Δύο χρόνια έχουν περάσει απ’ όταν η ΝΔ ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας, σε μια περίοδο που τα θέματα ισότητας των φύλων βρίσκονταν –και βρίσκονται– ιδιαίτερα ψηλά στην ατζέντα της ΕΕ και ένας νέος, διασυνοριακός, διαθεματικός, συμπεριληπτικός φεμινισμός φαίνεται να παίρνει σάρκα και οστά σε κάθε γωνιά της γης, καθώς και στην Ελλάδα.
Κάνοντας έναν απολογισμό αυτών των δύο ετών, έχουμε αρκετά στοιχεία για να δούμε κατά πόσο η ελληνική κυβέρνηση ακολουθεί τις ευρωπαϊκές προτεραιότητες για την ισότητα των φύλων, πώς ανταποκρίνεται στην ωμή και δύσκολη πραγματικότητα των πολλαπλών γυναικοκτονιών, των καταγγελιών για σεξουαλικές παρενοχλήσεις στον χώρο του αθλητισμού και του πολιτισμού και φυσικά της υπόθεσης της 18χρονης από την Ηλιούπολη και το κύκλωμα trafficking που έχει αποκαλυφθεί. Τί πράγματι έκανε η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη για την ισότητα, τί δεν έκανε και τί ισχυρίζεται ότι έχει κάνει;
Οπισθοχωρήσεις στην ισότητα
Από τη σύσταση του πρώτου κυβερνητικού σχήματος φάνηκαν οι προθέσεις και οι θέσεις του πρωθυπουργού για την ισότητα των φύλων. Όρισε μόλις 5 γυναίκες (2 υπουργούς και 3 υφυπουργούς) στο σύνολο των 51 μελών της πρώτης κυβέρνησής του και το δικαιολόγησε λέγοντας ότι οι γυναίκες δεν ενδιαφέρονται για την πολιτική. Την ίδια μέρα υποβάθμισε τις πολιτικές ισότητας των φύλων, καταργώντας τη Γενική Γραμματεία Ισότητας από το υπουργείο Εσωτερικών και δημιουργώντας –στο υπουργείο Εργασίας πλέον– τη Γενική Γραμματεία Δημογραφικής και Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας. Η σύγχυση και η αλληλοεπικάλυψη αρμοδιοτήτων, σε συνδυασμό με την ανεπαρκή χρηματοδότηση και την υποστελέχωση –προσωπικό και προϋπολογισμός παρέμειναν όπως πριν, παρά την αύξηση αρμοδιοτήτων– προοιώνιζαν την απαξίωση των πολιτικών ισότητας.
Όσον αφορά τον έτερο κυβερνητικό φορέα για την ισότητα των φύλων, το ΚΕΘΙ (Κέντρο Ερευνών για Θέματα Ισότητας), αρμόδιο για μελέτες, έρευνες και διεξαγωγή προγραμμάτων, επίσης απαξιώθηκε, αφού όσες μελέτες και έρευνες έχουν εκπονηθεί μέχρι στιγμής, έχουν ανατεθεί σε εξωτερικούς συνεργάτες.
