Δύο είναι τα γεγονότα που προκάλεσε η κυβέρνηση την περασμένη εβδομάδα και μονοπώλησαν τη συζήτηση. Το πρώτο είναι ο αποκλεισμός μαθητών από την τριτοβάθμια εκπαίδευση (σελ. 6-7). Σύμφωνα με την Eurostat, η Ελλάδα κατατάσσεται στη δεύτερη υψηλότερη θέση στην ΕΕ με ποσοστό 25,9% των νέων να έχουν μείνει χωρίς πρόσβαση στην εργασία, την εκπαίδευση και την κατάρτιση. Αυτά τα στοιχεία είναι χωρίς να συνυπολογιστούν τα 30.000 και πλέον παιδιά που αποκλείστηκαν φέτος. Το δεύτερο γεγονός είναι η ψήφιση της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού με συνέπειες στην εργασία (σελ. 20-21). Εδώ μάλλον η κυβέρνηση διάβασε λάθος τα δημοσκοπικά στοιχεία. Μπορεί ένας στους δύο να εμφανίζονται ότι συμφωνούν στην υποχρεωτικότητα, αλλά δεν έχουν καταγραφεί τα όρια που βάζουν. Και αυτή η βεντάλια είναι πολύ μεγάλη, για να μπορέσει η κυβέρνηση να την καλύψει. Έτσι, κέρδισε έναν σύμμαχο, το ΚΙΝΑΛ, έχασε όμως κάθε επιχείρημα, αφού σύσσωμη η πανεπιστημιακή κοινότητα τάσσεται ενάντια. Μάλιστα με πρόσφατη έκθεσή του ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας δεν συνιστά τον υποχρεωτικό εμβολιασμό και προτρέπει τις κυβερνήσεις να αναλογιστούν αν το μέτρο είναι αναλογικό, αν δηλαδή έχουν εξαντλήσει τα περιθώρια για λιγότερο παρεμβατικές λύσεις.

Την εβδομάδα που πέρασε, λοιπόν, δύο ήταν οι μεγάλοι σκόπελοι που εμφανίστηκαν στην κυβέρνηση, η οποία για μία ακόμα φορά επέλεξε να προσπαθεί να ρίξει το καράβι ΣΥΡΙΖΑ στα βράχια. «Καλό είναι ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης να είναι πιο προσεκτικός και να μη δυσφημίζει τη χώρα στο εξωτερικό, ειδικά σε ό,τι αφορά κορυφαίους τουριστικούς προορισμούς» δήλωσε η κα. Πελώνη αναφορικά με την επίσκεψη Αλ. Τσίπρα στην Μύκονο, όταν η κυβέρνηση επέβαλε τοπικό λοκντάουν στο νησί, χωρίς να έχει προβλέψει να υπάρχουν ξενοδοχεία καραντίνας, για παράδειγμα, και τουρίστες διαγνωσμένοι θετικοί στον κορονοϊό έμεναν στους δρόμους. Ο Αλέξης Τσίπρας, από την άλλη, κάλεσε την κυβέρνηση «που δίνει πολύ αρνητικό σήμα για κάθε προορισμό και για τον ελληνικό τουρισμό, να προχωρήσει σε μία επιθετική καμπάνια προκειμένου να ξαναδώσει το σήμα  ότι οι διακοπές στα ελληνικά νησιά είναι ασφαλείς».

 

Στο όνομα των επενδύσεων

 

Και ενώ συζητούνται αυτά τα κρίσιμα ζητήματα, η ζωή τραβά την ανηφόρα, με την κυβέρνηση να προσθέτει βαρίδια. Η σύμβαση παραχώρησης του ΟΛΠ στην Cosco λήγει τον Αύγουστο, εφόσον η Cosco δεν έχει ολοκληρώσει 11 υποχρεωτικές επενδύσεις (293,7 εκατ. ευρώ) και σύμφωνα με όσα έχουν υπογράψει και τα δύο μέρη το υπόλοιπο 16% του λιμανιού δεν θα μπορεί να μεταβιβαστεί από το ΤΑΙΠΕΔ στον κινέζικο όμιλο. Η Cosco έχει κάνει μονάχα μία επένδυση, την κατασκευή νέας προβλήτας πετρελαιοειδών, κόστους 15 εκατ. ευρώ, αλλά όλα δείχνουν ότι η κυβέρνηση την πιστεύει ότι δεν φέρει ευθύνη και θα της μεταβιβάσει το λιμάνι. Επένδυση να είναι και ό,τι να είναι. Να σημειώσουμε πάντως ότι οι άμεσες ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα υποχώρησαν κατά 28,83% το 2020, σε σύγκριση με το 2019, την ίδια ώρα που επιτρέπεται στην Lamda Development να πουλάει αέρα κοπανιστό και να έχει προπωλήσει 700 εκατ. ευρώ κατοικιών, χωρίς να έχει μπει ούτε ένα καρφί στο Ελληνικό, με την έναρξη κατασκευής των έργων υποδομών να ξεκινάει θεωρητικά στο πρώτο εξάμηνο του 2022 και την κατασκευή κτιρίων στο δεύτερο εξάμηνο του 2022. Η κυβέρνηση πανηγυρίζει πάνω σε μακέτες, σαν να μην έχει διδαχτεί από το παρελθόν και τις «φούσκες» που έσκασαν και στα χέρια της ΝΔ.

