Σε σαθρό έδαφος έχει αρχίσει να πατά η ΝΔ και σπεύδει να κάνει τις απαραίτητες διορθωτικές κινήσεις για να νιώσει και πάλι παντοδύναμη. Δεν φαίνεται να είναι, ωστόσο, τόσο εύκολο πια, καθώς δεν πρόκειται για ένα, αλλά για πολλά ανοιχτά μέτωπα. Στα δύο αυτά χρόνια η κυβέρνηση της ΝΔ δεν ήρθε λίγες φορές αντιμέτωπη με τη δυσαρέσκεια, την αντίδραση, ακόμα και τη λαϊκή οργή. Θυμίζουμε τις αντιδράσεις στα νομοσχέδια για τις διαδηλώσεις, το «σκόιλ ελικίκου», την αστυνομία στα πανεπιστήμια, κ.λπ. Φαίνεται όμως ότι το τελευταίο διάστημα άνοιξε πολύ τη βεντάλια των πολιτικών της και κάπου αυτό έχει αρχίσει και δημιουργεί κύματα αντιδράσεων. Η ΝΔ, κατά την τακτική που ακολούθησε αυτά τα δύο χρόνια, σπεύδει να κάνει διορθωτικές κινήσεις, να «καθησυχάσει». Αποσύρει το ασφαλιστικό, αποσύρει τις διατάξεις για διαχωρισμό των μαθητών σε «καλούς» και «κακούς», φέρνει ρυθμίσεις για τα «κορονοχρέη», διαψεύδει την Δ. Μιχαηλίδου ότι θα απολυθούν όσοι δεν εμβολιαστούν. Και όλα αυτά ενώ βρίσκεται μπροστά σε ένα γιγάντιο κύμα, αυτό της μετάλλαξης Δέλτα, για το οποίο σύσσωμη η επιστημονική κοινότητα έχει εκφράσει τις ανησυχίες της. Η πραγματικότητα, ωστόσο, δεν επιτρέπει επικοινωνιακούς ελιγμούς, χρειάζεται πραγματικές πολιτικές, οι οποίες δεν μπορούν να έρθουν από την κυβέρνηση της ΝΔ, διότι απέχουν από την ιδεολογία της.
Εκρηκτικό μείγμα
Σύμφωνα με τον Γιάννη Χατζηθεοδοσίου, πρόεδρο του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών, το 66% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων δεν έμεινε ικανοποιημένο από τα μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων. «Μόνο οι μεγάλες επιχειρήσεις ωφελήθηκαν ουσιαστικά», τόνισε. Σύμφωνα με έρευνα της ΓΣΕΕ και του Ινστιτούτου Εργασίας «το 82% των εργαζομένων διαφωνεί με τη στασιμότητα του κατώτατου μισθού για ένα ακόμα έτος». Συγκεκραμένα, σύμφωνα με την έρευνα το 83% δηλώνει ότι τα 650 ευρώ το μήνα μικτά δεν επιτρέπουν την αξιοπρεπή διαβίωση ενός εργαζόμενου και της οικογένειάς του. Σύμφωνα με το Ecofin «12 κράτη μέλη αντιμετωπίζουν μακροοικονομικές ανισορροπίες» ενώ σημειώνεται ότι για την Ελλάδα, την Ιταλία και την Κύπρο «υπάρχουν υπερβολικές ανισορροπίες». Σύμφωνα με την Eurostat η Ελλάδα βρίσκεται στις πρώτες χώρες με την υψηλότερη ανεργία στην Ευρωζώνη (15,4% τον Μάιο), ενώ είναι πρωταθλήτρια της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη νεανική ανεργία (38,2% τον Ιούνιο). Την ίδια ώρα, με το σύστημα πανελλαδικών εξετάσεων που εφαρμόστηκε φέτος θα μείνουν εκτός τριτοβάθμιας εκπαίδευσης 25.000 νέοι, αυξάνοντας αισθητά το ποσοστό του brain drain για την επόμενη χρονιά. Όλα αυτά αποκαλύπτουν ένα εκρηκτικό μείγμα.
