Ο Οτέλο Ντε Καρβάλιο, το πιο κόκκινο από τα γαρύφαλλα της Επανάστασης του 1974, έφυγε στα 84 χρόνια του στο στρατιωτικό νοσοκομείο της Λισαβόνας. Η Επανάσταση των Γαρυφάλλων, στην οποία συμμετείχαν στρατιωτικοί με μαοϊκές - μαρξιστικές λενινιστικές, γκεβαρικές και σταλινικές αντιλήψεις, σοσιαλιστές και καθολικοί έως και πρώην θαυμαστές του Χίτλερ, δεν έπρεπε να καλύψει μόνο ένα πολύμηνο κενό εξουσίας και να αντιμετωπίσει την έκρηξη των κοινωνικών αντιθέσεων μιας καταπιεσμένης επί μισό αιώνα κοινωνίας, αλλά και να μπορέσει να οδηγήσει τη χώρα ανάμεσα από τις συμπληγάδες του διπολικού κόσμου του Νίξον και του Κίσινγκερ, του Μπρέζνιεφ και του Γκρομίκο. Κυρίως δεν έπρεπε να αποτελέσει προηγούμενο για τη γειτονική δικτατορία του Φράνκο και τη δικτατορία των συνταγματαρχών της Αθήνας.
Ο Καρβάλιο ακόμη και σήμερα αναγνωρίζεται από τους εχθρούς του ως ο στρατάρχης της Επανάστασης των Γαρυφάλλων και ήταν ο ίδιος που επέτρεψε στον Αντόνιο ντε Σπινόλα, στον στρατηγό που πολέμησε στο πλευρό των ναζί στην πολιορκία του Λένινγκραντ, να εκπροσωπήσει το κίνημα MFA.
Ο Σπινόλα ανακηρύχθηκε πρώτος πρόεδρος της Δημοκρατίας της Πορτογαλίας και ο στενός του συνεργάτης Πάλμα Κάρλος ανέλαβε τη θέση του πρώτου πρωθυπουργού σε μια κυβέρνηση που συμμετείχαν από καθολικοί μέχρι και κομμουνιστές. Ο Σπινόλα θα αναθέσει στο στρατηγό Καρβάλιο τη διοίκηση της Λισαβόνας τον Ιούνιο του 1974 και θα τον διορίσει αρχικά υπαρχηγό και αργότερα αρχηγό στο Γενικό Επιτελείο της Ηπειρωτικής Χώρας, το πανίσχυρο COPCON. Ο Καρβάλιο δεν θα διστάσει να αντιταχθεί σε οποιοδήποτε στρατιωτικό πραξικόπημα τους πρώτους μήνες της Επανάστασης, που υπήρχε ένα τεράστιο κενό εξουσίας και μια έντονη πολιτική και κοινωνική αντιπαράθεση ανάμεσα στους αξιωματικούς του MFA και αργότερα στο Συμβούλιο της Επανάστασης μετά από 48 χρόνια φασισμού και διαδοχικές προσωρινές κυβερνήσεις.
Στις 28 Σεπτεμβρίου του 1974, ο Σπινόλα κράτησε τον Καρβάλιο στο προεδρικό μέγαρο, για να τον αφήσει στις 3 το πρωί υπό την απειλή της εισβολής του στρατού. Το αντιδραστικό πραξικόπημα είχε αποτύχει, ο Σπινόλα παραιτήθηκε από πρόεδρος της Δημοκρατίας και ζήτησε καταφύγιο αρχικά στην Ισπανία του Φράνκο. Μια ομάδα δεξιών αξιωματικών θα προσπαθήσει ένα δεύτερο αντιδραστικό πραξικόπημα στις 11 Μαρτίου του 1975.
Το Θερμό Καλοκαίρι
Η παραίτηση του φιλοκομμουνιστή πρωθυπουργού Γκονσάλβες στις 29 Αυγούστου του 1975 και η αντικατάστασή του από το δεξιό ναύαρχο Ντε Αζεβέντο δεν σήμανε την άμεση στροφή της κυβέρνησης προ τα δεξιά, αφού ο Αζεβέντο αναγκάστηκε μπροστά σε τεράστιες διαδηλώσεις να παραχωρήσει αυξήσεις μισθών κατά 40% και ο Καρβάλιο να ηγηθεί πορείας προς το πρωθυπουργικό μέγαρο αθετώντας τις διαταγές που είχε λάβει για διάλυση της συγκέντρωσης.
