Νέα Ορλεάνη, τέλη της δεκαετίας του 1940. Η Στέλλα και ο Στάνλεϊ Κοβάλσκι, δύο άνθρωποι από διαφορετικούς κόσμους ζουν έναν παθιασμένο έρωτα σε μια γοητευτικά παρηκμασμένη συνοικία της πόλης υπό τους μελαγχολικούς ήχους της τζαζ. Αυτό μέχρι τη στιγμή που στο σπίτι τους φτάνει η Μπλανς Ντιμπουά, η αδελφή της Στέλλας. Το αριστουργηματικό έργο του Τένεσι Ουίλιαμς «Λεωφορείον ο Πόθος» ανεβαίνει από τις 12 Νοεμβρίου, για πρώτη φορά στο Εθνικό Θέατρο, σε μετάφραση και σκηνοθεσία Θανάση Σαράντου.
Η Μπλανς φέρνει στις αποσκευές της όλη την απελπισία της χαμένης ζωής της, τα οικογενειακά βάρη που την τσάκισαν, έναν εύθραυστο ψυχισμό που την κάνει να προτιμά να ζει στη φαντασία αντί στην οδυνηρή πραγματικότητα. Σε αυτή τη συναισθηματική της διαδρομή από τον πόθο και το ψέμα στην αλήθεια και την τρέλα, ποιες ήταν οι στιγμές που καθόρισαν την πορεία της; «Έχω την αίσθηση ότι ακόμα και τα κρίσιμα γεγονότα στη ζωή της Μπλανς Ντιμπουά, δεν την άλλαξαν. Θεωρώ ότι είναι μια γυναίκα η οποία αδυνατεί να κάνει αληθινές σχέσεις» εξηγεί στην Εποχή ο Θανάσης Σαράντος. «Αυτό το αποδεικνύει και η πολύχρονη απουσία και το έλλειμμα αληθινού ενδιαφέροντος για την αδερφή της. Αυτό που μας συγκινεί στην πορεία της Μπλανς είναι η τραγικότητα της μοναξιάς της. Ουσιαστικά δεν μπορεί να υπάρξει ως ο εαυτός της. Είναι πολύ παράδοξο το ότι σε όλο το έργο μιλά μόνο δύο φορές στον εαυτό της. Στην αρχή του έργου λέει "απλά πρέπει να κρατηθώ, να κρατήσω τα διάφορα προσωπεία μου, για να μπορώ να υπάρξω" και αργότερα που αναφωνεί τρεις φορές το όνομά της, σαν να βρίσκεται σε μία κατάσταση "Τι κάνω; Πού βρίσκομαι; Γιατί το κάνω;". Παρακολουθούμε την πορεία ενός ανθρώπου, που ο συγγραφέας φρόντισε να φτάσει μέχρι το μεδούλι της ύπαρξής της και να μας βάλει μέχρι και μέσα στον εγκέφαλό της για το πώς σκέφτεται. Μας θυμίζει τη νυχτοπεταλούδα η οποία κινδυνεύει όταν βρίσκεται στο φως, αλλά έλκεται ταυτόχρονα από αυτό και καταστρέφεται», σημειώνει ο σκηνοθέτης.
