Ο Σέρτζιο Γκρεζ είναι καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Χιλής στο Σαντιάγκο.
Με τον υποψήφιο της Αριστεράς, τον τριανταπεντάχρονο Γκαμπριέλ Μπόριτς, να προηγείται στις δημοσκοπήσεις, γεγονός που αποτυπώνει τις μεγάλες λαϊκές προσδοκίες που υπάρχουν για μια εναλλακτική λύση απέναντι στον νεοφιλελευθερισμό, γίνεται στις 21 Νοεμβρίου ο πρώτος γύρος των προεδρικών εκλογών στη Χιλή. Ο Σέρτζιο Γκρεζ, ένας από τους σημαντικότερους μελετητές των λαϊκών κινημάτων και του κοινωνικού ζητήματος στη Χιλή, μιλάει στην «Εποχή» για τη σημασία αυτών των εκλογών, την υποψηφιότητα του Μπόριτς και τις δυσκολίες που υπάρχουν για την επόμενη ημέρα.
Τι είναι αυτό που διαφοροποιεί τις εκλογές της 21ης Νοεμβρίου από προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις;
Αυτές οι εκλογές έχουν μια ιδιαίτερη σημασία, αφού θα διεξαχθούν σε ένα πολύ διαφορετικό πλαίσιο από όλες τις προηγούμενες που έγιναν από την αρχή της μεταδικτατορικής περιόδου το 1990. Αφενός επειδή από τον Οκτώβριο του 2019, την αρχή της λαϊκής εξέγερσης που χαρακτηρίστηκε από τον πολιτικό κόσμο και τα ΜΜΕ ως ένα «κοινωνικό ξέσπασμα», η ηγεμονική συναίνεση που είχε εξασφαλίσει τη διακυβέρνηση και τη διαιώνιση του νεοφιλελεύθερου μοντέλου που ξεκίνησε η δικτατορία Πινοσέτ έσπασε, αφετέρου, γιατί βρίσκεται σε εξέλιξη μια συστατική διαδικασία ως υβριδικό αποτέλεσμα αυτής της εξέγερσης και του ελιγμού της κοινοβουλευτικής κάστας για την αποτροπή μιας ελεύθερης και κυρίαρχης Συντακτικής Συνέλευσης. Αν και αυτά τα στοιχεία δεν κατάφεραν να αντιστρέψουν ριζικά ορισμένους παράγοντες, όπως την απάθεια μεγάλου μέρους των πολιτών για τις εκλογές, αφού στο δημοψήφισμα του Οκτωβρίου του 2020 ψήφισε λίγο πάνω από το μισό του εκλογικού σώματος και στις εκλογές του περασμένου Μαΐου για τη Συντακτική Συνέλευση μόλις το 41,5%, έχει δημιουργηθεί ένα πολιτικό κλίμα ελπίδας για βαθιές αλλαγές σε σημαντικό μέρος του κοινωνίας. Ωστόσο, αυτές οι ελπίδες δεν έχουν συστηματική αντανάκλαση σε εκλογικό επίπεδο, καθώς μεγάλο τμήματα του λαϊκού κόσμου διατηρείν τον σκεπτικισμό του σχετικά με τις πραγματικές δυνατότητες για ευνοϊκές αλλαγές που προσφέρουν οι εκλογές και τα πολιτικά κόμματα. Η λαϊκή εξέγερση της 18ης Οκτωβρίου 2019 ήταν ακριβώς μια έκφραση αυτού του σκεπτικισμού και αυτής της λαϊκής αντίληψης. Ωστόσο, όπως συμβαίνει συχνά, ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού ενθαρρύνει τις ελπίδες του λαού ότι αυτή τη φορά τα αιτήματά του θα ικανοποιηθούν, και ότι ο νεοφιλελευθερισμός και το επικουρικό κράτος του θα αρχίσουν να ξεπερνιούνται μέσω της θέσπισης ενός νέου Συντάγματος, που θα εγγυάται τα κοινωνικά δικαιώματα και θα παρέχει μια σειρά εγγυήσεων και δημοκρατικών μηχανισμών.
