Το Κόκκινο-Πράσινο-Κίτρινο «φανάρι» παραμένει η πιο πιθανή λύση για το σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού στην Γερμανία, μετά και την επίσημη ανακοίνωση για έναρξη των σχετικών τριμερών συνομιλιών την Τετάρτη. Όμως, οι «κόκκινες γραμμές» των Φιλελεύθερων και μάλιστα για ζητήματα, που αφορούν ολόκληρη την Ευρώπη, προβλέπεται να καταστήσουν ιδιαίτερα επίπονες τις διαπραγματεύσεις.
Δεν χρειαζόταν να είναι κανείς σοφός για να προβλέψει ότι η επόμενη μέρα των γερμανικών εκλογών θα αφορά ολόκληρη την Ευρώπη. Για όσους αμφέβαλαν, φρόντισαν οι Φιλελεύθεροι (FDP) να τους διαλύσουν αυτές τις αμφιβολίες. Οι πληροφορίες που διέρρευσαν μετά τις πρώτες καθαρά «διερευνητικές» επαφές των κομμάτων λένε ότι σκέφτονται να πουλήσουν ακριβά τη συναίνεσή τους με τη Σοσιαλδημοκρατία του Ολαφ Σολτς (SPD), για να εγκαταλείψουν τους Χριστιανοδημοκράτες (CDU) του Άρμιν Λάσετ, με τους οποίους είναι έτσι και αλλιώς δεδηλωμένη η ιδεολογική συγγένεια και η σύμπτωση απόψεων σε θέματα οικονομίας.
Την ημέρα που οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης μαζεύονταν στο Λουξεμβούργο για να βολιδοσκοπήσουν μεταξύ άλλων τις εκατέρωθεν προθέσεις για το αν η ΕΕ θα επιστρέψει αβλεπεί στο Σύμφωνο Σταθερότητας, ο γερμανικός Τύπος φιλοξενούσε ρεπορτάζ, για τις «κόκκινες γραμμές» του κίτρινου κόμματος. Ανάμεσά τους η εμμονή για ευλαβική τήρηση του φρένου χρέους και επιστροφή σε ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς.
Οι εκπρόσωποι των οκτώ χωρών στο Γιούρογκρουπ, (Αυστρία, Δανία, Λετονία, Ολλανδία, Σουηδία, Σλοβακία, Τσεχία, Φινλανδία) που είχαν ζητήσει κάτι ανάλογο, δηλαδή επιστροφή στη δημοσιονομική πειθαρχία θα πρέπει να ένιωσαν ευφορία στην προοπτική να προστεθεί (παραμείνει ουσιαστικά) στην παρέα τους όχι απλά ένας ένατος εταίρος, αλλά η κυβέρνηση της ισχυρότερης οικονομίας της Ευρώπης.
Το «ξεπερασμένο» Σύμφωνο Σταθερότητας
Αντίθετα, ο Μάριο Ντράγκι, άλλοτε τραπεζίτης και σήμερα πρωθυπουργός της Ιταλίας θα πρέπει να ένιωσε εκνευρισμένος τόσο με τη στενοκεφαλιά των «8» όσο και με τα μηνύματα από το Βερολίνο. Τρεις ημέρες μετά τις γερμανικές εκλογές ο «Σούπερ Μάριο» είχε χαρακτηρίσει μη ρεαλιστικούς τους ξεπερασμένους από τη ζωή όρους του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Στο ίδιο μήκος κύματος και ο γάλλος υπουργός Οικονομικών Μπρούνο Λε Μαίρ, που μιλά για τις αναγκαίες προσαρμογές στην πραγματικότητα.
Γαλλία και Ιταλία ελπίζουν σε μια συμβιβαστική λύση, όπου η όποια «χαλάρωση» θα περνά μέσα από το διαχωρισμό των δαπανών σε «άχρηστες» και «αναπτυξιακά χρήσιμες». Οι δεύτερες θα πρέπει με κάποιο τρόπο να εκπίπτουν από τον υπολογισμό των δημόσιων χρεών, που σε μερικές χώρες είναι ήδη θηριώδη.
Η Ελλάδα έχει τοποθετηθεί με μισόλογα επί του θέματος, ενώ εντύπωση προκαλεί και η πολύ προσεκτική στάση της Ισπανίας μέχρι τώρα.
Από την άλλη, Γαλλία και Ισπανία από κοινού παρουσίασαν από κοινού ένα κείμενο, που στο πρωτότυπό του ήταν γραμμένο στα ισπανικά, ζητώντας να υπάρξει μια κοινή και γενναία απάντηση της ΕΕ στην εκτόξευση των τιμών της ενέργειας με στόχο την ανακούφιση κυρίως των χαμηλότερων εισοδημάτων, αλλά φυσικά και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Ο Ντράγκι νωρίτερα είχε μιλήσει για ένα εθνικό πακέτο στήριξης προς αυτές ακριβώς τις κατηγορίες ύψους 3 δισ. ευρώ.
