Η Αμυντική Συμφωνία Ελλάδας – Γαλλίας είναι πολλαπλώς προβληματική και ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ είχε πολλούς λόγους για να την καταψηφίσει. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι κάθε λόγος είναι καλός αν οδηγεί στο αποτέλεσμα της καταψήφισης. Μία –και βασική– από τις προβαλλόμενες αντιρρήσεις αφορούσε το άρθρο 2 της Συμφωνίας:
«Τα Μέρη παρέχουν το ένα στο άλλο βοήθεια και συνδρομή, με όλα τα κατάλληλα μέσα που έχουν στην διάθεσή τους, κι εφόσον υφίσταται ανάγκη με τη χρήση ένοπλης βίας, εάν διαπιστώσουν από κοινού ότι μια ένοπλη επίθεση λαμβάνει χώρα εναντίον της επικράτειας ενός από τους δύο, σύμφωνα με το Άρθρο 51 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών».
Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ εναντιώθηκε σε αυτή τη διάταξη με την αιτιολογία ότι «εμείς δεν θα φέρναμε ποτέ μια αμυντική συμφωνία που θα άφηνε ανοιχτό το θέμα της υπεράσπισης της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ μας».
Η υποχρέωση, δηλαδή, αρωγής της Γαλλίας προς την Ελλάδα σε περίπτωση ένοπλης επίθεσης της Τουρκίας κατά της Ελλάδας (διότι περί αυτού πρόκειται) δεν θα έπρεπε να περιορίζεται σε περίπτωση επίθεσης της Τουρκίας κατά της ελληνικής «επικράτειας» –όπου ως «επικράτεια» νοείται το έδαφος, τα χωρικά ύδατα και ο αντίστοιχος εναέριος χώρος, όπου η χώρα ασκεί πλήρη κυριαρχία–, αλλά θα έπρεπε να επεκτείνεται και στις πέρα απ’ αυτές λειτουργικές θαλάσσιες ζώνες («κυριαρχικά δικαιώματα»), ηπειρωτική υφαλοκρηπίδα και Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ).
Δυστυχώς, ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας δεν έχει οριοθετηθεί, άρα νομικά δεν υφίσταται.
Η Ελληνο-Αιγυπτιακή Συμφωνία
Εδώ, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ επικαλέστηκε την Ελληνο-Αιγυπτιακή Συμφωνία.
Τίθεται όμως ένα σοβαρό ζήτημα, κατά πόσον μια χώρα που έχει σοβαρές διαφορές με άμεσα γειτονική της χώρα μπορεί να παρακάμπτει την αναζήτηση λύσης με τον άμεσο γείτονα, καταφεύγοντας σε κάποιον μακρινό γείτονα τής επιλογής του ως εταίρο για να οριοθετήσουν μαζί θαλάσσιες εκτάσεις στις οποίες διεκδικεί δικαιώματα και ο άμεσος γείτονας.
Η Ελλάδα επικαλείται τη διμερή της Συμφωνία με την Αίγυπτο, που έγινε σε αντιπαράθεση προς την –εξόφθαλμα καταχρηστική όντως– συμφωνία Τουρκίας-Λιβύης. Η λοξή ζώνη Τουρκίας-Λιβύης αγνοεί προκλητικά τα εύλογα συμφέροντα της Ελλάδας, η δε ζώνη Ελλάδας-Αιγύπτου έγινε για να εξουδετερώσει τα αποτελέσματα της πρώτης. Οι δύο ζώνες τέμνονται και αλληλοαναιρούνται (βλ. σχεδιάγραμμα). Αποτέλεσμα: η διαφορά Ελλάδας-Τουρκίας, των δύο χωρών που γειτνιάζουν άμεσα, όχι μόνο δεν λύνεται, αλλά οξύνεται. Και οι δυο διεκδικούν ΑΟΖ πάνω στην ίδια θαλάσσια περιοχή, επικαλούμενες την οριοθέτηση στην οποία προέβησαν με κάποιον τρίτο.
Αλλά δεσμευτική οριοθέτηση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας δεν υπάρχει. Υπάρχουν αλληλοσυγκρουόμενοι μονομερείς ισχυρισμοί και διεκδικήσεις. Ο ισχυρισμός περί «υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ μας» απλώς προδίδει άγνοια νόμου, που θα εξέθετε την χώρα διεθνώς. Ο μόνος τρόπος για να θεμελιωθούν νομικά και να ισχύσουν είναι με συμφωνία Ελλάδας και Τουρκίας ή, το πιθανότερο, με απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης.
Αυτό δεν μπορεί να το αγνοεί η Γαλλική πλευρά, που είναι αδιανόητο να δεσμευτεί νομικά να υποστηρίξει την Ελλάδα σε περίπτωση ένοπλης επίθεσης της Τουρκίας σε ανοιχτή θάλασσα, την οποία η Ελλάδα αφενός και η Τουρκία αφετέρου θεωρούν δική τους ΑΟΖ. Σε μια τέτοια σύρραξη, θα προστρέξει άραγε η «προστάτιδα δύναμη» όχι μόνο για να σταματήσει, με το βάρος της, μια ένοπλη σύρραξη, αλλά και για να υποστηρίξει τη θέση της Ελλάδας ότι η σύγκρουση διεξάγεται σε ελληνική και όχι σε τουρκική ΑΟΖ;
Ρήξη με την πεπατημένη
Η Τουρκία έχει τη γνωστή δική της ηγεμονική πολιτική. Η Ελλάδα όμως τελεί, και αυτή, εν αδίκω, και το άδικό της έγκειται στο ότι οι πολιτικοί της, από ανευθυνότητα, υστεροβουλία και φυγομαχία, δεν επιδίωξαν την διευθέτηση της διαφοράς με διαπραγματεύσεις και με τα μέσα που προσφέρει το Διεθνές δίκαιο, αλλά προτίμησαν να λένε στους λαούς τους ψέματα και να γίνονται μετά αιχμάλωτοι της κοινής γνώμης που οι ίδιοι χειραγώγησαν. Μετέτρεψαν έτσι την δική τους ακαταλληλότητα σε κίνδυνο στρατιωτικής σύρραξης και σε κούρσα εξοπλισμών.
Με αυτήν την παράδοση οφείλει ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ να έρθει σε πλήρη και οριστική ρήξη, άλλως εντάσσεται στην προέκταση μιας θλιβερής, ξεροκέφαλης και ψευτο-πατριωτικής παράδοσης στα ελληνο-τουρκικά. Ρήξη με την παράδοση τόλμησε να κάνει στον ταυτοτικό καυγά για τη Μακεδονία, γι’ αυτό και επέτυχε.