«Δεν είμαι για να οδηγήσω την Πορτογαλία σε ένα εμφύλιο πόλεμο, δεν είμαι ο άνθρωπος των πραξικοπημάτων», είχε δηλώσει ο Καρβάλιο το «Θερμό Καλοκαίρι» του 1975, την εποχή της παντοδυναμίας του στο στρατό και την κοινωνία, γιατί θεωρούσε ότι μια επανάσταση δεν μπορούσε να γίνει από τα γενικά επιτελεία του στρατού.
Τον Ιούνιο του 1975, επισκέφθηκε την Κούβα και ήταν ίσως η πρώτη φορά που το Πορτογαλικό ΚΚ έδειξε κάποια ανοχή στον Καρβάλιο, γιατί περίμενε ότι θα διευκολύνει την παρουσία της Αγκόλα και του μαρξιστικού λενινιστικού απελευθερωτικού κινήματος ΜPLA και δευτερεύοντως της Μοζαμβίκης στη σοβιετική σφαίρα επιρροής. Ο Καρβάλιο, που θαύμαζε τον Κάστρο και τον Γκεβάρα, έφυγε από την Κούβα περισσότερο με την πλούσια εμπειρία της οργάνωσης των λαϊκών δυνάμεων και κινημάτων παρά με τις σταλινικές θεωρίες συνομωσιολογίας και ίντριγκας.
Το καλοκαίρι του 1975 όμως το αμερικανικό αεροπλανοφόρο «Σαρατόγκα» έριξε άγκυρα έξω από τη Λισαβόνα με τον Μάριο Σοάρες να εμφανίζεται δημοσίως με τον Αμερικανό πρέσβη και σταθμάρχη της CIA Φρανκ Καρλούτσι, ενώ ο Χένρι Κίσινγκερ απειλούσε με στρατιωτική εισβολή στην Πορτογαλία. Το μήνυμα ήταν σαφές.
Το πραξικόπημα της 25ης Νοεμβρίου του 1975
Η Αριστερά ακόμη και σήμερα υποστηρίζει ότι στις 25 Νοεμβρίου του 1975 οι αντιδραστικές δυνάμεις οργάνωσαν μια συνωμοσία και ένα πραξικόπημα, με τον στρατηγό Ραμάλιο Εάνες να διαλύει το κίνημα των αλεξιπτωτιστών που στήριζε τις πλέον αριστερές τάσεις μέσα στο Συμβούλιο της Επανάστασης, έχοντας τη διασφάλιση του Πορτογαλικού ΚΚ ότι δεν θα κάνει απεργίες και διαδηλώσεις. Για τμήμα της πορτογαλικής άκρας αριστεράς η 25 Νοεμβρίου του 1975 σήμανε την ήττα της Επανάστασης και τον εκφυλισμό της σε μια αστική δημοκρατία. Ο Εάνες διασφάλισε πάντως το απυρόβλητο του Πορτογαλικού ΚΚ, που κρίθηκε απαραίτητο για την ανοικοδόμηση της χώρας. Αντίθετα ο Καρβάλιο πέρασε τρεις μήνες στη φυλακή.
Η «αστική δημοκρατία»
Τον Φεβρουάριο του 1976, ψηφίστηκε το προοδευτικό δημοκρατικό Σύνταγμα της χώρας. Ο Καρβάλιο είχε το θάρρος να αντιμετωπίσει τον Εάνες στις προεδρικές εκλογές, στις 27 Ιουνίου του 1976, Ο Εάνες πήρε το 61% και ο Καρβάλιο το 16,46%, ενώ το Πορτογαλικό ΚΚ ταπεινώθηκε με το 7,59%. Ο Καρβάλιο κατάφερε το καλύτερο εκλογικό αποτέλεσμα υποψηφίου της μη παραδοσιακής Αριστεράς πιθανώς στον κόσμο. Λίγο αργότερα θα βρεθεί σε 20ήμερη διοικητική φυλάκιση.