Λίγο αργότερα, ο πρωθυπουργός δημιούργησε θέση υφυπουργού Εργασίας με αρμοδιότητες τη Δημογραφική, Οικογενειακή Πολιτική και την Ισότητα των Φύλων, η οποία όμως μέχρι στιγμής ασκεί έναν –σχεδόν– διακοσμητικό ρόλο στην κυβέρνηση, με τρανταχτό παράδειγμα την πλήρη απουσία της από τη συζήτηση για την αλλαγή του Οικογενειακού Δικαίου και τη συνεπιμέλεια. Ενός νόμου που διέπεται από ακραιφνή πατριαρχική αντίληψη στο σύνολό του και που ψηφίστηκε καθαρά για να ικανοποιήσει ένα ισχυρό, πατριαρχικό λόμπι, που συνομιλεί ανοικτά με τη ΝΔ. Επιπλέον, η αρμόδια υφυπουργός ήταν παντελώς απούσα από τον δημόσιο διάλογο όταν ο κ. Αυγενάκης, ως υπουργός Αθλητισμού, αποφάσισε να καταργήσει την κατ’ ελάχιστον ανά φύλο εκπροσώπηση του 1/3 στα ΔΣ των αθλητικών σωματείων, μιλώντας για ιδεοληψίες και αντικαθιστώντας την με ποσόστωση φύλου στην κατάρτιση των ψηφοδελτίων. Κάτι που στις τελευταίες εκλογές είχε ως αποτέλεσμα να εκλεγούν σε έναν καθαρά ανδροκρατούμενο χώρο (που έχει τόσο ανάγκη από γυναικεία εκπροσώπηση, όπως φάνηκε με τα περιστατικά του προηγούμενου διαστήματος) μόνο 67 γυναίκες, σε σχέση με τις 105 που θα εκλέγονταν εάν ίσχυε ο νόμος του ΣΥΡΙΖΑ. Στη συζήτηση του εργασιακού νομοσχεδίου του κ. Χατζηδάκη, στο οποίο ενσωματώθηκε η Διεθνής Σύμβαση 190 για τη Σεξουαλική Παρενόχληση στην Εργασία και η Ευρωπαϊκή Οδηγία για τις Γονικές Άδειες, η υφυπουργός αρμόδια για θέματα Ισότητας ήταν παρούσα, αρνήθηκε όμως να διαβουλευτεί με τις γυναικείες οργανώσεις και να κάνει τις απαραίτητες προσθήκες και αλλαγές για την κατοχύρωση αυτών των συμβάσεων, με συνέπεια να τίθεται προς αμφισβήτηση η εφαρμογή τους το επόμενο διάστημα, λόγω των υπολοίπων αντεργατικών και φιλεργοδοτικών διατάξεων του εν λόγω νομοσχεδίου.
Όσον αφορά τον τομέα της εκπαίδευσης, κατάργησε δράσεις και καινοτόμες εκπαιδευτικές πρωτοβουλίες, που είχε προωθήσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ για την ένταξη της οπτικής του φύλου και της συμπεριληπτικής πολιτικής στον χώρο της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Κατάργησε τη θεματική εβδομάδα στα σχολεία, κατάργησε μαθητικούς διαγωνισμούς για την ευαισθητοποίηση των παιδιών σε θέματα φύλου και ισότητας και έθεσε σε αχρηστία εκπαιδευτικά εγχειρίδια προσανατολισμένα στις αρχές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της ισότητας, της διαφορετικότητας και της συμπερίληψης. Ακύρωσε εκπαιδευτικά προγράμματα συμπερίληψης ΛΟΑΤΚΙ+ μαθητών και μαθητριών και ακόμη και σήμερα δεν συζητά σοβαρά για την εισαγωγή της σεξουαλικής εκπαίδευσης στο βασικό σχολικό πρόγραμμα σπουδών.
Αντίθετα, σύσσωμη η κυβέρνηση έδειξε την προτίμησή της για την εκπαίδευση και επιμόρφωση των πολιτών με αμφιβόλου ποιότητας συνέδρια γονιμότητας, που στόχευαν στον έλεγχο της ζωής των γυναικών και την υπονόμευση της αυτοδιάθεσης των γυναικείων σωμάτων, τα οποία ευλόγως δημιούργησαν σωρεία αντιδράσεων από τον προοδευτικό κόσμο και οδήγησαν στην ακύρωσή τους, αλλά η κυβέρνηση είχε ήδη εκτεθεί με την αρχική της στάση αποδοχής που τους είχε επιφυλάξει.
