Διονύσης Καψάλης «Τι σημαίνει γι’ αυτούς ο Δάντης ή το βουερό μελίσσι της Θείας Κωμωδίας», εκδόσεις Άγρα, 2021
«Στερούμαστε τις σιωπές (γύρω μας, μέσα μας), την καθήλωση της απόλυτης προσοχής με βαριά ανάσα […] ζούμε μέσα στον θόρυβο […] μέσα σε ερεθίσματα ενός είδους που καθιστά τεχνητή, αν όχι αδύνατη, την απαραίτητη κατάδυση και την αυτοσυγκέντρωση στην ικανοποίηση των απαιτήσεων του δαντικού κειμένου». Αυτά έγραφε ο διορατικότατος κριτικός λογοτεχνίας George Steiner, εμφανώς –και μέχρι τέλους– ανήσυχος για την τύχη του λόγου στο «Περί δυσκολίας» (εκδ. Ψυχογιός, μτφρ: Νίκος Ρούσσος).
Με τους ρυθμούς της κοινωνικής μηχανικής να εντατικοποιούνται και με τις not for profit ανθρωπιστικές σπουδές να στοχοποιούνται, ο φετινός εορτασμός της επετείου των 700 χρόνων από τον θάνατο του Δάντη (Φλωρεντία 1265 – Ραβέννα 1321), θα μπορούσε να αποτελέσει ευκαιρία αναστοχασμού.
Μόνο που η επέτειος του θανάτου του ποιητή της «Vita Nuova» και της «[Divina] Commedia» δεν απασχόλησε την ελληνική διανόηση όσο έντονα την είχε απασχολήσει το 1965 η επέτειος των 700 χρόνων από τη γέννηση του ποιητή. Η γέννηση του Ντάντε εορτάστηκε τότε στα ελληνικά γράμματα με εκτενή αφιερώματα στις «Εποχές», τη «Νέα Εστία» και την «Επιθεώρηση Τέχνης».
Άλλη μία νίκη της ζωής επί του θανάτου; Άλλο ένα σύμπτωμα πνευματικής καθίζησης; Ή επακόλουθο τακτικής υποχώρησης της έμμετρης ποίησης; Ερώτημα τόσο εξαντλημένο, που όσοι ενδιαφέρονται να προσεγγίσουν τον Δάντη, οφείλουν να το προσπεράσουν και αφήνοντας κάθε ελπίδα, κατά το περίφημο «lasciate ogni speranza voi ch′entrate», να εισέλθουν στον ανεστραμμένο κόσμο του ποιητή.
Στρεφόμενοι στο πρωτότυπο, στις ελληνικές μεταφράσεις (ας πούμε στην «Νέα Ζωή» του Κούρκουλου, στην πλήρη «Θεία Κωμωδία» του Καζαντζάκη, στην χρηστικότατη –δίχως, όμως, terza rima– απόδοση του Κότσιρα, στις «Πέτρινες Ρίμες» και τα μεμονωμένα άσματα της «Θείας Κωμωδίας» σε μετάφραση αξιώσεων από τον Κοροπούλη) και στις μελέτες των Auerbach και Singleton, ενδεικτικά.
Από το αναγνωστικό kit δεν μπορούν να λείψουν οι ενδοποιητικές προσλήψεις του Δάντη. Η επίδραση του στους μεταγενέστερους ποιητές. Μία τέτοια αναζήτηση θα επέβαλε σιωπηρά την παύση που αποζητά ο Steiner. Θα γινόταν έστω η αφορμή για να διατυπωθεί η καταστατική ερώτηση: τι σημαίνει ο Δάντης για μας;
Sommo poeta
Αλλά κυρίως, τι σημαίνει ο Δάντης, ως «sommo poeta» για τους ίδιους τους ποιητές, έχοντας λάβει με την παρουσία του διαστάσεις πνευματικού γεγονότος που συμβαίνει αδιάκοπα από τον 14ο αιώνα μέχρι σήμερα. Ποιο το έδαφος της υποδοχής και ποιοι οι όροι διαμεσολάβησης ενός τέτοιου ολικού ποιητή με αντιστοιχίες στον Όμηρο και στον Σαίξπηρ; Ενός οραματικά επινοητικού δημιουργού με προσωπική μορφοδοξία και κατακτημένη κοσμολογική αρχή.
Τον κορμό αυτής της απάντησης τον βρίσκουμε στην πρόσφατη επετειακή κυκλοφορία των εκδόσεων Άγρα, στο δοκίμιο «Τι σήμαινε γι’ αυτούς ο Δάντης ή το βουερό μελίσσι της Θείας Κωμωδίας», που υπογράφει ο Διονύσης Καψάλης. Πρόκειται για την ομιλία του στον κύκλο των συνολικά τεσσάρων διαλέξεων που διοργάνωσε το 2018 και το 2019 το MIET, με τον γενικό τίτλο «Από τον Δάντη στον Τ. Σ. Έλιοτ».
