Μια έρευνα σχετικά με τις απόψεις των μη εμβολιασμένων και αντιεμβολιαστών, από την Kappa Research για το «Έθνος» παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιατί φωτίζει τη στάση ενός διάχυτου πλέον ρεύματος στην ελληνική κοινωνία, το οποίο είναι αρκετά πολυπληθές και αρκετά σαφές, ώστε να αποτελεί έναν αναπόφευκτο παράγοντα για την κατανόηση της πολιτικής συγκυρίας. Οι σημαντικότερες διαπιστώσεις είναι πριν απ’ όλα ότι οι ανεμβολίαστοι (το 30% του δείγματος) δηλώνουν ως κύριο συναίσθημα τον θυμό και την οργή (κατά 68%), ενώ η αιτία αυτού του συναισθήματος φαίνεται να είναι κυρίως η οικονομική κρίση (κατά 77%) που πλήττει τα εισοδήματα και την οικονομία, και όχι μόνο το θέμα του εμβολιασμού.
Αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός ότι οι ανεμβολίαστοι έχουν πολύ περιορισμένη εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση (ως θεσμό), το κοινοβούλιο και τα κόμματα. Εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση δείχνει να έχει το 13%, στο κοινοβούλιο το 7%, και στα κόμματα το 5%. Ταυτοχρόνως, οι ανεμβολίαστοι θεωρούν κατά ένα υψηλό ποσοστό (68%) ότι πρέπει να γίνουν άμεσα εκλογές. Επίσης, εμπιστεύονται σε ό,τι αφορά το θέμα του εμβολιασμού, κατά 60% την επιστημονική κοινότητα, αλλά κατά 42% τον ΕΟΔΥ και 40% το κόμμα που ψηφίζουν. Ο συνδυασμός του θυμού, του βιώματος της οικονομικής κρίσης, και της έλλειψης εμπιστοσύνης σε θεσμούς, δείχνει ότι υπάρχει ένα κενό πολιτικής έκφρασης των αιτημάτων και των αναγκών μεγάλης μερίδας του πληθυσμού, που δεν έχει καλυφθεί.
Στην πραγματικότητα τα συναισθήματα και η στάση των εμβολιασμένων δεν είναι διαμετρικά αντίθετα με τα αντίστοιχα των ανεμβολίαστων. Το συναίσθημα του θυμού και της οργής είναι επίσης το ισχυρότερο (33%) για τους εμβολιασμένους, η εμπιστοσύνη στα κόμματα είναι μόλις 21%, και ο οικονομικός χαρακτήρας της κρίσης είναι το βασικό ζήτημα για το 41%. Τελικά, η συζήτηση και αντιπαράθεση σχετικά με τον εμβολιασμό, είναι έκφραση μιας ευρύτερης κρίσης που είναι τόσο οικονομική –και αφορά τις συνθήκες επιβίωσης των Ελλήνων– όσο και πολιτική, και είναι συνάρτηση της σοβαρής καθεστωτικής κρίσης που εκδηλώθηκε αναπόφευκτα μετά το τέλος της «εκσυγχρονιστικής» φάσης από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’90 ως τα μισά της δεκαετίας του 2000.
Το να εξετάζεται η πολιτική συγκυρία από τη σκοπιά του «εκλογικού κύκλου» και να αναμένουμε να λειτουργήσει η δικομματική κυβερνητική εναλλαγή δείχνουν ότι δεν γίνεται κατανοητή η σοβαρότητα των πολλαπλών κρίσεων. Βρισκόμαστε σε μια περίοδο αντίστοιχη με αυτή που περιγράφει ο Καρλ Πολάνυι κατά το μεσοπόλεμο στην Ευρώπη, ως τον Μεγάλο Μετασχηματισμό. Η οικονομία της αγοράς έχει καταρρεύσει, και ο ελληνικός καπιταλισμός δεν υπάρχει πλέον παρά στο μυαλό των νεοφιλελεύθερων και των ακροδεξιών φιλοναζιστών που έχει μαζέψει ο Μητσοτάκης, και η μόνη προοπτική για την Αριστερά είναι να παραδεχτεί τον ιστορικό χαρακτήρα των κρίσεων και να δουλέψει για τη συγκρότηση συλλογικών μορφών οργάνωσης της κοινωνίας. Αν δεν συμβεί κάτι τέτοιο η αναδίπλωση μεγάλου μέρους των συμπολιτών μας σε δήθεν συλλογικού χαρακτήρα εθνικιστικές και ρατσιστικές ιδεολογίες και πρακτικές, θα είναι μια «λύση» που ετοιμάζεται πλέον συστηματικά και κινδυνεύει να βρει έδαφος σε μια συγχυσμένη και αυταρχική απόρριψη του σημερινού αστικού καθεστώτος.