Αμέσως μετά ο σοσιαλιστής Σοάρες σχημάτισε κυβέρνηση καθιστώντας σαφές ότι η Πορτογαλία θα παραμείνει στο ΝΑΤΟ και πως θα άρχιζε τις διαπραγματεύσεις για την είσοδό της στην ΕΟΚ, με τις ευλογίες της Γερμανίας, της Γαλλίας και των ΗΠΑ.
Το «Θερμό Καλοκαίρι» είχε τελειώσει και η εποχή του Καρβάλιο και της «λαϊκής εξουσίας», της άμεσης και συμμετοχικής δημοκρατίας είχε περάσει ανεπιστρεπτί, όπως έδειξαν τα εκλογικά αποτελέσματα του 1980 όταν διεκδίκησε για δεύτερη φορά την προεδρία της δημοκρατίας λαμβάνοντας 1,49%.
Τέσσερα χρόνια αργότερα θα συλληφθεί ως «ηθικός αυτουργός» και θα κατηγορηθεί για τις 17 δολοφονίες που είχαν διαπράξει συνολικά οι «Λαϊκές Δυνάμεις - 25 Απρίλη» FP-25. Στη μεγαλύτερη δίκη της δημοκρατικής Πορτογαλίας ο αρχηγός της Επανάστασης των Γαρυφάλλων θα καταδικαστεί σε 15ετή φυλάκιση χωρίς να έχει αποδεχθεί τίποτα εναντίον του στο δικαστήριο, με εκατοντάδες χιλιάδες Πορτογάλους να διαδηλώνουν για την απελευθέρωση του στους δρόμους και τον Μανώλη Γλέζο, το Στάθη Παναγούλη και τον Μιχάλη Ράπτη, τον «Πάμπλο» της Ιβηρικής και όχι μόνο, να πηγαίνουν στη Λισαβόνα για να υπερασπιστούν τον Οτέλο.
Το 1991, πήρε χάρη και πέντε χρόνια αργότερα αμνηστεύτηκε, όταν ο Σοάρες ανάγκασε του σοσιαλιστές να φέρουν στις αρχές του 1996 στη Βουλή το νόμο της αμνηστίας. Ο νόμος πέρασε με τις 123 ψήφους του Σοσιαλιστικού και Κομμουνιστικού Κόμματος έναντι των 94 ψήφων των δύο δεξιών κομμάτων, ενώ τρεις βουλευτές απείχαν. Ο Καρβάλιο θεωρούσε πάντα ότι το Σοσιαλιστικό και Κομμουνιστικό Κόμμα βοήθησαν να στηθεί η σκευωρία εναντίον του.
«Πρέπει να καταγραφεί ο ουσιαστικός ρόλος του στη στρατιωτική εξέγερση της 25ης Απριλίου. Η στιγμή του θανάτου του δεν είναι ευκαιρία για να καταγράψουμε τάσεις και θέσεις που σηματοδότησαν την πολιτική πορεία του», τόνισε στη λακωνικότατη ανακοίνωση του το Πορτογαλικό ΚΚ, διατηρώντας μέχρι και σήμερα τη σταλινική του νοοτροπία και πρακτική εναντίον ενός ανθρώπου που περισσότερο από πολιτικό αντίπαλο φαίνεται ότι θεωρεί, ακόμη και σήμερα, χειρότερο από ταξικό εχθρό.
Η παράδοση μέχρι σήμερα δεν ήθελε να κηδευτεί κανένας από τους αξιωματικούς της Επανάστασης των Γαρυφάλλων με τιμές και δημοσία δαπάνη. Ο Καρβάλιο δεν έπρεπε να αποτελεί την εξαίρεση. Αυτή ήταν άλλωστε και η κοινή γραμμή του δεξιού προέδρου της δημοκρατίας Μαρσέλο ντε Σόουζα και του σοσιαλιστή πρωθυπουργού Αντόνιο Κόστα, παρόλο που και οι δύο τίμησαν ιδιαίτερα με τον τρόπο τους την απώλεια του Οτέλο.