Η COP26, η Διεθνής Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το Κλίμα, είναι εκείνη η πλατφόρμα όπου η ανθρωπότητα απ’ όλον τον πλανήτη μιλάει για τον πλανήτη και τις δυνατότητες επιβίωσης μας σε αυτόν. Σε αυτή τη διάσκεψη μπαίνουν οι στόχοι των στόχων, αν επιτρέπεται να το θέσουμε έτσι. Δεν έχουν όλες οι περιοχές τα ίδια χαρακτηριστικά, ούτε συμβάλλουν στο πρόβλημα με τον ίδιο τρόπο, επομένως μία φορά τον χρόνο κοιτάμε σαν παγκόσμια κοινότητα τι έχουμε μπροστά μας κι ο καθένας μετά εξειδικεύει αναλόγως των γεωγραφικών και άλλων ιδιαιτεροτήτων. Αρκεί να σκεφτούμε πως σε αυτή την εποχή μίας θεωρητικά 4ης βιομηχανικής επανάστασης, υπάρχουν χώρες που η μόνη παραγωγή CO2 είναι από την ανάσα των κατοίκων τους.
Φέτος στην Γλασκώβη συναντήθηκαν για μία ακόμη φορά ακτιβιστές για το περιβάλλον, διαδηλωτές, τεχνοκράτες και εκλεγμένοι. Το διαφορετικό ήταν πως, για πρώτη χρονιά, ουδείς αμφισβητεί πια τα αίτια για την υπερθέρμανση του πλανήτη, ή την απειλή για τον άνθρωπο. Σήμερα, όταν δεν πνιγόμαστε από κάποια βροχόπτωση που ξεπερνάει τις υποδομές ακόμα και μίας χώρας σαν τη Γερμανία, καιγόμαστε σε πυρκαγιές που δεν είναι αντιμετωπίσιμες, είτε μιλάμε για την Ελλάδα, είτε για την Καλιφόρνια, είτε για τη Σιβηρία.
Η κλιματική αλλαγή είναι ανθρωπογενής, που σημαίνει πως είναι στο χέρι μας η θεραπεία της. Είναι αυτονόητη η ανάγκη για κατάργηση των ορυκτών καυσίμων κάθε μορφής, από το μαζούτ και τον λιγνίτη μέχρι το «φυσικό» αέριο. Όπως είναι η προστασία της βιοποικιλότητας. Χρειάζεται να αλλάξουμε ριζικά τον τρόπο που παράγουμε και καταναλώνουμε, ξεκινώντας με την ενέργεια.
Στην πορεία που διαγράφεται μπροστά μας, η προστασία της ζωής οφείλει να γίνει η προτεραιότητα όλων. Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, η Νέα Πράσινη Συμφωνία στις ΗΠΑ και άλλες παρόμοιες πολιτικές πρωτοβουλίες σε σημαντικές χώρες του πλανήτη, μας οδηγούν σε μία πραγματικότητα δίχως παρωπίδες τύπου ΑΕΠ, όπου κοιτάμε έναν οικονομικό δείκτη και ξεχνάμε κάθε τι σημαντικό, όπως είναι για παράδειγμα η φτώχεια, οι ανισότητες, η ποιότητα ζωής και η βιωσιμότητα σε σχέση με το πραγματικό περιβαλλοντικό κόστος των δράσεων μας.
Ο συσχετισμός μεταξύ της πραγματικότητας που βιώνει ένας πολίτης, του περιβάλλοντος και της οικονομίας, είναι πλέον μία πραγματικότητα, κάτι που ατσαλώθηκε στη φετινή COP26, όπως φάνηκε κι από τις δεσμεύσεις των κρατών για άμεση κλιματική δράση. Μέχρι σήμερα, ήταν σαν να έχει πιάσει φωτιά το μισό μας σπίτι κι εμείς να χαζεύουμε τηλεόραση στο άλλο μισό, γιατί ο δείκτης για το ΑΕΠ έλεγε πως όλα πάνε καλά.
Σε αυτήν την κατεύθυνση, σε καθαρά ευρωπαϊκό επίπεδο, οφείλουμε να τελειώσουμε άμεσα με τις πολιτικές λιτότητας, όπως προβλέπονται από το Σύμφωνο Σταθερότητας και να περάσουμε σε ένα Σύμφωνο Βιώσιμης Ανάπτυξης, όπου για παράδειγμα οι ανάγκες της Παιδείας και της Υγείας δεν θα μπαίνουν στη ζυγαριά με την αναβάθμιση των υποδομών, αλλά δεν θα συνυπολογίζονται στο πλαίσιο ενός τέτοιου Συμφώνου.
Πρέπει να επιστρέψουμε σε μία κοινωνική και οικονομική οργάνωση που θα υπηρετεί τον άνθρωπο, τις μεγάλες πλειοψηφίες, αντί ενός καπιταλιστικού μοντέλου που εκφυλίστηκε και μπορεί να χαρακτηριστεί μόνο κανιβαλιστικό.
Η έννοια της Δίκαιης, και όχι απλά Πράσινης, Μετάβασης είναι κεντρική στις προσπάθειες όλων μας. Στη φετινή COP σημειώθηκε σημαντική πρόοδος σε ό,τι αφορά τη μεταφορά πόρων στην προσαρμογή για τις αλλαγές που έχουν ήδη συντελεστεί και καθιστούν τις υποδομές μας ανεπαρκείς, αλλά και στην αποζημίωση όσων πλήττονται από την κλιματική αλλαγή.
Οι 13 ευρωβουλευτές που εκπροσωπήσαμε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στη Διάσκεψη πήγαμε με αποστολή να στηρίξουμε το πιο ολοκληρωμένο, προοδευτικό και φιλόδοξο ψήφισμα του κόσμου. Συναντηθήκαμε και μιλήσαμε με όλους, από τις μεγαλύτερες χώρες μέχρι τις μικρότερες, για να διαπιστώσουμε τόσο το μέγεθος του προβλήματος, όσο και την αποφασιστικότητά τους. Όλοι δεσμεύτηκαν πως φεύγουν από τη Γλασκώβη με τους νέους στόχους στις αποσκευές τους για να επιστρέψουν στην επόμενη COP, σε έναν χρόνο, με νέες εθελούσιες δράσεις.
Οι ριζοσπαστικές αλλαγές που πρέπει να γίνουν το επόμενο διάστημα θα πετύχουν μόνο αν γίνουν κτήμα όλων, μέσα από μία δημόσια επεξεργασία σε διαβούλευση, στο πλαίσιο ενός ανοιχτού εθνικού διαλόγου μέσα στην κοινωνία. Τότε και μόνο τότε θα ξέρουμε πως όσα σχεδιάζουμε έχουν ελπίδα να είναι εφαρμόσιμα, να τα αγκαλιάσει ο πολίτης και να διαμορφώσουν ένα βιώσιμο μέλλον.
Κι εδώ είναι που ίσως η Ευρώπη πρέπει να επιδείξει μικρότερη ανοχή σε παίκτες όπως είναι ο έλληνας πρωθυπουργός, που άλλα δηλώνει, άλλα σχεδιάζει και τελικά άλλα κάνει, αγνοώντας το κατεπείγον και την αναγκαιότητα της εποχής για ριζικές αλλαγές και συμμετοχικότητα.