 

Ωρολογιακές βόμβες

 

Την Δευτέρα μία ακόμα ωρολογιακή βόμβα θα κρατά η κυβέρνηση, αφού θα πρέπει να ανακοινώσει επίσημα ότι δεν προτίθεται να αυξήσει τον κατώτατο μισθό. Το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών έχει ήδη χαράξει αυτή τη γραμμή αφού εκτιμά ότι δεν συντρέχουν στην ελληνική οικονομία και αγορά εργασίας οι προϋποθέσεις, προς το παρόν. Μία τέτοια προϋπόθεση, σύμφωνα με το ΚΕΠΕ, θα ήταν να υπήρχε «ισχυρό δίχτυ προστασίας των εργαζομένων έναντι του κινδύνου της ανεργίας», όπως και να έχουν δημιουργηθεί «νέες θέσεις εργασίας, για να αντισταθμιστεί η μείωση της ζήτησης εργασίας». Φυσικά, αντί η κυβέρνηση να βαδίζει προς αυτή την κατεύθυνση κάνει τα πάντα –θυμίζουμε τη διάλυση του ΣΕΠΕ και την κατάργηση των συλλογικών διεκδικήσεων- για την ενίσχυση της ανεργίας. Πρόσφατο παράδειγμα, η απόφαση του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας με ψήφους 9-6 υπέρ των ομαδικών απολύσεων για τους 128 εργαζόμενους των Λιπασμάτων Καβάλας συμφερόντων Λαυρεντιάδη. Έως και η ΔΑΚΕ καταγγέλλει τα κυβερνητικά στελέχη που υπερψήφισαν [η κυβέρνηση είχε δεσμευτεί για την αντίθετη στάση] αφού από την εργοδοτική και κυβερνητική πλευρά, μόνο ο εκπρόσωπος της ΓΣΕΒΕΕ, κ. Δήμας αντιστάθηκε στις απολύσεις.

Σαν να μην έφταναν αυτά τα μέτωπα, που μόνη της η κυβέρνηση, ανοίγει ήρθαν οι τράπεζες Πειραιώς και Εθνικής να αποφασίσουν το ξαφνικό κλείσιμο 89 τραπεζικών καταστημάτων στην περιφέρεια. Η ΚΕΔΕ απέστειλε επιστολή στον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας και τον πρωθυπουργό, ενώ ο πρόεδρός της Δημήτρης Παπαστεργίου αναρωτήθηκε «πώς θα κρατήσουμε κόσμο και επιχειρήσεις στην επαρχία όταν δεν μπορούν να εξυπηρετηθούν από μία τράπεζα», αφού σε ορισμένες περιοχές (Ανωγείων, Σκύδρας, Μουζακίου, Νεμέας, Αμφίπολης, Ληξουρίου, κ.ά.) κλείνουν το μοναδικό υποκατάστημα συστημική τράπεζας. Την Πέμπτη ο ΣΥΡΙΖΑ πραγματοποίησε στις περισσότερες πληττόμενες περιοχές συγκεντρώσεις στο πλαίσιο της ημέρας πανελλαδικής δράσης ενάντια στο κλείσιμο των υποκαταστημάτων, το οποίο καταδικάζει σε οικονομικό μαρασμό ολόκληρες περιοχές. Και μιας και αναφερθήκαμε στην υποβάθμιση ζωής πολιτών, ο δήμαρχος Περάματος Γιάννης Λαγουδάκης καταγγέλλει την κυβέρνηση πως «με τροπολογία της τελευταίας στιγμής, χωρίς καμία ενημέρωση και χωρίς διαβούλευση επιχειρεί νέα υποβάθμιση των συνθηκών ζωής και διαβίωσης των κατοίκων του Περάματος και της Β Πειραιά επιτρέποντας σε όλες τις ζώνες προστασίας του όρους Αιγάλεω την κατασκευή εγκαταστάσεων για την επεξεργασία αστικών αποβλήτων». Με αυτή την τροπολογία η κυβέρνηση νομοθετεί τη μονομερή κατανομή των απορριμμάτων του λεκανοπεδίου στο Σχιστό, φτιάχνοντας μια γειτονιά -χωματερή.

Τα γεγονότα, λοιπόν, μόνο της τελευταίας εβδομάδας δικαιολογούν απόλυτα και τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων. Σύμφωνα με την Prorata το 68% αξιολογεί αρνητικά τη σημερινή οικονομική κατάσταση της χώρας, η ΝΔ έναντι του ΣΥΡΙΖΑ καταγράφει δέκα μονάδες διαφορά και το 61% των πολιτών αξιολογεί αρνητικά τη διαχείριση της πανδημίας. Ως προς τα συναισθήματα, κυριαρχεί η απογοήτευση (36%) και ο θυμός (35%), συνθήκη που ποτέ δεν ευνοεί καμία κυβέρνηση, διαχρονικά.

ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet