Πάνε σχεδόν δύο χρόνια από όταν ο νυν πρωθυπουργός εξήγγειλε από το βήμα της 84ης ΔΕΘ, την απόφαση να αποσπαστούν και να επανατοποθετηθούν τα αρχαιολογικά ευρήματα που βρίσκονται στη συμβολή των οδών Εγνατίας και Βενιζέλου, και ήρθαν στο φως κατά τη διάρκεια των εργασιών για το μετρό Θεσσαλονίκης, αποδίδοντας ευθύνες στην προηγούμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Δήλωνε τότε ο κ. Μητσοτάκης ότι η λύση η οποία είχε δρομολογηθεί, «ήταν μη λύση». «Δεν ήταν κοστολογημένη, ήταν εξαιρετικά αβέβαιο εάν ήταν τεχνικά εφικτή και θα οδηγούσε στο παράδοξο να έχουμε ένα κολοβό μετρό χωρίς τον σταθμό της Βενιζέλου». Έχουν τόσα σημαντικά γραφτεί και ειπωθεί για το συγκεκριμένο θέμα, ίσως δεν είναι δύσκολο όμως να διαφύγει η ουσία. Ότι δηλαδή δεν πρόκειται για άλλη μια αντιπαράθεση μεταξύ πρώην και νυν κυβερνητικών στελεχών, που πρέπει πάση θυσία να παρουσιαστούν οι απελθόντες ως ανίκανοι και οι ανερχόμενοι ως σωτήρες.
Πρόκειται για ένα μείζον βυζαντινό και ρωμαϊκό αρχαιολογικό σύνολο, ένα μνημείο το οποίο χαρακτηρίζεται ως πρώτο διεθνές SOS από το Διεθνές Συμβούλιο Μνημείων και Τοποθεσιών (ICOMOS), το οποίο καταχωρίσθηκε από τον διεθνή οργανισμό στα ετήσια «Heritage Alerts» που αφορούν σε μνημεία ή τοποθεσίες της πολιτιστικής κληρονομιάς που αντιμετωπίζουν άμεσο κίνδυνο και για το οποίο η 20η Γενική Συνέλευση του ICOMOS ενέκρινε ψήφισμα ζητώντας την κατά χώραν διατήρησή του, διότι η απόσπασή του θα οδηγήσει στον κατακερματισμό του μνημείου, την ακύρωση της πολιτιστικής του αξίας και την απώλεια της μοναδικότητάς του. Το ICOMOS είναι ο σημαντικότερος διεθνής οργανισμός στον τομέα της πολιτιστικής κληρονομιάς και βασικός συνεργάτης της UNESCO, στον οποίο μετέχουν χιλιάδες ειδικοί επιστήμονες από διάφορους κλάδους. Εν προκειμένω λοιπόν επιστήμονες από όλο τον κόσμο, σε μια σημαντική στιγμή ομοφωνίας, καλούν την παρούσα κυβέρνηση να αλλάξει την αδιάλλακτη στάση της.
Την ίδια θέση για τη διατήρηση του μνημείου κατά χώραν υπερασπίζεται, μεταξύ άλλων, και ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων, η Πανελλήνια Ένωση Συντηρητών Αρχαιοτήτων, η Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία, αλλά και η Κίνηση Πολιτών Θεσσαλονίκης, που έχει αποδοθεί σε αγώνα διάσωσης και διατήρησης του μνημείου και που την προηγούμενη εβδομάδα οργάνωσε ανθρώπινη αλυσίδα από πολίτες, αρχαιολόγους και συντηρητές για την προστασία των αρχαίων (βλ. www.epohi.gr/article/40337/ametakinhta-ametakinhtoi-gia-ta-arhaia-toy-stathmoy-venizeloy). Ενώ, επίσης την προηγούμενη εβδομάδα, 30 ευρωβουλευτές απέστειλαν επιστολή στην πρόεδρο της Κομισιόν, τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και τον έλληνα πρωθυπουργό καλώντας για διάσωση και διατήρηση κατά χώραν του μνημείου, αφού ο πολυτεμαχισμός και η απόσπαση των αρχαίων ευρημάτων θα αποτελέσει ανεπανόρθωτη πολιτιστική καταστροφή παγκοσμίων διαστάσεων.
Η αξιωματική αντιπολίτευση καλεί απλώς την κυβέρνηση να ακούσει όλους αυτούς. Και υπερασπίζεται τις κινήσεις της ως κυβέρνηση, και ως προς το μνημείο αλλά και ως προς την πρόοδο των εργασιών για το μετρό. Ενάντια στη συνεχή ψευδολογία ότι η μόνη περίπτωση υλοποίησης του συνθήματος και αρχαία και μετρό είναι ο κατακερματισμός και η απόσπαση του μνημείου. «Όσον αφορά το μετρό, η λειτουργία μπορεί να ξεκινήσει το συντομότερο δυνατό με 12 από τους 13 σταθμούς και την επέκταση για Καλαμαριά, ενώ ο σταθμός Βενιζέλου μπορεί να παραδοθεί αργότερα, όπως είχε γίνει αντίστοιχα στην Αθήνα με το σταθμό Κεραμεικού», επισημαίνει στην Εποχή σχετικά ο πρώην υφυπουργός Πολιτισμού Κώστας Στρατής. Ωστόσο, ο πρόεδρος της Αττικό Μετρό επικαλείται κόστος 20 εκατομμύρια ευρώ επαναπρογραμματισμού των αυτόματων συρμών. «Είναι ελάχιστο κόστος, για να έχει μετρό η Θεσσαλονίκη, τη στιγμή μάλιστα που ετοιμάζονται να δώσουν ανάλογου ύψους πακέτο εκ νέου στα ΜΜΕ. Οι πολίτες της Θεσσαλονίκης δεν αξίζουν για την κυβέρνηση όσο μια λίστα Πέτσα» απαντά ο Κ. Στρατής υπογραμμίζοντας τις προτεραιότητες της κυβέρνησης. «Για το σταθμό Βενιζέλου, να προχωρήσει η λύση που δεν περιλαμβάνει καθόλου νέες ανασκαφές στο περίγραμμά του. Λύση που συνάδει με τη διατήρηση των αρχαίων κατά χώραν, αφού η απόσπαση σημαίνει ανασκαφές σε όλη την έκταση του ενάμιση στρέμματος του σταθμού και σε βάθος τριών μέτρων που αντιστοιχούν σε ιστορία 700 χρόνων. Δηλαδή νέες αβεβαιότητες και καθυστερήσεις» σημειώνει ο πρώην υφυπουργός Πολιτισμού.
Επιστρέφοντας στον πυρήνα του ζητήματος, τη συμφωνία επιστημονικής κοινότητας και κοινωνίας των πολιτών και την έκκλησή όλων αυτών για αλλαγή πλεύσης, αναρωτιέται κανείς: γιατί τόση επιμονή από την κυβέρνηση; Δεν είναι δα και τόσο σπουδαίο για το επικοινωνιακό επιτελείο του πρωθυπουργού να βρει έναν εύσχημο και επικοινωνιακά επωφελή τρόπο να ανασκευάσει εκείνη την εξαγγελία του. Ή μήπως είναι;