Με απόσταση πια από το ΣΥΡΙΖΑ και τους σχεδιασμούς του, η κριτική ματιά του Χρήστου Λάσκου αποκτά το ειδικό ενδιαφέρον της επεξεργασμένης άλλης άποψης.



Τη συνέντευξη πήρε ο Παύλος Κλαυδιανός

Να δούμε λίγο τα αποτελέσματα των εκλογών. Τι σημαίνει για σένα ότι οι λαϊκές

τάξεις επέλεξαν να ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ;

Προφανώς πρόκειται για ένα σημαντικό στοιχείο –μαζί, βέβαια, με το δεδομένο πως 700.000 λιγότεροι πολίτες προσήλθαν στην κάλπη, αποτυπώνοντας το γεγονός πως η ελπίδα του Ιανουαρίου μεταστρέφεται σε απελπισία. Αν η ερώτηση αφορά τη στάση μου απέναντι στο τωρινό κόμμα, θα μιλήσω με έναν απόλυτο τρόπο. Δεν μου είχε περάσει από το μυαλό ποτέ πως θα ψήφιζα ΠΑΣΟΚ, δεκαετίες ολόκληρες, επειδή τα λαϊκά στρώματα στη Β΄ Αθηνών ή Β΄ Πειραιώς το ψήφιζαν, μάλιστα με πολύ μεγαλύτερα ποσοστά. Η τωρινή μου στάση είναι ανάλογη.

Προφανώς με τάσεις μιλάμε.

Συμφωνώ, επιμένω όμως, ότι η εκλογική επιλογή των λαϊκών τάξεων δεν συγκροτεί αυτόνομο επιχείρημα. Αυτό που υποστηρίζω είναι ότι υπάρχει τομή στην πορεία των πραγμάτων από τον Ιανουάριο μέχρι τον Σεπτέμβριο. Υποστηρίζω, δηλαδή, ότι η 5η και η 12η Ιουλίου ήταν ιστορική τομή και απ’ αυτή την άποψη ο Ιανουάριος και ο Σεπτέμβριος δεν μπορεί να είναι το ίδιο πράγμα. Σε πολύ πρώτο επίπεδο αυτό φαίνεται από τους όρους που έγιναν οι εκλογικές αναμετρήσεις: ο ενθουσιασμός του Ιανουαρίου έναντι του καταναγκασμού του Σεπτεμβρίου με βασικό κίνητρο να μην κυβερνήσει ο χειρότερος, επιλογή τού μικρότερου κακού εν μέσω απόγνωσης και «αποδοχής» του μονόδρομου.

Δεν θα συμφωνήσω, θεωρώ ότι ήταν μια αυτόνομη επιλογή. Επειδή, δε, είσαι από τους συντρόφους που αναζητούσαν στις αναλύσεις του το ταξικό στοιχείο, δεν σε προβληματίζει ότι η δομή της ψήφου είναι σχεδόν όμοια στις τρεις εκλογές, αλλά και του 2012; Ισχυρίζομαι, επομένως, ότι συγκροτούνται σταθεροί δεσμοί του ΣΥΡΙΖΑ με τις λαϊκές τάξεις. Θα δούμε πόσο ανθεκτικοί θα αποδειχθούν.

Όντως, με απασχολούσε και με απασχολεί πάντα το ταξικό στοιχείο. Εκεί που δεν συνηθιζόταν κάτι τέτοιο, ήταν στις αναλύσεις της τωρινής ηγετικής ομάδας του κόμματος. Δεδομένου του ότι ο χρόνος που έχει μεσολαβήσει είναι ελάχιστος, πρέπει να κατανοήσουμε πως μιλάμε για τάσεις που δεν έχουν αποκρυσταλλωθεί. Νομίζω ότι η τομή στην οποία αναφέρθηκα προηγουμένως, ισχύει απολύτως. Ο κόσμος της εργασίας, οι φτωχοί που με τόση παρρησία αρνήθηκαν τα μνημόνια τον Ιούλιο, δεν μεταλλάχθηκαν δυο μήνες μετά. Έτσι, κάνω τη πρόγνωση ότι η επόμενη εκλογική αναμέτρηση, μετά την εφαρμογή του Μνημονίου 3, θα αποτυπώσει μια πολύ διαφορετική ταξική σύνθεση. Και αυτό θα προαναγγελθεί στους αγώνες που έρχονται.

