Οι Ιχνευταί του Σοφοκλή είναι το σατυρικό δράμα που παρωδεί τον στερεοτυπικό μύθο του Απόλλωνα, ότι είναι ο θεός της λύρας και της μουσικής. Το έργο χαλαρής και ακαθόριστης διάρθρωσης, η οποία διέπει –σύμφωνα με τον Τάπλιν– κάθε σατυρικό δράμα, έρχεται να μας δείξει ότι τελικά δεν ήταν ο Απόλλωνας αλλά ο Ερμής αυτός που ήξερε έμφυτα από μουσική και έφτιαξε τη λύρα του από καυκί χελώνας. Την χάρισε, όμως, στον Απόλλωνα, ώστε να μπορεί να είναι ο καλός κατεργάρης που κάποτε του έκλεψε τα βόδια. Οι θεοί στο τέλος τα βρίσκουν και τέλος καλό, όλα καλά. Ο Σιληνός αποκτά το χρυσό στεφάνι για τρόπαιο και οι σάτυροι είναι ελεύθεροι.
Η παράσταση Ιχνευταί, σε ελεύθερη έμμετρη απόδοση του Εμμανουήλ Δαυίδ (1933) και σε σκηνοθεσία του Μιχαήλ Μαρμαρινού στην Επίδαυρο, αξιοποίησε το κείμενο και το συνάρθρωσε στη μουσική του πραγματικότητα, ώστε οι θεατές να είναι περιστοιχισμένοι μουσικά, από όποιο σημείο του Επιδαύριου ορίζοντα κι αν βρίσκονται. Η λυρική φωνή του κρυμμένου Ερμή, Steve Katona, στην κορυφή του άνω διαζώματος δεν εξάντλησε μόνο υπέροχα τις δυνατότητες του θεατρικού τόπου και τοπίου μαζί, αλλά διάνοιξε το πεδίο δράσης προς το μη ορατό και συγχρόνως παρόν, λειτουργικό, ουσιώδες.
Η νίκη του καταφερτζή Ερμή είναι νίκη υπέρ της ζωής. Και η ζωή καταδεικνύεται με χρώμα, γεγονός που γνωρίζει ο Μιχαήλ Μαρμαρινός, χρόνια τώρα, να αξιοποιεί αισθητικά και καλλιτεχνικά. Το πράσινο (καρπούζι των Σατύρων, φυτά του σκηνικού), το κόκκινο (μποτάκια Σιληνού - Σταμάτη Κραουνάκη), το λευκό που αντανακλά όλα τα χρώματα και, στα όριά του, η δράση έχει επεκταθεί και πίσω από την ορχήστρα, το χρυσό (στεφάνι μετέωρο και εκκρεμές ψηλά), όλα έδεσαν με έναν λιτό, έξυπνο τρόπο οπτικά, ώσπου η ιστορία να εκπληρωθεί. Μόνο για τον πίνακα με τα βόδια, στο τέλος, έχω μια επιφύλαξη, αλλά κατανοώ την αρχή να δείχνεις στο θεατή αυτό για το οποίο μιλάει το κείμενο (δεν έχω απάντηση ακόμη πώς αλλιώς θα μπορούσε να γίνει).
Συμπερασματικά, τα στοιχεία του κειμένου που επεξεργάστηκε όλη η ομάδα των συντελεστών της παράστασης έδεσαν καλά για να αξίζει τον κόπο να την δεις. Η προσωποποίηση του βουνού-σπηλιάς της Κυλλήνης-Ζήρειας (η σπηλιά του Ερμή υπάρχει ως σήμερα), από την Αμαλία Μουτούση είχε δραματικά στοιχεία συγγενικά και με την τραγωδία, χωρίς ωστόσο να υποπέσει στην παγίδα της. Ο λόγος καθαρός, ρέων, με ουσιαστική συνοδευτική κίνηση και συναισθηματική απήχηση, έφτασε στην άλλη πλευρά της πλατείας. Η Ζήρεια είναι η μητέρα φύση που στηρίζει τον Ερμή, είναι πάντα δίπλα του, ακόμη και στις ατυχείς στιγμές του. Είναι, σε ένα δεύτερο ανάγνωσμα, και η φύση του ανθρώπου που οφείλει να κυνηγά τη ζωή. Όσο για το συνειρμό νύμφης-νύφης, βλέποντας την Κυλλήνη-Αμαλία Μουτούση στα λευκά, η επιβράβευση πηγαίνει στον Γιώργο Σαπουντζή που επιμελήθηκε σκηνικά και κοστούμια.