Σε αυτές τις προσδοκίες μπορούμε να πούμε ότι οφείλεται το δημοσκοπικό προβάδισμα του Γκαμπριέλ Μπόριτς;
Πράγματι, ένα μέρος αυτών των ελπίδων διοχετεύεται στις εκλογικές προτιμήσεις για τις προεδρικές εκλογές της 21ης Νοεμβρίου, κάτι που αποτυπώνεται στις δημοσκοπήσεις οι οποίες στο σύνολό τους δίνουν νίκη στον πρώτο γύρο στον Γκαμπριέλ Μπόριτς, υποψήφιο της συμμαχίας Apruebo Dignidad που αποτελείται από το Ευρύ Μέτωπο και το Κομμουνιστικό Κόμμα. Στη δεύτερη θέση βρίσκεται ο Χοσέ Αντόνιο Καστ, σημαιοφόρος της ακροδεξιάς του Πινοσέτ, και στη μάχη για την τρίτη θέση είναι η Γιάσνα Προβόστε από το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα και ο Σεμπαστιάν Σίχελ, πρώην υπουργός της δεύτερης κυβέρνησης του Πινιέρα που υποστηρίζεται από την παραδοσιακή δεξιά, καθώς και άλλοι υποψήφιοι που δεν έχουν καμία πιθανότητα να φτάσουν στο δεύτερο γύρο.
Υπάρχει η αίσθηση ότι το πρόγραμμα του Μπόριτς είναι αρκετά μετριοπαθές. Ποια είναι η γνώμη σου;
Αν και η υποψηφιότητα του Μπόριτς, -ο οποίος είναι μέλος ενός από τα κόμματα του Ευρέως Μετώπου, που υπέγραψε τη Συμφωνία της 15ης Νοεμβρίου 2019 η οποία έσωσε τον Πινιέρα από μια επικείμενη πτώση και κατέστησε δυνατή μια ιδρυτική διαδικασία που ρυθμίζεται από το κοινοβούλιο, αποφεύγοντας έτσι μια ελεύθερη και κυρίαρχη Συντακτική Συνέλευση- παρουσιάζεται ως μια εναλλακτική λύση με στόχο την υπέρβαση του νεοφιλελευθερισμού, τόσο το πρόγραμμά του όσο και οι ομιλίες του δείχνουν μια μεγάλη αυτοσυγκράτηση, προκειμένου να αποδείξει ότι δεν αποτελεί κίνδυνο για τις μεγάλες επιχειρήσεις, τις ξένες επενδύσεις, τις «μακροοικονομικές ισορροπίες» και γενικά τη συστημική σταθερότητα. Η επαναλαμβανόμενη προσήλωσή του στην «αυτονομία της Κεντρικής Τράπεζας», που αποτελεί ένα άθικτο δόγμα στη νεοφιλελεύθερη Χιλή, είναι ένα από τα πολλά παραδείγματα των αυτοπεριορισμών αυτής της υποψηφιότητας, που μας επιτρέπουν να υποθέσουμε ότι, σε περίπτωση κατάκτησης της προεδρίας, πέρα από ορισμένα αναδιανεμητικά μέτρα δεν θα πραγματοποιηθούν σημαντικοί διαρθρωτικοί μετασχηματισμοί. Το λέω αυτό χωρίς να λαμβάνω υπόψη ότι στο πρόγραμμά του δεν θεωρεί τόσο σημαντικά ζητήματα όπως μια νέα εθνικοποίηση του χαλκού, που απο-εθνικοποιήθηκε κατά πλειοψηφία από τις μεταδικτατορικές κυβερνήσεις, ή την εθνικοποίηση του λιθίου.
Τι δυνατότητες θεωρείς ότι θα έχει μια κυβέρνηση του Μπόριτς;
Παρά αυτούς τους προφανείς περιορισμούς, η στρατηγική της επιχειρηματικής κοινότητας, της δεξιάς και της κεντροαριστεράς που ομαδοποιήθηκε μετά την υποψηφιότητα της Προβόστε, είναι να πιέζουν τον Μπόριτς, εάν εκλεγεί στο δεύτερο γύρο, να μετριάσει περαιτέρω το πρόγραμμά του και να απομονωθεί από το Κομμουνιστικό Κόμμα, το οποίο εμφανίζεται ως η αριστερή πτέρυγα του συνασπισμού του. Τα περιθώρια ελιγμών για μια μεταρρυθμιστική κυβέρνηση αυτού του τύπου θα ήταν σίγουρα πολύ στενά λόγω πολλών παραγόντων, όπως το βάθος της οικονομικής κρίσης, η πίεση της επιχειρηματικής κοινότητας και των ένοπλων δυνάμεων και η ανεπαρκής οργάνωση και λαϊκή κινητοποίηση, ιδιαίτερα της εργατικής τάξης, που έχει περιοριστεί σημαντικά από τα χαρακτηριστικά του νεοφιλελεύθερου μοντέλου το οποίο επικρατεί στη Χιλή από τα μέσα της δεκαετίας του 1970.