Κατά τη γνώμη σου τι προσδοκά αυτός ο κόσμος, όταν, παρά τα όσα έγιναν, επιλέγει τον ΣΥΡΙΖΑ;

Νομίζω, ότι η επιλογή ήταν χωρίς προσδοκία. Είχα γράψει προεκλογικά, όταν παιζόταν ακόμη η διαπραγμάτευση, ότι θα πρέπει να αντιπαλέψουμε τις μειωμένες προσδοκίες. Έχω την εντύπωση, λοιπόν, ότι η τελευταία εκλογική αναμέτρηση, από τον κόσμο, κινήθηκε στο πλαίσιο των μηδενικών προσδοκιών, με την πικρή αίσθηση ότι πολύ λίγα πράγματα μπορούν να σωθούν. Οι λαϊκοί άνθρωποι δεν πρόλαβαν καν να αφομοιώσουν μια τόσο ακραία ματαίωση. Ένα τμήμα τους κινήθηκε στη βάση της κεκτημένης ορμής της προηγούμενης περιόδου.

Μετά την ήττα, τον εκβιασμό, ο ΣΥΡΙΖΑ υποσχέθηκε ότι θα εργαστεί για τον απεγκλωβισμό από το μνημόνιο. Αυτό ψήφισε, νομίζω, ο κόσμος, την προσδοκία απεμπλοκής από τα μνημόνια. Την εξέλαβε ως δέσμευση.

Δεν το νομίζω καθόλου. Η κυβέρνηση με κάθε τρόπο διαμήνυσε πως η «συμφωνία» θα τηρηθεί και μετά βλέπουμε. Ίσα ίσα ο κύριος λόγος για τον οποίο αποχώρησα από τον ΣΥΡΙΖΑ, όπως και πολλοί άλλοι σύντροφοι, ήταν διότι αυτός ο δρόμος –ο δρόμος της άμεσης απεμπλοκής- ακυρώθηκε με τις ενέργειες της αρχηγικής ομάδας.. Αν αποχώρησα ο βασικός λόγος δεν ήταν η συμφωνία της 12ης Ιουλίου, για την οποία είχα τεράστια διαφωνία, όπως και άλλοι, η πλειοψηφία της ΠΓ τότε, που εισηγήθηκε στις 14 Ιουλίου να μην υπογράψουμε και να πάμε για εκλογές, αλλά δυστυχώς η κυβέρνηση ενήργησε διαφορετικά. Για τη συμφωνία θα μπορούσαμε να συζητήσουμε πολιτικά.. Αυτό, όμως, που να είναι διαπραγματεύσιμο είναι η απόλυτη έλλειψη δημοκρατίας. Το γεγονός, δηλαδή, ότι η συζήτηση για την απεμπλοκή στην οποία, αν θυμάσαι, είχα συμμετάσχει ιδιαίτερα εκείνη την περίοδο, ακυρώθηκε ολοκληρωτικά –και πραξικοπηματικά στο μέτρο που με την προκήρυξη των εκλογών παραβιάστηκε η απόφαση της ΚΕ για έκτακτο συνέδριο. Αυτή η ακραία αντιδημοκρατική μεθόδευση καθόρισε νομίζω οριστικά της μοίρα του πολιτικού οργανισμού. Ένα όλο και μικρότερο τμήμα του κόμματος θα συνεχίσει να θέτει «ζητήματα απεμπλοκής», νομίζω όμως ότι θα παίζουν τον ρόλο του άλλοθι, δεν έχουν πολιτική προοπτική.

Τι μπορεί να κάνει μια αριστερή κυβέρνηση

Διαφωνώντας, το αντιπαρέρχομαι για να πάμε σε κάτι που προκύπτει από όλες τις συζητήσεις μας. Μπορεί να ασκηθεί αριστερή πολιτική μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες; Αυτό είναι το μεγάλο ερώτημα.

Απαντώ πολύ συνοπτικά. Ως ΣΥΡΙΖΑ είχαμε διαμορφώσει μια προγραμματική άποψη, η οποία αξονοζόταν γύρω από την πεποίθηση πως χωρίς την κατάργηση του μνημονίου – καθεστώτος, δεν υπάρχει καμιά δυνατότητα άσκησης στοιχειωδώς φιλολαϊκής –πόσο μάλλον αριστερής πολιτικής. Το έλεγε ο Δραγασάκης, το γράφαμε εγώ και ο Τσακαλώτος, ο Σταθάκης, η «Εποχή», οι πάντες. Δεν καταλαβαίνω τι άλλαξε από τις 12 Ιουλίου και μπορούμε να λέμε ότι γίνεται. Όποιος μπορεί ας απαντήσει.

Η αφετηρία είναι μια ήττα, ένας εκβιασμός. Από τη στιγμή που αποφασίστηκε να μην ακολουθηθεί η γραμμή της παράδοσης της εξουσίας ή η γραμμή που υπονοούσε η Πλατφόρμα, δεν επρόκειτο για μια δική μας επιλογή. Στις συνθήκες αυτές που διαμορφώθηκαν, τίθεται το ζήτημα αν μπορείς να ασκήσεις την –αντίστοιχη – αριστερή πολιτική, όχι αφηρημένα.

Κατανοητό. Ωστόσο, θεωρώ πως δικαιούμαι να μην μπω σε μια πολιτική που μου επιβλήθηκε βιαίως, μου επιβλήθηκε, εννοώ, και εσωτερικά, διότι δεν έγινε καμιά πραγματική συζήτηση, ούτως ώστε να δούμε τι έπρεπε να συμβεί τον Ιούλιο –Αύγουστο. Είπα πριν ότι δεν υπήρχαν περιθώρια για άσκηση πολιτικής, έστω οριακά, στο πλαίσιο του μνημονίου, γι’ αυτό δεν έπρεπε να γίνει αποδεκτό. Από Μάρτιο – Απρίλιο εξέφραζα αυτή την άποψη και ότι έπρεπε από τότε να ειπωθεί με πολύ μεγάλη σαφήνεια στον ελληνικό λαό πώς εξελίσσεται το ζήτημα, να μη στρεβλώνεται η πραγματικότητα με τα non papers, ότι επίκειται καλή συμφωνία, που εκπἐμπονταν από το Μαξίμου. Αντίθετα, έπρεπε να ειπωθεί πόσο κακή ήταν η συμφωνία που ερχόταν, να μη γίνει αποδεκτή και να δηλωθεί με σαφήνεια ποιοι ήταν οι κίνδυνοι που αναλαμβάνονταν με μια τέτοια επιλογή. Δεν έγινε τότε. Η λογική, ωστόσο, αποδείχτηκε, κατά τη γνώμη μου, πως έστεκε, όπως φάνηκε με την ψήφο της 5ης Ιουλίου, η οποία θα μπορούσε να εκληφθεί σαφέστατα ως επιλογή σύγκρουσης με όλο το κόστος. Αν γινόταν, θα ήταν μια δημοκρατική επιλογή του λαού, όχι μια αυθαίρετη απόφαση της αριστερής κυβέρνησης. Επιχειρείται εκ των υστέρων να δοθεί μια άλλη ερμηνεία στο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Ωστόσο, το γεγονός είναι πως ο λαός ψήφισε, με αναλογία δύο στους τρεις, ξέροντας πολύ καλά ότι ψηφίζοντας «όχι» αναλάμβανε πολύ μεγάλο κίνδυνο.

Είχε ειπωθεί σαφώς ότι το «όχι» θα συνέβαλλε σε μια πιο αποτελεσματική διαπραγμάτευση.

Λίγος κόσμος είχε σαφή εικόνα, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι περισσότεροι δεν βγήκαν δημοσίως να υπερασπίσουν το «όχι». Δεν νομίζω, παρ’ όλα αυτά, ότι έμεινε κανένας που να ισχυρίζεται ότι όποιος κράτησε το «όχι» στο χέρι, δεν γνώριζε ότι αυτή του η επιλογή έφερε ένα μεγάλο ρίσκο, και παρ’ όλα αυτά το έκανε. Άρα, δεν μπορούμε να το παρακάμψουμε λέγοντας ότι δεν υπήρχε άλλη επιλογή.

