Εάν το καθολικό βασικό εισόδημα )KBE) είναι ένα ουσιαστικό μέσο για τη δραστική μείωση, ή ακόμη και την εξάλειψη, της φτώχειας, τότε το κόστος του είναι πάντα δίκαιο, λέει στην Εποχή ο Ρομπέρτο Μέριλ, καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Μίνχο της Μπράγκα, ερευνητής στο Κέντρο Ηθικής, Πολιτικής και Κοινωνίας στο ίδιο πανεπιστήμιο, όπου συντονίζει το έργο UBIEXP σχετικά με το άνευ όρων βασικό εισόδημα, και πρόεδρος της πορτογαλικής ένωσης για το άνευ όρων βασικό εισόδημα. Παράλληλα, με στοιχεία που καταθέτει, αποδομεί τους ισχυρισμούς των επικριτών του καθολικού βασικού εισοδήματος, ενώ αναφερόμενος στα καθ’ ημάς, λέει ότι ένα καθολικό βασικό εισόδημα στην Ελλάδα κοστίζει όσο το σύνολο των στρατιωτικών δαπανών της.
Ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά του καθολικού βασικού εισοδήματος;
Γνωρίζω ότι πολλοί το αποκαλούν καθολικό βασικό εισόδημα, αλλά προτιμώ να το ονομάζω άνευ όρων βασικό εισόδημα, γιατί πιστεύω ότι η πιο προοδευτική ιδέα σε ένα καθολικό βασικό εισόδημα είναι το άνευ όρων, που σημαίνει χωρίς υποχρέωση, με την αίσθηση ότι διανέμεται χωρίς απαιτήσεις εργασίας ή οποιεσδήποτε άλλου τύπου υποχρεώσεις. Αυτές οι υποχρεώσεις, παρεμπιπτόντως, εξυπηρετούν κυρίως τον διαχωρισμό με αυθαίρετο και στιγματιστικό τρόπο των «ανάξιων» (κακών) φτωχών από τους «άξιους» (τους καλούς). Φυσικά, ιδανικά, ένα βασικό εισόδημα πρέπει επίσης να είναι καθολικό, αλλά το άνευ όρων περικλείει την πιο προοδευτική πτυχή του. Έτσι, για να δώσω έναν όσο το δυνατόν πληρέστερο ορισμό, θα έλεγα ότι ένα καθολικό βασικό εισόδημα είναι ένα εισόδημα επαρκούς ποσού για την εγγύηση αξιοπρεπών συνθηκών διαβίωσης, που καταβάλλεται άνευ όρων σε μετρητά σε όλους τους πολίτες και τους νόμιμους κατοίκους μιας πολιτικής κοινότητας, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η οικονομική και εργασιακή κατάσταση των αποδεκτών. Ορισμένες προτάσεις περιλαμβάνουν επίσης και τα παιδιά ως δικαιούχους ενός καθολικού βασικού εισοδήματος. Θα πρέπει να είναι καθολικό, ατομικό, χωρίς υποχρεώσεις και. ιδανικά, θα πρέπει να είναι αρκετά υψηλό για να εγγυάται σε όλα τα μέλη της πολιτικής κοινότητας μια αξιοπρεπή ύπαρξη και συμμετοχή.
