Ζοζέφ Αντράς «Μακρυά, ο Ουρανός του Νότου», μετάφραση: Γιώργος Καράμπελας, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, 2021
Γεννημένος το 1984 στη Νορμανδία, ο Ζοζέφ Αντράς είναι ένας δηλωμένος συγγραφέας του περιθωρίου. Στα έργα του κυριαρχούν οι παρίες, οι αδικημένοι και οι απανταχού εξεγερμένοι. Σε κάθε βιβλίο του αναζητά την ετερότητα με δραματική ένταση. Οι θεματικές στα έργα του μαρτυρούν του λόγου το αληθές. Στο Για τα πληγωμένα μας αδέλφια (2016) καταπιάστηκε με τον βρόμικο πόλεμο της Αλγερίας σε ένα βιβλίο που διαβάζεται και σαν επιστολή αλληλεγγύης προς τους Αλγερινούς μαχητές. Στο Κανακύ (2018) ασχολήθηκε με την αντίσταση στη γαλλική αποικιοκρατία στην περιοχή του Ειρηνικού. Στο Έτσι τους κάνουμε πόλεμο (2021) μελέτησε τις ακραίες φιλοζωικές οργανώσεις που φτάνουν στα όρια του τερορισμού, όπως η Animal Liberation Front. Όλα τα έργα του κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου.
Στο παρόν υβριδικό κείμενο, που κινείται στο μεταίχμιο του δοκιμίου και της λογοτεχνίας, ο Ζοζέφ Αντράς ασχολείται με έναν από τους κορυφαίους επαναστάτες του 20ού αιώνα, τον Χο Τσι-Μινχ. Δεν πρόκειται για βιογραφία, ούτε καν για μονογραφία∙ πρόκειται περισσότερο για μια ιχνηλάτηση. Αυτό που ενδιαφέρει τον συγγραφέα είναι εκείνη η περίοδος από τα νεανικά χρόνια του Βιετναμέζου επαναστάτη κατά την οποία έζησε και εργάστηκε στο Παρίσι.
Ο Χο Τσι-Μινχ έφτασε στο Παρίσι πιθανότατα το 1917-1918, προς τη λήξη του Μεγάλου Πολέμου. Ακόμα δεν είχε υιοθετήσει το επαναστατικό παρανόμι του. Τότε ακόμα λεγόταν Νγκιγιέν Άι Κουόκ. Την εποχή εκείνη η πατρίδα του, ως επαρχία της ευρύτερης Ινδοκίνας, ήταν γαλλική αποικία και την κυβερνούσε το Παρίσι μέσω του υπουργείου Αποικιών. Στο Παρίσι υπήρχε παροικία Αναμέζων. Ο Νγκιγιέν Άι Κουόκ εγκαθίσταται ανάμεσά τους, αλλάζει διάφορα επαγγέλματα (βοηθός τυπογράφου, φορτωτής κ.λπ.) και ασχολείται με την αγκιτάτσια. Αρθρογραφεί σε εφημερίδες, προτάσσει τα αιτήματα του λαού της Ινδοκίνας που αρχικά απαιτούν περισσότερα δικαιώματα για τους αυτόχθονες και όσο περνά ο καιρός διευρύνουν τις απαιτήσεις τους: στο τραπέζι πέφτει η αυτοδιάθεση και η ανεξαρτησία. Ο Νγκιγιέν προσπαθεί να κερδίσει τη συμπάθεια βουλευτών των γάλλων σοσιαλιστών, όμως δεν τα καταφέρνει. Για τους σοσιαλιστές αυτούς, και παρά τις μεγαλόστομες εξαγγελίες τους περί αδελφοσύνης και αλληλεγγύης των λαών, οι άνθρωποι με διαφορετικό χρώμα δεν έχουν τα ίδια δικαιώματα με τους Ευρωπαίους.
Την ίδια εποχή ξεσπά η Ρωσική Επανάσταση και ο μελλοντικός Χο Τσι-Μινχ παρατηρεί με μεγάλο ενδιαφέρον τους πειραματισμούς των μπολσεβίκων και του Λένιν. Τον ενδιαφέρουν κυρίως οι θέσεις του Λένιν όσον αφορά τους αποικιοκρατούμενους λαούς, τους οποίους περιβάλλει με συντροφικά αισθήματα. Αυτό είναι αρκετό για τον Νγκιγιέν ώστε να σπεύσει να εντάξει το κίνημα για την ανεξαρτησία της Ινδοκίνας στη Γ’ Διεθνή που μόλις έχει ιδρυθεί. Συναισθάνεται ότι οι κομμουνιστές νοιάζονται περισσότερο για τους αποικιοκρατούμενους από τους σοσιαλιστές. Το 1920 μάλιστα θα παρευρεθεί στο Μεγάλο Συνέδριο του Μπακού για τους λαούς της Ανατολής.
Οι Γάλλοι φυσικά έχουν αντιληφθεί την παρουσία και τη δράση του. Καθ’ όλη την παραμονή του στο Παρίσι βρίσκεται υπό συνεχή αστυνομική παρακολούθηση, όπως τονίζει ο συγγραφέας. Ο Αντράς επίσης αντιπαραβάλλει τα τοπόσημα της δράσης του Χο Τσι-Μινχ με προηγούμενες εποχές. Στο ίδιο κτίριο που διέμεινε ο Χο έγραψε το τάδε ποίημα ο Ρεμπό. Στην ίδια αποθήκη όπου δούλεψε, κρύφτηκαν Κομμουνάροι παλιότερα.
«Βασισμένος σε αρχεία, μαρτυρίες και βιογραφίες, ο Ζοζέφ Αντράς προσεγγίζει τον εξόριστο με το μειλίχιο πρόσωπο, τον ζηλωτή που τραύλιζε όταν έπαιρνε δημοσίως τον λόγο· παρατηρεί τη γέννηση και την οικοδόμηση μιας σκέψης. Αυτή η συνάντηση από απόσταση ενός αιώνα γίνεται επίσης αφορμή για μια περιδιάβαση στις συνοικίες όπου έμεινε ο μελλοντικός Χο Τσι-Μινχ. Η περιπλάνηση του συγγραφέα διασταυρώνεται στην πορεία με άλλες ιστορίες, άλλες αδικίες, άλλους θυμούς – τα πεζοδρόμια των επιθέσεων του Νοεμβρίου του 2015, σκηνές αστέγων, τις διαδηλώσεις των Κίτρινων Γιλέκων... Το κείμενο γίνεται έτσι ένας στοχασμός για όσα συνθέτουν το μεγαλείο των καταφρονεμένων, των ελεύθερων, των φτωχών, των εξεγερμένων...»
Αυτός ο μειλίχιος εξόριστος, λοιπόν, που ριζοσπαστικοποιήθηκε στο Παρίσι, επιστρέφοντας στην Ινδοκίνα τη δεκαετία του 1930 υιοθέτησε το επαναστατικό ψευδώνυμο Χο Τσι-Μινχ. Όλη του η ζωή ήταν η επανάσταση, δεν είχε τίποτα άλλο, σημειώνει ο Αντράς. Ηγήθηκε του κινήματος για την ανεξαρτησία του Βιετνάμ, οργάνωσε το αντάρτικο κι ύστερα από τη μάχη του Ντιεν Μπιεν Φου (1954) κατόρθωσε να εκδιώξει τους Γάλλους από την Ινδοκίνα.
Ο τίτλος του βιβλίου προέρχεται από στίχους ποιήματος του ίδιου του Χο Τσι-Μινχ.