«Ο παλιός κόσμος πεθαίνει.
Ο νέος αργεί να εμφανιστεί.
Και σ’ αυτό το μεσοδιάστημα ξεπροβάλλουν τα τέρατα»
Αντόνιο Γκράμσι
Τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου των -ιστορικού χαρακτήρα- προεδρικών εκλογών στην Χιλή την περασμένη Κυριακή (21/11) ανέδειξαν νικητή τον υποψήφιο της ακροδεξιάς Χοσέ Αντόνιο Κάστ με 27,9% και δεύτερο με μικρή διαφορά (2,1%) τον υποψήφιο του συνασπισμού της αριστεράς Γκάμπρελ Μπόριτς με 25,8%. Στις αντίστοιχες εκλογές του 2017 ο Χ.Α Κάστ είχε 7,9%. Τρίτος με 12,8% ο Φ. Παρίσι, η μεγάλη έκπληξη των εκλογών: απόντα στην προεκλογική περίοδο, καθώς ζει μόνιμα στις ΗΠΑ, του απαγορεύεται η είσοδος στη χώρα επειδή δεν πληρώνει τη διατροφή για τα παιδιά του (!) και έκανε προεκλογική καμπάνια εξ αποστάσεως μέσω σόσιαλ μίντια. Φιλελεύθερος οικονομολόγος, με αντισυστημικό λόγο ως προς το πολιτικό σύστημα θεωρείται ότι κεφαλαιοποίησε την ψήφο τιμωρίας των κομμάτων. Σχεδόν ισόπαλος (12,79%) ακολουθεί ο Σ. Σισέλ, εκπρόσωπος της παραδοσιακής δεξιάς. Πέμπτη η Γιάσνα Προβόστε, εκπρόσωπος παραδοσιακού κεντροαριστερού κόμματος με 11,61%. Ακολουθούν με μικρότερα ποσοστά άλλοι δύο υποψήφιοι. Τελικά, τα παραδοσιακά κόμματα κεντροδεξιά και κεντροαριστερά αποδυναμώθηκαν σημαντικά.
Όμως, σημαντικό στοιχείο των εκλογών είναι το χαμηλό ποσοστό συμμετοχής (47,4%), μικρότερο από αυτό του δημοψηφίσματος του 2020 (50,94%) και μόλις 0,6% μεγαλύτερο από το αντίστοιχο του 20171. «Το καλύτερο χαρτί του χιλιάνικου νεοφιλελευθερισμού απέδειξε την αποτελεσματικότητά του στον πρώτο εκλογικό γύρο: ….τη συνεχιζόμενη -ερμηνεύσιμη- απάθεια για τις εκλογές και την έλλειψη εμπιστοσύνης στους θεσμούς της πλειοψηφίας του πληθυσμού».2
Οι βάσιμες προσδοκίες για μεγαλύτερη συμμετοχή, που κατά την αριστερά (και όχι μόνο) θα άλλαζε το αποτέλεσμα, δεν ευοδώθηκαν και τα σύνθετα ερωτήματα που ανακύπτουν δεν μπορούν να απαντηθούν σε βάθος στο λιγότερο από ένα μήνα που μένει μέχρι το δεύτερο γύρο που θα διεξαχθεί στις 19 Δεκεμβρίου.
Ο φόβος νίκησε την ελπίδα
Με στόχο την εξάπλωση του φόβου στη χιλιάνικη κοινωνία, κεντρικός άξονας της προεκλογικής καμπάνιας του Καστ είναι ότι στην Χιλή απειλείται «η ειρήνη και η ελευθερία που της αξίζει» από εσωτερικούς, κατά κύριο λόγο, εχθρούς: τους τρομοκράτες ιθαγενείς Μαπούτσε που είναι επί ποδός πολέμου κατά του έθνους, την τρομοκρατία των πόλεων (καταγγέλλοντας την κοινωνική εξέγερση του 2019 και υπονομεύοντας τη Συντακτική Συνέλευση), τους «παράνομους» μετανάστες που παραβιάζουν τα βόρια σύνορα, την αυξανόμενη εγκληματικότητα και πάνω από όλα την «αδιάλλακτη αριστερά» που θέλει να ακολουθήσει η Χιλή το μοντέλο της Κούβας και της Βενεζουέλας.
Ο στόχος υποβοηθήθηκε από τα ΜΜΕ (έντυπα, τηλεόραση) και με φοβικές ψευδείς ειδήσεις, αλλά κυρίως με τον καθημερινό βομβαρδισμό με ατέρμονες ειδήσεις για ληστείες, απαγωγές, δολοφονίες κ.λπ, αλλά και με τα σοβαρά προβλήματα που δημιουργού «οι λαθρομετανάστες», οι Μαπούτσε και οι πολλές διαδηλώσεις στις πόλεις.
Αφού έσπειρε το φόβο σε μια κοινωνία που βιώνει τριπλή κρίση, ο Καστ υπόσχεται να πατάξει όλα τα παραπάνω «προβλήματα» με αποκατάσταση, μεταξύ άλλων, του σεβασμού στα σώματα ασφαλείας και στο στρατό, τον ασφυκτικό περιορισμό των διαδηλώσεων, το χτίσιμο τοίχους στα βόρια σύνορα και τόσα άλλα που συγκροτούν ένα αστυνομικό κράτος.