Σε τι διαφέρει από άλλα προγράμματα κοινωνικής προστασίας;
Το ΚΒΣ είναι διαφορετικό ακριβώς επειδή είναι άνευ όρων. Είναι απαλλαγμένο από υποχρεώσεις, και είναι αυτό που το διακρίνει από όλες τις άλλες υπό όρους μεταφορές μετρητών, οι οποίες περιορίζονται σε εκείνους που είναι πρόθυμοι να εργαστούν κ.λπ. Χωρίς υποχρεώσεις, το καθολικό βασικό εισόδημα έχει ως στόχο να απαλλάξει τους ανθρώπους από αυτό που ονομάζεται «παγίδα φτώχειας» με έναν πιο αποτελεσματικό τρόπο από τις υπό όρους μεταφορές μετρητών, καθώς επιτρέπει τη συσσώρευση του άνευ όρων εισοδήματος με το εισόδημα από απασχόληση. Προκειμένου να γίνει κατανοητή η διαφορά μεταξύ του καθολικού βασικού εισοδήματος και των υφιστάμενων συστημάτων κοινωνικής προστασίας στην Ευρώπη, είναι σημαντικό να υπογραμμιστεί ότι το καθολικό βασικό εισόδημα δεν είναι μια κοινωνική βοήθεια που απευθύνεται μόνο σε αυτούς που είναι φτωχοί ή έχουν ελάχιστο ή καθόλου εισόδημα. Έτσι, στην αρχή, εξαλείφει αμέσως τον παράγοντα στιγματισμού που σχετίζεται με εκείνους που είναι υποχρεωμένοι να «ζουν από επιδοτήσεις», όντας καθολικό από τη μία πλευρά και απαλλαγμένο από υποχρεώσεις από την άλλη. Αντίθετα, ένα καθολικό βασικό εισόδημα μπορεί να συμπληρωθεί και με πρόσθετα εισοδήματα, είτε αυτά προκύπτουν από την εργασία είτε όχι. Αυτό εγείρει την ένσταση χορήγησης εισοδήματος σε εκείνους που, θεωρητικά, δεν το χρειάζονται. Αλλά αυτή είναι μια διαχειρίσιμη ένσταση, γιατί ανάλογα με τους τρόπους χρηματοδότησης που υιοθετούνται, το καθολικό βασικό εισόδημα που διατίθεται σε εκείνους που είναι πιο πλούσιοι μπορεί αργότερα να ανακτηθεί με φόρους μέσω ενός προοδευτικού φορολογικού συστήματος. Αυτή η ίση μεταχείριση απαλλάσσει το κράτος από ατελείωτες συζητήσεις σχετικά με την επιλογή των δικαιούχων. Επιπλέον, λόγω της απλότητάς του εξαλείφει ένα σημαντικό μέρος της γραφειοκρατίας. Θα πρέπει ωστόσο να τονιστεί ότι αυτό δεν συνεπάγεται την παραίτηση του κράτους από τις κοινωνικές του ευθύνες. Πρέπει να υπάρχει κοινωνική προστασία για συγκεκριμένα προβλήματα (σκεφτείτε, για παράδειγμα, σωματικά, ψυχολογικά ή άλλα προβλήματα υγείας), αλλά είναι θεμιτό να πιστεύουμε ότι θα ήταν λιγότερα, αφού το καθολικό βασικό εισόδημα θα εξόπλιζε τους ανθρώπους με την ικανότητα να επιλύσουν τα περισσότερα από αυτά. Κατά τη γνώμη μου, είναι επίσης σημαντικό να σημειωθεί ότι, ανεξάρτητα από το μοντέλο που θα υιοθετηθεί, θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι κανένας που προηγουμένως είχε λάβει κοινωνικές παροχές δεν θα έβλεπε το εισόδημά του να μειώνεται ως συνέπεια της εισαγωγής ενός καθολικού βασικού εισοδήματος, καθώς αυτό θα ήταν ένα οπισθοδρομικό μέτρο που θα επιδείνωνε τη θέση των μειονεκτούντων στην κοινωνία. Και πάλι, ο κύριος σκοπός του καθολικού βασικού εισοδήματος, είναι να αποφύγει τη λεγόμενη «παγίδα της φτώχειας», όπου οι φτωχότεροι λαμβάνουν υποστήριξη από την κοινωνική βοήθεια και καταλήγουν να «παγιδεύονται» στη φτώχεια. Οι θέσεις εργασίας στις οποίες μπορούν να έχουν πρόσβαση είναι τόσο κακοπληρωμένες, ώστε σε πολλές περιπτώσεις είναι προτιμότερο να μην εργάζονται και να συνεχίσουν να λαμβάνουν τη στήριξη της κοινωνικής ασφάλισης. Αυτή η κατάσταση μπορεί να προκαλέσει τον εγκλωβισμό πολλών ανθρώπων σε μια κατάσταση φτώχειας, χωρίς καμία προοπτική κοινωνικής