Το ελληνικό #metoo ξέσπασε πολύ απότομα, μέσα στην πανδημία, από την Σοφία Μπετακώρου. Η ολυμπιονίκης υπήρξε θρυαλλίδα, ώσπου πέρασε τη σκυτάλη στα θύματα του Λιγνάδη, στην ηθοποιό Ζέτα Δούκα κι έκτοτε, όλη η χώρα βρίσκεται σε αναταραχή. Κάθε εβδομάδα, κυριολεκτικά κάθε εβδομάδα, έχουμε κακές ειδήσεις: γυναικοκτονίες, βιασμοί, κακοποίηση. Αλλά, κυρίως, έχουμε η μία την άλλη.
Αυτό που συνέβη φέτος, μέσα στον οχετό και τη σκληρότητα, είναι μαγικό. Οι γυναίκες ακούμε η μία την άλλη, βοηθάμε η μία την άλλη, επιμένουμε η μία για την άλλη. Δεν είναι μόνο η σερβιτόρα από την Ηλιούπολη που έσωσε το δεκαεννιάχρονο κορίτσι, το οποίο βίαζαν συστηματικά από τα έντεκά του χρόνια. Είμαστε όλες. Λέγοντας τις ιστορίες μας, ακούγοντας τα θύματα, πιστεύοντας, πάνω από όλα, τα θύματα, χωρίς επερωτήσεις. Είμαστε όλες μαζί.
Βεβαίως, φεμινιστικό κίνημα δεν υπάρχει, υπό την έννοια ότι ένα κίνημα είναι μαζικό, οργανωμένο, έχει κοινή στόχευση, διεκδικήσεις. Προς το παρόν, δεν είμαστε έτσι. Μας ενώνει μια αοριστία "θέλουμε να μη μας σκοτώνετε". Δεν βγήκαμε στους δρόμους για τη συνεπιμέλεια, ας πούμε, δεν εμποδίσαμε το κακό αυτό νομοσχέδιο. Αλλά δημιουργήσαμε ένα δίκτυο επικοινωνίας και ένα δίκτυ ασφαλείας: Αν χρειαστείς βοήθεια, είμαι εδώ για εσένα.
Με την alt right, που στην Ελλάδα εκπροσωπείται από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, έχουμε ήδη δει διαφαινόμενες αλλαγές σε σχέση με τις γυναικείες διεκδικήσεις, τα δικαιώματα και την ισότητα.
Πρώτο βήμα ήταν ο νόμος για τη συνεπιμέλεια, που ξεσήκωσε αντιδράσεις ακόμη και από το εσωτερικό της ΝΔ. Η συνεπιμέλεια ήταν το πρώτο για το αμέσως επόμενο βήμα: Η ευρωκοινοβουλευτική ομάδα της ΝΔ ψηφίζει πρόταση για τις αμβλώσεις, επιχειρώντας ουσιαστικά αυτό που επιχειρεί και η συνεπιμέλεια. Να αμβλύνει τις γωνίες των προβλημάτων, να επικαλεστεί ότι δεν υπάρχουν αντιθέσεις και έτσι, να φέρει στο όνομα μίας απόλυτης ισότητας, νομοσχέδια που αποτελούν υποχώρηση για τα γυναικεία δικαιώματα: Να έχει νόμιμα λόγο ο άντρας για το δικαίωμα στην άμβλωση, να αποκτά συνεπιμέλεια του παιδιού σχεδόν άνευ όρων, ακόμη και αν πρόκειται για έναν κακοποιητικό σύντροφο προς τη μητέρα.
Αν υπήρχε οργανωμένο κίνημα, θα μπορούσαμε να είχαμε δώσει πιο ηχηρές απαντήσεις για τη συνεπιμέλεια κι ας ελπίσουμε να είμαστε προετοιμασμένες και προετοιμασμένοι, όταν θα έρθει η περαιτέρω συρρίκνωση των δικαιωμάτων των γυναικών.
Το φεμινιστικό κίνημα ιστορικά δεν μπόρεσε ποτέ να καταλήξει ομόφωνα για την ενσωμάτωση ή μη των ανδρών. Αν παραδεχτούμε ότι πρόκειται για το κοινωνικά ισχυρό φύλο, αφού ζούμε σε μία πατριαρχικοποιημένη κοινωνία, τότε θα ήταν σα να συμμαχούμε με τον ταξικό εχθρό.
Ωστόσο, εκτός από την πατριαρχικοποιημένη κοινωνία, ζούμε και στον καπιταλισμό χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν τον αντιμαχόμαστε. Στο πεδίο των ανθρώπινων διεκδικήσεων, κάθε σύμμαχος είναι ευπρόσδεκτος με μοναδικό αστερίσκο να αντιλαμβάνεται την αναγκαιότητά τους.
Αποφεύγοντας τις γενικεύσεις και με βασική αρχή το ότι πρέπει να ακούγονται οι γυναίκες όταν μιλάμε, βρεθήκαμε ξαφνικά πίσω σε επίπεδο αφηγήματος, αλλά σίγουρα πιο ειλικρινείς: Αν το δεύτερο κύμα ζητούσε ισότητα, το τωρινό κύμα μάχεται για την επιβίωση και την αποκατάσταση της δικαιοσύνης. Δεν έχουμε πετύχει καμία ισότητα, ούτε έγινε μια άγρια υπαναχώρηση σε σχέση με τη βία. Η διαφορά είναι ότι πλέον μιλάμε, πλέον γνωρίζουμε τι συμβαίνει, πλέον ντρεπόμαστε λιγότερο να πούμε τις ιστορίες μας και σε αυτόν τον αγώνα, χρειαζόμαστε κάθε πιθανό συνοδοιπόρο.
Κάθε φορά που τελειώνει ο κόσμος, θα πρέπει να υπάρχει ένα κίνημα να μας επαναφέρει στη ζωή. Οι γυναίκες καταφέραμε να ενωθούμε ως φωνές κι ως βιώματα. Τώρα ήρθε η ώρα να γίνουμε ασπίδα, κίνημα, διεκδίκηση. Χωρούν μαζί μας και άντρες, είναι ο καλύτερος τρόπος να χτυπήσουμε την πατριαρχία.
Πρέπει να νιώθουμε τον πόνο και να τον μετατρέπουμε σε δύναμη. Κυρίως, όμως, πρέπει να ακούμε και να πιστεύουμε τα θύματα.