Εχουμε ξεχάσει, ίσως, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα αριστερό όχι απλώς αντιμνημονιακό κόμμα, άρα έχει στόχο και καθήκον τον μετασχηματισμό της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας. Αυτό δίνει μεγάλο εύρος για άσκηση αριστερής πολιτικής, η οποία είτε υπερβαίνει και ανταγωνίζεται τους καταναγκασμούς του μνημονίου είτε δεν εμποδίζεται απ’ αυτούς. Δεν πρέπει να επιχειρηθεί; Ποιος θα το κάνει, αν όχι μια Αριστερή κυβέρνηση;

Κάθε πολιτική που αποσκοπεί στο μετασχηματισμό, όμως, περνάει αναγκαστικά πάνω από το μνημόνιο. Το μνημόνιο, δηλαδή, είναι ένας τέτοιου τύπου περιορισμός, που δεν επιτρέπει ούτε τα στοιχειώδη. Υπάρχουν άφθονα παραδείγματα. Όλες αυτές οι ρεβεράντζες πχ με την εκκλησία.

Πέρα από τους καταναγκασμούς του μνημονίου

Μα σ’ αυτό δεν φταίει το μνημόνιο. Γι’ αυτό, ως κυβερνητική πράξη, εμένα με ανησυχεί περισσότερο.

Λέω κάτι διαφορετικό, όχι ότι το έφερε το κουαρτέτο. Υποστηρίζω ότι η αποδοχή του πλαισίου του μνημονίου διαμορφώνει μια συνολικά δεξιά μετατόπιση για το πολιτικό σύστημα και την πολιτική ζωή.

Όταν δεν μπορείς να λύσεις τέτοια προβλήματα, πού οφείλεται; Τέτοια παλαντζαρίσματα από την ηγεσία μας, είχαμε και πριν το μνημόνιο, σχετικά με το πόσο διατεθειμένη ήταν να συγκρουστεί για αξιακά και ταξικά ζητήματα.

Μα γι’ αυτό ισχυρίζομαι ότι αποδέχθηκαν το μνημόνιο, διότι ενυπήρχαν όλα αυτά, υπάρχει μια συνέχεια. Όχι βέβαια ότι δεν υπάρχει αυτονομία, δεν υπάρχουν βαθμοί ελευθερίας. Η κυβέρνηση δεν φαίνεται, πάντως, να επενδύει σε αυτήν την αυτονομία. Στα θρησκευτικά πχ δεν μπορούν να λύσουν ούτε το πιο στοιχειώδες, που έλυσε ο Σημίτης ή ο Ευριπίδης Στυλιανίδης. Όχι, λοιπόν, δεδομένου του μνημονιακού πλαισίου δεν θα ασκηθεί αριστερή πολιτική, ούτε προοδευτική. Καταπολέμηση πχ φοροδιαφυγής και διαφθοράς στο πλαίσιο του μνημονίου δεν υπάρχει περίπτωση να συμβεί, κατά τη γνώμη μου. Η μια πολιτική ωθεί την άλλη. Το ζήτημα του κοινωνικού μετασχηματισμού είναι καίριο, αυτό όντως καθορίζει την αριστερή μας ταυτότητα. Η πλειοψηφία της κυβέρνησης, όμως, δεν έχει κανένα ενδιαφέρον για το συγκεκριμένο ζήτημα, είμαι πεπεισμένος. Δεν την απασχόλησε ποτέ σε βάθος, άλλωστε. Αυτό εννοούσα όταν στην τελευταία μου ομιλία στην ΚΕ, στις 30 Ιουλίου, είπα πως η βασική αιτία της αποτυχίας μας ήταν πως δεν είμαστε μαρξιστές.

Να σου επιστήσω την προσοχή στο εξής: επίκληση των εμποδίων του μνημονίου μπορεί να γίνει και από τα δεξιά, από αυτή την πλευρά της ηγεσίας μας, δηλαδή ότι αυτό δεν μας αφήνει να προβούμε στον αριστερό μετασχηματισμό.

Φυσικά και θα συμβεί αυτό. Γι’ αυτό από μέσα δουλειά σε αυτά δεν μπορεί να γίνει. Γι’ αυτό χρειάζεται συγκρότηση εξωτερική, η οποία να μην έχει τους περιορισμούς του «εντός».