κινητικότητας ή προσωπικής ολοκλήρωσης. Δεδομένου ότι οι μεταφορές των χρημάτων είναι υπό όρους, αυτοί οι άνθρωποι μπορούν να βρεθούν σε μειονεκτική θέση με την αποδοχή μιας θέσης εργασίας, και βρίσκονται σε μια παγίδα από την οποία δεν μπορούν να ξεφύγουν. Το καθολικό βασικό εισόδημα έχει το πλεονέκτημα ότι είναι μια απλή, αποτελεσματική, και μη εξευτελιστική λύση στο ζήτημα της φτώχειας. Δημιουργεί ένα δίχτυ ασφαλείας για όλους τους πολίτες χωρίς να συνεπάγεται κανένα αίτημα για βοήθεια κοινωνικής ασφάλισης, αφού είναι καθολικό και άνευ όρων. Επιτρέπει σε όλους να αναζητούν πιο ικανοποιητικές διαδρομές για τη ζωή τους χωρίς να χρειάζεται να χάσουν αυτό το βασικό δίχτυ ασφαλείας. Επιτρέπει επίσης τον μακροπρόθεσμο προγραμματισμό, ο οποίος είναι απαραίτητος στους ανθρώπους για την οικοδόμηση μιας ικανοποιητικής ζωής. Επιπλέον, ένα από τα καλύτερα επιχειρήματα υπέρ του καθολικού βασικού εισοδήματος είναι ότι κανείς δεν γνωρίζει καλύτερα από τα άτομα που βρίσκονται σε συνθήκες φτώχειας το πώς να χρησιμοποιούν τα χρήματα για να σχεδιάσουν και να επενδύσουν στη ζωή τους. Για μια οικογένεια μπορεί να είναι πιο σημαντικό να επενδύσει αμέσως σε ένα σπίτι, για μια άλλη μπορεί να είναι πιο σημαντική η εκπαίδευση, κ.λπ. Η υπόθεση ότι η κοινωνική ασφάλιση γνωρίζει τι χρειάζονται οι φτωχοί καλύτερα από τον εαυτό τους είναι παράλογη, δαπανηρή, και αναποτελεσματική.
Ποια συμπεράσματα έχουν εξαχθεί από την εφαρμογή των πιλοτικών προγραμμάτων βασικού εισοδήματος σε διάφορες χώρες και κατά πόσο ισχύει ο ισχυρισμός των επικριτών του ότι μειώνει την επιθυμία για εργασία;
Όπως έχουμε γράψει με την Καταρίνα Νέβες και τον Μπρου Λέιν στο βιβλίο μας για τα πειράματα καθολικού βασικού εισοδήματος, «Basic Income Experiments: A Critical Examination of Their Goals, Contexts, and Methods» (Palgrave Macmillan, 2021), όλα τα πειράματα έχουν δείξει ότι τα αποτελέσματα από την ύπαρξη ενός καθολικού βασικού εισοδήματος είναι πολύ θετικά και παρείχαν πλούσια και συχνά ισχυρά στοιχεία για τις επιπτώσεις στη φτώχεια, τον υποσιτισμό ή την ευημερία. Φυσικά, το μέγεθος των επιπτώσεων διαφέρει. Ορισμένα πειράματα έδειξαν μικρές αυξήσεις στις αμειβόμενες ώρες εργασίας των συμμετεχόντων, ενώ σε άλλα δεν παρατηρήθηκε τίποτα τέτοιο. Σε ορισμένα πλαίσια, η ενδυνάμωση της κοινότητας ήταν εκπληκτικά εμφανής, με πρωτοβουλίες που δημιουργήθηκαν από τους πολίτες λόγω των πειραμάτων που εφαρμόστηκαν, ενώ σε άλλα φάνηκε μόνο μια μικρή επίδραση ή δεν παρατηρήθηκε καμία. Είναι αδιαμφισβήτητο το πόσα στοιχεία έχουν συγκεντρωθεί για τις, κυρίως θετικές, επιπτώσεις των επιχορηγήσεων σε μετρητά για πολλές από αυτές τις μεταβλητές και για το πώς οι άνευ όρων μεταφορές μετρητών μεγεθύνουν μερικές από αυτές. Ως εκ τούτου, μπορούμε να ρωτήσουμε: γνωρίζουμε ήδη αρκετά; Η αλήθεια είναι ότι ένα από τα προγράμματα του καθολικού βασικού εισοδήματος που πραγματοποιήθηκε σε πολλά μέρη σε όλο τον κόσμο έδειξε σημαντική μείωση της έντασης της εργασίας (μετρημένη σε ώρες ή ημέρες εργασίας). Ωστόσο, οι επιπτώσεις στις αγορές εργασίας, και ιδιαίτερα στην προσφορά εργασίας, πρέπει να διαφοροποιούνται όταν εξετάζονται πειράματα βασικού εισοδήματος σε διαφορετικά πλαίσια, συγκεκριμένα με διαφορετικά επίπεδα ευημερίας. Ορισμένα αποτελέσματα φαίνεται να δείχνουν ότι σε ορισμένα