Υπάρχει ένα ηθικό όριο πέρα από το οποίο δεν μπορούμε να συζητούμε. Ένα όριο πέρα από το οποίο δεν μπορούμε να μιλούμε για απόκλιση, αλλά για συνολική μετατόπιση. Είναι το όριο αυτό εντός του οποίου μπορούμε να μιλούμε για διαφωνία, ακόμη και συνολική. Και εκτός του μιλούμε για μια ριζική αντίθεση τόσο έντονη, ώστε τελικά να μην μπορούμε να αναγνωρίσουμε τον συνομιλητή ή τον φορέα ως κάποιον που εντάσσεται στο ίδιο δημοκρατικό πλαίσιο. Η δημοσιοποίηση ονομάτων παιδιών νηπιαγωγείου ξένης καταγωγής από τον βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Μπογδάνο περιγράφει αυτό ακριβώς το ξεπέρασμα του ορίου. Και ακόμη περισσότερο η πολιτική κάλυψη που έλαβε από το κόμμα του τις μέρες που ακολούθησαν.
Η στάση αυτή που περιέγραψε ουσιαστικά ως απλό πολιτικό λαθάκι μια κίνηση στην οποία ενδεχομένως να αντιστοιχούν και ποινικές κυρώσεις. Γιατί με την στάση της η Νέα Δημοκρατία ουσιαστικά κοινοποίησε το γεγονός πως ακόμη και αν δεν εντάσσει τέτοιες συμπεριφορές στον πυρήνα της πολιτικής της πρακτικής και ιδεολογίας ταυτόχρονα όμως δεν τις τοποθετεί και εκτός του πολιτικού της ορίου. Η στοχοποίηση νηπίων –εφόσον αυτά είναι διαφορετικής καταγωγής- ουσιαστικά εντάσσεται στις παρυφές της ανεκτής πολιτικής από το κυβερνών κόμμα. Δεν είναι πια η συζήτηση αυτή που μετατοπίζεται. Είναι το όριο. Επικίνδυνα και σε ακραίο βαθμό.
Η έκπληξη και ο αποτροπιασμός από μια τέτοια πράξη δεν προκύπτει από την άγνοιά μας. Δεν είναι πως δεν το περιμέναμε. Προκύπτει από το γεγονός πως η συνολική μετατόπιση συντελείται μπροστά στα μάτια μας εδώ και καιρό και με κάθε παρόμοια πράξη επικυρώνει την αλλαγή του ορίου. Η περίληψη τριών ακροδεξιών υπουργών και η ανάθεση σε αυτούς κεντρικών υπουργείων δεν αφήνει πολλά περιθώρια ξαφνιάσματος. Μια πρόχειρη συγνώμη από Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο Ελλάδος αρκεί στην κυβέρνηση ώστε να αποδεχτεί πρώην (;) αρνητές του ολοκαυτώματος ως κατάλληλους να ασκήσουν την πολιτική της.
Η πρόσφατη συμφωνία ανάμεσα στο υπουργείο Εργασίας και στο Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο Ελλάδος, η οποία περιελάμβανε μεταξύ άλλων την απασχόληση παιδιών μεγαλύτερων από 16 ετών, που διαβούν σε δομές φροντίδας ανηλίκων, σε ξενοδοχειακές μονάδες, μειώνει ακόμα περισσότερο την έκπληξη. Το γεγονός δηλαδή πως η υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Δόμνα Μιχαηλίδου στέλνει παιδιά δώρο στους Ξενοδόχους εξασφαλίζοντάς τους φτηνά εργατικά (ανήλικα) χέρια κόντρα στη Διεθνή Σύμβαση του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα του Παιδιού (επικυρωμένη από την ελληνική βουλή το 1992) περιγράφει με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο το μέγεθος του κυνισμού τόσο απέναντι στην εργασία όσο και απέναντι στα ίδια τα παιδιά.
Και τέλος, η πολιτική των παράνομων επαναπροωθήσεων και η συνολικότερη πολιτική απέναντι στους πρόσφυγες (ανάμεσά τους ένας μεγάλος αριθμός ανήλικων παιδιών πολλά από τα οποία είναι ασυνόδευτα) και τη φύλαξη των συνόρων περιγράφει την συνολικότερη πολιτική της Νέας Δημοκρατίας ως θανατοπολιτική. Απέναντι σε ενήλικες και ανήλικα με τον ίδιο ακριβώς τρόπο.
Η πολιτική στάση απέναντι στα δικαιώματα των παιδιών, απέναντι στην παιδικότητα συνολικά, αποτελεί την πιο καθαρή αποτύπωση της πραγματικής πολιτικής ενός χώρου. Είναι τόσο ευαίσθητο και τόσο λεπτό το θέμα ώστε όλοι οι αστερίσκοι να χάνονται και όλες οι λέξεις να κυριολεκτούν. Εδώ δεν υπάρχουν αποχρώσεις. Εδώ το έγκλημα μόνο ως έγκλημα μπορεί να περιγράφει. Η στάση απέναντι στα παιδιά φανερώνει με τον πιο εμφατικό τρόπο την πολιτική στάση απέναντι στην ανθρώπινη ζωή στις πιο εκτεθειμένες της στιγμές. Και είναι η ίδια η διαρκής μετατόπιση των ορίων προς όλο και περισσότερο ακροδεξιές πολιτικές αυτή η οποία τελικά περιγράφει την κυβέρνηση με τον καλύτερο τρόπο: Μια κυβέρνηση χωρίς όρια.