Ο πρόεδρος Ράντεβ, που ανανέωσε εκλογικά με 65% τον Νοέμβρη την 5ετή θητεία του, προερχόμενος από τον ιδεολογικό χώρο του Σοσιαλιστικού Κόμματος (διάδοχο του ΚΚ Βουλγαρίας), είχε υποστηρίξει προεκλογικά, ανάμεσα σε άλλα, το δικαίωμα της Ρωσίας να ελέγχει την χερσόνησο της Κριμαίας, καθιστώντας τον έναν από τους λίγους πολιτικούς της Μαύρης Θάλασσας με αυτή την πολιτική θέση. Από την άλλη, είναι ένθερμος υποστηρικτής του βέτο της Βουλγαρίας για την είσοδο της Βόρειας Μακεδονίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σε παράλληλη πορεία και ο υπουργός Άμυνας Γιάνεβ, την ώρα που αναπτύσσονται νατοϊκά στρατεύματα στη βάση της Αλεξανδρούπολης, λίγα χιλιόμετρα από τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα και κορυφώνεται η κρίση στην Ουκρανία και στον Εύξεινο Πόντο, δηλώνει ότι δεν υπάρχει ανάγκη ανάπτυξης πρόσθετων στρατευμάτων του ΝΑΤΟ στη Βουλγαρία. Δηλαδή ότι οι 2.500 στρατιώτες, που βρίσκονται σε 3 βάσεις με τη συμφωνία που υπογράφτηκε το 2006, είναι αρκετοί. Δεν χρειάζεται επιπλέον ένταση στην περιοχή, ούτε εμφανίστηκε άμεση απειλή για την ζώνη ασφαλείας. Και όλες αυτές οι δηλώσεις από έναν αξιωματικό του πυροβολικού, εκπαιδευμένο από το ΝΑΤΟ σε αμυντικές πυραυλικές συστοιχίες που είχε υπηρετήσει στη θέση του υπουργού Άμυνας και την προηγούμενη δεκαετία.
Ο πρωθυπουργός Πετκόφ αμέσως δήλωσε ότι ο υπουργός εκφράζει προσωπικές πολιτικές θέσεις, ενώ ένα από τα τέσσερα κόμματα της κυβερνητικής συμμαχίας, η Δημοκρατική Βουλγαρία, δήλωσε με τον αντιπρόεδρό της πως δεν υπάρχει τώρα η πολυτέλεια μιας ουδέτερης Βουλγαρίας. Στη Βουλγαρία όλες οι κοινοβουλευτικές δυνάμεις συμφωνούν με το ΝΑΤΟ. Ο διαχωρισμός γίνεται μόνο μεταξύ αυτών που θέλουν ή δεν θέλουν φιλικές σχέσεις με τη Μόσχα. Εξάλλου, η Ρωσία είναι μια χώρα με ισχυρή θρησκευτική γλωσσική και ιστορική συγγένεια. Πέραν όμως αυτού, ο κ. Γιάνεβ είναι κι αυτός επίσης ανάμεσα στους υποστηρικτές του βουλγαρικού βέτο ενάντια στη Β. Μακεδονία. Όσο για τη συνάντησή του Πέτκοφ με τον γγ του ΝΑΤΟ, Σόλτενμπεργκ, στις 17 Δεκέμβρη, εκεί ο πρωθυπουργός δήλωσε πλήρη πολιτική ταύτιση με την ΕΕ στην ουκρανική κρίση.
Τρείς ημέρες νωρίτερα, βέβαια, η Βουλγαρία είχε ανανεώσει στην ευρωπαϊκή σύνοδο το βέτο για την Αλβανία και την Β. Μακεδονία, παρά τις προφορικές διαβεβαιώσεις για καλύτερες σχέσεις στο μέλλον. Και με δεδομένη την επερχόμενη γαλλική προεδρία στην ΕΕ (και τις προεδρικές εκλογές της Γαλλίας τον Μάιο του 2022) «το τοπίο στην ομίχλη» των Δυτικών Βαλκανίων σκοτείνιασε και γίνεται σαν αυτά που μας παρουσίαζε ο μακαρίτης σκηνοθέτης, Θ. Αγγελόπουλος. Από την Γαλλία, ως γνωστόν, πήρε την σκυτάλη του βέτο η Βουλγαρία. Και είναι μάλλον περιορισμένη η ανάλυση ότι μοναδικός παράγοντας εξελίξεων στην περιοχή είναι η απόπειρα αποφυγής του πρωθυπουργού Μητσοτάκη να υπερψηφίσει στην ελληνική βουλή τα συνοδευτικά μνημόνια της συνθήκης των Πρεσπών και γι’ αυτό και η εσπευσμένη του επίσκεψη –σεφτές– στην πρόσφατα εκλεγείσα βουλγαρική κυβέρνηση και πρόεδρο.