πλαίσια μια άνευ όρων μεταβίβαση χρημάτων, σε επίπεδο διαβίωσης, μπορεί να είναι καλύτερη για την προώθηση της ενεργοποίησης της αγοράς εργασίας. Ωστόσο, αυτά τα στοιχεία δεν είναι αρκετά πειστικά για να δώσουν μια αποφασιστική απάντηση στο εάν το καθολικό βασικό εισόδημα οδηγεί στην απόσυρση από την εργασία ή όχι, λαμβάνοντας υπόψη τους εγγενείς περιορισμούς των κοινωνικών πειραμάτων. Το περιορισμένο χρονικό πλαίσιό τους δεν προσφέρει στους συμμετέχοντες την ικανότητα να αλλάξουν την εργασιακή τους κατάσταση με διαρθρωτικό τρόπο, γεγονός που καθιστά τα πειράματα ανίκανα να καταγράψουν τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην πλευρά της προσφοράς εργασίας. Επιπλέον, τα πειράματα καθολικού βασικού εισοδήματος συνήθως δεν είναι σε θέση να αξιολογήσουν τις επιπτώσεις της κοινότητας ή, όταν το κάνουν, για παράδειγμα χρησιμοποιώντας μελέτες κορεσμού σε μια συγκεκριμένη πόλη ή περιοχή, δεν μπορούμε να γενικεύσουμε τα ευρήματα. Επομένως, η εκτίμηση της επίδρασης ενός βασικού εισοδήματος στην εθνική προσφορά εργασίας θα ήταν πολύ δύσκολη και στις δύο περιπτώσεις. Το γεγονός ότι τα πειράματα καθολικού βασικού εισοδήματος είναι επίσης αρκετά διαφορετικά από αυτό που θα ήταν με το βασικό εισόδημα σύμφωνα με τον ορισμό μου, δημιουργεί επίσης ισχυρούς περιορισμούς στην κατανόησή μας για τον αντίκτυπο του καθολικού βασικού εισοδήματος στην αγορά εργασίας. Τα πειράματα του καθολικού βασικού εισοδήματος προσφέρουν μέτριες επιχορηγήσεις σε μετρητά. Ένα υψηλότερο βασικό εισόδημα θα μπορούσε πιθανώς να έχει πιο σημαντικές επιπτώσεις στα κίνητρα για εργασία, για παράδειγμα, οι άνθρωποι θα αποθαρρύνονται περισσότερο να εργαστούν εάν δεν το χρειάζονται για να επιβιώσουν ή για να ζήσουν μια άνετη ζωή. Επιπλέον, οι περιπτώσεις συνήθως στοχεύουν σε περιθωριοποιημένους πληθυσμούς, με χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο, σε περιόδους με περιορισμένα δίχτυα ασφαλείας, και μερικοί από αυτούς βρίσκονται σε κατάσταση κοινωνικού αποκλεισμού. Οι αντιλήψεις τους για την απασχόληση, οι δυνατότητες που τους προσφέρονται και οι αποφάσεις τους σχετικά με τη συμμετοχή ή όχι στην αγορά εργασίας, θα είναι πιθανότατα πολύ διαφορετικές από άλλα τμήματα του πληθυσμού. Τέλος, θα πρέπει να έχουμε κατά νου ότι τα πειράματα δεν εξετάζουν, και δεν μπορούν, το πώς οι κοινωνικο-θεσμικοί κανόνες και ρυθμίσεις επηρεάζουν και δημιουργούν τις αγορές εργασίας. Αυτές περιλαμβάνουν τη διαθεσιμότητα των δημόσιων σχολείων, τις υπηρεσίες φροντίδας, τα πρότυπα φύλου που επηρεάζουν τη συμπεριφορά των γυναικών, την παρουσία περισσότερο ή λιγότερο γενναιόδωρων επιδομάτων ανεργίας ή ενός συγκεκριμένου νομικού πλαισίου που ενισχύει ή τιμωρεί τις θέσεις μερικής απασχόλησης. Επιπλέον, τα πειράματα καθολικού βασικού εισοδήματος δεν μπορούν να εκτιμήσουν την ανταπόκριση των αγορών εργασίας από την πλευρά της ζήτησης, πράγμα που σημαίνει ότι οι άνθρωποι μπορεί να μην εργάζονται όχι λόγω των επιλογών τους, αλλά λόγω της μη διαθεσιμότητας θέσεων εργασίας που ταιριάζουν με τις ικανότητες ή τα προσόντα τους. Συνεπώς, αποτυπώνουν μόνο ένα πολύ μερικό αποτέλεσμα της συμμετοχής στην αγορά εργασίας. Ως εκ τούτου, παρά τα υπάρχοντα στοιχεία, οι γνώσεις μας για τον αντίκτυπο του βασικού εισοδήματος στις αγορές εργασίας είναι ακόμα ελλιπείς, εν