Η πανδημία και οι πολιτικές επιλογές που την συνόδεψαν, άσκησαν μεγάλη πίεση στο δημόσιο σύστημα υγείας. Αυτή η πίεση «απορροφήθηκε» από το υγειονομικό προσωπικό και δεν μεταβιβάστηκε, τουλάχιστον όχι στον αντίστοιχο βαθμό, στους πολίτες. Γιατροί και νοσηλευτές, βοηθητικό και διοικητικό προσωπικό, καθαριστές τραυματιοφορείς και πληρώματα ασθενοφόρων, δούλεψαν και δουλεύουν απίστευτες ώρες, με κουτσουρεμένα ρεπό, χωρίς άδειες σε πρωτόγνωρες συνθήκες πίεσης ψυχικής και σωματικής. Από την άδεια ειδικού σκοπού, που προβλέφτηκε για τους γονείς με παιδιά όταν έκλεισαν τα σχολεία, εξαιρέθηκαν οι υγειονομικοί.
Έτσι μια γιατρός, μητέρα σε μια μονογονεϊκή οικογένεια, με κλειστά τα σχολεία, δεν είχε τη δυνατότητα να μείνει στο σπίτι, γιατί την χρειάζονταν το σύστημα υγείας. Τα παιδιά από την άλλη, έπρεπε να μείνουν σπίτι. Παππούδες και γιαγιάδες δεν μπορούσαν να επιστρατευθούν λόγω κορονοϊού. Το ίδιο και οικιακοί βοηθοί. Αν τελικά το αποφάσιζε κάποια θαρραλέα να προσλάβει κάποιον, τα έξοδα ήταν αβάσταχτα. Καμία πρόβλεψη δεν υπήρξε. Άδειες ανατροφής διακόπηκαν, κανονικές, γονικές άδειες, άδειες άνευ αποδοχών απορρίφθηκαν με το επιχείρημα της έκτακτης ανάγκης για τη δημόσια υγεία. Μέσα στα δύο χρόνια που πέρασαν, η «επιτακτική» αυτή κατάσταση εδραιώθηκε. Τα «εντέλλεσθε» συνεχίζουν να πέφτουν βροχή. Ακόμα και όταν οι οικογενειακές υποχρεώσεις δεν επιτρέπουν στις μητέρες γιατρούς να πραγματοποιούν από 7 έως 10 εφημερίες το μήνα. Το επιχείρημα είναι ότι βρισκόμαστε σε πόλεμο και δεν γίνεται διαφορετικά. Οι γυναίκες υγειονομικοί αφέθηκαν στη μοίρα τους. Ούτε ένα επίδομα, ούτε μια παροχή, ούτε μια αναγνώριση.
Δεν είναι ενδεχόμενο, είναι δεδομένο
Μα θα πείτε αυτά αφορούν όλους τους υγειονομικούς, όχι μόνο τις γυναίκες. Να θυμίσουμε ότι το 80% του υγειονομικού προσωπικού στο δημόσιο σύστημα υγείας είναι γυναίκες και η συντριπτική πλειοψηφία αυτών είναι γυναίκες με παιδιά. Άρα η μητρότητα είναι ο κανόνας στους εργαζόμενους στο δημόσιο σύστημα υγείας. Δεν είναι μια ενδεχόμενη κατάσταση για την οποία πρέπει να υπάρξουν ειδικές ρυθμίσεις. Είναι ένα δεδομένο, για το οποίο έχουν ψηφιστεί νόμοι που προστατεύουν τη μητρότητα και την οικογενειακή ζωή. Οι νόμοι για τις άδειες τοκετού, ανατροφής, οι ειδικές άδειες τέκνων, οι γονικές άδειες, τα όρια στις ώρες εργασίας και το ωράριο, αλλά και άλλοι νόμοι που διασφαλίζουν την έλλειψη διακρίσεων στη διεκδίκηση εργασίας, θεσπίστηκαν εδώ και χρόνια για να προστατεύσουν μεταξύ άλλων και τη μητρότητα.
Οι βαρύγδουπες δηλώσεις πολιτικών προσώπων ότι στηρίζουν με κάθε μέσο τις μητέρες και τις εγκύους είναι «κενό γράμμα». Όταν δια νόμου θεσπίζεις 10ωρη καθημερινή εργασία, όταν δεν φροντίζεις η μητέρα να αντικαθίσταται, αλλά αντίθετα η απουσία της να αποτελεί «βαρίδι» για αυτούς που μένουν πίσω, δημιουργείς συνθήκες «εκδίωξης» των γυναικών μητέρων από την εργασία. Πρόσφατα, στην επίσημη απόφαση του συμβουλίου κρίσης για μια θέση επιμελητή υπήρχε θέμα «προσαρμογής της επαγγελματικής με την οικογενειακή ζωή» για μια μητέρα γιατρό.
Πριν από κάποιους μήνες διοργανώθηκε συνέδριο υπογεννητικότητας με σαφή συντηρητικό προσανατολισμό. Οι ομιλητές κυρίως από τον εκκλησιαστικό χώρο. Στο προωθητικό σποτάκι μια εργαζόμενη γυναίκα αναρωτιέται πως πήγε η ζωή της λάθος και δεν έγινε μητέρα. Τα κατάφερε στην επαγγελματική της ζωή αλλά παραμέλησε το κύριο καθήκον της δηλαδή τη μητρότητα. Το μήνυμα είναι σαφές. Η γυναίκα σύμφωνα με τους διοργανωτές πρέπει να επιλέξει. Και τα δυο δεν γίνονται. Μετά τις τεράστιες αντιδράσεις από γυναικείες οργανώσεις και συλλόγους το συνέδριο ακυρώθηκε.
Απροκάλυπτος σεξισμός
Σε μια χώρα που μαστίζεται από την υπογεννητικότητα, η απάντηση δεν είναι συγκαταβατικές δηλώσεις και «συνέδρια υπογονιμότητας». Είναι η έμπρακτη προστασία της μητρότητας. Αντί για αυτό, η ίδια η πολιτεία αφήνει εκτεθειμένες τις γυναίκες, αποθαρρύνει τη μητρότητα, θεσπίζοντας νόμους που τις αναγκάζουν να φύγουν από το σύστημα. Ενθαρρύνει και τρέφει ρατσιστικές και σεξιστικές συμπεριφορές. Δεν υπάρχουν τυχαία γεγονότα σε αυτά που αποφασίζονται. Αλλά ακόμα και αν δεχτούμε την επίσημη εκδοχή, ότι η συγκεκριμένη κρίση της μητέρας γιατρού ήταν όντως αξιοκρατική και αυτό που γράφτηκε ήταν μια άτυχης φράση, θα έπρεπε να γίνει αναπομπή της κρίσης και επανάληψη της διαδικασίας, για λόγους αρχής, για λόγους προστασίας και σεβασμού της μητρότητας ακόμα και για λόγους συμβολικούς.
Δυστυχώς ο φιλελευθερισμός που ευαγγελίζεται αυτή η κυβέρνηση πάει χεράκι-χεράκι με ένα συντηρητισμό και σεξισμό, που πλέον είναι απροκάλυπτος. Δίνει βήμα στα ΜΜΕ σε αυτούς που δικαιολογούν τους γυναικοκτόνους, καταπατάει όποιο δικαίωμα σχετίζεται με την αξιοπρέπεια και τη διαφύλαξη της ποιότητας ζωής, δεν σέβεται τον εργαζόμενο, τον οποίο χρησιμοποιεί σαν εργαλείο για να βουλώσει τις τρύπες του συστήματος. Σε αυτές τις συνθήκες πίεσης οι ευάλωτες ομάδες είναι ο εύκολος στόχος. Οι «άριστοι» δεν είναι οι έξυπνοι, οι ικανοί, οι φιλότιμοι. Είναι αυτοί που δεν θα αρρωστήσουν, δεν θα γεννήσουν, δεν θα έχουν οικογενειακά βάρη, δεν θα επαναστατήσουν. Αυτοί πρέπει να φύγουν ή ακόμα καλύτερα να μην προσληφθούν.