Πριν από 58 χρόνια μια τέτοια μέρα, στις 30 Οκτωβρίου του 1963, έφτασε στην Αθήνα από την Τουρκία ο 38χρονος διεθνής ποδοσφαιριστής (και προπονητής) Λεφτέρ Κιουτσούκ Αντωνιάδης, γνωστός στην Ελλάδα ως Λευτέρης, προκειμένου να αναλάβει την τεχνική ηγεσία του Αιγάλεω. Την περίοδο 1965-1966 θα αγωνιστεί με την ΑΕΚ σε 5 αγώνες σκοράροντας δύο γκολ αλλά θα αναγκαστεί να σταματήσει την καριέρα του μετά από τραυματισμό στον αγώνα με τον Ηρακλή. Ο Λευτέρης Αντωνιάδης (Lefter Küçükandonyadis στα τουρκικά) γεννήθηκε στις 22 Δεκεμβρίου 1925 στη νήσο Πρίγκηπο της Προποντίδας (Μπουγιουκαντά στα τουρκικά). Ο πατέρας του ήταν ψαράς ελληνικής καταγωγής και η μητέρα του Τουρκάλα. Η οικογένεια Αντωνιάδη είχε δέκα παιδιά. Από μικρός, ο Λευτέρης έδειξε τις ποδοσφαιρικές ικανότητές του και σε ηλικία 16 ετών ξεκίνησε την καριέρα του στη συνοικιακή ομάδα της Κωνσταντινούπολης Ταξίμ, που αγωνιζόταν στο τοπικό πρωτάθλημα. Μετά την τετραετή (1943-47) στρατιωτική του θητεία πήρε μετεγγραφή για τη Φενέρμπαχτσέ, με την οποία γνώρισε δόξες και τιμές. Με τα «κίτρινα καναρίνια» της Κωνσταντινούπολης αγωνίστηκε συνολικά δεκαπέντε χρόνια (1947-1951 και 1953-1964). Έπαιξε σε 615 αγώνες και σημείωσε 423 τέρματα, όντας ο δεύτερος σκόρερ της ομάδας, πίσω από τον Ζεκί Ριζά Σπορέλ (470).
Ο Λεφτέρ, όπως τον αποκαλούσαν οι Τούρκοι, είχε το παρατσούκλι «καθηγητής» διότι πάντα είχε τον τρόπο να ξεκλειδώνει τις αντίπαλες άμυνες και να σκοράρει. Ήταν μόλις 1,67 μ. και αγωνιζόταν στη θέση του αριστερού μέσου. Οι συμπαίκτες του τον φώναζαν «κιουτσούκ» (μικρός στα τουρκικά), παρατσούκλι που αποτέλεσε συνθετικό του επίθετου του (Küçükandonyadis). Το όνομά του είναι θρύλος μεταξύ των οπαδών της Φενέρμπαχτσέ, οι οποίοι ακόμα τραγουδούν το σύνθημα: “Ver Leftere Yazsin Deftere”, που σημαίνει «Δώσε στον Λευτέρη, να γράψει στο τεφτέρι». Το 1951 έγινε ο πρώτος τούρκος ποδοσφαιριστής που αγωνίστηκε εκτός συνόρων, καθώς πήρε μεταγραφή στην ιταλική Φιορεντίνα. Με τα χρώματα των “βιόλα” αγωνίστηκε 29 φορές πετυχαίνοντας 4 γκολ. Την επόμενη σεζόν αγωνίστηκε στη γαλλική Νις (1952-1953). Έπαιξε μόλις 12 ματς, πέτυχε 2 γκολ προτού επιστρέψει στην Τουρκία και τη Φενέρμπαχτσε.