μέρει λόγω της φύσης των πειραμάτων και των διαφορών μεταξύ τους, αλλά και του τρόπου με τον οποίο δεν μοιάζουν με ένα βασικό εισόδημα σύμφωνα με τον ορισμό μας. Επιπλέον, τα κοινωνικά πειράματα είναι περιορισμένα, γεγονός που με τη σειρά του περιορίζει την ικανότητά μας να κατανοούμε και να εκτιμούμε τις επιπτώσεις στην αγορά εργασίας. Ωστόσο, παρά τους περιορισμούς των πειραμάτων καθολικού βασικού εισοδήματος, θα έλεγα ότι τα σχεδιάσαμε πολύ καλά για να συγκεντρώσουμε ισχυρά στοιχεία σχετικά με τις διαφορετικές επιπτώσεις του στην ενεργοποίηση της εργασίας.
Ποια είναι τα κυριότερα μοντέλα χρηματοδότησης του καθολικού βασικού εισοδήματος;
Τα περισσότερα μοντέλα χρηματοδότησης είναι προοδευτικά, με την έννοια ότι εκείνοι που έχουν υψηλότερα εισοδήματα και μεγάλο πλούτο πληρώνουν περισσότερους φόρους για να χρηματοδοτήσουν ένα καθολικό βασικό εισόδημα. Ορισμένα μοντέλα βασίζονται στην ύπαρξη άλλων τύπων χρηματοδότησης, οι οποίοι μπορεί να είναι προοδευτικοί ή όχι, όπως η δημιουργία ενός κρατικού ταμείου μέσω του οποίου το καθολικό βασικό εισόδημα κατανέμεται εξίσου σε όλους τους πολίτες και τους νόμιμους κατοίκους. Αυτό συμβαίνει ήδη με το μόνιμο ταμείο της Αλάσκα, όπου το πολύ μέτριο ετήσιο καθολικό βασικό εισόδημα χρηματοδοτείται από τις αποδόσεις της επένδυσης κερδών από την πώληση κρατικών φυσικών πόρων (κυρίως πετρελαίου). Αυτό συμβαίνει επίσης με το σχέδιο συμμετοχής στον πλούτο του Μακάο, καθώς και με το μέρισμα της ανατολικής ζώνης των Ινδιάνων Τσερόκι στη Βόρεια Καρολίνα των ΗΠΑ: σε αυτές τις δύο περιπτώσεις το καθολικό βασικό εισόδημα χρηματοδοτείται μέσω των κερδών από τη βιομηχανία των καζίνο. Πιστεύω ότι η πρόταση του Γιάνη Βαρουφάκη για ένα καθολικό βασικό εισόδημα στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, ένα «καθολικό βασικό μέρισμα» όπως το αποκαλεί, βασίζεται σε ένα μοντέλο χρηματοδότησης που μπορεί να θεωρηθεί παρόμοιο με αυτά, αφού εξαρτάται από τα κέρδη των εταιρειών. Φυσικά ο Βαρουφάκης μπορεί να έχει καλούς λόγους για να προτιμά ένα μοντέλο χρηματοδότησης που δεν βασίζεται σε ένα προοδευτικό φορολογικό σύστημα, το οποίο βασίζεται στη φορολόγηση των υψηλότερων εισοδημάτων, ιδίως σε ένα πλαίσιο όπου οι πλουσιότεροι μπορούν πολύ εύκολα να βρουν κενά στο φορολογικό σύστημα για να αποφύγουν τη συμβολή τους στη χρηματοδότηση του καθολικό βασικό εισόδημα. Νομίζω όμως ότι είναι αρκετά προφανές πως ο Βαρουφάκης υποστηρίζει ένα καθολικό βασικό εισόδημα, προτιμά μόνο να του δώσει άλλο όνομα, όχι για ιδεολογικούς λόγους, αλλά για ρεαλιστικούς λόγους που σχετίζονται με το φορολογικό σύστημα. Δυστυχώς στην Πορτογαλία, που δεν έχει έναν Βαρουφάκη, ο μόνος υψηλού κύρους πολιτικός που υπερασπίζεται ένα καθολικό βασικό εισόδημα είναι ο Κάρλος Μοέντας, ο πρόσφατα εκλεγμένος δήμαρχος της Λισαβόνας, ο οποίος είναι νεοφιλελεύθερος και αν επιλέξει να προχωρήσει με μια πρόταση για καθολικό βασικό εισόδημα, σίγουρα θα έμοιαζε με τις νεοφιλελεύθερες προτάσεις, όπως αυτή που έχουν κάνει ο Τσαρλς Μάρεϊ, ο Μίλτον Φρίντμαν και άλλοι, δηλαδή να δοθεί σε όλους ένα καθολικό βασικό εισόδημα και ως αντάλλαγμα να μειωθεί ή να εξαλειφθεί το κράτος πρόνοιας. Αλλά αυτή είναι μια μορφή καθολικό βασικό εισόδημα που είναι ηθικά απωθητική και θα έφερνε μόνο τους πιο μειονεκτούντες σε ακόμη χειρότερη θέση.
