Τα βιβλία είναι οι ιστορίες που αφηγούνται οι συγγραφείς. Είναι όμως και οι ιστορίες που διαβάζουν οι αναγνώστες. Ιστορίες που δεν είναι ακριβώς ίδιες με εκείνες των συγγραφέων, γιατί κάθε ανάγνωση είναι μια διαφορετική εκδοχή της αρχικής ιστορίας. Είναι ακόμα το αποτύπωμα που άφησαν οι ιστορίες των συγγραφέων στις ιστορίες που πλάθουν οι αναγνώστες – αποτύπωμα πολλές φορές ανεπαίσθητο. Τέλος, τα βιβλία είναι οι ιστορίες που τα περιβάλλουν ως αντικείμενα, αντικείμενα υλικά και υπερβατικά, χειροπιαστά και αενάως διαφεύγοντα, αντικείμενα μυστηριακά.
Μέχρι πρότινος ήμουν βέβαιος ότι είχα αγοράσει πριν 25 χρόνια το εντυπωσιακό κουτί με την τριλογία του Τζον Ντος Πάσος USA (42ος Παράλληλος, 1919, Τα πολλά λεφτά)1 από τις εκδόσεις Οδυσσέας. Ήμουν εξίσου βέβαιος ότι είχα αγοράσει την (εξαντλημένη σήμερα) έκδοση στο αγαπημένο Απρόβλεπτο της Ηλιούπολης. Είχα δε συνδέσει τον Τζον Ντος Πάσος με τους μπίτνικ.
Όλα αυτά τα χρόνια δεν μου γεννήθηκε ποτέ η επιθυμία να διαβάσω την USA ή τουλάχιστον τον 42ο Παράλληλο. Δεν την είχα ξεφυλλίσει καν. Παρά τον χώρο που καταλαμβάνει στη βιβλιοθήκη και την εντύπωση που προκαλεί ως έκδοση, την προσπέρναγα πάντα, χωρίς να μου κινεί το ενδιαφέρον. Απλώς την μετέφερα από σπίτι σε σπίτι, από βιβλιοθήκη σε βιβλιοθήκη, πάντα μαζί μου και πάντα αδιάβαστη – εύλογη η απορία γιατί την αγόρασα αφού δεν μου έκανε κέφι να τη διαβάσω…
Το τελευταίο διάστημα όμως έχω πάρει την απόφαση να διαβάσω όλα τα αδιάβαστα βιβλία που έχω στη βιβλιοθήκη – που δεν τα λες και λίγα. Έφτασε λοιπόν η ώρα και του Τζον Ντος Πάσος. Η πρώτη διαπίστωση που έκανα, ήταν ότι η ιστορία που θυμόμουν για την USA δεν ήταν ακριβής. Από την ημερομηνία επανέκδοσης προκύπτει ότι πρέπει να την έχω αγοράσει το 2007-8∙ από την ετικέτα φαίνεται ότι την είχα πάρει από την Πολιτεία∙ από το περιεχόμενο γίνεται προφανές ότι η USA δεν έχει καμία σχέση με τους μπίτνικ. Είχα πλάσει λοιπόν την ιστορία που περιέβαλε το βιβλίο. Μια επινοημένη και ανυπόστατη ιστορία που είχε πάρει τη μορφή της ανάμνησης. Είναι ενοχλητικό όταν το σκεφτόμαστε, αλλά αυτό που θυμόμαστε, μπορεί να μην έχει συμβεί ποτέ.
Μου πήρε δεκατέσσερα χρόνια να φτάσω στον 42ο Παράλληλο, αλλά μόλις λίγες μέρες για να τον… διασχίσω. Η USA μου προκάλεσε εκείνη την αναγνωστική φρενίτιδα που είχα νιώσει πολύ παλιότερα με τον Μπαλζάκ, τον ίλιγγο της γραφής που εκφράζει την τρικυμιώδη αβεβαιότητα της αστικής κοινωνίας. Εν προκειμένω, το πράγμα γινόταν ακόμα καλύτερο γιατί ο Ντος Πάσος αφηγείται τις συνταρακτικές (αν και ξεχασμένες πια) ιστορίες του αμερικανικού εργατικού κινήματος. Ορισμένες ιστορίες δεν τις βρίσκεις μόνο εξαιρετικές, αλλά θεωρείς ότι είσαι ο αναγνώστης για τον οποίο κατεξοχήν γράφτηκαν. Αυτό ένιωσα με την USA.
Δεν μπορώ να εξηγήσω γιατί μου πήρε δεκατέσσερα χρόνια για να φτάσω στον 42ο Παράλληλο. Θα ήθελα να πείσω τον εαυτό μου ότι αυτά τα χρόνια ήταν απαραίτητα για να γίνω αρκετά ώριμος ώστε να μπορέσω να τον απολαύσω. Φοβάμαι όμως μήπως το βιβλίο του Τζον Ντος Πάσος δεν είναι παρά μια αλληγορία της ζωής μας. Η ιστορία που γράφτηκε ειδικά για μας, είναι πάντα εκεί στο ράφι της βιβλιοθήκης και περιμένει να την διαβάσουμε. Εμείς όμως την προσπερνάμε, μην μπορώντας να αναγνωρίσουμε τι πραγματικά έχει γραφτεί για μας.
Σημείωση
1. Μεταφράσεις: Νίκος Λαμπρόπουλος, Τάσος Δενέγρης, Τρισεύγενη Παπαϊωάννου