Η ωμότητα της αλήθειας
Η ματαίωση, η αποτυχία και ο χρόνος που περνά αδυσώπητα στοιχειώνουν το πολυδιάστατο έργο του Ουίλιαμς, που αντανακλά έναν σκληρό κόσμο ο οποίος αποβάλλει ή καταστρέφει όποιον δεν μπορεί να ενσωματωθεί. «Το φως στο έργο είναι η αλήθεια, που ξεγυμνώνει την Μπλανς, την αποκαλύπτει και εκείνη δεν το δέχεται. Ακόμα και σε αυτή τη γύμνια της συνεχίζει να ζει ένα ψέμα. Οι αντιήρωες στο θέατρο είναι και οι πιο ενδιαφέροντες, ίσως και οι πιο δύσκολοι ρόλοι. Ο συγγραφέας μας δείχνει το τι είναι ικανός να κάνει ο άνθρωπος, όταν έχει χάσει την πυξίδα του. Υπάρχει ένα συνεχές παιχνίδι στο μυαλό της Μπλανς. Η ωμότητα της αλήθειας της μάς κάνει να συγκινούμαστε με ό,τι της συμβαίνει και να βάζουμε και τον εαυτό μας στη θέση της. Αυτό το κείμενο φτάνει στα μύχια της ανθρώπινης ύπαρξης. Όλοι οι ήρωες του έργου έχουν το θέμα της ταυτότητας. Πρόκειται για ένα έργο που έχει διαφορετικές ιστορίες επιβίωσης. Αυτό ήταν πολύ δελεαστικό: ένα έργο που έχει τον κίνδυνο να παρουσιαστεί ως ηθογραφία, μας δείχνει όλα αυτά τα επίπεδα στις σχέσεις των ανθρώπων, εστιάζοντας στη σχέση ανάμεσα στον άνδρα και τη γυναίκα και όχι μόνο», αναφέρει ο Θανάσης Σαράντος.
Στο «Λεωφορείον ο Πόθος» τα μοτίβα του πόθου και του θανάτου είναι αλληλένδετα και συνυπάρχουν από την αρχή μέχρι το τέλος της ιστορίας. «Υπάρχει μία διαφορά στον πόθο και στον έρωτα. Ο πόθος δεν έχει να κάνει μόνο με τη σεξουαλική λαγνεία, αλλά και με το ότι ποθώ κάτι που δεν έχω. Η Μπλανς ποθεί έναν άνδρα σαν τον Στάνλεϊ. Αυτό που δεν έχει αποκτήσει εκείνη και που με έναν τρόπο, μισεί που το έχει η αδερφή της. Αυτά τα δύο στοιχεία μπλέκονται μεταξύ τους. Δεν μπορούμε να καταλάβουμε πότε η Μπλανς είναι πόθος ή θάνατος και αν τελικά είναι η ίδια ο θάνατος, ακόμα κι αν κυκλοφορεί με λευκά ταγιέρ. Ο συγγραφέας "παίζει" με αυτή την ειρωνεία», τονίζει ο σκηνοθέτης.
Η κάθαρση του γράφοντος
Κάθε τραγωδία στο θέατρο ολοκληρώνεται με την κάθαρση των θεατών. Τι ισχύει ωστόσο με την κάθαρση του γράφοντος; «Πιστεύουμε ότι οι καλοί συγγραφείς είναι βιωματικοί συγγραφείς. Υπάρχουν στοιχεία του έργου από την ίδια του την οικογένεια. Ο πατέρας του συγγραφέα ήταν ένας σκληροτράχηλος άντρας, έμπορος - πλασιέ, όπως και ο Στάνλεϊ, ο οποίος ήταν αντιπρόσωπος του εργοστασίου, βίαιος, ωμός αλλά και κάπου αληθινός μέσα στην ωμότητά του και θα τολμούσα να πω ακόμα και αθώος. Απ’ την άλλη, η μητέρα του ήταν πρώην αριστοκράτισσα του νότου. Η αδερφή του, η Ροζ, ήταν ένα ευαίσθητο πλάσμα με το ζήτημα της ψυχιατρικής ασθένειάς της. Από αυτόν τον κόσμο της οικογένειάς του, ο συγγραφέας έχει επηρεαστεί για να γράψει το κάθε έργο του. Υπάρχουν πάρα πολλά στοιχεία και από τον ίδιο, με την τάση του στον αλκοολισμό και την εμπειρία του από τη Ν. Ορλεάνη. Υπήρξε ένα διάστημα που έζησε εκεί, οπότε τον ήξερε αυτόν τον κόσμο, ο οποίος είχε και μια αυθεντικότητα. Έχει πολύ ενδιαφέρον ο τρόπος που περιγράφει τη Ν. Ορλεάνη με τον γαλαζοπράσινο ουρανό της, τις μυρωδιές του καφέ, της σοκολάτας και ταυτόχρονα την μπόχα από τον ποταμό Μισισιπή, την υγρασία, τη ζέστη. Όλα αυτά δημιουργούν ένα ασφυκτικό περιβάλλον και ταυτόχρονα ερωτικό. Το έργο, όμως, δεν είναι βουτηγμένο στη ναφθαλίνη. Αναπτύσσονται σχέσεις που αφορούν το σήμερα. Το έργο μιλά και για τον ρόλο της γυναίκας, την ενδοοικογενειακή βία, τα ζητήματα της αποπλάνησης ανηλίκων αλλά από την πλευρά της γυναίκας, την ομοφυλοφιλία, για το πώς υπάρχουν φτωχοί άνθρωποι που ελπίζουν σε καλύτερη τύχη, τη φτώχεια, τη μετανάστευση. Είναι ένα σημερινό κείμενο με τη γοητεία και την ποίηση του Ουίλιαμς» υπογραμμίζει ο Θανάσης Σαράντος.
Τζαζ, η μουσική της ελευθερίας
Ατέλειωτη τζαζ μουσική, που υπογράφει ο Κωνσταντίνος Ευαγγελίδης, συνοδεύει το πολυεπίπεδο έργο του Τένεσι Ουίλιαμς, μεταφέροντας πιστά τους θεατές στη Ν. Ορλεάνη του 1947. Ο Θανάσης Σαράντος αναφέρει: «Έχω τη χαρά και την τιμή να συνεργάζομαι για πέμπτη φορά με τον Κωνσταντίνο Ευαγγελίδη. Αυτή τη φορά καταφέραμε να πείσουμε ότι όντως υπάρχει η ανάγκη για ζωντανή μουσική κατά τη διάρκεια της παράστασης. Η μουσική είναι αναπόσπαστο στοιχείο μέσα στο έργο. Από την αρχή μέχρι το τέλος, υπάρχουν σκηνικές οδηγίες του συγγραφέα για το πώς χρησιμοποιείται η τζαζ μουσική, ακόμα και ο τρόπος που χρησιμοποιείται, δηλαδή οι εντάσεις, η επιλογή των οργάνων. Πέρα από τη μουσική που παίζεται μαζί με τις σκηνές της πρόζας, έχουμε τη δυνατότητα να έχουμε ζωντανή μουσική επί σκηνής από ένα πιάνο κι ένα σαξόφωνο. Επίσης έχουμε τη χαρά να συνεργάζεται μαζί μας μια υπέροχη τραγουδίστρια και ηθοποιός, η Ίντρα Κέιν, που τραγουδά τζαζ κομμάτια και συνθέσεις που γράφτηκαν για την παράσταση από τον Κωνσταντίνο Ευαγγελίδη, που έχει εμπνευστεί από τη σόουλ, τζαζ μουσική της εποχής που γράφτηκε το έργο».
Το «Λεωφορείον ο Πόθος» γράφτηκε το 1947 και έκανε πρεμιέρα στο θέατρο Ethel Barrymore στη Νέα Υόρκη, σε σκηνοθεσία Ηλία Καζάν. Το 1951 γνώρισε παγκόσμια επιτυχία με τη μεταφορά του στον κινηματογράφο από τον ίδιο σκηνοθέτη, με πρωταγωνιστές την Βίβιαν Λι (Μπλανς) και τον Μάρλον Μπράντο (Στάνλεϊ). Πρόκειται για μία από τις πολυαναμενόμενες παραγωγές του Εθνικού Θεάτρου, για την οποία για την οποία αξίζει να κάνουμε μία «στάση» στη Σκηνή «Νίκος Κούρκουλος».
Παίζουν οι ηθοποιοί: Άγγελος Ανδριόπουλος, Ιερώνυμος Καλετσάνος, Ίντρα Κέιν, Λάμπρος Κτεναβός, Νικόλας Μακρής, Πηνελόπη Μαρκοπούλου, Νάνσυ Μπούκλη, Κωνσταντίνα Τάκαλου, Αποστόλης Τότσικας, Γρηγόρης Φρέσκος. Μουσικοί επί σκηνής: Κωνσταντίνος Ευαγγελίδης, Γιάννης Παπαναστασίου
Hμέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο στις 9μμ, Κυριακή στις 7.30μμ.