Η κυβέρνηση, ωστόσο, δεν μπορεί, αλλά κυρίως δεν θέλει να ανατρέψει αυτή την κατάσταση και καταφεύγει σε «μπαλώματα». Προσπαθεί να βάλει σε ρύθμιση τα κορονοχρέη, μιας και σύμφωνα με την Έκθεση της Νομισματικής Πολιτικής της Τράπεζας της Ελλάδος ο νούμερο ένα κίνδυνος είναι τα επερχόμενα λουκέτα και η αύξηση της ανεργίας. Ωστόσο, η ρύθμιση του κ. Σταϊκούρα για τα χρέη της πανδημίας «δεν προβλέπει το βασικό και αναγκαίο», όπως τόνισε η Έφη Αχτσιόγλου, τομεάρχης οικονομικών της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, «τη διαγραφή μέρους των οφειλών, ώστε να μπορέσουν οι πολίτες να σταθούν όρθιοι το επόμενο διάστημα». Όπως η ίδια πρόσθεσε «ο κ. Σταϊκούρας, που τόσο καιρό αρνείτο ότι υπάρχει πρόβλημα υπερχρέωσης, σήμερα έταξε ασπιρίνες». Ανεπαρκείς είναι και οι «διορθώσεις» που επιχειρούνται στον πτωχευτικό κώδικα που αυτή η κυβέρνηση διαμόρφωσε. Ο νούμερο δύο κίνδυνος σύμφωνα με την Έκθεση της Νομισματικής Πολιτικής είναι τα κόκκινα δάνεια, καθώς αναμένεται επιδείνωση των οικονομικών των νοικοκυριών και του χρηματοπιστωτικού κινδύνου των επιχειρήσεων με τη λήξη των μέτρων στήριξης. Η κυβέρνηση δεν παίρνει μέτρα, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ κατέθεσε τροπολογία για αναστολή πλειστηριασμών μέχρι τις 30 Ιουνίου 2022 για την πρώτη κατοικία. Όπως είπε η Θεανώ Φωτίου «η κυβέρνηση προβάλλει, τη μία, τη διάσωση των τραπεζών και αποκρύπτει, την άλλη, την τραγωδία των νοικοκυριών που χάνουν τα σπίτια τους».
Καταρρέουν πυλώνες στρατηγικής
Παράλληλα, η κυβέρνηση βλέπει να καταρρέουν βασικοί πυλώνες της στρατηγικής της. Ο πρώτος πυλώνας είναι το ζήτημα της ασφάλειας. Αφού δεν της βγήκε το δόγμα Νόμος και Τάξη κατά τη διαχείριση της πανδημίας –πρόκειται για έναν από τους παράγοντες που ξεκίνησαν τη φθορά της επιρροής της- σε όσες ποινικές υποθέσεις έχουν προκύψει (βλέπε υπόθεση Λιγνάδη, υπόθεση Ηλιούπολης, ακόμα και υπόθεση «στόκος») η αστυνομία βγαίνει πολλαπλά εκτεθειμένη (ακόμα και η βράβευση των αστυνομικών στα Γλυκά Νερά προκάλεσε αντιδράσεις, καθώς ο δράστης βρέθηκε πολύ αργά στο επίκεντρο των ερευνών). Η Διεθνής Αμνηστία σε έκθεσή της κάνει λόγο για μακροχρόνια κουλτούρα ατιμωρησίας και ζητά από τις ελληνικές αρχές να παύσουν να χαρακτηρίζουν τα περιστατικά αστυνομικής βίας ως «μεμονωμένα» αλλά να τα χαρακτηρίσουν ως «συστημικό πρόβλημα». Ο δεύτερος πυλώνας είναι το προσφυγικό. Τον Φεβρουάριο του 2020, η κυβέρνηση άφηνε να εννοηθεί πως η χώρα βρέθηκε υπό πολιορκία από πρόσφυγες στον Έβρο. Φυσικά, η διαχείριση της κρίσης αυτής της έδωσε μια ώθηση δημοφιλίας, αλλά τώρα φαίνεται πολλαπλά εκτεθειμένη η κυβέρνηση για τη στάση της στο προσφυγικό. Όσο και αν επαίρεται ο πρωθυπουργός ότι μείωσε τις ροές με τις επαναπροωθήσεις, αυτές χαρακτηρίζονται από την ευρωπαία επίτροπο Μετανάστευσης Ίλβα Γιόχανσον ως κινήσεις που παραβιάζουν την ευρωπαϊκή νομοθεσία, αλλά και καταπατούν τις αξίες της Ευρώπης. Ο τρίτος πυλώνας είναι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις. Η κυβέρνηση προσπαθεί να αποφύγει την επίλυση του Κυπριακού –τώρα είναι η ώρα- γιατί θα χρειαστεί να συμβιβαστεί –όλοι οι παράγοντες σε αυτό συγκλίνουν- και αυτό θα της διαλύσει το αφήγημα. Όπως τόνισε ο Αλέξης Τσίπρας σε τηλεδιάσκεψη του Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων του ΣΥΡΙΖΑ «από τις αρχές του έτους η Τουρκία έχει ανοίξει το παράθυρο στο διάλογο. Έπρεπε να αξιοποιήσουμε τις πιέσεις που δέχεται, προκειμένου να μπούμε σε έναν ουσιαστικό διάλογο χωρίς αφέλεια και αυταπάτες (…) Το να κερδίζεις απλώς λίγους μήνες παραπάνω ηρεμίας αποτελεί κοντόθωρο στόχο».
