Σε δύο χαρακτηριστικά πράγματα παραμένει εξαιρετικά σταθερή η κυβέρνηση. Το πρώτο, ότι για δύο μείζονα ζητήματα, την ακρίβεια και την πανδημία, την ευθύνη δεν την έχει ποτέ η ίδια, την έχουν κάποιοι άλλοι. Το δεύτερο χαρακτηριστικό είναι, ότι ήδη έχει λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα, έχει κάνει τα απολύτως επαρκή και τα απολύτως αναγκαία για την αντιμετώπιση της κατάστασης και στα δύο ζητήματα!
Για τη Δημόσια Υγεία η κυβέρνηση μειώνει την κρατική χρηματοδότηση, τις δαπάνες καταρχήν του υπουργείου Υγείας, εν σχέσει με ό,τι εκτελέστηκε φέτος. Μπορεί κανείς αυτό να το δει, ξεκάθαρα, στον πίνακα 313, ανώτατα όρια δαπανών φορέων Κεντρικής Διοίκησης, όπου πηγαίνουμε στον Τακτικό Προϋπολογισμό και βλέπουμε, για το υπουργείο Υγείας, εκτέλεση του 2021 χρηματοδότησης από το κράτος, 5.162.000.000, έναντι, 4.341.000.000 για το 2022. Μείωση 820 εκατομμυρίων. Μιλάμε, ξαναλέω, για τις δαπάνες του υπουργείου η οποία εμφανίζεται σαφέστατα μειωμένη. Λες και η κατάσταση φέτος είναι ικανοποιητική, και η υποστήριξη είναι επαρκής στο Δημόσιο Σύστημα Υγείας, ήδη. Ιδιαίτερη σημασία έχει, ότι αφαιρούνται 280 εκατομμύρια από τα δημόσια νοσοκομεία (πίνακας 308) - μιλώ για τις μεταβιβάσεις του Κρατικού Προϋπολογισμού για την κρατική χρηματοδότηση σε φορείς της Γενικής Κυβέρνησης – από 1.742.000.000, πάμε σε 1.462.000.000 για το 2022.
Ιδιαίτερη σημασία έχει και το γεγονός των μειώσεων των παρεμβάσεων για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας λόγω Covid, ζήτημα διακριτό από τη χρηματοδότηση του κράτους προς το υπουργείο Υγείας ειδικά. Προβλέπεται και πάλι μείωση - πάντα μιλώ σε σχέση με το τι εκτελέστηκε φέτος - (είναι ο πίνακας 3.32), Συγκεκριμένα, από κάλυψη αυξημένων υγειονομικών δαπανών λόγω πανδημίας, (εξοπλισμός, υποδομές κλπ), στη φετινή εκτέλεση είναι 1,255 δισ. έναντι 736 εκατ. του χρόνου. Κάλυψη έκτακτων δαπανών των φορέων της κεντρικής διοίκησης λόγω Covid 244 εκατ. φέτος έναντι 167 του χρόνου. Το υπενθυμίζω, υπάρχουν αλληλεπικαλύψεις αλλά η ουσία είναι ότι υπάρχουν μειώσεις στην κρατική χρηματοδότηση και για τις δαπάνες του υπουργείου και για τις έκτακτες δαπάνες για την πανδημία.
Αλχημείες με τις δαπάνες για την υγεία
Ο κ. Σκυλακάκης, πριν, στην αναφορά του στον πίνακα 2.2, απαντά σε ένα άλλο ζήτημα από αυτό που εμείς θίγουμε και αφορά, ξαναλέω, τις μεταβιβάσεις του κρατικού προϋπολογισμού, την κρατική χρηματοδότηση. Απαντά για τις δαπάνες που κάνουν γενικώς οι φορείς για την υγεία και όχι για τη χρηματοδότηση που δίνει το κράτος στο υπουργείο Υγείας και τη χρηματοδότηση που δίνει το κράτος για τις έκτακτες δαπάνες λόγω του Covid.
