Η επικράτηση του Κομμουνιστικού Κόμματος στο Γκρατς της Αυστρίας, δεν είναι μόνο ένα ακόμα χτύπημα για την Χριστιανοδημοκρατία στη χώρα, αλλά πρωτίστως η απόδειξη για την αποτελεσματικότητα μιας αριστερής πολιτικής, που πηγάζει και παραμένει πάντα συνδεδεμένη με την κοινωνία.
Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Αυστρίας KPÖ είχε πάντα καλή παράδοση στις δημοτικές εκλογές στην πόλη του Γκρατς, όπως και η επικεφαλής του Ελκε Καρ. Στις εκλογές του 2012 είχε ξεπεράσει το 20%, επιστρέφοντας σε νούμερα, που διέθετε τις «παλιές καλές εποχές». Τότε κάποιοι έκαναν λόγο για μια «κόκκινη επανάσταση». Το κόμμα διατήρησε τα ποσοστά του και το 2017, παρά τις έντονες επιθέσεις που δέχτηκε από το συντηρητικό κατεστημένο. Στις εκλογές του 2021, πριν από δύο εβδομάδες, κατάφερε να διαψεύσει τις δημοσκοπήσεις, που του έδιναν μεν καλά ποσοστά, αλλά σε καμιά περίπτωση την πρώτη θέση με ποσοστό 28,8% όπως τελικά έγινε.
Για πολλούς αυτό ήταν έκπληξη. Ένα κόκκινο «γαλατικό» χωριό μέσα σε μια συντηρητική καθολική χώρα, η οποία μέχρι πρότινος έδειχνε να έχει παραδοθεί πλήρως στη γοητεία του «μικρού Μέτερνιχ» του μόλις 35χρονου καγκελάριου της Αυστρίας και αναδυόμενου «αστέρα» της ευρωπαϊκής Χριστιανοδημοκρατίας, Σεμπάστιαν Κουρτς.
Η εκλογική αυτή επιτυχία των κομμουνιστών στο Γκρατς προηγήθηκε μεν, αλλά σχεδόν συνέπεσε με την «αποκαθήλωση» του Κουρτς, εξαιτίας ενός νέου σκανδάλου και έδειξε ότι τελικά δεν είναι όλα μαύρα στην «Δημοκρατία των Άλπεων».
Ήταν όμως μια επιτυχία, που δεν έπεσε από τον ουρανό και έχει να κάνει με τη συστηματική δουλειά του κόμματος στην πρωτεύουσα του κρατιδίου της Στυρίας. Δουλειά στη βάση, μέσα στην κοινωνία και στα κινήματα, που έχουν αναπτυχθεί κατά καιρούς για προβλήματα, όπως η φτώχεια ή η αστεγία και γενικότερα οι δυσκολίες στη στέγαση.
Σημαντική συμβολή σε αυτή την επιτυχία έχει η προσωπικότητα της επικεφαλής του κόμματος, η οποία έχει σημαντική δράση στα αυτοδιοικητικά πράγματα της πόλης από τη δεκαετία του '90 και εκλεγόταν σταθερά στο δημοτικό συμβούλιο.
«Εντάχθηκα στο KPÖ επειδή προέρχομαι από μια οικογένεια εργατών και ήθελα να κάνω πολιτική ακριβώς για αυτό τον κόσμο της εργασίας. Επέλεξα ένα κόμμα, που ακολουθεί με αξιοπιστία μια τέτοια πολιτική». Έτσι είχε απαντήσει η Έλκε Καρ, όταν πριν από μερικά χρόνια ο δημοσιογράφος μιας συντηρητικής εφημερίδας την είχε ρωτήσει για την επιλογή της να ενταχθεί σε ένα κόμμα, που πολλοί είχαν σπεύσει να ξεγράψουν μετά τις αλλαγές του 1989/90 στην Ανατολική Ευρώπη.
Οι ψήφοι κερδίζονται στο δρόμο
Η Καρ, η οποία ακολουθεί τα χνάρια μιας ιστορικής φυσιογνωμίας του κόμματος, του Ερνεστ Κάλτενεγκερ, έχει εδώ κι χρόνια δημόσια αποφασίσει να διαθέτει τα δύο τρίτα της αμοιβής της ως δημοτική σύμβουλος σε διάφορες κοινωφελείς δραστηριότητες. Υπολογίζεται ότι μέχρι στιγμής έχει διαθέσει περίπου 900.000 ευρώ. Αλλά δεν είναι μόνο αυτός ο λόγος που εξηγεί τη δημοτικότητά της. Αυτό που κάνει το KPÖ στην πόλη του Γκρατς ξεχωριστό, πέρα από την ισχυρή του παράδοση είναι η ικανότητα του να παραμένει συνεπές σε μια φιλολαϊκή πολιτική, που προκύπτει όχι «από άμβωνος», αλλά από τα κάτω σε συνεργασία με κινήσεις πολιτών που ξεκινούν από κάθε γειτονιά και φτάνουν τελικά μέχρι το δημαρχείο της πόλης. Κάτι που το κόμμα δεν έχει καταφέρει σε εθνικό επίπεδο, με τα ποσοστά του να κινούνται εδώ και δεκαετίες γύρω στη μονάδα. Είναι ενδεικτικό ότι σε αυτές τις εκλογές το KPÖ έλαβε 34.200 ψήφους, όταν στις ομοσπονδιακές εκλογές του 2019 είχε συγκεντρώσει 32.700 σε ολόκληρη τη χώρα.
Kαι ας μην ξεχνάμε ότι μιλάμε για τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Αυστρίας με πληθυσμό περίπου 300.000 κατοίκους. Τη σημασία που έχει η δουλειά «από τα κάτω» δείχνει και η άνοδος των Πρασίνων, ενός κόμματος που επίσης έχει παράδοση σε αυτό τον τομέα, οι οποίοι συγκέντρωσαν ποσοστό 17,3%, περίπου 7 μονάδες πάνω σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές. Εντυπωσιακή και απροσδόκητη για το συστημικό Τύπο ήταν η πτώση των Χριστιανοδημοκρατών, κατά 12 σχεδόν μονάδες στο 25%, όπως και των ακροδεξιών «Ελεύθερων» (μείον 5%).
Τα σοκ για την αυστριακή καθολική κεντροδεξιά ήταν πάντως απανωτά, αφού μετά τις εκλογές στη Στυρία ακολούθησε και η αποκάλυψη του σκανδάλου με τα στημένα ρεπορτάζ και τις δημοσκοπήσεις, που ανάγκασαν τελικά τον καγκελάριο Κουρτς να παραιτηθεί, παραδίδοντας το δαχτυλίδι με μια διαδικασία, που δεν θα την έλεγε κανείς και τόσο δημοκρατική στον μέχρι πρότινος υπουργό των Εξωτερικών και απολύτως έμπιστό του Αλεξάντερ Σάλενμπεργκ. Η λύση αυτή θεωρείται πάντως προσωρινή, αφού ουσιαστικά δεν έχει νομιμοποίηση, ούτε από την κομματική βάση του συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος, ούτε πολύ περισσότερο από το εκλογικό σώμα. Θεωρείται μια προσπάθεια του Κουρτς να συνεχίσει να κινεί τα νήματα ως «σκιώδης καγκελάριος», έως ότου ξεδιαλύνει δικαστικά η «υπόθεσή» του.