Σχετικά με την οικονομική του πολιτική, μόνο ο αέρας φαίνεται να γλυτώνει την ιδιωτικοποίηση, αφού θα προχωρήσει και σε ιδιωτικοποιήσεις που δεν τόλμησε ούτε ο Πινοσέτ να κάνει (π.χ ορυχεία χαλκού). Στην κοινωνική πολιτική… ξέχασε ανισότητες, μισθούς κ.λπ και στο πλαίσιο του «πατρίς, θρησκεία οικογένεια» θα κόψει το επίδομα παιδιού/παιδιών στις ανύπαντρες μητέρες και θα περιορίσει - ποινικοποιήσει την έκτρωση σε τρείς περιπτώσεις. Έχει, τελικά, δίκιο ο Κάστ που υπερηφανεύεται ότι αν ζούσε ο Α. Πινοσέτ θα τον ψήφιζε.
Το συγκρουσιακό πρόβλημα που ανακύπτει από το πρόγραμμα του Καστ είναι ότι αντιστρατεύεται ακόμα και τις βασικές αρχές του νέου Συντάγματος που εκπονείται από την εκλεγμένη με καθολική ψηφοφορία Συντακτική Επιτροπή, που επιπρόσθετα έχει αριστερή- προοδευτική πλειοψηφία.
Η ελπίδα για γύρισμα της σελίδας
Στον αντίποδα του νεοφιλελευθερισμού και του κοινωνικού συντηρητισμού το πρόγραμμα του υποψήφιου της αριστεράς Γ. Μπόριτς έχει παρουσιαστεί αναλυτικά σε προηγούμενα φύλλα της «Εποχής». Συνοπτικά, λοιπόν, η αριστερά δεσμεύεται να στηρίξει αποφασιστικά την όλη συνταγματική διαδικασία που αποτελεί κορυφαία πολιτική διαδικασία και ουσιαστικά ενταφιάζει τον πινοσετισμό. Όχι μόνο δεν προβλέπονται ιδιωτικοποιήσεις, αλλά η παιδεία και η υγεία θα είναι καθολικά δικαιώματα και η πρόσβαση στις υπηρεσίες τους θα είναι δωρεάν. Δεσμεύεται επίσης για μια σειρά από πολιτικές που στοχεύουν στη μείωση των μεγάλων ανισοτήτων και της φτώχειας, της ισοτιμίας των φύλων και της προστασίας του περιβάλλοντος.
Στην προεκλογική καμπάνια ο Μπόριτς κράτησε χαμηλούς τόνους επιδιώκοντας να μη πολώσει περισσότερο το κλίμα, τακτική που αντιμετωπίστηκε και κριτικά.
Το αποτύπωμα της εξέγερσης στις εκλογές
Το ερώτημα που τίθεται σχεδόν αυτόματα είναι τι συνέβη μέσα σ’ ένα χρόνο (δημοψήφισμα, εκλογή Συντακτικής Επιτροπής, περιφερειακές-δημοτικές εκλογές) και η εξέγερση δεν αφήνει ισχυρό αποτύπωμα στις προεδρικές εκλογές; Με δεδομένο δε ότι στις βουλευτικές και της μικρής έκτασης περιφερειακές εκλογές που διεξάχθηκαν ταυτόχρονα το «κίνημα» και συμμετείχε και επιτυχίες είχε, το ερώτημα παραπέμπει στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των προεδρικών εκλογών και κυρίως στους κρίκους σύνδεσης της εξέγερσης με τη θεσμική αριστερά και ιδιαίτερα το Κ.Κ, το μόνο κόμμα που δεν συμμετείχε στη διακομματική συμφωνία - σωσίβιο της κυβέρνησης το 2020 («Εποχή», 14/6/2020). Η συζήτηση έχει ήδη ξεκινήσει και η εποχή θα την παρακολουθήσει.
Μετεκλογικές εξελίξεις
Στην πρώτη μετά τη νίκη ομιλία του ο Κάστ, αφού ευχαρίστησε το θεό και την οικογένειά του για την επιτυχία του, έθεσε εμφατικά το δίλημμα για τον κρίσιμο β’ γύρο: «Εκλέγουμε ελευθερία ή κομμουνισμό, δημοκρατία ή κομμουνισμό», «εμπρός για να υποστεί βαριά ήττα η αδιάλλακτη αριστερά».
Ο Γ. Μπόριτς : «Σήμερα λάβαμε ένα μήνυμα και πήραμε την εντολή και την ευθύνη να ηγηθούμε στην αντιπαράθεση για τη δημοκρατία, τη συμπερίληψη, για τη δικαιοσύνη και για το σεβασμό της αξιοπρέπειας όλων».
Ο δεξιός Σ. Σισέλ ανακοίνωσε τη στήριξή του στον Καστ. Εν τούτοις, στο κόμμα του υπάρχουν σοβαρές αντιρρήσεις και η διάσπαση δεν είναι απίθανη, ενώ η Γ. Προβόστε (κεντροαριστερά) ουσιαστικά δήλωσε ότι θα στηρίξει την αριστερά, αλλά όχι εν λευκώ.
Οι συζητήσεις-διαπραγματεύσεις των πολιτικά συγγενικών κομμάτων είναι στην ημερήσια διάταξη. Όμως, απαιτείται και η κινητοποίηση της αριστεράς στην κατεύθυνση ανάδειξης των αρνητικών επιπτώσεων που έχει η εκλογή Κάστ σε όλα τα πεδία της καθημερινότητας, ιδιαίτερα για τα χαμηλά οικονομικά κοινωνικά στρώματα. Ας ελπίσουμε ότι η αριστερά θα τα καταφέρει στο δύσκολο αγώνα του β’ γύρου.
Σημειώσεις
1. Από το 2012 που η συμμετοχή έγινε προαιρετική (Πινέιρα) τα ποσοστά συμμετοχής είναι ιδιαίτερα χαμηλά.
2. Λαουτάρο Ριβάρα, κοινωνιολόγος, δημοσιογράφος, εκδότης του ιστότοπου Agencia Latinoamericana de Informaciόn (ALAI)