Προσθέτουν, δηλαδή, τις δαπάνες που κάνουν διάφοροι φορείς, τα νοσοκομεία, τα στρατιωτικά νοσοκομεία κ.λπ. Δεν αφορά, επαναλαμβάνω, τις μεταβιβάσεις που κάνει το κράτος. Οι φορείς έχουν και ίδια έσοδα. Εδώ συζητάμε τι μεταβιβάζει το κράτος για την υγεία, τι δαπανά το κράτος προς τα εκεί. Αυτό είναι το κρίσιμο. Δεν μιλάμε για τα ίδια έσοδα των φορέων. Κατά τη γνώμη μας, πετάει την μπάλα στην εξέδρα η κυβέρνηση με αυτή την απάντηση, με το να λέει πόσες δαπάνες κάνουν οι φορείς γενικώς για την υγεία και όχι το τι πληρώνει το κράτος για την υγεία στο Υπουργείο Υγείας και στις έκτακτες δαπάνες λόγω Covid.
Υπάρχει και η εξέλιξη αυτής της ιστορίας, με αυτό που είπε ο κ. Ρουσόπουλος απαντώντας σε εμάς, ότι γίνεται μια χρήση κατά το δοκούν των έκτακτων δαπανών λόγω Covid, προκειμένου να εμφανιστεί ο προϋπολογισμός του 2022 για την υγεία υψηλότερος σε σχέση με αυτά που έχουν εκτελεστεί το 2021. Ο κ. Ρουσόπουλος, αθροίζει μεν για το 2022 τα 600 εκατομμύρια, που η Κυβέρνηση έχει τοποθετήσει στην άκρη - δεν λέει ότι θα τα διοχετεύσει στο Υπουργείο Υγείας - και λέει «αν χρειαστεί, θα τα δώσω για την κάλυψη έκτακτων δαπανών», αλλά δεν κάνει την ίδια προσθήκη για το 2021. Αν θέλατε να προσθέσετε ακριβώς τα αντίστοιχα και για το 2021. Θα έπρεπε να έχετε προσθέσει το 1 δισεκατομμύριο δηλαδή τις αντίστοιχες δαπάνες λόγω Covid που έγιναν το 2021, θα έπρεπε να προσθέσετε όχι τα 600 εκατομμύρια, που προσθέτετε για το 2022, αλλά, αντιστοίχως, τα 1,2 δισ. για το 2021.
Άρα, ή προσθέτουμε τα ίδια και για τις δύο χρονιές και βγαίνει ως αποτέλεσμα ότι το 2021 εκτελέστηκαν πολύ περισσότερα σε σχέση με αυτά που προϋπολογίζονται για το 2022, ή κάνουμε διάφορους λογιστικούς ακροβατισμούς, για να δείξουμε ότι τάχα το 2022 έχουμε σκοπό να δαπανήσουμε περισσότερα για την υγεία απ’ ό,τι στην πραγματικότητα προβλέπει ο κρατικός προϋπολογισμός. Λες και το ζήτημα, εν μέσω μιας τέτοιας κρίσης, είναι οι εντυπώσεις και όχι η ουσία.
Mε την πανδημία θα είμαστε σε καλύτερη κατάσταση το 2022;
Εδώ είναι το κρίσιμο και το πολιτικά ουσιώδες. Είμαστε σε φάση όξυνσης της πανδημικής κρίσης ή όχι; Γιατί άκουσα και τον εισηγητή της ΝΔ να λέει ότι, περίπου, δεν χρειάζεται να δώσουμε τα ίδια του χρόνου αφού θα είμαστε σε καλύτερη κατάσταση. Πρώτον, βρισκόμαστε σε φάση όξυνσης της πανδημικής κρίσης ή όχι; Μάθατε κάτι από την πανδημία για την ανάγκη πολλαπλάσιας στήριξης των δημόσιων συστημάτων υγείας ή δεν βλέπετε, στην πραγματικότητα, την ώρα για να κόψετε ότι επιπρόσθετο δόθηκε που και αυτό αποδείχθηκε από τα πράγματα εγκληματικά ανεπαρκές; Αυτό είναι το κρίσιμο ζήτημα. Και στο έτερο μεγάλο ζήτημα της ακρίβειας, καμία παρέμβαση δεν προβλέπεται στον Προϋπολογισμό του 2022 για την προστασία επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Άκουσα τον κύριο υπουργό, πολλάκις να αναφέρει ότι το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών έχει αυξηθεί κατά 7% το 2021 και άρα αυτό σημαίνει ότι μπορούν να ανταποκριθούν σε αυτές τις ανατιμήσεις, ότι τις υπερκαλύπτει. Καταρχάς, η εκτίμηση για αύξηση εισοδήματος 7% το δεύτερο τρίμηνο του 2021 αφορά το δεύτερο τρίμηνο του 2021 σε σχέση με το αντίστοιχο του 2020, αντανακλά, όπως και ο ρυθμός ανάπτυξης, αυτή τη σύγκριση δηλαδή με μια περίοδο Lockdown, συρρίκνωσης των εισοδημάτων και μεγάλης ύφεσης.
