Η διαδικασία πολιτογράφησης είναι το επιστέγασμα μιας ολοκληρωμένης πολιτικής για τη μετανάστευση και την ένταξη. Πρέπει να είναι ταχεία, δίκαιη και προσιτή σε όλους όσους το επιθυμούν.
Η σημερινή κυβέρνηση, όμως, όπως κάνει στους περισσότερους τομείς, κινείται σε μια κατεύθυνση αντίθετη. Η διαδικασία της πολιτογράφησης πρέπει να εξετάζει το επίπεδο ένταξης των ανθρώπων στην κοινωνία και τη συμμετοχή τους σε αυτή και να το κάνει με τρόπο δίκαιο και αντικειμενικό.
Η διαδικασία με κλειστού τύπου ερωτήσεις, από κατάλογο ερωτήσεων, είναι σημαντική και αναγκαία παράμετρος στη διασφάλιση της ίσης μεταχείρισης των συμμετεχόντων, ωστόσο δεν είναι από μόνη της ικανή. Πρέπει να συνοδεύεται από προβλέψεις για όσους δεν μπορούν να ανταποκριθούν σε μια τέτοια διαδικασία, ώστε να έχουν δυνατότητα πρόσβασης. Πρέπει όμως και να είναι απρόσκοπτη και ανεμπόδιστη η πρόσβαση στη διαδικασία για να εξασφαλίζεται επαρκώς η εν λόγω ισότητα.
Οι ερωτήσεις πρέπει να είναι ουσιαστικές, να έχουν αντίκρισμα στην καθημερινή ζωή και όχι να είναι μια στείρα απομνημόνευση εγκυκλοπαιδικών γνώσεων. Θα είχε ενδιαφέρον την επόμενη φορά που θα βρεθούμε σε μια παρέα φίλων να ρωτήσουμε ποια βασίλισσα της Ελλάδας ήταν αδερφή του Κάιζερ της Γερμανίας Γουλιέλμου Β ́, τι ήταν η «Απέλλα» και «Ξενηλασία» στην αρχαία Σπάρτη, ποιος είναι ο αρχηγός του πολιτικού κόμματος «Κοινωνία – Πολιτική Παράταξη Συνεχιστών του Καποδίστρια» ή ποιοι ήταν οι 12 θεοί του Ολύμπου σύμφωνα με τη μυθολογία (και να τους αναφέρουν σωστά).
Το ελάχιστο «επαρκές» εισόδημα των 7.000 ευρώ κατά τα προηγούμενα 3, 5 ή 7 χρόνια αναλόγως με την κατηγορία που ανήκει ο αιτών, είναι μια άδικη και με ταξικό κριτήριο προϋπόθεση, που μετατρέπει τη διαδικασία κτήσης ιθαγένειας, με δεδομένο τα 12, σχεδόν, χρόνια οικονομικής ύφεσης και αύξησης της ανεργίας, ένα δικαίωμα για λίγους.
Ας σκεφτούμε πόσοι από το οικογενειακό μας περιβάλλον, τους γνωστούς και τους φίλους μας, έμειναν άνεργοι τα τελευταία 7 χρόνια, πόσοι κατάφεραν να έχουν σταθερό εισόδημα, πόσοι εξαναγκάστηκαν να δηλώνονται ως μερικής απασχόλησης και να δουλεύουν δωδεκάωρα, γιατί «αν δεν θες, ξέρεις πόσοι παρακαλάνε;», και ας αναρωτηθούμε σε τι τελικά αποσκοπούν όλα αυτά.
Χιλιάδες άνθρωποι ανά την Ελλάδα προσήλθαν στα εξεταστικά κέντρα για την απόκτηση του Πιστοποιητικού Επάρκειας Γνώσεων για Πολιτογράφηση πριν μια εβδομάδα. Το Τμήμα Προσφυγικής και Μεταναστευτικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ–ΠΣ είχε οργανώσει μια δράση ενημέρωσης και διαμαρτυρίας σε αρκετούς από τους χώρους που διεξήχθησαν οι εξετάσεις. Είχαμε εξ αρχής αποφασίσει η παρουσία μας να είναι διακριτική αλλά ουσιαστική, ώστε, αφενός, να επιτευχθεί ο σκοπός της δράσης και, αφετέρου, να μην προκληθεί αναστάτωση στους συμμετέχοντες, καθώς πρόκειται για μια ούτως ή άλλως δύσκολη και απαιτητική διαδικασία, η οποία δυσχεραίνεται από την επιλογή της κυβέρνησης να θέσει μια σειρά εμπόδια.
Η εμπειρία όσων συντρόφων και συντροφισσών συμμετείχαν στη δράση, είχε έναν κοινό τόπο. Η ελλιπής ενημέρωση από πλευράς του κράτους είχε δημιουργήσει μια σημαντική σύγχυση για τη διαδικασία που θα ακολουθηθεί. Οι περισσότεροι δεν γνώριζαν για τα εισοδηματικά κριτήρια και ότι ακόμα και αν πετύχουν στις εξετάσεις μπορεί να «κοπούν» εξαιτίας τους.
Αυτή είναι, λοιπόν, η διαμορφωθείσα πραγματικότητα για τους ανθρώπους που ζουν και εργάζονται δίπλα μας και μαζί μας τα τελευταία χρόνια. Η Νέα Δημοκρατία Α.Ε. αποφάσισε ότι αν θέλουν να πάρουν την ελληνική ιθαγένεια, πρέπει να μην είναι «τίποτα φτωχοί».
Συντασσόμενοι με το αφήγημα του αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Μαργαρίτη Σχοινά, φρόντισαν να διαφυλαχθεί ο «ευρωπαϊκός τρόπος ζωής». Αγνόησαν, εντέχνως βέβαια, ότι η όποια ευημερία γνώρισε αυτή η χώρα ήταν στις πλάτες –κυρίως, αλλά όχι μόνο– των μεταναστών.
Οι μεγάλοι αυτοκινητόδρομοι, τα φαραωνικά ολυμπιακά έργα, η άνθιση του κατασκευαστικού κλάδου τη δεκαετία του ’90 και το πρώτο μισό του νέου αιώνα, ήταν όλα προϊόντα της εκμετάλλευσης των μεταναστών. Όποια πέτρα κι αν σηκώσεις, θα βρεις τον ιδρώτα –και κάποιες φορές το αίμα– ανθρώπων που δούλεψαν σκληρά, σε επισφαλείς συνθήκες για να πλουτίζουν οι εργολάβοι και να μπορούμε οι υπόλοιποι να ζούμε σε ασφαλείς κατοικίες, να ταξιδεύουμε με τα αυτοκίνητά μας σε σύγχρονους αυτοκινητόδρομους και να αναρωτιόμαστε γιατί έργα δισεκατομμυρίων εγκαταλείφτηκαν να μαραζώσουν και τώρα ξεπουλιούνται για ψίχουλα.
Σε αγαστή συνεργασία με τα μεγάλα συστημικά μέσα ενημέρωσης, στοχοποιούν και περιθωριοποιούν καθημερινά τους μετανάστες. Κλείνουν την πόρτα σε όλους εκείνους που, μετά από δεκαετίες παραμονής και σκληρής δουλειάς, νιώθουν ότι εδώ είναι ο τόπος τους και έχουν κουραστεί να πηγαίνουν κάθε δύο ή τρία χρόνια να ταλαιπωρούνται από μια δαιδαλώδη γραφειοκρατία για να ανανεώσουν την άδεια διαμονής τους. Αφήνουν μια μικρή χαραμάδα που χωράει μόνο λίγους. Με κάθε ευκαιρία δημιουργούν γκρίζες ζώνες και σωρεύουν σε αυτές χιλιάδες ανθρώπους για να παραμένει μια σημαντική δεξαμενή φτηνών και χωρίς δικαιώματα εργαζομένων.
Για την Αριστερά, όμως, η αξία της προάσπισης των αδύναμων είναι θεμελιώδης. Όχι με το ενοχικό σύνδρομο της λύπησης ή της φιλανθρωπίας, αλλά με το αγωνιστικό πρόσημο της αλληλεγγύης. Συνεχίζουμε να αγωνιζόμαστε μαζί με –και για– όσους δεν έχουν φωνή, ή η φωνή τους δεν ακούγεται, για μια κοινωνία δικαιοσύνης, ισότητας, συνοχής και συμπερίληψης, χωρίς αποκλεισμούς.