Οι δεύτερες κάλπες μέσα σε τρεις μήνες δεν προκάλεσαν κάποια σοβαρή μετατόπιση στις πολιτικές ισορροπίες, ενισχύοντας την αβεβαιότητα, αλλά και ένα ευρέως διαδεδομένο αίσθημα μοιρολατρίας σε μια κοινωνία μαθημένη να ζει με τη διαπλοκή.
Το χιλιοφορεμένο «κλισέ» πολιτικών και δημοσιογράφων λέει ότι «στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα». Εδώ και μήνες η βουτηγμένη σε ένα πολιτικό βάλτο Βουλγαρία μοιάζει να πασχίζει μανιωδώς να το διαψεύσει, αφού διέξοδο από την ακυβερνησία δεν βρίσκει. Εκτός αν κάποιος τολμήσει να αναρωτηθεί μήπως τελικά αυτό το μοντέλο, που επέβαλαν οι Δυτικοευρωπαίοι στις πρώην ανατολικές χώρες ως «πρότυπο δημοκρατίας», το οποίο άλλωστε παρουσιάζει εδώ και χρόνια σημαντικές αρρυθμίες σε μια σειρά από τις «χώρες προέλευσης», δεν ήταν τελικά και τόσο συγγενικό με τη δημοκρατία.
Η περίπτωση της βαλκανικής χώρας είναι ίσως λίγο ακραία, επειδή βρισκόμενη στην άκρη της Ευρώπης, και χωρίς μια «στρατηγική» σημασία ανάλογη της Πολωνίας ή της Ουκρανίας, δεν απασχολεί και τόσο τις Βρυξέλλες και τον Τύπο και συγκεντρώνει τα βλέμματα μόνο όταν η κατάσταση φτάνει στο απροχώρητο. Η Ανγκέλα Μέρκελ και η συντηρητική πλειοψηφία της Κομισιόν είχαν βρει στο πρόσωπο του Μπόικο Μπορίσοφ έναν υπάκουο σύμμαχο, που μπορεί στο εσωτερικό της χώρας να λειτουργούσε συχνά με μεθόδους, που άγγιζαν τις παραδόσεις της μαφίας, αλλά ως μέλος του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος φρόντιζε να μην δημιουργεί προβλήματα. Στήριζε πάντα τη «γραμμή», δεν προκαλούσε, δεν ενοχλούσε. Μόνο πρόσφατα και με αφορμή την αντίθεσή του με την «ευρωπαϊκή προοπτική» της Βόρειας Μακεδονίας άρχισε να θυμίζει και αυτός ένα γκρινιάρη και απαιτητικό γείτονα.
Ίσως αυτό να μην είναι εντελώς άσχετο με το γεγονός ότι η Βουλγαρία εδώ και μήνες μοιάζει με ακυβέρνητο καράβι, κάτι που συνήθως ενισχύει εθνικά αντανακλαστικά των κομμάτων, ειδικά σε προεκλογικές περιόδους. Οι εκλογές της περασμένης Κυριακής ουσιαστικά δεν προκάλεσαν πάντως καμιά «σεισμική μετατόπιση» σε ό,τι αφορά τις διαθέσεις του εκλογικού σώματος. Η μικρή πτώση του κεντροδεξιού κόμματος του Μπορίσοφ σε σύγκριση με τις εκλογές του Απριλίου, που τον έριξε κάτω από το 25% και δεύτερο, ελάχιστα πίσω από τον τραγουδιστή και «αντισυστημικό» σταρ των ΜΜΕ Σλάβι Τρίφονοφ, με το κόμμα «Υπάρχει αυτός ο λαός», απλώς επιβεβαιώνει το αδιέξοδο. Τα επίσημα αποτελέσματα που αναμένονται δεν θα αλλάξουν κάτι σε αυτή την εκτίμηση.
Ο Μπορίσοφ μπορεί να είναι μια επιλογή ταυτισμένη με το χτες, με την παράδοση της διαφθοράς και σήψης ενός κρατικού μηχανισμού έρμαιου κάποιων μαφιόζικων συμμαχιών, που δοκιμάστηκε ακόμα περισσότερο στην πανδημία, αλλά σαφής επιλογή για το μέλλον δεν διαφαίνεται. Oι Σοσιαλιστές, που ήρθαν τρίτοι με ποσοστό περίπου 13,5%, είναι σε σταθερή πορεία «πασοκοποίησης» και εξίσου ταυτισμένοι με το γκρίζο παρελθόν. Το Κίνημα για τα Δικαιώματα και τις Ελευθερίες, που εκπροσωπεί κυρίως τη μουσουλμανική μειονότητα, με ποσοστό 10,6% έχει επίσης πρωταγωνιστήσει σε μια σειρά από σκάνδαλα, σε αγαστή συνεργασία με τον Μπορίσοφ και δεν μπορεί εκ των πραγμάτων να υπολογίζεται ως εταίρος σε κάποια «καινοτόμα διακομματική συμμαχία».
Απομένουν άλλα δύο κόμματα που έχουν σαν σημαία τους τη «διαμαρτυρία», αλλά με τον αόριστο και... εύθραυστο τρόπο, που αποτελεί παράδοση σε τέτοιες περιπτώσεις. Η «Δημοκρατική Βουλγαρία» με 12,5% και το κόμμα «Ξεσηκωθείτε! – να φύγουν οι απατεώνες» με ποσοστό 5%. Ο Τρίφονοφ θα ήθελε θεωρητικά να έχει μια πλειοψηφία «κάθαρσης» μαζί τους, αλλά τα νούμερα δεν βγαίνουν. Για να αφήσουμε στην άκρη το κατά πόσον θα άντεχε στον χρόνο μια τέτοια ετερόκλητη συμμαχία.
Η γειτονική μας χώρα δεν μπόρεσε, λοιπόν, να σηκώσει τα ποδάρια της από το βάλτο. Σε τέτοιες περιπτώσεις η εμπειρία λέει ότι αρχίζουν να οργιάζουν οι μαέστροι της ίντριγκας και των υπόγειων συμφωνιών. Αυτός που κατέχει καλά αυτή την τέχνη είναι ο Μπορίσοφ, ο οποίος θα επιχειρήσει να αποτρέψει για μια ακόμα φορά την πολιτική του συνταξιοδότηση. Ο Τρίφονοφ από τη μεριά του υποστηρίζει ότι θα σχηματίσει κυβέρνηση με «καθαρούς» ανθρώπους, χωρίς να διεκδικεί για τον εαυτό του την πρωθυπουργία. Με ένα ποσοστό γύρω στο 24% και 64 έδρες στη Βουλή επί συνόλου 240 παραμένει μυστήριο πώς ονειρεύεται να βρει στήριξη για να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης.
Το παράδειγμα της Βουλγαρίας μας υπενθυμίζει ότι ακόμα και όταν μια κοινωνία μπουχτίζει από το μέγεθος της διαπλοκής και «αλλοτρίωσης» των συστημικών πολιτικών κομμάτων, συχνά αντιδρά είτε με σπασμωδικές κινήσεις, είτε με μια βουτιά στην μοιρολατρία. Αυτό μοιάζει να είναι το κυρίαρχο συναίσθημα στην όχι και τόσο μακρινή μας, σε χιλιομετρική απόσταση αλλά και σε νοοτροπίες, Σόφια.