Δεύτερον, υπάρχει ένα σοβαρό ζήτημα χρονικότητας. Η εκτίναξη, η έκρηξη των τιμών αρχίζει στην πραγματικότητα από τα τέλη του καλοκαιριού και μετά, άρα δεν απαντά στο πρόβλημα μια σύγκριση που αφορά το δεύτερο τρίμηνο του 2021 σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο του 2020. Τρίτον και σημαντικότερο, οι τιμές σε βασικά είδη διαβίωσης έχουν εκτοξευθεί, όχι μόνο σε σύγκριση με το 2020, αλλά και σε σύγκριση με το 2019: 75%. πάνω το φυσικό αέριο σε σχέση με το 2019, 24% το κρέας, 20% τα λαχανικά. Ο πίνακας της ΕΛΣΤΑΤ δείχνει ακριβώς αυτή την πολύ μεγάλη αύξηση των τιμών των προϊόντων και σε σχέση με το 2019. Άρα, μία σύγκριση, η οποία απομονώνει εισοδήματα του 2021 σε σχέση με το 2020 για συγκεκριμένα τρίμηνα επ’ ουδενί δεν μπορεί να απαντήσει στο τεράστιο πρόβλημα της ακρίβειας που αντιμετωπίζουν αυτή τη στιγμή επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Είναι και αυτό το επιχείρημα για επικοινωνιακή κατανάλωση.
Η απάντηση σε όλα αυτά, είναι ότι έχουμε ανάπτυξη 6,9% για το 2021 και 4,5% για το 2022. Για το 2021 το έχουμε, νομίζω, υπογραμμίσει αρκετές φορές ότι αυτός ο δείκτης είναι, στην πραγματικότητα, αποτέλεσμα της σύγκρισης με το 2019, δηλαδή με μια χρονιά όπου η χώρα μας βυθιζόταν στη δεύτερη μεγαλύτερη ύφεση της ευρωζώνης στο 9%. Αυτή τη μεταβολή αποτυπώνει ο δείκτης. Να δούμε, όμως, και συγκριτικά με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όχι το ρυθμό ανάπτυξης, αλλά να δούμε ακριβώς πώς αποτυπώνεται αυτό το rebound της ελληνικής οικονομίας, δηλαδή να συγκρίνουμε τις χώρες με βάση την ανάπτυξη, την ανάκαμψη που θα παρουσιάσουν φέτος, όπως την εκτιμά η Κομισιόν σε σχέση με την περσινή τους επίδοση, την ύφεση που είχαν. Αν κάνουμε αυτού του τύπου τη σύγκριση μεταξύ των χωρών, την πραγματική δηλαδή, θα δούμε ότι η Ελλάδα βρίσκεται αρκετά κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Στο rebound της οικονομίας, είναι έβδομη από το τέλος σε σύνολο 27 κρατών. Γιατί τα λέω αυτά, τη σύγκριση με τις ευρωπαϊκές χώρες, διότι δεν νομίζω ότι δικαιολογούνται πανηγυρισμοί, αν μη τι άλλο, ιδίως εν μέσω μιας τέτοιας κοινωνικής συνθήκης. Ιδίως, όταν μιλάμε για μια οικονομία όπως η ελληνική που είναι η πλέον εύθραυστη οικονομία, που εξήλθε πριν λίγο καιρό από μία δεκαετή βαθιά κρίση.
Για τι ανάπτυξη μιλάμε;
Να δούμε, όμως, και το κρισιμότερο για μας, για τί ανάπτυξη μιλάμε; Ποιους αφορά; Μιλάτε για ανάπτυξη, αλλά κόβεται 1,7 δισ. από την κρατική χρηματοδότηση για τις κοινωνικές παροχές, μείον 200 εκατομμύρια για την πρόνοια, μείον 70 εκατομμύρια για τις παροχές υγείας από τον ΕΟΠΥΥ. Το περιγράφετε και εσείς εξάλλου στον πίνακα 3.8, το λέτε και φραστικά «οι μεταβιβάσεις από τον τακτικό Προϋπολογισμό σε φορείς εντός Γενικής Κυβέρνησης είναι μειωμένες κατά 1,7 δισ.» (σελίδα 76).