Στα Σεπτεμβριανά
Κατά την διάρκεια των Σεπτεμβριανών, στο οργανωμένο πογκρόμ της νύχτας της 6η Σεπτεμβρίου 1955 όπου προκλήθηκαν βίαια επεισόδια κατά των περιουσιών Ελλήνων, το ποδόσφαιρο έσωσε τη ζωή του Λεφτέρ. Το εξαγριωμένο πλήθος είχε φτάσει έξω από το σπίτι του Κιουτσουκαντωνιάδη με άγριες διαθέσεις. Όμως, οπαδοί της Φενέρμπαχτσέ κατάφεραν να αποτρέψουν τα χειρότερα υπερασπίζοντας το απόλυτο είδωλο τους. Ήταν μία μαύρη σελίδα για τον θρυλικό γκολτζή που διατήρησε χαμηλούς τόνους σε όλη την διάρκεια του βίου του. Μετά τα Σεπτεμβριανά πολλοί θεώρησαν ως δεδομένο πως ο Κιουτσουκαντωνιάδης θα επέστρεφε στην Ελλάδα, όμως παρά την ένταση που επικρατούσε εκείνη την εποχή στην Κωνσταντινούπολη επέλεξε να παραμείνει στη Τουρκία και να συνεχίσει τη καριέρα του στη Φενέρμπαχτσέ.
Για τους Τούρκους αποτελεί το πραγματικό σύμβολο ήθους ανάμεσα σε Έλληνες και Τούρκους. Είναι χαρακτηριστικό, πως όποιο κατάστημα και αν επισκεπτόταν δεν τον άφηναν να πληρώνει, ενώ άπαντες υποκλίνονταν μπροστά του. Για να τον τιμήσουν οι Τούρκοι, έδωσαν σε δρόμο της Πριγκήπου το όνομα του, ενώ φιλοτέχνησαν και την προτομή του! Μάλιστα το προπονητικό κέντρο της Φενέρμπαχτσέ φέρει το όνομά του (Fenerbahçe Dereağzı Lefter Küçükandonyadis Tesisleri).
Πρώτος σκόρερ
Στην Εθνική Τουρκίας αγωνίστηκε 46 φορές (1948-1963), επιτυγχάνοντας 21 γκολ. Είναι ο τρίτος σκόρερ της ομάδας πίσω από τον Χακάν Σουκούρ (51) και τον Τουντσάι Σανλή (22). Στις 23 Απριλίου 1948 τέθηκε αντιμέτωπος της Εθνικής Ελλάδας σε φιλικό παιχνίδι που διεξήχθη στο γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας και στο οποίο η εθνική Τουρκίας αναδείχθηκε νικήτρια με 3-1, με τον Λεφτέρ να σημειώνει το δεύτερο γκολ της ομάδας του. Συμμετείχε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου το 1948 και στο Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου του 1954. Το 1956 αγωνίστηκε με την Εθνική Τουρκίας στο νικηφόρο 3-1 επί της θρυλικής ουγγρικής ομάδας του Φέρεντς Πούσκας. Μάλιστα, είχε σκοράρει δύο γκολ.
Μετά το ματς οι Ούγγροι παραδέχθηκαν την ανωτερότητα των αντιπάλων τους, λέγοντας πως αν η Τουρκία είχε παίξει έτσι και το 1954 στα τελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου, θα είχε σίγουρα τερματίσει στην τετράδα. Όταν σταμάτησε το ποδόσφαιρο, εργάστηκε ως προπονητής. Η καριέρα του στους πάγκους ήταν σύντομη και διήρκεσε επτά χρόνια. Ξεκίνησε από την Αθήνα και την ομάδα του Αιγάλεω και τερματίστηκε το 1972 στη Σαμψούντα με τη Σαμσούνσπορ. Ενδιάμεσα δούλεψε στη Σουπερσπόρτ Γιουνάιτεντ του Γιοχάνεσμπουργκ και τις τουρκικές Ορντουσπόρ, Μπολουσπόρ και Μερσίνιντμανιουρντού.
Ο Λευτέρης Αντωνιάδης πέθανε στις 13 Ιανουαρίου 2012, σε ηλικία 86 ετών, αφήνοντας μια μεγάλη καριέρα με τρία πρωταθλήματα Τουρκίας (1959, 1961, 1964), ενώ ήταν πρώτος σκόρερ τη σεζόν 1953-1954 και μέλος της Μικτής Κόσμου το 1954. Στις 3 Μαΐου του 2009 είχαν γίνει τα αποκαλυπτηρια του αγάλματός του σε πλατεία της συνοικίας Καντίκιοϊ (Χαλκηδόνα) της Κωνσταντινούπολης.