Εμείς και η Ευρώπη

Να έλθουμε στην Ευρώπη. Στα πρόσφατα άρθρα σου διέκρινα ότι ίσως θεωρείς πως υπήρχε ένα υπολογίσιμο κίνημα αντι-λιτότητας που τώρα επιχειρεί να προφυλαχθεί από το ΣΥΡΙΖΑ.

Δεν είναι ακριβώς έτσι. Ισχυρό κίνημα τέτοιο δεν υπήρχε, μάλιστα μερικές φορές ήταν εξαιρετικά αδύναμο. Από την άλλη, εμφανίζονται φαινόμενα με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον, όπως η εκλογή Κόρμπιν στην Αγγλία, που είναι πολύ – πολύ μεγάλης σημασίας, που το οικονομικό πρόγραμμά του είναι κεϋνσιανό μεν, αλλά ριζοσπαστικότερο στα συγκεκριμένα και από αυτό των συνεδρίων του ΣΥΡΙΖΑ. Έχουμε, λοιπόν, διάφορα φαινόμενα, τα οποία δίνουν ελπίδες διαμόρφωσης ενός άλλου τοπίου.

Και η Πορτογαλία, βεβαίως.

Και η Πορτογαλία, ασφαλώς, διότι θα μπορούσε η αριστερά εκεί να συντριβεί. Αυτό που υποστήριζα στο τελευταίο μου κείμενο, δεν είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ καθόρισε μια υποχώρηση κινημάτων που ήταν ρωμαλέα. Το επιχείρημά μου, κατά κάποιο τρόπο, ήταν σημειολογικό σε ό,τι αφο��ά τον απολογισμό, την πορεία του ΣΥΡΙΖΑ. Ότι πολλές δυνάμεις της Αριστεράς θέλησαν να προφυλαχθούν από τις εξελίξεις στο ΣΥΡΙΖΑ, και αυτό, κατά κάποιο τρόπο, είναι και αξιολόγηση της πορείας του. Το Μπλόκο, δηλαδή, έκανε μεγάλη προσπάθεια να πει ότι για το ίδιο τίθενται αλλιώς τα πράγματα.

Όμως, αυτή τη στιγμή το Μπλόκο μαζί με τους Κομμουνιστές και τους Πράσινους συζητούν με τους Σοσιαλιστές για συγκρότηση κυβέρνησης. Καλώς, λοιπόν, προφυλάχτηκαν, αλλά επί του πεδίου της εφαρμοσμένης πολιτικής δεν είναι αδρανείς.

Μα και εγώ δεν έχω αντίρρηση για την επιδίωξη ανάληψης της διακυβέρνησης, όταν δεν είναι αυτοσκοπός. Αυτό το οποίο, όμως, πρέπει να συζητήσουμε σοβαρά, γιατί έχει στρατηγικό ενδιαφέρον, είναι αυτή η επιδίωξη να συνδέεται με κοινωνικές διεργασίες ενεργητικά από μέρους μας, έτσι ώστε να πατάει κάπου. Ο δικός μας απολογισμός είναι θλιβερός - τελικά κυριάρχησε μια προσπάθεια να πάρουμε την κυβέρνηση με όρους που δεν αντιστοιχούσαν στην Αριστερά. Ούτε ο τρόπος που έπεσε η κυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ ήταν το όνειρό μας. Εκεί που θα έπρεπε να ήταν τα κινήματα, οι κινητοποιήσεις, η «από τα κάτω» προσπάθεια, είχαμε ένα κοινοβουλευτικό τέχνασμα με επιδίωξη να προσελκυσθούν η κ. Γιαταγάνα ή ο κ. τάδε, η ΔΗΜΑΡ κτλ.

Συμφωνούμε σ’ αυτά.

Να το λέμε, όμως. Από τους βασικούς λόγους που πήγε τόσο άσχημα το πράγμα, είναι ο εκλογικισμός, οι διαβεβαιώσεις πως κανείς σχεδόν πλην ελαχίστων ολιγαρχών δεν είχε να φοβάται από μια κυβέρνηση της Αριστεράς, τα νταούλια, η βέβαιη συγκατάθεση της Μέρκελ!

Στο συνέδριο θα επιχειρηθεί, ελπίζω, να τεθούν όλα αυτά.

