Γουόλτ Γουίτμαν, «Φύλλα Χλόης», εκδόσεις Κέδρος, 2019
Αμάντα Γκόρμαν, «Ο Λόφος που ανεβαίνουμε», εκδόσεις Ψυχογιός, 2021
«Κόχλαζα, κόχλαζα, κόχλαζα κι ο Έμερσον με έφερε σε σημείο βρασμού», είπε κάποτε ο μεγάλος αμερικανός ποιητής του 19ου αιώνα Γουόλτ Γουίτμαν (1819-1892) περιγράφοντας μια από τις διαρκέστερες στιγμές ζέσης στην παγκόσμια ποίηση∙ την κατακλυσμιαία του παρουσία με όρους επιφάνειας. Αποκαλυπτικής κι εκστατικής εμπειρίας.
Ο Γουίτμαν, αυθεντικός ποιητής-προφήτης, προχώρησε από το 1855 έως το 1891-1892 σε εννέα επανεκδόσεις της πρώτης του ποιητικής συλλογής. Τα «Φύλλα χλόης» των εκατό σελίδων έγιναν σταδιακά ένα ποιητικό corpus τετρακοσίων πενήντα φύλλων, το οποίο ο ποιητής μέσα από συνεχείς επιμέλειες εμπλούτιζε και επεξεργαζόταν εκ νέου.
Στην τελευταία εκδοχή των Φύλλων χλόης βασίστηκαν οι αδελφές Ελένη και Κατερίνα Ηλιοπούλου στη σχετικά πρόσφατη έκδοση του Κέδρου, καταθέτοντας μία δίγλωσση ανθολόγηση που ήρθε να καλύψει ένα έλλειμα της ελληνικής βιβλιογραφίας.
Φυσικά, Γουίτμαν στα ελληνικά υπήρχε χάρη στα αντανακλαστικά του Παλαμά και του Σικελιανού. Ο Νίκος Προεστόπουλος, μάλιστα, ξάδελφος του Σικελιανού μεταφράζει από το 1929 ποιήματα από τα «Φύλλα χλόης», παραδίδοντας τη σκυτάλη στους μεταγενέστερους. Κατά το επόμενο μισό του αιώνα, μεταξύ όσων απέδωσαν αποσπασματικά τον Γουίτμαν συγκαταλέγονται ενδεικτικά η Ζωή Νικολοπούλου, η Τόνια Κοβαλένκο κι ο Γιάννης Βαρβέρης. Δεν υπήρχε, όμως, μία σύγχρονη εργασία αντίστοιχη με του Προεστόπουλου. Οι αδελφές Ηλιοπούλου συστήνουν ξανά με γλώσσα σημερινή τον ποιητή της ισότητας και της ανεξαρτησίας σε μια πλούσια έκδοση πεντακοσίων σελίδων.
Η Αμερική του ποιητικού λόγου
«Φαντάζομαι πως [η χλόη] είναι ένα ομοιόμορφο ιερογλυφικό, / και σημαίνει: Φυτρώνω σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, / Βλασταίνω ανάμεσα σε μαύρους και ανάμεσα σε λευκούς, Στον Κανούκ, στον Τουκαχό, στον Βουλευτή, στον Νέγρο, το ίδιο/ δίνω σε όλους, το ίδιο τους δέχομαι όλους», γράφει ο Γουίτμαν.
Γιατί ο ίδιος είναι «ευρύς, περιλαμβάνει πλήθη». Τα «Φύλλα Χλόης», θα πει ο Τέλλος Άγρας είναι η Αμερική του ποιητικού λόγου. Ένας Νέος Κόσμος, δηλαδή. Κι ο Γουίτμαν είναι «καινούργιος, μεγάλος και απλός». Στην καταπονημένη ποιητική φαντασία του λατίνου ένα θαύμα, σημειώνει.
Ο Γουίτμαν σε κάθε εποχή γιορτάζει την ελευθερία. Στις μέρες μας αυτό θα μπορούσε να σημαίνει αποδοχή, ορατότητα και συμπερίληψη του μοναδικού μας αποτυπώματος στον κόσμο. Ποίηση μακρόπνοη, χειμαρρώδης. Με αυτάρκεια και βλέμμα άγρυπνο, στραμμένο σε μία κοινωνία ανοιχτή. Και ψυχή οικουμενική, να εκφράζει το over-soul των υπερβατιστών. «Σ’ εσένα πιστεύω, ψυχή μου, το άλλο που είμαι δεν πρέπει μπροστά / σου να ταπεινώνεται».
Οι στίχοι αυτοί του Γουίτμαν, το ά λ λ ο που είμαστε όλοι μας με έκανε να σκεφτώ το δοκίμιο «Λέει η ψυχή: περί σύγχρονης ποίησης» της Έλεν Βέντλερ (Ποιητική, τεύχος 8, 2011) και να επιχειρήσω ένα σχόλιο για το αμερικανικό ποιητικό τοπίο σήμερα και το πώς γίνεται αντιληπτή η πολιτισμική πολυμορφία και η ταυτότητα· οι κυρίαρχες έννοιες diversity και identity.
Συμπεριληπτική ποίηση
Η Βέντλερ υποστηρίζει πως ένα αφαιρετικό, λυρικό ποίημα εξασφαλίζει μεγαλύτερο εύρος, καθώς ως πιο συμπεριληπτικό αγγίζει περισσότερες ψυχές. Συγκριτικά μ’ ένα ποίημα που λειτουργεί κυρίως επιμερίζοντας, δηλαδή «μιλώντας» στην ταυτότητα ορισμένων μόνο αναγνωστών, αποκλείοντας την ίδια στιγμή κάποιους άλλους βάσει φύλου, φυλής, καταγωγής.
Η κριτικός αναρωτιέται: «Τι γίνεται με το μερικώς κοινωνικά προσδιορισμένο ποίημα – με ένα ποίημα που καταλήγει, λόγου χάρη, με τη φράση «Μαύρη σαν εμένα», όπως ένα από τα ποιήματα του [Λάνγκστον] Χιούζ; Κάνει να το ακολουθήσουν τα δικά μου πόδια, ή μόνο ένας μαύρος αναγνώστης μπορεί να διαβεί το μονοπάτι του;»
Ο Γουίτμαν νομίζω θα απαντούσε πως επιβάλλεται. Τι θα έλεγε όμως, το μέλλον της αμερικανικής ποίησης; Η 23άχρονη αφρο-αμερικανή ποιήτρια και ακτιβίστρια Αμάντα Γκόρμαν που ανακηρύχθηκε το 2017 National Youth Poet Laureate κι έγινε παγκοσμίως γνωστή μετά την απαγγελία της στην Ορκωμοσία του προέδρου Μπάιντεν;
Η Γκόρμαν στην τελετή διάβασε το ποίημα «The hill we climb» κι απηύθυνε ένα κάλεσμα συμπόρευσης του αμερικανικού λαού. Μέρος της μετά-δημοφιλίας του ποιήματός της (Ο λόφος που ανεβαίνουμε, Ψυχογιός, 2021, σε μετάφραση Μυρσίνης Γκανά και του νιγηριανής καταγωγής μουσικού και περφόρμερ MC Yinka) οφείλεται στη διαδικασία επιλογής των μεταφραστών ανά τον κόσμο.
Νέες διαχωριστικές γραμμές
Τόσο στην Ολλανδία όσο και στην Καταλονία υπήρξαν αντιδράσεις που ανάγκασαν του εκδότες και την ποιήτρια να αντικαταστήσουν τους λευκούς μεταφραστές που είχαν προεπιλέξει με την αρχικά σύμφωνη γνώμη της Γκόρμαν. Στην Ολλανδία, η ανάθεση της μετάφρασης σε νεαρό nonbinary συγγραφέα, στην/ στον Μαριέκε Λούκας Ρίνεφελντ (International Booker Prize), ακυρώθηκε. Μέρος της ολλανδικής κοινής γνώμης ζήτησε η Γκόρμαν να μεταφραστεί από μαύρη νεαρή γυναίκα.
Το βίωμα κι η κληρονομιά είναι σίγουρα συναισθηματικά ιερές περιοχές. Πρέπει να είναι και αποκλειστικές; Πώς επουλώνεται μέσα από την τέχνη ένα συλλογικό, διαγενεακό τραύμα όταν σε μία θεμιτή προσπάθεια να αποτρέψεις το whitewashing των Αφροαμερικανών καταλήγεις να χαράσσεις νέες διαχωριστικές γραμμές;
«It’s because being American is more than a pride we inherit. It’s the past we step into and how we repair it», λέει σε μία στροφή που βρήκα ενδιαφέρουσα το εθνικά ενωτικό αλλά και κάπως κλισέ ποίημα της Γκόρμαν, που ωστόσο στο πρωτότυπο έχει φόρτιση και προφορικό παλμό.
Πώς διορθώνεται, λοιπόν, αυτό το παρελθόν χωρίς μοιρασμένη εμπειρία και ενσυναίσθηση; Χωρίς οι παραπόταμοι των διεκδικήσεων, οι πολλές διαφορετικές και «μερικές» ταυτότητές μας να συναντηθούν εκβάλλοντας σ’ έναν ορμητικό, κοινωνικά συμπεριληπτικό κι αφυπνιστικό λόγο-ποταμό, όπως η ποίηση του Γουίτμαν;
«Ορμή κι ορμή κι ορμή, / Πάντοτε η γεννήτρα ορμή του κόσμου. / Βγαίνοντας απ’ τη σκοτεινιά τα αντίθετα μα ίσα μεταξύ τους προχωράνε, / πάντοτε ύλη κι αύξηση, πάντοτε συνουσία, / Πάντοτε η ύφανση της ταυτότητας, πάντοτε διαφορά, πάντοτε μια γενιά ζωής», λέει ο ποιητής που γεννήθηκε το 1819 και παρέμεινε προοδευτικότερος όλων.
Η σύρτις σ’ αυτό το νέο ποιητικό τερέν, που τελευταία μοιάζει να αντιπαραβάλλει πολιτισμικά χαρακτηριστικά και αισθητικά κριτήρια, εξακολουθεί να νιώθει μία καθολική –με τα λόγια του Σικελιανού– «απέραντη συνήχηση» με τον Γουίτμαν. Γιατί η ποίηση δεν χωρά στα κουτάκια καταλληλόλητας του profiling. Ούτε και στο lifestyle κόκκινο χαλί του Met Gala. Όπου με θέμα την Αμερικανική Ανεξαρτησία η Γκόρμαν, όπως μάθαμε, «επαναπροσδιόρισε το Άγαλμα της Ελευθερίας φορώντας Vera Wang».