Το κοινωνικό αποτύπωμα της κάλπης
Το θέμα απασχολεί και τα γερμανικά νοικοκυριά, ασχέτως αν από την Τρίτη άρχισε να διοχετεύεται φυσικό αέριο στον αγωγό «NordStream II», που δίχασε την Ευρώπη και απείλησε με διπλωματική παγωνιά τη σχέση Βερολίνου και Ουάσιγκτον. Δεν πρέπει να ξεχνά κανείς ότι ο πληθωρισμός στη χώρα υπολογίζεται να φτάσει σε ετήσια βάση το 5% μέσα στο Νοέμβριο (ήταν ήδη στο ρεκόρ εικοσαετίας 4,1%)
Γιατί, για να επανέρθουμε στην Γερμανία, οι λεονταρισμοί των Φιλελευθέρων είναι το ένα ζήτημα, που έχει να κάνει και με ασκήσεις τακτικής. Αυτό που λογικά οφείλει να τους υπενθυμίσει ο Σολτς είναι ότι προεκλογικά μπήκαν στο τραπέζι μια σειρά από κοινωνικά ζητήματα, τα οποία φώτισε περισσότερο από άλλες φορές η πανδημία. Οι μισθοί πείνας των mini Jobs, η εργασιακή ανασφάλεια, οι ελλείψεις στο σύστημα υγείας, αλλά και στις υποδομές, η ανάγκη στήριξης των συνταξιούχων και όλα αυτά που στον υπέροχο νεοφιλελεύθερο πλανήτη του «αόρατου χεριού» θεωρούνται ενοχλητικές υποσημειώσεις.
Με άλλα λόγια, η κοινωνική ανασφάλεια και η όξυνση των ανισοτήτων, όπως και η κλιματική κρίση απασχόλησαν τους Γερμανούς, που αποφάσισαν να πάνε να ψηφίσουν. Ειδικά αυτούς που ψήφισαν Σολτς. Και έφεραν τη συντριβή της βολεμένης επί 16 χρόνια στην σφιχτή αγκαλιά της Μέρκελ Χριστιανοδημοκρατίας. Οι πολίτες θέλουν να δουν ότι το μήνυμα τους πραγματικά «ελήφθη». Και για αυτό όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν μια συντριπτική υπεροχή του σεναριού μιας κυβέρνησης υπό τον Σολτς, με τα τρία τέταρτα των πολιτών να θεωρούν ότι ήρθε η ώρα για την CDU/CSU να ξεκουραστεί στα έδρανα της αντιπολίτευσης.
Ο μόνος που δεν μπορεί να το αποδεχτεί αυτό είναι ο Αρμιν Λάσετ, με το λεκτικό «εύρημα» μιας «κυβέρνησης για το μέλλον» υπό τον ίδιο φυσικά, το οποίο προσπαθεί να συντηρεί καθυστερώντας τον πολιτικό απαγχονισμό του. Ακούγοντας πάντως κανείς δηλώσεις στελεχών της Χριστιανοδημοκρατίας καταλαβαίνει, ότι η αγχόνη έχει ήδη στηθεί.
Ο Φιλελεύθερος ηγέτης Κρίστιαν Λίντνερ που τον κρατούσε ζωντανό, διατηρώντας ζεστό το σενάριο της «Τζαμάικα», αναγκάστηκε τελικά να συμφωνήσει την περασμένη Τετάρτη στην έναρξη συνομιλιών με Σοσιαλδημοκρατία και Πράσινους με στόχο μια κυβέρνηση «φανάρι». Το FDP δεν θέλει να ρισκάρει ξανά να προκαλέσει τη δυσαρέσκεια ενός εκλογικού σώματος που αποφάνθηκε ξεκάθαρα υπέρ της «αλλαγής».
Όσο για τον Όλαφ Σολτς η ελπίδα είναι να έχει διαβάσει την πρόσφατη συνέντευξη του συντρόφου του, πρώην υπουργού Εξωτερικών Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, που ζητούσε από την πολιτική ηγεσία της χώρας να απαρνηθεί επιτέλους το σαθρό αφήγημα περί μιας Γερμανίας που «πληρώνει» για τους άλλους. «Η Γερμανία βγαίνει κερδισμένη από την αποκαλούμενη Ένωση μεταφοράς κεφαλαίων» ξεκαθαρίζει ο Γκάμπριελ. «Όταν είσαι ο πρωταθλητής των εξαγωγών, αυτό σημαίνει ότι στη χώρα εισρέουν περισσότερα χρήματα από όσα φεύγουν από αυτή». Βέβαια όσο ήταν ακόμα υπουργός δεν τα έλεγε τόσο «ωμά». Αλλά οι καιροί έχουν έτσι κι αλλιώς αλλάξει.