Μάλιστα, ιδίως για τα άτομα με αναπηρίες, χθες ο πρωθυπουργός εξήγγειλε ένα επίδομα που κοστολογείται, περίπου, στα 40 εκατομμύρια ένα μέρισμα για φέτος, την ώρα που ο προϋπολογισμός μειώνει τις παροχές για τα άτομα με αναπηρίες σε σχέση με το 2019 κατά 53 εκατομμύρια! Ήρθε ο κύριος Μητσοτάκης χθες, να εξαγγείλει ένα επίδομα, ένα μέρισμα, για να εμφανιστεί ότι τιμά και υπερασπίζεται και προστατεύει τα άτομα με αναπηρίες.
Και για τη στήριξη των ανέργων, είναι μειωμένα τα κονδύλια κατά 150 εκατομμύρια. Να σας προλάβω μην πείτε ότι αυτό δικαιολογείται από τη μείωση της ανεργίας διότι οι επιδοτούμενοι εγγεγραμμένοι στον ΟΑΕΔ παραμένουν 930.000 και πάνω, άρα, δεν μειώνονται οι άνθρωποι που έχουν ανάγκη να υποστηριχθούν, οι άνεργοι. Αντιθέτως, τα κονδύλια για την επιδότηση της ανεργίας μειώνονται σημαντικά, κατά 150 εκατομμύρια. Εστιάζουμε τόσο πολύ στην κρατική χρηματοδότηση και στις μεταβιβάσεις του κρατικού προϋπολογισμού, διότι αυτό δείχνει τελικά και το τι αντίληψη έχει η κυβέρνηση για το κοινωνικό κράτος.
Μιλάτε για την ανάπτυξη την ώρα που ο εργασιακός μεσαίωνας, θα έλεγα, ότι φαντάζει πια παράδεισος για τους εργαζόμενους. Μιλάτε για ανάπτυξη την ώρα που καταργήσαμε το οκτάωρο, την ώρα που θεσπίσατε απλήρωτες υπερωρίες, την ώρα που θεσπίσατε την αμοιβή των εργαζομένων με ρεπό για τις υπερωρίες τους, για ανάπτυξη και την ίδια ώρα καταργήσαμε και την προ δήλωση της υπερεργασίας τη 17η Νοέμβρη το απόγευμα, καταργήσαμε την υποχρέωση των εργοδοτών να δηλώνουν την υπερεργασία αυτή που είχε θεσπίσει ο ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή, να έρχονται και να εργάζονται στην πραγματικότητα οι εργαζόμενοι συν μία ώρα την ημέρα, μαύρα, αδήλωτα και κατά πάσα πιθανότητα απλήρωτα.
Όταν θέσπισε ο ΣΥΡΙΖΑ την εν λόγω υποχρέωση, δηλώθηκαν και πληρώθηκαν περισσότερες από πέντε εκατομμύρια ώρες υπερεργασίας που μέχρι πριν ούτε δηλώνονταν ούτε πληρώνονταν στους εργαζόμενους. Και τότε ο κύριος Σκέρτσος που ερχόταν στο υπουργείο Εργασίας -ήμουν εγώ υπουργός- ερχόταν ως εκπρόσωπος του ΣΕΒ, ήταν πραγματικά έξαλλος με το ενδεχόμενο να περάσει μία τέτοια ρύθμιση. Ο ΣΕΒ, προφανώς, ενοχλήθηκε πάρα πολύ και εσείς φροντίσατε να καταργήσετε και αυτή τη ρύθμιση για τους εργαζόμενους, στην πραγματικότητα εν κρυπτώ επιχειρήσαμε να γίνει αυτό αλλά προφανώς δεν πέρασε στα ψιλά, άλλο ένα βήμα στην απλήρωτη εργασία. Γι’ αυτή την ανάπτυξη μιλάτε.
Μιλάτε και για τους νέους...
Σας ακούω να μιλάτε και για τους νέους. Καταθέτω εδώ έρευνα του Εurofound [www.eurofound.europa.eu/el], ιδρύματος πολύ σημαντικού, που ασχολείται με την αγορά εργασίας στην Ευρώπη και δείχνει ότι η χώρα μας είναι μακράν η πρώτη στο ποσοστό των νέων που έμειναν άνεργοι την περίοδο της πανδημίας. Νέοι έως 29 ετών που είχαν δουλειά και την έχασαν την περίοδο της πανδημίας 30%. Στην κορυφή της Ευρώπης, άλλο ένα δείγμα -δεν χρειαζόταν αυτό- του ότι στην πραγματικότητα δεν υπάρχει απολύτως καμία, πια, προστασία από τις απολύσεις στην αγορά εργασίας. Δεν απαντούν, προφανώς, τα δωρεάν DATA του κ. Μητσοτάκη όπως φαίνεται στα προβλήματα των νέων ανθρώπων.
Μιλάτε για ανάπτυξη αλλά κρατάτε καθηλωμένο τον κατώτατο μισθό. Έχει πια γελοιοποιηθεί αυτή η προεκλογική σας δέσμευση για αύξηση του κατώτατου μισθού διπλάσια της ανάπτυξης. Αλλά και για τον μέσο μισθό, λέτε, εκτιμάται ότι θα αυξηθεί κατά 1,1% το 2022 είναι ήδη προφανές ότι ακόμη και αν αυτό συμβεί - έχουμε τις επιφυλάξεις μας - με πληθωρισμό που ήδη ξεπερνάει το 3%, το πραγματικό εισόδημα των εργαζομένων θα είναι μειωμένο. Γι’ αυτή την ανάπτυξη τελικά μιλάτε που μειώνει το πραγματικό εισόδημα των εργαζομένων και οξύνει τις ανισότητες.
Μιλάτε για ανάπτυξη την ώρα που οι συνταξιούχοι δεν μπορούν να χωνέψουν την εξαπάτηση. Περικόψατε τη μόνιμη 13η σύνταξη ύψους 900 εκατομμυρίων που είχε θεσπίσει ο ΣΥΡΙΖΑ το 2019 και την οποία θα λάμβαναν οι συνταξιούχοι για τέταρτη φορά την άνοιξη που μας έρχεται. Την πήραν το 2019 θα έπρεπε να την πάρουν και το 2020 και το 2021 και από το 2022 θα την έπαιρναν για τέταρτη φορά, ήταν μόνιμο μέτρο. Ολόκληρη σύνταξη για τους χαμηλοσυνταξιούχους, ποσοστιαία για τα ανώτερα κλιμάκια, την κόψατε στο όνομα αυξήσεων που, υποτίθεται, θα ενσωματώνονταν στις συντάξεις για όσους έχουν πάνω από 35 έτη ασφάλισης. Αυτές στην πραγματικότητα δεν υπήρξαν ήταν και αυτές λογιστικά τεχνάσματα, οι άνθρωποι έχασαν μία επιπλέον σύνταξη την οποία θα λάμβαναν όλα αυτά τα χρόνια και ήρθε χθες ο κύριος Μητσοτάκης, να ανακοινώσει ως τιμητής ένα επίδομα, μέρισμα διακοσίων πενήντα ευρώ στους χαμηλοσυνταξιούχους, αφού έχει κόψει τα 900 εκατομμύρια σε μόνιμη βάση.
Αυτού του τύπου την πολιτική ασκείτε. Μιλάτε για ανάπτυξη, αλλά μηδενίζετε όλα τα μέτρα στήριξης στους εργαζόμενους, στις επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά. Φαντάζομαι ξαναδιανύουμε το τελευταίο μίλι, ξανά και ξανά, της πανδημίας και αυτό το μήνα. Αφαιρούνται από την πραγματική οικονομία 12,3 δισ., είτε πρόκειται για οφειλές που θα πρέπει να καταβάλουν οι πολίτες προς το Κράτος, είτε πρόκειται για δαπάνες που έκανε το Κράτος στους πολίτες, αυτά τα υποστηρικτικά μέτρα. Εδώ ο κ. Σκυλακάκης μου απάντησε ότι υπονοώ να δοθούν επιπλέον 12 δισ. το 2022 και ότι δεν έχω αντίληψη της δημοσιονομικής κατάστασης, ότι περίπου αυτά που λέω οδηγούν σε μνημόνια. Μα καλά, οι εναλλακτικές είναι ή μηδενική στήριξη ή μνημόνιο; Τι μανιχαϊστική αντίληψη είναι αυτή; Αυτές είναι οι δύο εναλλακτικές που υπάρχουν, για να δικαιολογήσετε δηλαδή τη δικιά σας πολιτική απόφαση να μην στηρίξετε τους εργαζόμενους και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις;
Έχουμε καταθέσει προτάσεις
Εμείς από την πλευρά μας έχουμε καταθέσει, διά του προέδρου μας, συγκεκριμένες και κοστολογημένες προτάσεις και, αν υπάρχει αμφιβολία, εδώ είμαστε να τις συζητήσουμε περί του κόστους τους και όχι τη φιλοσοφία, την οποία προφανώς απορρίπτετε. Αύξηση του κατώτατου μισθού στα 800 ευρώ. Γιατί δεν το κάνετε; Διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους της οφειλής για τα πανδημικά χρέη. Μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα, για όσο διαρκεί το μεγάλο κύμα της ακρίβειας. Εργαλεία ρευστότητας στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις μέσω της αναπτυξιακής τράπεζας. Κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος. Νέο ΕΣΥ, νέο δημόσιο σύστημα υγείας, με συγκεκριμένες προτάσεις για τις προσλήψεις και τις υποδομές και την υποστήριξη της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας.
