Την Παρασκευή ξεκίνησε η συνδιάσκεψη για το κλίμα COP26 του ΟΗΕ στην Γλασκώβη που θα διαρκέσει έως τις 12 Νοεμβρίου και οι προβλέψεις για ένα θετικό αποτέλεσμα δεν αποπνέουν αισιοδοξία. Ο Γενικος Γραμματέας του ΟΗΕ, Α. Γκουτέρες, στη παρουσίαση της τελευταίας έκθεσης του UNEP1, ήταν σαφής: «έχουμε μπει στο σωστό δρόμο προς την κλιματική καταστροφή»!
Η έκθεση του UNEP με το χαρακτηριστικό τίτλο «τα θερμοσίφωνα είναι ανοιχτά» αναφέρει ότι το 2020 καταγράφηκε μείωση των εκπομπών CO2 κατά -5,4%, που αποδίδεται στη πανδημία. Για το 2021 προβλέπεται επιστροφή στην αυξητική πορεία της τάξης του +4,8%, ενώ για το 2039 προβλέπεται αύξηση κατά 16%.
Η πρόσφατη ανακοίνωση του WMO2, αναφέρει ότι η συγκέντρωση του CO2 στην ατμόσφαιρα είναι 143 φορές μεγαλύτερη από αντίστοιχη της προβιομηχανικης εποχής και το δεύτερο και ισχυρότερο ρυπογόνο αέριο, το μεθάνιο, σημείωσε αύξηση της τάξης του +263%. Σχετικές μελέτες αναφέρουν ότι τα σημερινά επίπεδα συγκέντρωσης καταγραφήκαν άλλη μια φορά, πριν 3-5 εκατ. χρόνια. Με τέτοιους ρυθμούς η υπερθέρμανση του πλανήτη στο τέλος του αιώνα εκτιμάται ότι θα κυμανθεί από +2,2οΚ έως 2,7οΚ, ανάλογα με τα διάφορα σενάρια των NDS (Εθνικά Σχέδια). Στο ίδιο μήκος κύματος, ΙΕΑ (Ιnternational Εnergy Αgency) εκτιμά ότι οι πιθανότητες συγκράτησης της υπερθέρμανσης κάτω από τους 2,1οK είναι 50%, ενώ μονο 5% για τον περιορισμό κάτω από τους 1,5οK.
Οι μεγάλοι ενεργειακοί όμιλοι, απτόητοι, προγραμματίζουν μέχρι το 2030 αυξημένη παραγωγή ορυκτών καυσίμων. Συνολικά η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (ΑτΘ) μέχρι το 2030, θα είναι μονο -7,5%, ενώ απαιτείται μείωση κατά -55%. Ο WMO επισημαίνει, επίσης, ότι η παρουσία του CO2, ακόμη και εάν μηδενιστούν άμεσα οι εκπομπές του στην ατμόσφαιρα, θα διαρκέσει δεκαετίες.
Οι παγίδες και τα προβλήματα
Δύσκολο και κοπιώδες θα είναι το έργο των 25.000 συνέδρων. Τα θέματα στα οποία θα πρέπει να επικεντρωθεί η προσπάθεια τους είναι, περιληπτικά, τα κάτωθι:
1. Νέοι στόχοι μείωσης εκπομπών. Δέσμευση για δραστική μείωση των εκπομπών προκειμένου να διασφαλιστεί ο στόχος των 1,5οΚ, δηλαδή να μειωθούν στο μισό οι εκπομπές μέχρι το 2030 και στη συνέχεια να μηδενιστούν το 2050. Μέχρι τον περασμένο Ιούνιο, μονο 120 χώρες από τις 197 της Συμφωνίας είχαν υποβάλει τα σχέδια τους, από τα οποία προκύπτει μείωση το 2030 μόνο κατά -12. Το ιδιο πρέπει να επιδιωχθεί και για τον τελικό στόχο απανθρακοποίησης του 2050. Μέχρι τώρα μόνο 63 χώρες (αντιπροσωπεύουν το 54% του συνόλου των εκπομπών) έχουν σχεδιάσει τους τρόπους επίτευξης μηδενικών εκπομπών. Επιβάλλεται, προς τούτο, η ταχεία αναπροσαρμογή και συμπλήρωση των εθνικών σχεδίων (το ελληνικό ΕΣΕΚ δεν έχει αναπροσαρμοστεί ακόμη στο στόχο fitfor55, δηλαδή στη μείωση κατά -55%, όπως προτάσσει η ΕΕ).
2. Χρηματοδότηση. Συμφωνία για την υιοθέτηση από τις πλούσιες χώρες χρηματοδοτικών προγραμμάτων υποστήριξης των φτωχών χωρών, προκειμένου να προσαρμοστούν στους κλιματικούς στόχους και ταυτόχρονα να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης. Οι φτωχές χώρες, αλλωστε, είναι αυτές που επιβαρυνθήκαν περισσότερο, παρ’ ότι δεν είναι αυτές που δηλητηριάζουν τον πλανήτη. Εκτιμάται ότι θα απαιτηθούν 500 δισ. δολάρια για την περίοδο 2020-2024.
3. Αντοχή, ανθεκτικότητα. Ήδη από το COP του Παρισιού, παράλληλα με τη μείωση των εκπομπών, είχαν προδιαγραφεί και σχετικοί στόχοι προσαρμοστικότητας, προκειμένου να βελτιωθεί η ανθεκτικότητα και να μειωθεί η τρωτότητα εξαιτίας της κλιματικής κρίσης. Οι χώρες θα πρέπει να κατανέμουν ορθά τους χρηματοδοτικούς πόρους, μεταξύ στόχων μείωσης εκπομπών και μέτρων αντιμετώπισης των δυσμενών καιρικών φαινομένων. Σχεδόν ολες οι χώρες του πλανήτη πλήττονται από τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης. Για ορισμένες απ’ αυτές οι επιπτώσεις είναι τόσο σοβαρές οπου, τα προγράμματα προσαρμογής δεν είναι πλέον αποτελεσματικά. Στο COP25 είχε δημιουργηθεί μια πλατφόρμα- δίκτυο (Santiago Network for Loss and Damage) για την παροχή τεχνικής βοήθειας σε χώρες σε δυσκολία, που θα πρέπει ενισχυθεί.
4. Θεσμικές και κανονιστικές διευθετήσεις. Ένα από τα δυσκολότερα θέματα αφορά τους νέους κανόνες διαχείρισης των αγορών άνθρακα (πιστοποιητικά ETS) και τη θεσμοποίηση των περιόδων ισχύος και αναθεωρήσεων των εθνικών προγραμμάτων (ΕΣΕΚ). Χωρίς ισχυρούς κανόνες οι αγορές άνθρακα μπορεί να θεωρηθούν υπεύθυνες ότι έχουν αρνητικές επιπτώσεις στις τιμές της ενέργειας. Αναθεώρηση χρειάζεται, επίσης, η περίπτωση του διπλού υπολογισμού των πιστοποιητικών άνθρακα “doubling counting”, μεταξύ αγοραστών και πωλητών στις διασυνοριακές συναλλαγές.
5. Ενεργειακή κατανάλωση. Πενήντα χώρες έχουν ήδη, ανακοινώσει τα σχέδια τους για την απανθρακοποίηση για το 2050. Η Κίνα, που συμβάλει κατά 27% στις εκπομπές (σε ένα κινέζο όμως, αντιστοιχούν 60% λιγότερες εκπομπές από ένα αμερικάνο πολίτη…), κοινοποίησε την πρόθεσή της να πέτυχει την απανθρακοποίηση το 2060. Η συνολική αποτίμηση των τελευταίων δεσμεύσεων και των ισχυόντων κρατικών προγραμμάτων συμβάλουν στην ανάσχεση της αυξητικής πορείας των εκπομπών, όχι όμως όσο χρειάζεται για την επίτευξη του στόχου του 1,5οΚ, ο οποίος απαιτεί σοβαρές μειώσεις στις καταναλώσεις μέχρι το 2030: Το πετρέλαιο θα πρέπει να μειωθεί κατά -15% (αντίθετα, προγραμματίζεται αύξηση κατά +19,5%). Αντίστοιχα τα ποσοστά μείωσης για το φυσικό αέριο θα πρέπει να είναι -10%, αντί για αύξηση κατά +15%, ενώ για τις ΑΠΕ (Φ/Β+ΑΓ) αύξηση κατά +380%, αντί για 212%. Ο περιορισμός της χρήσης ορυκτών καυσίμων στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας είναι επιβεβλημένος για τον περιορισμό των εκπομπών. Αντίθετα, οι ΑΠΕ, που είδαν το μερίδιο τους στην ηλεκτροπαραγωγή να αυξάνεται κατά 400% μέσα στην περασμένη δεκαετία, παραμένουν ο προσφορότερος και καθοριστικότερος παράγων για την επίτευξη των κλιματικών στοχων, καθώς και της ενεργειακής ασφάλειας.
Η πολιτική διάσταση του COP26
Η COP26 έχει αναδειχτεί σε καθρέφτη των γεωπολιτικών εντάσεων (Ο Σι Τζίνπιγκ και ο Β. Πούτιν δεν θα παραστούν) καθώς και των εκρηκτικών ανισοτήτων μεταξύ των πλούσιων και των φτωχών χωρών. Οι πλούσιες χώρες, αφού εκμεταλλεύτηκαν ενεργειακά τις φτωχότερες, ανασχεδιάζουν νέες αποικιοκρατικές πολιτικές με οικολογικό ένδυμα (greenwashing): πχ. α) εισαγωγή φυσικού αέριου και επανεξαγωγή των παραγόμενων ρύπων για αποθήκευση (CCS) σε υπόγειες χωματερές, β) μετατροπή καλλιεργήσιμων γεωργικών εκτάσεων σε θηριώδεις εγκαταστάσεις φωτοβολταϊκών για την τροφοδοσία με ηλεκτρισμό των πλούσιων χωρών.
Η σύνθεση του ενεργειακού μείγματος (ορυκτά και συνθετικά καύσιμα, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας κλπ.) και η εξέλιξή του στην πορεία για την ανθρακική ουδετερότητα, εκφράζει τους ανταγωνισμούς και τις προσπάθειες επιβίωσης ιστορικά ισχυρών οικονομικών και επιχειρησιακών συμφερόντων, που ενώ κατέχουν ιδιοκτησιακά δικαιώματα σε ενεργειακές πηγές, εισβάλουν με απαιτήσεις κατάκτησης και στο χώρο της νεοφυούς ενεργειακής τεχνολογίας. Οι τεχνολογίες συγκράτησης και αποθήκευσης στη γη των παραγόμενων αερίων ρύπων (CCS), η είσοδος του υδρογόνου (πράσινου από υδρόλυση ή μπλε από ορυκτό φυσικό αέριο) στη σύνθεση του ενεργειακού μείγματος και η επανάκαμψη της «καθαρής» πυρηνικής ενέργειας, αποτυπώνουν την προσπάθεια να μείνουν στο παιγνίδι οι «ενεργειακοί δεινόσαυροι», που βλέπουν να απειλείται η οικονομική και η πολιτική ηγεμονία τους από την διογκουμένη αντίδραση των κοινωνιών να υποστούν, αδιαμαρτύρητα, την κατάλυση των προσδοκιών τους για ένα μέλλον δίκαιης και διασφαλισμένης περιβαλλοντικής και ενεργειακής βιωσιμότητας.
Μέσα από το δημόσιο διάλογο, που μειγνύει τα θέματα της ενεργειακής τεχνολογίας και των ενεργειακών πηγών με την ανάληψη ευθύνης και υποχρεώσεων για τη διασφάλιση της ζωής πάνω στον πλανήτη, αναδεικνύεται η αναγκαιότητα για συγκροτημένη πολιτική διαχείριση του προβλήματος. Η ενεργειακή μετάβαση, με όρους δικαιοσύνης και βιωσιμότητας, περνάει απαραίτητα μέσα από μια αντίστοιχη «πολιτική μετάβαση», ικανής να συναντήσει την πρώτη και την οδηγήσει σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο χαμηλών ενεργειακών απαιτήσεων (εξοικονόμηση-ανακύκλωση), βασισμένο, αποκλειστικά, σε ανανεώσιμες ενεργειακές πηγές, που σέβονται και την βιοποικιλότητα.
Σημειώσεις:
1. Οργάνωση του ΟΗΕ για την προστασία του περιβάλλοντος.
2. Διεθνής Οργάνωση Μετεωρολογίας.
3. Διακρατική Οργάνωση για την Ενέργεια.