Σάλο προκάλεσε η πρόσφατη απόφαση του Άρη Σερβετάλη να εγκαταλείψει την παράσταση «Ρινόκερος» στην οποία πρωταγωνιστούσε. Αιτία της αποχώρησης υπήρξε η καθολική απαγόρευση της εισόδου των αντεμβολίαστων στα θέατρα. «Η απόφαση να αποχωρήσω από τη θεατρική παράσταση Ρινόκερος πάρθηκε καθώς αδυνατώ να υποστηρίξω τον διαχωρισμό ανθρώπων που επιβάλλουν τα νέα μέτρα», δήλωσε ο ίδιος. Η απόφαση του πρωταγωνιστή της παράστασης δίχασε σε υπερθετικό βαθμό, με πολλούς να τον περιγράφουν ως «ψεκασμένο», άλλους να αναφέρουν πως με τον τρόπο αυτό κρεμάει τους συναδέλφους του και ουσιαστικά τους αφήνει άνεργους, ενώ άλλοι (ανάμεσά τους και πολλοί που δεν ταυτίζονται με τους αντιεμβολιαστές) περιέγραψαν την πράξη ως ηρωική και διατύπωσαν την υποστήριξή τους κριτικά ή με ενθουσιασμό. Το θέμα παρέμεινε ψηλά για πολλές ημέρες, ξεκινώντας μια σειρά από φανατισμένες κουβέντες και συζητήσεις. Μερικές μέρες μετά οι υπόλοιποι ηθοποιοί του θιάσου εξέδωσαν ένα κείμενο στο οποίο διατύπωσαν τις διαφωνίες τους με τον Σερβετάλη, εξέφρασαν τις επιφυλάξεις τους ως προς τη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης από την κυβέρνηση και κατέληξαν: «Με αυτές τις σκέψεις, την Τετάρτη, 24 Νοεμβρίου, οι ηθοποιοί της παράστασης συναντηθήκαμε με τον σκηνοθέτη και τον εκπρόσωπο της παραγωγής και αποφασίσαμε ομόφωνα να συνεχιστεί η παράσταση, προχωρώντας σε αντικατάσταση».
Η όλη υπόθεση είναι ενδεικτική για τους όρους με τους οποίους ανοίγει ο δημόσιος διάλογος σε μια εξαντλημένη κοινωνία, η οποία καλείται να πιεστεί ακόμη περισσότερο. Γιατί πιστεύω πως η αρχική αρνητική αντίδραση προέκυψε όχι από την πράξη καθεαυτή, αλλά από τα κίνητρα του ηθοποιού. Όχι τα κίνητρα που ο ίδιος ανέφερε, αλλά αυτά που ο καθένας υπέθεσε με βάση παλιότερες δηλώσεις του. Χριστιανός, ανεμβολίαστος και με εκπεφρασμένες αμφιβολίες για το εμβόλιο που συνομιλούν στη βάση τους με σκοταδιστικά επιχειρήματα, ο Σερβετάλης ταυτίστηκε από πολλούς με το πιο ανορθολογικό κομμάτι των αντιεμβολιαστών. Οποιαδήποτε πράξη από εκεί και μετά ήταν καταδικασμένη να οδηγεί στο λάθος. Αν όμως η παράμετρος αυτή ήταν διαφορετική; Αν π.χ. αποχωρούσε για λόγους που σχετίζονται με το #MeToo και συμπεριφορές που ο ίδιος έκρινε αντιεπαγγελματικές και αντισυναδελφικές, θα είχε το δικαίωμα της αποχώρησης με κίνδυνο να αφήσει όλους τους υπόλοιπους ηθοποιούς στον αέρα (ως πρωταγωνιστής της παράστασης); Εδώ να σημειώσουμε πως ο ίδιος ο ηθοποιός διευκρίνισε πως είχε ενημερώσει εδώ και καιρό την παραγωγή για την ενδεχόμενη αποχώρησή του.
Νομίζω πως η συζήτηση ξεκινάει από λάθος βάση. Γιατί αυτό που στην πραγματικότητα αναδεικνύεται δεν είναι απλώς μια ατομική συμπεριφορά, αλλά οι όροι με τους οποίους λειτουργούν τα μέτρα εντός της κοινωνίας. Ο διαχωρισμός για τον οποίο κάνει λόγο ο Σερβετάλης είναι υπαρκτός. Και τίθεται με όρους εκδικητικούς και τιμωρητικούς. Είναι άλλο να ασκείς μια πολιτική που σπρώχνει τους πολίτες προς τον εμβολιασμό και τελείως άλλο να παίρνεις μέτρα για να δυσκολέψεις τη ζωή τους και να τους αποκλίσεις απ’ όλους τους κοινωνικούς χώρους. Όσο και αν διαφωνούμε με τον αντιεμβολιασμό, όσο απεχθής μπορεί να μας φαίνεται συχνά ο ανορθολογισμός του, δεν μπορούμε να δεχόμαστε τον αποκλεισμό και την αφαίρεση δικαιωμάτων για οποιονδήποτε λόγο και από οποιονδήποτε πολίτη αυτή της χώρας.
Δεύτερον, υπεύθυνος για το μέλλον μιας παράστασης δεν μπορεί να είναι ένας εργαζόμενος ηθοποιός (ακόμα και αν είναι ο πρωταγωνιστής), αλλά η εργοδοσία και η εταιρεία παραγωγής. Κάτι το οποίο αποδείχθηκε και από την τελική έκβαση της ιστορίας με την αντικατάσταση του ηθοποιού και την (ενδεχόμενη) συνέχεια της παράστασης. Το πρόβλημα με τη συγκεκριμένη στάση του Σερβετάλη είναι πως είναι ατομική και δεν περνά από συλλογικές διαδικασίες διεκδίκησης και διασφάλισης δικαιωμάτων. Εξατομικεύεται και παίρνει χαρακτηριστικά συμπάθειας ή αντιπάθειας, ακριβώς γιατί πορεύεται από τις απόψεις και τις αποφάσεις ενός ατόμου και όχι μιας ομάδας εργαζομένων.
Και τέλος η ίδια η τέχνη οφείλει να έχει έναν ρόλο πιο σημαντικό από τη διασκέδαση. Οφείλει να προβληματίζει, να αναδεικνύει ζητήματα και αντιθέσεις, να στάζει φως στο γενικευμένο σκοτάδι των ημερών που ζούμε. Οφείλει, δηλαδή, να υπάρχει και κόντρα στους καιρούς, τα μέτρα και τις αποφάσεις ακριβώς για να μιλά γι’ αυτά, για να αφυπνίζει τους ανθρώπους κόντρα σε αυτά, για να καλεί σε αναστοχασμό και δράση. Η αποχώρηση από μία παράσταση ταυτίζεται με την καλλιτεχνική σιωπή και τελικά με μια παθητική αποδοχή της πραγματικότητας και των αποφάσεων που την ορίζουν. Και παραδόξως δεν υπάρχουν πολλά έργα που να μιλούν πιο ξεκάθαρα για αυτή την ηθική στάση της γενικευμένης παθητικότητας και αποδοχής του κακού από τον Ρινόκερο του Ιονέσκο.