Τελειώνοντας, πες μας πώς συνεχίζεται το έργο της Συντακτικής Συνέλευσης και πώς περιμένεις να ολοκληρωθεί;
Η Συνταγματική Συνέλευση είναι μόνο κα’ όνομα τέτοια, καθώς δεν είναι ούτε ελεύθερη ούτε κυρίαρχη. Αυτό συμβαίνει επειδή η συνταγματική μεταρρύθμιση που κατέστη εφικτή στο τέλος του 2019, έθεσε πολύ στενά όρια, πρακτικά ανυπέρβλητα για ουσιαστικούς μετασχηματισμούς: όλες οι συμφωνίες της πρέπει να εγκριθούν από τα 2/3 των μελών της και δεν μπορεί να αλλάξει τις διεθνείς συνθήκες που υπογράφει η Χιλή. Αυτό σημαίνει ότι χωρίς την άδεια των πολιτικών δυνάμεων που διαχειρίζονται αυτό το μοντέλο από το 1990, δηλαδή την κλασική δεξιά και την κεντροαριστερά, κανένας συνταγματικός κανόνας δεν μπορεί να εγκριθεί. Στη Συντακτική Συνέλευση υπάρχει μια σαφής ηγεμονία του κέντρου, που αντιπροσωπεύεται από την ντε φάκτο συμμαχία μεταξύ των εκπροσώπων του Ευρέως Μετώπου και της Σοσιαλιστικής Συλλογικότητας (ονομασία που υιοθετήθηκε από το Σοσιαλιστικό Κόμμα και τους εταίρους του), γύρω από την οποία βρίσκονται σε τροχιά άλλα κεντρώα μπλοκ με σαφή φιλελεύθερο προσανατολισμό, όπως οι Μη Ουδέτεροι Ανεξάρτητοι και η Συλλογική Έγκριση (σημ: είναι μια νέα κεντροαριστερή ομάδα μέσα στη Συντακτική Συνέλευση). Αυτή η πλειοψηφία έχει καταμετρηθεί σε καίριες περιπτώσεις, όπως στην περίπτωση της επικύρωσης της απαρτίας των 2/3, μαζί με τις ψήφους της δεξιάς, κάτι που προμηνύει ένα ζοφερό μέλλον. Για τρεισήμισι μήνες η Συνέλευση αφιερώθηκε στη συζήτηση για την έγκριση των κανόνων λειτουργίας της και μόλις πρόσφατα άρχισε μια ουσιαστική συζήτηση. Αν και είναι δύσκολο να γίνει ακριβής πρόβλεψη, η εντύπωσή μου είναι ότι θα υπάρξει ένα νέο Σύνταγμα που θα διακηρύσσει μια σειρά από κοινωνικά δικαιώματα τα οποία θα είναι απλώς κατ’ όνομα τέτοια, καθώς η απαραίτητη χρηματοδότηση δεν θα είναι διαθέσιμη, αφού το ηγεμονικό μπλοκ της Συνέλευσης δεν φαίνεται πρόθυμο να λάβει μέτρα που να εγγυώνται ουσιαστικά τον πρωταρχικό ρόλο του κράτος σε ορισμένους τομείς της οικονομίας. Πρέπει να προστεθεί επίσης ότι μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν γνωστές προτάσεις από αυτό το ηγεμονικό μπλοκ που να επιτρέπουν στους πολίτες να επιβάλουν τα κοινωνικά δικαιώματα τα οποία διακηρύσσονται στο νέο Σύνταγμα. Με αυτόν τον τρόπο, αν δεν υπάρξουν μεγάλες κοινωνικές κινητοποιήσεις, η ιδρυτική διαδικασία μπορεί να καταλήξει σε μια νομιμοποίηση του τρέχοντος μοντέλου με μερικές μεταρρυθμίσεις και τροποποιήσεις που θα το καθιστούν πιο ευπαρουσίαστο. Ωστόσο, η τελευταία λέξη αυτής της ιστορίας δεν έχει γραφτεί ακόμα.