Ένα βασικό επιχείρημα αυτών που είναι αντίθετοι, είναι ότι το καθολικό βασικό εισόδημα έχει πολύ μεγάλο κόστος. Ποιος είναι ο αντίλογος;
Σε όσους πιστεύουν ότι είναι πολύ δαπανηρό, θα έλεγα πρώτα ότι εάν το καθολικό βασικό εισόδημα είναι ένα ουσιαστικό μέσο για τη δραστική μείωση ή ακόμη και την εξάλειψη της φτώχειας, τότε το κόστος του είναι πάντα δίκαιο. Αλλά χωρίς ρητορείες, σίγουρα υπερασπίζομαι ότι η χρηματοδότηση ενός καθολικού βασικού εισοδήματος δεν είναι τόσο δαπανηρή όσο θέλουν να λένε οι επικριτές του. Πιστεύω ότι το πρώτο πράγμα που πρέπει να λάβουμε υπόψη κατά τη διαμόρφωση ενός μοντέλου χρηματοδότησης, είναι να διακρίνουμε το καθαρό κόστος και το ακαθάριστο κόστος της κάθε πρότασης χρηματοδότησης. Το ακαθάριστο κόστος είναι εύκολο να υπολογιστεί αλλά δεν είναι χρήσιμο. Το ακαθάριστο κόστος ενός καθολικού βασικού εισοδήματος είναι απλώς το μέγεθος του επί τον αριθμό του πληθυσμού που το λαμβάνει. Το καθαρό κόστος είναι το ποσό των χρημάτων που μεταφέρει από μια ομάδα ατόμων (οι «καθαροί συνεισφέροντες») σε μια άλλη ομάδα (οι «καθαροί δικαιούχοι»). Το καθαρό κόστος του είναι περίπου ισοδύναμο με το καθαρό του όφελος και είναι πιο δύσκολο να υπολογιστεί, επειδή, αν και όλοι λαμβάνουν καθολικό βασικό εισόδημα, ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού, περίπου το πλουσιότερο 20%, πληρώνει τους φόρους που απαιτούνται για τη χρηματοδότησή του. Οι Καρλ Βίντερκιστ και Άρντ Γκέοργκ, βασιζόμενοι στη διάκριση μεταξύ του καθαρού και του ακαθάριστου κόστους, πρότειναν πρόσφατα ένα μοντέλο χρηματοδότησης για το Ηνωμένο Βασίλειο το οποίο θα μπορούσε εύκολα να αναπαραχθεί σε χώρες όπως η Ελλάδα και η Πορτογαλία [Widerquist, Karl, and Georg Arndt «The Cost of Basic Income in the United Kingdom: A Microsimulation Analysis» BasicIncome.org. 2020 (basicincome.org/wp-content/uploads/2020/07/Cost-of-BI-in-the-UK-A-Microsimulation-ForPosting.pdf)]. Στην προσομοίωση χρηματοδότησής τους δείχνουν ότι το Ηνωμένο Βασίλειο μπορεί ουσιαστικά να εξαλείψει τη φτώχεια με ένα καθολικό βασικό εισόδημα ενσωματωμένο στο υπάρχον φορολογικό σύστημα με επιπλέον καθαρό κόστος 67 δισ. λιρών, ή 3,4% του ΑΕΠ. Το ποσοστό αυτό θα πρέπει να είναι παρόμοιο στην Ελλάδα ή στην Πορτογαλία. Και στην περίπτωση της Ελλάδας, αυτό το ποσοστό του ΑΕΠ είναι κοντά στις πραγματικές στρατιωτικές δαπάνες της Ελλάδας. Σε κάθε περίπτωση, είμαστε πολύ μακριά από το κόστος που αρέσει στους δυσφημιστές του να λένε, το οποίο συνήθως ανέρχεται μεταξύ 20% και 30% του ΑΕΠ, ακριβώς επειδή δεν λαμβάνουν υπόψη τη διαφορά μεταξύ του καθαρού και του ακαθάριστου κόστους. Ένα τελευταίο σημείο: ο οργανισμός Give Directly, ο οποίος έχει υλοποιήσει ένα από τα πιο ενδιαφέροντα πειράματα καθολικού βασικού εισοδήματος στον κόσμο (στην Κένια), έχει εκπονήσει μια μελέτη του κόστους του για πολλές χώρες στον κόσμο, που μπορείτε να συμβουλευτείτε εδώ: www.givedirectly.org/wp-content/uploads/2019/07/UBI-Global-Feasibility-Assessment-2016-GiveDirectly.pdf, όπου επισημαίνεται επίσης η διαφορά μεταξύ του καθαρού και του ακαθάριστου κόστους. Σε κάθε περίπτωση, οποιοσδήποτε στην Ελλάδα, την Πορτογαλία ή οπουδήποτε αλλού προτείνει ένα μοντέλο χρηματοδότησης για ένα καθολικό βασικό εισόδημα, πρέπει να ξεκινήσει λαμβάνοντας υπόψη τη διαφορά μεταξύ του καθαρού και του ακαθάριστου κόστους, και δεδομένου ότι το καθαρό κόστος είναι το πραγματικό κόστος, είναι το μόνο πράγμα που έχει σημασία.
Στην Πορτογαλία το θέμα του καθολικού βασικού εισοδήματος θεωρείς ότι είναι περισσότερο ένα οικονομικό ή πολιτικό ζήτημα;
Στην Πορτογαλία δεν είναι ένα πραγματικά οικονομικό ζήτημα, γιατί και πάλι το κόστος του, όταν διακρίνουμε το καθαρό από το ακαθάριστο κόστος, γίνεται δευτερεύον θέμα. Όσον αφορά το πολιτικό ζήτημα, νομίζω ότι μόλις τεθεί στη δημόσια συζήτηση, και το ζήτημα του κόστους καταστεί δευτερεύον, χάρη σε ένα μοντέλο χρηματοδότησης που δείχνει ότι το κόστος είναι λογικό, τότε μας μένει το ηθικό ζήτημα: είναι δίκαιο να πληρώνουμε ανθρώπους για να «μην κάνουν τίποτα»; Σε αυτό το σημείο το θέμα των πειραμάτων γίνεται κρίσιμο: ένα πείραμα θα βοηθούσε τους ανθρώπους να κατανοήσουν ότι το ηθικό ζήτημα, αν και νόμιμο, θα εξατμιζόταν, με την έννοια ότι τα πειράματα έδειξαν, και θα συνεχίσουν να δείχνουν, ότι στα άτομα με βασικό εισόδημα δεν μειώνεται το κίνητρο για εργασία, αντίθετα αισθάνονται ότι παρακινούνται να εργαστούν περισσότερο και με καλύτερες συνθήκες. Αλλά αυτό, μας υπενθυμίζει επίσης ότι το καθολικό βασικό εισόδημα έχει αυτή την ικανότητα να καταστήσει τα σύνορα μεταξύ της απλήρωτης εργασίας και της απασχόλησης λιγότερο άκαμπτα. Υπάρχουν πολλά είδη εργασίας που είναι πολύ χρήσιμα, οικονομικά και κοινωνικά, αλλά που δεν αμείβονται. Το καθολικό βασικό εισόδημα θα συμβάλει στην αποκατάσταση αυτής της αδικίας και θα δώσει ίσες ευκαιρίες σε όλους, και ειδικά το ελάχιστο πλεονέκτημα να είναι πραγματικά ελεύθεροι να ζήσουν πιο ουσιαστικά τη ζωή τους.