Η ερμηνεία του Απόλλωνα - Χάρη Φραγκούλη ήταν ειδικού βάρους και χειρίστηκε σωστά τον χαρακτήρα του ήρωα. Αντιμετώπισε τον Απόλλωνα με λίγη ελαφρότητα, παρορμητισμό, χάρη και αφέλεια ελεγχόμενη, ενώ η σκηνή που πασαλείβεται με τις –κατά το κείμενο– ζωικές ακαθαρσίες, εκτός του ότι θυμίζει Μαρμαρινό περί τόλμης και πράξης, δείχνει, σχετικά με την υπόθεση, και την ανάγκη κυριαρχίας και επιβολής του Απόλλωνα –που αισθάνθηκε ατιμασμένος– στο απωλεσθέν αντικείμενο αγάπης.
Γενικότερα, οι Ιχνευταί ενοποιήθηκαν με την Επίδαυρο. Η ερμηνεία του Σιληνού - Σταμάτη Κραουνάκη ήταν αναμενόμενη όπως τον έχουμε συνηθίσει, έδωσε από το ταμπεραμέντο του στην παράσταση. Όσον αφορά στη χρήση των αυτοσχεδιασμών, δεν λειτούργησαν εξίσου σε όλα τα σημεία, αλλά ήταν ξεκάθαρο ότι συντέλεσαν στο δέσιμο της ομάδας, όπου το όνομα της Θεοδώρας Τζήμου υπόσχεται πάντα για τα καλύτερα. Φάνηκε ότι ο χορός «ξύπνησε» με την έλευση της Κυλλήνης - Μουτούση στη σκηνή και εκεί είδαμε τις καλύτερες ρυθμικές εκφράσεις του.
Δεν είναι πολλά αυτά που με προβλημάτισαν. Μου έλειψε, στο τέλος, μια κορύφωση σε σχέση με την έννοια της ελευθερίας των Σατύρων, όμως το μουσικό κλείσιμο επέμεινε στην αισθητική αντίληψη του έργου και πράγματι, η μουσική έπεισε ότι, αν την πιστέψεις, μπορείς να ξεπεράσεις τα πάντα και να προχωρήσεις. Γίναμε «ιχνευταί», ιχνηλάτες στην παράσταση του Μιχαήλ Μαρμαρινού για ένα βράδυ και διαπιστώσαμε, για μια ακόμη φορά, την ομορφιά της παρατήρησης.
Ταυτότητα παράστασης
«Ιχνευταί» του Σοφοκλή [Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου, 23-24-25 Ιουλίου] κατά τη γερμανική μετάφραση και συμπλήρωση του Carl Robert. Σκηνοθεσία: Μιχαήλ Μαρμαρινός, επιστημονικός συνεργάτης: Σταύρος Τσιτσιρίδης, καλλιτεχνική & δραματουργική συνεργασία: Δηώ Καγγελάρη, ειδικός συνεργάτης: Κωνσταντίνος Θωμαΐδης, σκηνικά - κοστούμια Γιώργος Σαπουντζής, μουσική: Billy Bultheel, φωτισμοί: Ελευθερία Ντεκώ, κίνηση – χορογραφία: Τάσος Καραχάλιος, βοηθός σκηνοθέτιδα: Μαριλένα Κατρανίδου, σχεδιασμός ήχου: Κώστας Μπώκος-Studio 19st σε συνεργασία με Billy Bultheel, βοηθός σκηνοθέτη Αλίκη Στενού, βοηθός σκηνογράφου: Διδώ Γκόγκου, βοηθός ενδυματολόγου: Δάφνη Αηδόνη
Τα πρόσωπα: Χάρης Φραγκούλης (Απόλλων), Σταμάτης Κραουνάκης (Σιληνός), Αμαλία Μουτούση (Κυλλήνη), Steve Katona (Ερμής)
Χορός Σατύρων (με αλφαβητική σειρά): Λάμπρος Γραμματικός, Adrian Frieling, Αλεξάνδρα Καζάζου, Τάσος Καραχάλιος, Χρήστος Κραγιόπουλος, Άγγελος Νεράντζης, Ηλέκτρα Νικολούζου, Μάνος Πετράκης, Θεοδώρα Τζήμου, Ανδρομάχη Φουντουλίδου
Μουσικοί: Μενέλαος Μωραΐτης τούμπα, Σπύρος Βέργης ευφώνιο, Δημήτρης Αλεξανδράκης τούμπα, Λεωνίδας Παλαμιώτης ευφώνιο
Ηχοληψία: Ηλίας Φλάμμος
Διεύθυνση παραγωγής: Ρένα Ανδρεαδάκη, Ζωή Μουσχή