Και τι συμβαίνει στη Β. Μακεδονία;
Εξαφανίζονται από μια μελλοντική κυβέρνηση ο πρώην πρωθυπουργός Ζάεφ , η υπουργός Άμυνας Σεκερίνσκα, ο Β. Φίλιπτσε υπουργός Υγείας, ο Όλιβερ Σπάσοφσκι υπουργός Εσωτερικών, η Μίλα Τσάροφσκα υπουργός Εργασίας. Δηλαδή από τους 4 αντιπροέδρους της κυβέρνησης αποχωρούν οι 3 Σλαβομακεδόνες και παραμένει μόνον ο Αλβανός. Ο πρωτεργάτης επίσης υπουργός της Συνθήκης των Πρεσπών, Νίκολα Ντιμίτροφ, που είχε γίνει υφυπουργός Εξωτερικών και Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, προσανατολίζεται να επιστρέψει στη διπλωματική του σταδιοδρομία. Για τον πρώην ηγέτη των Σοσιαλδημοκρατών και απομακρυσμένο, Μπράνκο Τσεβρενκόφσκι, που διετέλεσε πρωθυπουργός αλλά και πρόεδρος, ακούγεται ότι επιστρέφει στην πολιτική είτε μέσα από τους σοσιαλδημοκράτες, είτε με δικό του κόμμα. Το τελευταίο ακούγεται και για την Σεκερίνσκα, αλλά και τον αντάρτη δήμαρχο Μαξίμ του Κουμάνοβο.
Όπως αναφέρουν οι αναλυτές, ο νέος επικεφαλής των Σοσιαλδημοκρατών και διάδοχος του Ζάεφ σε όλα, Ντιμίταρ Κοβάτσεφσκι, θα κατορθώσει να σχηματίσει κυβέρνηση γιατί έχει εξασφαλισμένη στήριξη με 61 και πλέον βουλευτές στη κυβέρνηση του. Αυτό, όμως, που δεν θα έχει, είναι η μακροημέρευση. Ακόμα και ο φιλοευρωπαίος και φιλοαμερικανός πρωθυπουργός της Βουλγαρίας για την άρση του βέτο, θα του βάλει όρους, όπως η αποδοχή της σλαβομακεδονικής ως βουλγαρική γλώσσα, η εξαφάνιση του φασιστικού ρόλου των βουλγαρικών στρατευμάτων στην κατοχή – προσάρτηση 1941-44 από τα βιβλία ιστορίας, η εξαφάνιση του τσάρου Σαμουήλ και η αναγνώριση ότι ήταν Βούλγαρος, η αποκλειστική ιστορική χρήση του αντιοθωμανού επαναστάτη και σοσιαλιστή ηγέτη Γκότσε Ντέλτσεφ, η αποκλειστική χρήση του ιστορικού παρελθόντος και της εξέγερσης του Κρούσεβο, καθώς και η εξαφάνιση όλων των ιστορικών γεγονότων που στοιχειοθετούν τη σλαβομακεδονική ταυτότητα και διαφορετικότητα. Αυτή είναι και η αιτία της απομάκρυνσης τόσων στελεχών, καθώς και του αιτήματος του Ντιμιτρόφ να ψηφιστεί η συμφωνία με τη Σόφια από τη βουλή της Βόρειας Μακεδονίας. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, βέβαια, το ήδη επερχόμενο ακροδεξιό VMRO θα σαρώσει στις εκλογές. Ήδη οι εκλογικές του νίκες στις δημοτικές εκλογές το κάνουν φανερό. Το VMRO με αρχηγό τον Μήτσκοσκι, παρόλη την αποκλιμάκωση στην εθνικιστική ρητορική του, παραμένει αντίθετο στη συνθήκη των Πρεσπών, την ΕΕ, το ΝΑΤΟ και είναι στενός σύμμαχος του Όρμπαν (του προστάτη του Γκρουέφσκι) και της Ρωσίας. Μετά την εκλογική νίκη 31 Οκτωβρίου στον δήμο Σκοπίων, δεν δίστασε να επανεμφανιστεί με υποτιθέμενες στολές στρατιωτών του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Σύμμαχός τους και η Αριστερά (Λέβιτσα), η οποία είναι σύμφωνη σε όλα με τους ακροδεξιούς, εκτός που επιπλέον είναι και εθνικιστική αντιαλβανική, σε χώρα που έχει 25% περίπου αλβανική μειονότητα.
Ο υποψήφιος της Λέβιτσα για δήμαρχος Σκοπίων ήταν ο Πέρο Καμικάζε, τραγουδιστής, που έλαβε μάλιστα στον πρώτο γύρο περίπου 10%. Στον δεύτερο γύρο τάχθηκε κατά του δημάρχου σοσιαλδημοκράτη Σιλέγκοφ και υπέρ της Ντανέλας Άρσοφσκα του VMRO. Το χριστουγεννιάτικο σκάνδαλο στα Σκόπια είναι ότι η Ντανέλα ανέθεσε στον Καμικάζε όλο το πρόγραμμα των εορταστικών εκδηλώσεων, με όλα τα χρήματα να πηγαίνουν μέσα από αυτόν. Και μέσα σ’ όλα αυτά, ο πρόεδρος Πενταρόφσκι αναθέτει στον Κοβάτσεφσκι τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης.