Γιατί η κυβέρνηση της ΝΔ απορρίπτει επίμονα την πρόταση της αξιωματικής αντιπολίτευσης για διακομματική συνεννόηση στην αντιμετώπιση της πανδημίας; Η πρώτη σκέψη που έρχεται στο μυαλό μπροστά στην ολοφάνερη αποτυχία τής κυβερνητικής πολιτικής σ’ αυτό το κρίσιμο πεδίο, είναι ότι θα άρπαζε την ευκαιρία, για να την κάνει συμμέτοχη στις κυβερνητικές ευθύνες, μειώνοντας το δικό της κόστος και μεταφέροντας ένα μέρος του σ’ εκείνη.
Ποιο είναι το πρωτεύον για τη ΝΔ
Αντί γι’ αυτό, παρακολουθήσαμε τη συνήθη επίθεση εναντίον τού ΣΥΡΙΖΑ με την κατηγορία ότι εύχεται την καταστροφή, για να αποκομίσει μικροκομματικά κέρδη. Η καταστροφή, όμως, είναι κιόλας εδώ και δεν χρειάζεται τις ευχές της Κουμουνδούρου για να γίνει χειρότερη. Άλλωστε, σε αντίθεση με όσα διατείνεται το Μέγαρο Μαξίμου, αν στον ΣΥΡΙΖΑ πίστευαν κάτι τέτοιο, δεν θα επέμεναν σε μια πρόταση που αποδυναμώνει τον φόβο του πολιτικού κόστους, καθώς αποκλείει τη δυνατότητα να μετατραπεί το κόστος που καταβάλλει ο ένας σε όφελος για τον πολιτικό αντίπαλό του.
Μάλλον αλλού πρέπει να αναζητήσουμε τις αιτίες της άρνησης. Η ηγεσία κυβέρνησης και ΝΔ έχει επιλέξει να οργανώσει την πολιτική επίθεσή της με θεμέλιο λίθο το αντι-ΣΥΡΙΖΑ τείχος. Όχι μόνο οι τακτικοί χειρισμοί στο πεδίο της πανδημίας, η ίδια η βάση της στρατηγικής επιλογής της θα κατέρρεε, αν κουνιόταν αυτό το ριζιμιό λιθάρι. Αυτό θεωρεί πρωτεύον. Κατά δεύτερο λόγο, η διχαστική λογική της χρειάζεται οπωσδήποτε κάποιον στον οποίο να φορτώνονται οι ευθύνες της αποτυχίας. Μια πρόταση όπως του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα αφαιρούσε μόνο την αντιπολίτευση από το απόθεμα των αποδιοπομπαίων τράγων που έχει ανάγκη η κυβέρνηση της ΝΔ, αλλά και τους ανεμβολίαστους, που θα μπορούσαν να μειωθούν δραστικά με μια πανδημοκρατική καμπάνια για τον εμβολιασμό τους.
Το χρέος της αντιπολίτευσης
Αν υπάρχει κάποια βάση σ’ αυτή την εκτίμηση, τότε η αξιωματική αντιπολίτευση δεν μπορεί να θεωρήσει ότι ξεπλήρωσε το χρέος της καταθέτοντας, τρεις φορές είναι η αλήθεια, την πρότασή της για διακομματικό σχέδιο αντιμετώπισης της πανδημίας. Ο Αλ. Τσίπρας, με τον θεσμικό ρόλο του ως πρόεδρος του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, μπορεί να αναλάβει την πρωτοβουλία άμεσων επαφών με τις ηγεσίες των άλλων κομμάτων, με στόχο τη διερεύνηση των προθέσεών τους. Θα συναινούσαν σε μια κοινή τοποθέτηση απέναντι σ’ αυτό το κρίσιμο ζήτημα; Θα είχαν τη διάθεση να καταθέσουν μια συγκεκριμένη πρόταση από κοινού; Και ακόμα πιο πέρα, ποιοι θα ήταν διατεθειμένοι να πάρουν μέρος σε μια πανελλαδική και στοχευμένη εκστρατεία για την ολοκλήρωση των εμβολιασμών, για την αντιμετώπιση της εκστρατείας φόβου και παραπλάνησης που την εμποδίζουν και, τελικά, για την εμπέδωση του αισθήματος κοινωνικής ευθύνης και αλληλεγγύης, που επιβάλλουν τη συνειδητή τήρηση των αναγκαίων μέτρων προφύλαξης από την πανδημία;
Όπως επιβεβαίωσε η τελευταία ανακοίνωση του υπουργού Υγείας, η κυβέρνηση παριστάνει την ψύχραιμη μπροστά στο θανατηφόρο τέταρτο κύμα και στις προειδοποιήσεις των ειδικών για ακόμα χειρότερες μέρες. Αρνείται να πάρει μέτρα για την υπερδιάδοση του ιού και την ολοκλήρωση των εμβολιασμών, εκεί που καθημερινά συνωστίζονται εκατομμύρια μετακινούμενοι εργαζόμενοι και γενικότερα πολίτες. Έχει αποδεχτεί το ενδεχόμενο να φτάσουμε στην ανοσία της κοινότητας με τον χειρότερο τρόπο, δηλαδή με τον ανεξέλεγκτο πολλαπλασιασμό των κρουσμάτων και χωρίς τη μόνιμη και ουσιαστική ενίσχυση του ΕΣΥ. Όσο κι αν κοστίσει αυτό σε ανθρώπινες ζωές.