Αδράνεια για την έμφυλη βία
Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ άφησε –μεταξύ άλλων– δύο σημαντικές παρακαταθήκες στην κυβέρνηση της ΝΔ για τις πολιτικές ισότητας: τα Τμήματα Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας στην ελληνική αστυνομία και το αναβαθμισμένο Δίκτυο συμβουλευτικών Κέντρων και Ξενώνων Φιλοξενίας για την αντιμετώπιση της βίας κατά των γυναικών. Τα τμήματα Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας της αστυνομίας παραμένουν σχεδόν ανενεργά, αφού δεν φρόντισαν να τα αναβαθμίσουν και η λειτουργία τους σήμερα εξαντλείται στην τήρηση στατιστικών στοιχείων, αντί τα στελέχη τους να είναι εκπαιδευμένα για να διενεργούν προανάκριση και να έρχονται σε επαφή με τα θύματα, με τη δέουσα ευαισθησία, επιστημονική κατάρτιση και γνώση. Όσον αφορά το Δίκτυο Δομών για την Πρόληψη και Καταπολέμηση της Έμφυλης Βίας, η σημερινή κυβέρνηση δεν συνέχισε την προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να τις κάνει μόνιμες δομές του κράτους και να τις εντάξει στον κρατικό προϋπολογισμό –κάτι που μετέθεσε για το 2023. Αντίθετα, μάλιστα, στον σχεδιασμό της είναι η απορρόφηση των συμβουλευτικών κέντρων της περιφέρειας από τις Κοινωνικές Υπηρεσίες των δήμων. Αντί, λοιπόν, με τη δραματική κορύφωση του φαινομένου της ενδοοικογενειακής βίας, της σεξιστικής βίας και παρενόχλησης σε χώρους εργασίας, η επέκταση του δικτύου και η δημιουργία αντίστοιχων δομών για την αντιμετώπιση της βίας κατά αγοριών και ανδρών και ατόμων ΛΟΑΤΚΙ+, προερχόμενων πολλές φορές και από ευάλωτους πληθυσμούς, όπως μεταναστευτικούς – προσφυγικούς, να είναι προτεραιότητα, η κυβέρνηση δεν έχει προνοήσει ακόμη για τη συνέχιση της λειτουργίας του Δικτύου και τη βιωσιμότητά του. Αντίθετα, το οδηγεί σε συρρίκνωση.
Επιπλέον, ενώ σε περίοδο πανδημίας θα περίμενε κανείς να ενισχυθεί το κράτος πρόνοιας, οι Δομές Φροντίδας και η στήριξη των γυναικών για να μπορέσουν να διατηρήσουν τις θέσεις εργασίας τους, η απουσία κοινωνικής πολιτικής οδήγησε σε αύξηση των ποσοστών ανεργίας των γυναικών κατά δύο μονάδες μεταξύ 2020 – 2021, την πρώτη αύξηση μετά το 2014.
Εξαγγελίες για ισότητα, αλλά πράξεις μηδέν
Σε κάθε δημόσια τοποθέτησή της η αρμόδια υφυπουργός διατυμπανίζει ότι η ΝΔ εφαρμόζει την «ισότητα στην πράξη» και όχι στα λόγια. Ακόμα αναζητούμε τις «πρακτικές» εφαρμογές των πολιτικών ισότητας της ΝΔ αυτά τα δύο χρόνια, χωρίς όμως κανένα αποτέλεσμα. Πριν λίγες ημέρες δόθηκε στη δημοσιότητα από το αρμόδιο υπουργείο το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Ισότητα των Φύλων 2021–2025 (ΕΣΔΙΦ). Η κριτική που έχει υποστεί μέχρι στιγμής είναι μεγάλη, γιατί είναι ένα κακογραμμένο και ελλιπές κείμενο, είναι η πρώτη φορά που το ΕΣΔΙΦ ανατίθεται σε ανάδοχο ιδιώτη, απαξιώνοντας το προσωπικό των αρμόδιων φορέων, δεν περιλαμβάνει συγκεκριμένες νομοθετικές πρωτοβουλίες, ούτε συγκεκριμένο χρηματοδοτικό πλαίσιο, αλλά ούτε και την επιβεβλημένη ενίσχυση των θεσμικών μηχανισμών για την Ισότητα των Φύλων. Με άλλα λόγια, αποτελεί ένα ευχολόγιο, που δεν «ακουμπά» στα πραγματικά και επίκαιρα προβλήματα της κοινωνίας και, όπως όλη η πολιτική Μητσοτάκη, βασίζεται σε επικοινωνιακές φιέστες με μηδενικό περιεχόμενο, που προσπαθούν να καλύψουν την ακραία συντηρητική, νεοφιλελεύθερη, αυταρχική και εν τέλει αντιφεμινιστική ιδεολογία του κόμματος της ΝΔ.