Μετά από αρκετούς μήνες προετοιμασίας και διαβουλεύσεων η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέληξε (21η Δεκεμβρίου) στις γενικές κατευθύνσεις των νέων ρυθμιστικών κανόνων που θα διέπουν τις κρατικές ενισχύσεις των κρατών μελών για επενδύσεις και δραστηριότητες στον χώρο της ενέργειας, του κλίματος και της προστασίας του περιβάλλοντος. Οι νέες διατάξεις αναμένεται να εγκριθούν τον επόμενο μήνα και να τεθούν σε άμεση ισχύ.
Οι νέες κατευθύνσεις CEEAG (Climate, Energy and Environmental Aid Guidelines) διευρύνουν και αντικαθιστούν πολλές διατάξεις του ισχύοντος αυστηρού κανονισμού που ρυθμίζει τις κρατικές επιδοτήσεις (ΓΚΑΚ), εντάσσοντας σε αυτόν μια σειρά από τομείς παρέμβασης συμβατές και εφαρμοστικές του ευρωπαϊκού Green Deal, διευκολύνοντας τις επενδύσεις στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειες και περιορίζοντας τη χρηματοδοτική στήριξη σε ρυπογόνες πηγές (ορυκτά καύσιμα).
Ο ευρωπαϊκός μηχανισμός έγκρισης κρατικών ενισχύσεων είναι πολύ «σφιχτός», προκειμένου να αποφευχθεί η παραποίηση και ο αθέμιτος ανταγωνισμός μεταξύ των κρατών μελών. Οι εξαιρέσεις που καταγράφονται αφορούν σε τομείς που έχουν να κάνουν με την προστασία του περιβάλλοντος, την ενέργεια και από τώρα και του κλίματος, οι οποίες δεν αντικρούουν με τους κανόνες της ενιαίας εσωτερικής αγοράς.
Πιο συγκεκριμένα, το Κολέγιο των Επιτρόπων εντόπισε, ενδεικτικά, ότι είναι σε αυτή την κατεύθυνση παρεμβάσεις που στοχεύουν σε: α) περιορισμό των εκπομπών αέριων του θερμοκηπίου (ΑτΘ) και με την χρήση ΑΠΕ και ενεργειακής εξοικονόμησης, β) βελτίωση των ενεργειακών αποδόσεων του κτηριακού αποθέματος, γ) αγορά και ενοικίαση «πράσινων» μέσων μεταφοράς (οδικές, θαλάσσιες, σιδηροδρομικές, εναέριες κλπ), δ) δημιουργία σταθμών ανεφοδιασμού, ε) χρήση υλικών για αποδοτική κυκλική οικονομία, στ) αποκατάσταση περιβαλλοντικών βλαβών και κλιματικών καταστροφών και στην ανασυγκρότηση της βιοποικιλότητας, ζ) ασφάλεια των ηλεκτρικών παροχών και των ενεργειακών υποδομών, η) στήριξη βιομηχανικών εγκαταστάσεων ενεργειακές έντασης (σιδηρουργία, τσιμέντα κλπ.).
Στη λίστα περιλαμβάνονται οι ενισχύσεις για το κλείσιμο των μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που χρησιμοποιούν λιγνίτη, τύρφη σχιστόλιθους, καθώς και συναφείς εξορυκτικές δραστηριότητας.
Τι αλλάζει για τις ΑΠΕ
Οι νέες διατάξεις εντάσσουν στις επενδυτικές κατηγορίες χρηματοδότησης και νέες τεχνολογίες (π.χ. υδρογόνο). Οι εθνικές κυβερνήσεις θα μπορούν, εκτός των άλλων, να οργανώνουν δημοπρασίες, των οποίων ένα ποσοστό, μέχρι και 30%, μπορεί να έχει αποκλειστικά ποιοτικούς στόχους, για την επιλογή των προσφορών. Οι αναθεωρημένοι κανόνες επιτρέπουν ενισχύσεις που μπορούν να καλύπτουν έως και το 100% του χρηματοδοτικού κενού και εισάγουν νέα μέσα ενίσχυσης, όπως οι «συμβάσεις διαφοράς» για τις ανθρακούχες εκπομπές, για να στηριχθούν τα κράτη μέλη στην πορεία του οικολογικού μετασχηματισμού των βιομηχανιών τους.