Κείμενο του Έλιοτ, το «What Dante means to me» (αλλά και του Μαντελστάμ, αν θυμηθούμε τον παραλληλισμό της «Θείας Κωμωδίας» με κυψέλη), απηχεί και στον τίτλο που επιλέγει ο Καψάλης για τη μελέτη του, δίνοντας τον τόνο του περιεχομένου.
Περνώντας από τους μεγάλους τόπους της ποιητικής τέχνης, o Καψάλης μοιράζεται τις εκτιμήσεις του για το δαντικό ανάγλυφο στην επικράτεια των Σέλλεϋ, Έλιοτ, Πάουντ, Γέητς, Σέημους Χήνυ και Ρόμπερτ Φροστ. Δίχως να παραλείπει την αναφορά στους ρώσους ποιητές Μαντελστάμ και Μπρόντσκι, αλλά και τους ιταλούς επιγόνους του natione non moribus Φλωρεντινού, τους Ουνγκαρέττι, Σάμπα και Μοντάλε.
Η εσωστρέφεια μας ικανοποιείται με την συμπερίληψη του Σολωμού και του Σεφέρη. Το βαθύ αποτύπωμα του Δάντη εντοπίζεται στη «Γυναίκα της Ζάκυθος» του Σολωμού, χωρίς να απουσιάζει η δαντική αύρα ούτε από τον «Ύμνο», ούτε από τον «Λάμπρο», τον «Κρητικό» ή τους «Ελεύθερους Πολιορκημένους». Την δαντική στιχουργία και εικονοποιία επισημαίνει στον Σολωμό κι ο Σεφέρης, ο οποίος στα «700 χρόνια του Δάντη» στις «Δοκιμές» κινείται (πέρα από την συνάφεια Δάντη – Έλιοτ) ελληνοκεντρικά, εστιάζοντας στις ομηρικές επιρροές. Η «Θεία Κωμωδία» περιγράφεται από τον Σεφέρη ως νεκρικός διάλογος, ως αγρύπνια. Ως η πείρα της ζωής ολόκληρης.
Ο Δάντης βρίσκεται παντού
«Ο Δάντης», άλλωστε, όπως σημειώνει ο Καψάλης, «βρίσκεται παντού». «Θα τον βρούμε στο αισθητικό πρόγραμμα του μοντερνισμού […] εκεί όπου ο νεωτερικός ποιητής […] φιλοδοξεί να συνενώσει τα διεστώτα, τα βιαίως διεστώτα στον 20ο αιώνα: την πολιτική και την αιωνιότητα».
Τον πολιτικό τόνο του Δάντη ηχομέτρησε κι ο Steiner, για να κλείσουμε όπως αρμόζει, κυκλικά. «Ο Δάντης», υποστήριξε ο Steiner, «παραμένει αυθεντία στη σύνδεση ποίησης και πολιτικής. Συνδυάζει τα ακομμάτιστα κριτήρια της λογοτεχνικής και φιλοσοφικής φαντασίας με το κομματικό σθένος και τη μυωπία του πολιτικού ακτιβισμού».
Πράγματι, ο Δάντης με θέμα του στη «Θεία Κωμωδία» τη μεταθανάτια κατάσταση των ψυχών, αλλά και τον ίδιο τον άνθρωπο –που σύμφωνα με τα πεπραγμένα του αξίζει είτε ανταμοιβή, είτε τιμωρία– μιλά για δικαιοσύνη. Για ενοχή και εξιλέωση. Για την «κωμική» αντίληψη του ανθρώπου ως «πλάσματος διχοτομημένου σε αθώα φύση και ένοχο πρόσωπο», όπως το θέτει ο φιλόσοφος των ημερών μας Giorgio Agamben.
Για το τέλος, σαν υστερόγραφο ένα δαντικό ποίημα του Φροστ. Με αφετηρία τη «selva oscura» και προορισμό τα «stelle», σε επισήμανση Μπρόντσκι και ανάδειξη Διονύση Καψάλη:
Έλα μέσα
Κι όπως στου δάσους έφτασα
την άκρη – άκου! άδει
η τσίχλα, κι ήταν σούρουπο,
μέσα ήταν σκοτάδι.
Τόσο βαθύ που τέχνασμα
φτερού δεν θα’ χε φτάσει,
κάπου να βρει καλύτερα
στη νύχτα να κουρνιάσει.
Κι από τον ήλιο που’ χε πια
πεθάνει προς τη δύση
ζούσε το τελευταίο φως
για να το τραγουδήσει.
Και μάκρυνε στο υπόστυλο
σκοτάδι το άσμα εκείνο,
σχεδόν σαν κάλεσμα να μπω
στη νύχτα και στο θρήνο.
Δεν θα ‘μπαινα – των αστεριών
με είχε φέρει ο δρόμος∙
και καλεσμένος να’ μουνα,
λέω – δεν ήμουν, όμως.