Η ευθύνη για την έκβαση της συλλογικής προσπάθειας δεν ανήκει πια σ’ αυτήν. Την έχει απεμπολήσει και ασχολείται περισσότερο με το πώς δεν θα δυσαρεστήσει το τμήμα του ακροατηρίου της, που επηρεάζεται από τους αρνητές του εμβολίου. Αν δεν την αναλάβουν οι δυνάμεις τής δημοκρατικής αντιπολίτευσης, ούτε οι ανεμβολίαστοι θα μειωθούν δραστικά και έγκαιρα, ούτε μέτρα προφύλαξης αποτελεσματικά θα ληφθούν και θα τηρηθούν, ούτε οι εμβολιασμοί της τρίτης δόσης θα προχωρήσουν. Η ευθύνη ανήκει σε όσους αντιλαμβάνονται τους πραγματικούς κινδύνους και αντιστρατεύονται τη στρατηγική επιλογή της ανεύθυνης κυβέρνησης.
Με τη συμμετοχή της κοινωνίας
Το θέμα δεν αφορά μόνο τις ηγεσίες των κομμάτων της δημοκρατικής αντιπολίτευσης και την αντιπαράθεσή τους στην κεντρική πολιτική σκηνή. Η συνεννόησή τους μπορεί και χρειάζεται να κινητοποιήσει κοινωνικές δυνάμεις, ειδικούς επιστήμονες, γιατρούς της πρωτοβάθμιας φροντίδας ιδίως, νοσηλευτές, καλλιτέχνες με επιρροή, ανθρώπους των γραμμάτων, ακτιβιστές, που μπορούν να άρουν αμφιβολίες, να παραμερίσουν πλάνες, να μειώσουν επιφυλάξεις, να πείσουν για την ανάγκη της αποτελεσματικής προστασίας, τη δικιά μας και των συνανθρώπων μας. Να καταπολεμήσουν τον κομπογιαννιτισμό και τη συνωμοσιολογία. Να κάνουν ό,τι δεν κάνει –και φαίνεται πως δεν πρόκειται να κάνει– μια κυβέρνηση με έναν υπουργό Υγείας που υποστηρίζει ότι δεν είναι δουλειά της κυβέρνησης να πείθει τους πολίτες να εμβολιαστούν.
Η κινητοποίηση μιας τέτοιας ομάδας ανθρώπων σε κάθε πόλη, στις γειτονιές των μεγαλουπόλεων θα μπορούσε σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα να αλλάξει το τοπίο. Να αφαιρέσει κάθε πρόσχημα για την επιβολή από την κυβέρνηση του στιγματισμού και της τιμωρητικής λογικής σαν λύση. Να απαλλάξει συνειδήσεις από τα δεσμά του ανορθολογισμού. Να μειώσει δραστικά την επιρροή τής ακροδεξιάς ρητορικής, που ανάγει τον παράλογο φόβο σε τρόπο σκέψης και ανάλογης ετεροφοβικής συμπεριφοράς.
Πολύ καλά έπραξε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ που κατέθεσε τροπολογία, για να μην εξαιρούνται οι πολίτες από την υποχρέωση υποβολής σε τεστ, όταν μπαίνουν σε χώρους θρησκευτικής λατρείας. Αν, όμως, οι πρωτοβουλίες περιοριστούν στο πεδίο της Βουλής, ο αγώνας διεξάγεται χωρίς τη συμμετοχή εκείνων ακριβώς που θα κρίνουν την έκβασή του. Κι αυτό δεν εγγυάται ότι η έκβαση θα είναι θετική.