Ειδική αναφορά γίνεται στις προϋποθέσεις, προκειμένου να μπορούν να εντάσσονται στις νέες διατάξεις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ) και ενεργειακές κοινότητες ΑΠΕ, ώστε να αρθούν τα σημερινά εμπόδια στην χρηματοδότησή τους.
Επιπλέον, στις νέες κατευθύνσεις, προβλέπεται η δεινότητα παροχής κρατικής στήριξης και σε πιλοτικές ενεργειακές μονάδες (π.χ. υδρογόνο), στο μέτρο που δεν προσφέρονται ανταγωνιστικές εναλλακτικές προτάσεις (αφορά και τις κατά 100% ιδιόκτητες ΜμΕ ή ενεργειακές κοινότητες μέχρι 6 MW εγκατεστημένης ισχύος, καθώς και μικροεπιχειρήσεις, πχ. τοπική αυτοδιοίκηση, αιολικών μέχρι 18 MW ισχύος).
Η εκτελεστική αντιπρόεδρος κ. Margrethe Vestager, αρμόδια για την πολιτική ανταγωνισμού, δήλωσε: «Η Ευρώπη θα χρειαστεί σημαντικό όγκο βιώσιμων επενδύσεων για να στηρίξει την πράσινη μετάβαση της. Αν και μεγάλο μέρος αυτών θα προέλθει από τον ιδιωτικό τομέα, η δημόσια στήριξη θα συμβάλει ώστε να επιτευχθεί ταχύτερα η πράσινη μετάβαση. Πρόκειται για ένα σημαντικό βήμα για να διασφαλιστεί ότι οι κανόνες μας για τις κρατικές ενισχύσεις θα μπορέσουν να επιτελέσουν τον ρόλο που τους αναλογεί στη στήριξη του Green Deal».
Το τέλος των επιδοτήσεων στα ορυκτά καύσιμα;
Παρά την πρόοδο που καταγράφεται, κάτι τέτοιο δεν είναι πολύ κοντά…
Στο τέλος της πρότασης αναφέρεται : «είναι απίθανο τα προτεινόμενα μέτρα και οι σχετικές επενδύσεις στο φυσικό αέριο (ΦΑ) να τύχουν της έγκρισης, εκτός εάν αποδειχτεί ότι οι σχετικές επενδύσεις είναι συμβατές με τους κλιματικούς στόχους της ΕΕ για το 2030 και το 2050, διευκολύνοντας τη μετάβαση από τα πολύ ρυπογόνα καύσιμα, χωρίς ταυτόχρονα να παρεμποδίζουν την υιοθέτηση τεχνολογιών που θα μπορούσαν να ευνοήσουν την ανάπτυξη ποιο καθαρών καυσίμων».
Ως συνήθως, η μακροχρόνια πρακτική της ευρωπαϊκής επιτροπής, έχει, και εδώ, δημιουργήσει ασάφεια: η αοριστία των όρων «πολύ ρυπογόνα» και «πιο καθαρά καύσιμα» αφήνει, σκόπιμα, κενά παρερμηνειών και εύλογες απορίες.
Το ερώτημα που ανακύπτει είναι: Πόσο μεταβατικός είναι ο ρόλος του φυσικού αερίου και πόσο, στην πράξη, τείνει να καταστεί από εναλλακτικό σε υποκατάστατο καύσιμο του λιγνίτη; Απελευθερώνοντας τις σχετικές επενδύσεις σε τεχνολογίες σύλληψης, εγκλωβισμού μεταφοράς και αποθήκευσης (τεχνολογίες CCS , DAC κλπ.) στα έγκατα της γης του διοξειδίου του άνθρακα (CO2) που εκλύεται, τόσο κατά τη μεταφορά, όσο και κατά την καύση των ορυκτών καυσίμων (π.χ. μεθάνιο), ανοίγουμε διάπλατα την πόρτα για τη συνέχιση των εξορύξεων, καλλιεργώντας την ψευδαίσθηση ότι το CO2 θα βρει αιώνια ανάπαυση στη γη…
Οι τελευταίες εξελίξεις στο κόστος της ενέργειας
Τις τελευταίες ημέρες ένας στόλος από περίπου τριάντα τάνκερ γεμάτα υγροποιημένο φυσικό αέριο (ΥΦΑ) που φορτώθηκε από τις εγκαταστάσεις στον κόλπο του Μεξικού και στην ανατολική ακτή των ΗΠΑ, άλλαξε ρότα και κατευθύνεται στην Ευρώπη αντί στην Ασία. Είναι και πάλι ο θείος Τομ (!) που προσφέρεται να καλύψει την ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη, που κινδυνεύει να γονατίσει την οικονομία της.
Δεν πρόκειται για ένα χριστουγεννιάτικο δώρο, αλλά για καλή εμπορική ευκαιρία, στην ελεύθερη αγορά που ζούμε, δεδομένου ότι η ενεργειακά πεινασμένη Ευρώπη πληρώνει σήμερα το φυσικό αέριο (ΦΑ) μέχρι και 180 ευρώ/ΜWh, ενώ στην Αμερική πωλείται μόνο 40 δολάρια/ΜWh.
Πριν ανοίξουμε τις σαμπάνιες, θα πρέπει να περιμένουμε να δούμε πόσο αυτές οι αφίξεις θα μειώσουν το ενεργειακό κόστος.
Η μέση ετήσια κατανάλωση ΦΑ στην ΕΕ είναι περίπου 400 δισ. κυβικά μέτρα (κ.μ.), με το 40% να έρχεται από την Ρωσία, ενώ στο λεγόμενο στρατηγικό απόθεμά είναι 117 δισ. κ.μ. Κάθε τάνκερ μεταφέρει περίπου 200 χιλ. κ.μ. υγροποιημένου φυσικού αερίου, που αντιστοιχεί σε 116 εκατ. κ.μ. φυσικού αερίου, μετά την αεριοποίηση του.
Θα χρειαστούν 4.500 ταξίδια για να καλυφθεί το μισό της ετήσιας ευρωπαϊκής κατανάλωσης, το ρωσικό ποσοστό και το στρατηγικό απόθεμα! Είναι ένα μεταφορικό φορτίο γιγαντιαίο και απίθανο να εκτελεστεί…
Το πιθανότερο είναι ότι αυτές οι αρχικές (ευκαιριακές) αφίξεις θα μειώσουν μόνο την ένταση της αισχροκέρδειας. Πράγματι, τις παραμονές των Χριστουγέννων το κόστος έπεσε στα 106 ευρώ/ΜWh…
Όλα θα μπορούσαν να χειροτερεύσουν και πάλι, εάν επιδεινωθεί η αντιπαράθεση της Δύσης με την Ρωσία στην Ουκρανία, ή και λόγω πιθανής επιδείνωσης των καιρικών συνθήκων.
Σε αυτό το περιβάλλον δεν μπορούμε να αποκλείσουμε και τις αντιδράσεις των ασιατικών χωρών, όταν θα ξεμείνουν από ΦΑ (πχ. η Ιαπωνία δεν έχει δίκτυο αγωγών και εξαρτάται αποκλειστικά από το ΥΦΑ).
Η Ευρώπη βρίσκεται στην ανάγκη να διαμορφώσει μια συγκροτημένη ενεργειακή στρατηγική ικανή να αντέξει τις σφοδρές αναταράξεις που θα συνοδεύσουν την ενεργειακή μετάβαση, αντί να καταφεύγει σε εξαντλημένες και προβληματικές λύσεις του παρελθόντος και να σφίγγει περισσότερο τη θηλιά των ορυκτών καυσίμων στον λαιμό της, θα πρέπει να επιταχύνει, το συντομότερο, την εγκατάσταση ανανεώσιμων ενεργειακών πηγών και συστημάτων εναλλαγής και αποθήκευσης κάθε τύπου και τεχνολογίας, σχεδιάζοντας ένα ευρωπαϊκό σχέδιο, ταυτόχρονα κλιματικό και οικονομικό.
Ένα γιγαντιαίο μακροχρόνιο επενδυτικό σχέδιο, που θα επιτρέψει στο τέλος, να αποκτήσει η Ευρώπη την ενεργειακή επάρκεια και ανεξαρτησία.