Εσείς, όμως, δεν θέλετε να κάνετε αυτά. Έχετε άλλες προτεραιότητες. Επιλέξατε να μειώσετε το φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίου, να μειώσετε το φόρο κερδών των επιχειρήσεων για όσες λίγες επιχειρήσεις έχουν κέρδη αυτήν την περίοδο, να καταργήσετε το φόρο στις γονικές παροχές για ανώτατα εισοδήματα και ανώτατης περιουσίας, γιατί φτάνει πολύ ψηλά αυτό. Αυτές τις προτεραιότητες έχετε, αυτές τις επιλογές κάνατε. Είναι επιλογές που οξύνουν τις ανισότητες.
Θηριώδης δημοσιονομική προσαρμογή
Μιλάτε για ανάπτυξη και προβλέπετε μια θηριώδη και κυρίως –εδώ είναι το κρίσιμο– πολύ απότομη δημοσιονομική προσαρμογή, 10 δισ. μέσα σε μια χρονιά. Από έλλειμμα 12,3 δισ., θα περάσουμε σε 2,7 δισ. και ενώ ακόμη ισχύει η ρήτρα διαφυγής για το 2022. Είναι μια προσαρμογή που θα την επωμιστούν κυρίως οι πολίτες, διότι προκύπτει ακριβώς από την κατάργηση, τη ραγδαία μείωση, των κρατικών δαπανών, των υποστηρικτικών μέτρων. Είναι μια προσαρμογή η οποία κλιμακώνεται τα επόμενα χρόνια.
Δεσμευτήκατε ή συμφωνήσατε ότι η χώρα θα έχει την μεγαλύτερη δημοσιονομική προσαρμογή στην Ευρώπη έως το 2024. 10,5% μονάδες, η μεγαλύτερη στην Ευρωζώνη. Και ενώ αυτή τη στιγμή το σύμφωνο σταθερότητας είναι στην πραγματικότητα υπό αίρεση, όπως το γνωρίζαμε, δεν ισχύει πια, είναι υπό συζήτηση, η νέα του αρχιτεκτονική. Μιλάμε δε για μια χώρα η οποία εξήλθε μιας βαθιάς δεκαετούς οικονομικής κρίσης. Γιατί να είναι η Ελλάδα πρωταθλήτρια στη δημοσιονομική προσαρμογή; Γιατί να έχει αυτή την απότομη μετάβαση στη λιτότητα, ενώ οι υπόλοιπες χώρες προσπαθούν να κάνουν τα πάντα για να αποφύγουν ακριβώς αυτό; Είναι μια σαφής επιλογή εις βάρος των εργαζόμενων τάξεων.
Καθένα από τα θέματα στα οποία αναφέρθηκα στην πραγματικότητα είναι συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές και αποφάσεις, ψηφίδες μιας συγκεκριμένης στρατηγικής που ακολουθεί η Κυβέρνηση. Δεν πρόκειται για τυχαία λάθη, για αστοχίες της επιμέρους κλπ. Με κριτήριο τα συμφέροντα του κόσμου της εργασίας, της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας, αυτή η στρατηγική έχει αποτύχει. Αν κριτήριο είναι τα συμφέροντα συγκεκριμένων επιχειρηματικών ομίλων, προφανώς, κρίνεται απολύτως επιτυχημένη. Το ζήτημα είναι με ποιο κριτήριο κανείς τοποθετεί την πολιτική του. Εκεί βρίσκεται και η δικιά μας διαχωριστική γραμμή.
Ομιλία της Έφης Αχτσιόγλου, τομεάρχισσας Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ - ΠΣ στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής.