεί εχέγγυο επιτυχίας. Ο Όρμπαν θα πρέπει να ζει στο μέλλον όχι μόνο με τον φόβο της πτώσης της μπάλας στο barbeque, αλλά και με το στίγμα του αποτυχημένου.
Παρόμοιο άδοξο τέλος είχαν τα όνειρα και των άλλων ευρωπαίων «αυτοκρατόρων» (κατά το autocrate στα ιταλικά, autocrat στα γαλλικά και αγγλικά, autokrat στα γερμανικά), ήτοι αυταρχικών ηγετών, που χρησιμοποιούν το ποδόσφαιρο ως εργαλείο πολιτικής κυριαρχίας. Δυο χαρακτηριστικά παραδείγματα σύμφωνα πάντα με τις αναφορές του Μπλάσκε:
-
Ο νέος τσάρος πασών των Ρωσιών Βλάντιμιρ Πούτιν. Ο ρώσος πρόεδρος δεν περιορίζεται στη συμμαχία με τους ολιγάρχες, που χρηματοδοτούν ποδοσφαιρικές ΠΑΕ. Παράλληλα χρηματοδοτεί και ο ίδιος μέσω των κρατικών πολυεθνικών, όπως η Gazprom, ορισμένες από αυτές – με πρώτη τη «δική» του ομάδα, την Ζενίθ της Αγίας Πετρούπολης. Το μεγάλο ατού του είναι όμως οι πανάκριβες διεθνείς διοργανώσεις, όπως το παγκόσμιο πρωτάθλημα ποδοσφαίρου στη Ρωσία το 2018, στις οποίες έχει το κρατικό μονοπώλιο. Ανάλογα ασφυκτικός είναι και ο έλεγχος του στους αθλητικούς θεσμούς. Μάταιοι κόποι: Τίποτα από αυτά δεν προστάτεψε την Εθνική Ρωσίας από τον αποκλεισμό της στην πρώτη φάση του Euro.
-
Ο «πρώτος σουλτάνος» της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν. Ο τούρκος πρόεδρος ξέρει επίσης να παίζει με μαεστρία την μπάλα ως προπαγανδιστικό μέσο. Τα τελευταία χρόνια χρηματοδότησε, μεταξύ άλλων, την κατασκευή 30 ποδοσφαιρικών σταδίων – κυρίως σε περιοχές, στις οποίες οι ψηφοφόροι του βρίσκονται στην πλειοψηφία. Τα ονόματα των σταδίων φέρουν κατά κανόνα θρησκευτικά ονόματα. Ο ίδιος φρόντισε να κτισθεί στην Κωνσταντινούπολη το στάδιο της ομάδας του, της Μπασακσεχίρ, σε χρόνο ρεκόρ, ήτοι σε μόλις 16 μήνες. Στα εγκαίνια του σταδίου έπαιξε και ο ίδιος βάζοντας τρία γκολ – λίγα μάλλον ενόψει των έξι, οκτώ και βάλε που έχει πετύχει σε άλλους αγώνες. Κακό προμήνυμα για το φιάσκο της Εθνικής Τουρκίας στο Euro2021; Ποιος ξέρει. Όμως και εδώ επαληθεύθηκε ότι ούτε το πολύ χρήμα, ούτε η «θρησκευτικοποίηση» και «στρατιωκοποίηση» της μπάλας (οι διεθνείς ποδοσφαιριστές χαιρετούν κατά την ανάκρουση του εθνικού ύμνου στρατιωτικά τους τούρκους στρατιώτες, όποτε τύχει να μάχονται αυτοί στα διάφορα πολεμικά μέτωπα – από την Συρία, το Ιράκ και το Κουρδιστάν, ως το Μπεργκ Καραμπάχ) αποτελούν όρους αθλητικής επιτυχίας. Το αντίθετο συνέβη: Στο Euro2021, από «αυτοκράτορας», ή μάλλον «σουλτάνος», ο Ερντογάν υποβιβάστηκε σε υποδεκανέα του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου.
Η ήττα των αυταρχικών ηγετών δεν σημαίνει βέβαια πολλά – παρόμοιες «νίλες» υπέστησαν και ορισμένοι «φιλελεύθεροι» ομόλογοί τους, όπως η γερμανίδα Άνγκελα Μέρκελ και ο γάλλος Εμανουέλ Μακρόν. Η μπάλα, ως γνωστό, είναι στρογγυλή, το αποτέλεσμα ενός ποδοσφαιρικού δράματος (σε αντίθεση με το θεατρικό) δεν είναι ποτέ προδιαγεγραμμένο. Στο συγκεκριμένο Euro2021, ωστόσο, η ήττα των «αυτοκρατόρων» ήταν τόσο σύγχρονη και ομαδική που έχει συμβολικό χαρακτήρα. Σε μια διοργάνωση που ήταν όσο ποτέ άλλοτε πολιτικοποιημένη (αρχίζοντας από την γονυκλισία των παικτών της Εθνικής Βελγίου στον αγώνα τους με τη Ρωσία υπέρ του κινήματος black lives matter, έως την αντιπαράθεση για τη φωταγώγηση του σταδίου του Μονάχου με τα χρώματα των ομοφύλων ως αντίδραση στο σχετικό σεξιστικό νόμο του Βίκτορ Όρμπαν), στην οποία επεκράτησε όμως τελικά το αντιδραστικό (δήθεν απολιτικό) πνεύμα της FIFA, ήταν καλό που υπήρξε και ένα θετικό γεγονός – έστω και τυχαίο, έστω και μόνο συμβολικό. Πολλοί φίλαθλοι στην Ευρώπη, που αγαλλιούν μόνο όταν χάνουν οι Γερμανοί, θα χάρηκαν σίγουρα πολύ και με αυτό.