Αλλαγή πλεύσης
Πέρα από τα προβλήματα που η κυβέρνηση με την πολιτική της προκάλεσε, έχει να αντιμετωπίσει και την πανδημία, ένα πλανητικό πρόβλημα, που όμως η πολιτική διαχείρισης που επιλέγει μοιάζει να το οξύνει, αντί να το αποσυμπιέζει. Από τη μία η κυβέρνηση μιλά ξανά για συγχωνεύσεις νοσοκομείων, από την άλλη κάνει άνοιγμα στον τουρισμό μπας και σώσει την οικονομία, εξαιρώντας τον τουρισμό από τους παράγοντες μετάδοσης(!) Προσπαθεί, παράλληλα, να μην διαταραχθούν οι σχέσεις της με την Εκκλησία –δεν παίρνει μέτρα προστασίας στις εκκλησίες και επενδύει στη διπλωματία όχι για να πάρει ξεκάθαρη θέση η Εκκλησία υπέρ του εμβολιασμού, αλλά τουλάχιστον να μην ακούγονται αντίθετες γνώμες- και σε καμία περίπτωση –για λόγους στρατηγικής- δεν ξεκινά καμπάνια εμβολιασμού. Ο ΣΥΡΙΖΑ στην αντίπερα όχθη ρίχνει όλες του τις δυνάμεις υπέρ του εμβολιασμού, παίρνει θέση ενάντια σε αυταρχικές λύσεις και προτάσσει την πειθώ και την αλληλεγγύη. Η νεολαία ΣΥΡΙΖΑ ξεκίνησε σχετική καμπάνια «Όλοι/ες μαζί χτίζουμε τείχος ανοσίας» [στις σελίδες 10-11 γίνεται εκτενής αναφορά στο ρόλο της κοινωνικής Αριστεράς σήμερα].
Η δυσκολία της κυβέρνησης να διαχειριστεί τα προβλήματα και οι παρεμβάσεις του ΣΥΡΙΖΑ σε αυτά, αλλά και στη διαχείριση της πανδημίας, φαίνεται ότι είναι η αιτία που κάμπτουν –έστω και λίγο- το αντιΣΥΡΙΖΑ ρεύμα. Όμως, αυτή η στρατηγική δεν πρέπει να αποτελέσει «φωτοβολίδα» αλλά να διανθιστεί με ακόμα πιο ηχηρές παρεμβάσεις. Μιλώντας ο Μάκης Μοσχονάς, καθηγητής στο Πάντειο πανεπιστήμιο, σε εκδήλωση του ινστιτούτου ΕΝΑ με θέμα «Το ελληνικό κομματικό σύστημα δύο χρόνια μετά τις εκλογές» παρουσίασε το έδαφος πάνω στο οποίο κυριαρχεί η ΝΔ ως τώρα και ασκεί την πολιτική της: «Υπήρξε μια παρατεταμένη περίοδος χάριτος της κυβέρνησης λόγω του αντιΣΥΡΙΖΑ ρεύματος, των γεγονότων στο μεταναστευτικό –και κυρίως στον Έβρο- και της πανδημίας. Και αυτό παρά το γεγονός ότι έχουμε πλειοψηφία των μη δεξιών δυνάμεων. Η ΝΔ πήρε το μεγάλο ποσοστό στις εκλογές του Ιουλίου γιατί επωφελήθηκε από το αντιΣΥΡΙΖΑ ρεύμα. Αυτό είχε τρεις άξονες και τώρα τείνει να περιοριστεί σε δύο. Ο πρώτος είναι άξονας αναποτελεσματικότητας και διαχειριστικής ανεπάρκειας. Ο δεύτερος είναι άξονας αναξιοπιστίας διότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν υλοποίησε τις δεσμεύσεις του. Ο τρίτος είναι ότι εμφανίστηκαν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ ως ότι αναζητούν την εξουσία, ότι είναι κυνικοί. Έτσι άρχισε να χάνεται το λεγόμενο ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς. Ο ΣΥΡΙΖΑ σπατάλησε το κεφάλαιο «εκπρόσωπος του νέου». Άρχισε να μοιάζει με τους παλιούς. Έχασε τη διαίρεση παλιού-νέου και ταυτόχρονα το ηθικό πλεονέκτημα. Η κυριαρχία της ΝΔ, που είναι αναμφισβήτητη σήμερα, είναι δύσκολο να είναι μακράς διάρκειας. Εκτός αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κάνει την απαραίτητη ανανέωση».
Η ΝΔ, λοιπόν, κέρδισε τις προηγούμενες εκλογές γιατί απέτυχε ο ΣΥΡΙΖΑ να εμπνεύσει. Τώρα που μοιάζει ευάλωτη, ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να δείξει ότι υπάρχουν εναλλακτικές. Αρκεί να τις πιστεύει.