Ναι, αλλά αφού έχει φύγει, σχεδόν, το μισό πολιτικό κομματικό προσωπικό και όλη η νεολαία. Αυτό, όμως, που ονόμασες ήττα, θα αφήσει πολύ μεγάλο αποτύπωμα που μας περιορίζει σε μεγάλο βαθμό.

Τα τραύματα είναι σοβαρά, πρέπει να εργαστούμε να επαναπροσεγγίσουμε αυτό το δυναμικό που με τόσο κόπο συγκεντρώσαμε επί μια δεκαετία. Να ξαναέλθουμε, όμως, στο ζήτημα των ρωγμών στην Ευρώπη. Διότι η στρατηγική του «αντάρτικου» προς το μνημόνιο, του παράλληλου προγράμματος, της επαναδιαπραγμάτευσης κτλ συνδέεται και μ’ αυτό. Για να μην υπενθυμίσω και την ταξική πάλη.

Η ιστορία, ασφαλώς, δεν τελείωσε, ισχύουν όλα αυτά τα πράγματα, οι διαχωριστικές διαμορφώνονται και επαναδιαμορφώνονται. Άνθρωποι που ήταν μαζί θα βρεθούν απέναντι, θα γίνουν πολλά το επόμενο διάστημα, δεν κλείνει αυτή η ιστορία.

Συμφωνώ, αλλά το αρνητικό αποτύπωμα θα ήταν πολύ πιο μεγάλο αν πηγαίναμε αλλιώς. Όμως, να αλλάξουμε θέμα. Πώς βλέπεις να πορεύεται η κρίση, η οικονομία;

Η εντύπωσή μου, και είναι κάτι που το διερευνώ, είναι ότι όσον αφορά την παγκόσμια κρίση μέσα στα επόμενα δύο – τρία χρόνια θα έχουμε νέο επεισόδιο. Δεν πιστεύω ότι είναι καθόλου κοντά η έξοδος από την κρίση. Άρα, το μέλλον διαρκεί πολύ. Αν δεν βρούμε, και πρέπει να απαντήσουμε πολύ γρήγορα, συγκρουσιακές θέσεις, πραγματικά ριζικές, ο ζόφος που έρχεται είναι πιθανόν αφάνταστος. Το 2010 γράψαμε πολλά, αλλά κανένας μας δεν φανταζόταν ότι θα φθάσουμε εδώ που είμαστε το 2015. Φοβάμαι ότι δεν τα έχουμε δει, βλέποντας τα διεθνή δεδομένα, όλα. Άρα ακόμη πιο πολύ απαιτείται επανάκαμψη, συσπείρωση, μετωπική αντιπαράθεση με το σύστημα, όχι με τις πολιτικές του μόνο, πλέον. Και θα έπρεπε να μιλάμε πολύ για τον καπιταλισμό και ο ΣΥΡΙΖΑ το κάνει πολύ λίγο. Να μιλάμε πολύ για καπιταλισμό, πολύ για σοσιαλισμό. Δεν νομίζω ότι θα υπάρξει ώρα πιο κατάλληλη γι’ αυτό.

Ποια τα σχέδιά σας ως Αριστερής Δικτύωσης;

Η προσπάθεια που γίνεται είναι, κατ’ αρχήν, να κρατηθεί ένας κόσμος μαζί. Είναι δε πολύς, και σε όλη την Ελλάδα. Μετά από την εκδήλωση της Θεσσαλονίκης έχουν γίνει πολλές επαφές. Η δική μας προσπάθεια είναι να έχουμε μια διαρκή επαφή, να είμαστε κινηματικά σε εγρήγορση, να μην χαθούμε καθόλου από το κοινωνικό, να είμαστε ενωμένοι εκεί και να μπορούμε να έχουμε την παρουσία που απαιτείται, να συνδεόμαστε με τις άλλες αντιμνημονιακές δυνάμεις, γιατί το αντιμνημονιακό, ό,τι και αν λέγεται, είναι σε πρώτο πλάνο. Συγκεφαλαιώνει στη συγκυρία τη συνολική ταξική σύγκρουση. Η στόχευση είναι τον Δεκέμβρη να πάμε σε Πανελλαδική Σύσκεψη, ας το πω έτσι, η οποία θα δει και τις σχέσεις μας με τις υπόλοιπες δυνάμεις της Αριστεράς.

ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet