Η πολιτική επιρροή που έχει ένα κόμμα στην κοινωνία σχετίζεται όχι μόνο με αυτά που λέει ή ευαγγελίζεται, αλλά ίσως κυρίως με αυτά που (έχει) κάνει. Γιατί τα λόγια ψεύδονται, οι πράξεις όμως είναι αδιάψευστος μάρτυρας του τι μπορεί να περιμένει η κοινωνία από το κάθε κόμμα. Έτσι, αυτά που λένε τα κόμματα φιλτράρονται από την κοινωνία μέσα από ένα πρίσμα εμπεδωμένων πεποιθήσεων για το τι εκπροσωπεί και το τι αντιπροσωπεύει το καθένα από αυτά. Σε αυτό το πλαίσιο, θα έλεγα πως ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ αναγνωρίζεται και πέραν του στενού ορίου της εκλογικής επιρροής του ως ένα κόμμα που υπερασπίζεται το δημόσιο, το κοινωνικό κράτος, τα δικαιώματα, ενώ επενδύει στην πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική. Υπάρχουν κι άλλα, θα αρκεστώ όμως σε αυτά για τις ανάγκες του επιχειρήματος.

Ενώ, λοιπόν, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ γίνεται αντιληπτός ως ένα κόμμα που υπερασπίζεται (στο βαθμό που μπορεί) όλα τα παραπάνω –και σε αυτό οφείλει να στηριχθεί στην προεκλογική του εκστρατεία– δεν περνά απαρατήρητο ότι το κάνει με αμυντικό τρόπο (όπως δηλώνει άλλωστε και η λέξη «υπεράσπιση»), γεγονός που υποδεικνύει κάποια όρια στις δυνατότητες παρέμβασης, που με τη σειρά του θέτει κάποια όρια στην αυτοπεποίθησή του και στις προσδοκίες της κοινωνίας. Θα έλεγα, λοιπόν, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ οφείλει να άρει αυτά τα εμπόδια, όχι μόνο για να δημιουργήσει έναν άνεμο αισιοδοξίας, αλλά και για να ευθυγραμμιστεί με τις σύγχρονες ανάγκες.

 

Από την υπεράσπιση του δημοσίου στην επιστροφή του κράτους

 

Η ρητορική περί αποτυχίας του νεοφιλελευθερισμού δεν είναι νοητό να μην συνεπάγεται μια ρητορική (και πρακτική όταν δοθεί η σχετική ευκαιρία) περί τέλους των ιδιωτικοποιήσεων, κάτι που η Ναόμι Κλάιν έχει πολλάκις υπογραμμίσει. Η πανδημική συνθήκη και η κλιματική κρίση έχουν καταστήσει κοινό τόπο την ανάγκη συντονισμού σε διακρατικό επίπεδο και ενίσχυση της δημόσιας παρέμβασης. Άραγε αυτά μπορούν να λάβουν χώρα και χωρίς την επιστροφή του κράτους ως βασικό σχεδιαστή των μεγάλης κλίμακας παρεμβάσεων; Όχι. Γι’ αυτό, θεωρώ πως χρειαζόμαστε μια πιο επιθετική ρητορική περί αναγκαιότητας του κράτους και του κρατικού σχεδιασμού, μιας και «αγορά» και «συντονισμός»/«σχεδιασμός» συνιστούν contradictio in terminis (αντίφαση).

 

Από το κοινωνικό κράτος στο βασικό εγγυημένο εισόδημα

 

Στα πρόθυρα της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, η οικονομία δείχνει να αδυνατεί να αναπαράξει τις εργασιακές θέσεις που χάνονται. Ο κίνδυνος της «άνεργης ανάπτυξης» είναι εμφανής. Η διεύρυνση του «εφεδρικού εργατικού στρατού» πιέζει μισθούς και δικαιώματα προς τα κάτω. Το κοινωνικό κράτος πρέπει να προσαρμοστεί σε αυτές τις νέες συνθήκες, αλλά και να ανασυγκροτηθεί σε άλλη βάση, με γνώμονα όχι απλώς την κοινωνική συνοχή, αλλά και την επιδίωξη των ίσων ευκαιριών. Γι’ αυτό θεωρώ ότι πρέπει να περάσουμε αποφασιστικά στη θέσπιση του βασικού εγγυημένου εισοδήματος, που θα δίνεται σε όλους ανεξαιρέτως τους πολίτες, χωρίς καμία ανταποδοτική υποχρέωση. Είτε είναι άνεργοι είτε όχι, είτε είναι φτωχοί είτε όχι. Για λεπτομέρειες παραπέμπω στο εξαιρετικά αναλυτικό βιβλίο των βαν Πάριν και Βάντερμποργκτ, Βασικό εισόδημα για όλους, που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πόλις.

 

Από τα νέα πολιτισμικά δικαιώματα στα νέα εργατικά δικαιώματα

 

Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ αναγνωρίζεται ακόμα και εξ αριστερών του για το «δικαιωματισμό» του, ενώ λοιδορείται για τον ίδιο λόγο από τις πολιτικές δυνάμεις εκ δεξιών του. Ενώ, όμως, η διεύρυνση των δικαιωμάτων των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων και η αναγνώριση ιθαγένειας για τα παιδιά των μεταναστών φωτογραφίζουν μια πιο επιθετική στρατηγική στο ζήτημα των πολιτισμικών δικαιωμάτων, καθίσταται σαφές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δεν έχει επιδείξει τον ίδιο δυναμισμό στην υπόθεση των εργατικών δικαιωμάτων. Όχι πως η επαναφορά προστατευτικών διατάξεων που καταργήθηκαν από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ ή η ενίσχυση των ελεγκτικών μηχανισμών δεν είναι σημαντικές, απλώς υπολείπονται των αναγκών και σίγουρα δεν συνιστούν επιθετική στρατηγική. Αντιθέτως, η πιλοτική εφαρμογή του 7ώρου είναι, ενώ θα μπορούσε να συμπληρωθεί και με άλλες μεταρρυθμίσεις που να στοχεύουν στη «λιγότερη δουλειά», στη βάση της ανάδειξης του ελεύθερου χρόνου ως της μεγαλύτερης αξίας του σύγχρονου ανθρώπου, καθώς και της αποκλιμάκωσης της ανεργίας. Στο μοντέλο πειθάρχησης της Δεξιάς που οδηγεί σε «περισσότερη δουλειά» για τα ίδια λεφτά, η καθ’ ημάς Αριστερά πρέπει να αντιπαρατάξει απερίφραστα τη «λιγότερη δουλειά» για τα ίδια λεφτά.

 

Από την πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική στη μείωση των εξοπλισμών

 

Η δημιουργία του μετώπου του Ευρωπαϊκού Νότου, της Βαλκανικής Τετραμερούς και της Τριμερούς της Ανατολικής Μεσογείου, η εξισορρόπηση της εξωτερικής πολιτικής της χώρας στο εσωτερικό της Ευρώπης (προσέγγιση με τη Γαλλία) και διεθνώς (προσέγγιση με την Ρωσία και την Κίνα), καθώς και η Συμφωνία των Πρεσπών, είναι πολλά και σημαντικά βήματα για μία μόλις τετραετία. Όμως, σε κάθε περίπτωση το μείζον ζήτημα είναι η σχέση μας με την Τουρκία. Ίσως, αυτή τη στιγμή που η γειτονική χώρα περνά μια οικονομική κρίση, να υπάρχει μια ευκαιρία διαλόγου για αμοιβαία αποκλιμάκωση των στρατιωτικών εξοπλισμών. Ακόμα όμως και αν κάτι τέτοιο αποδειχθεί αφελές, το σίγουρο είναι ότι οι εξοπλισμοί αποτελούν ένα διαρκές μνημόνιο για τη χώρα, η οποία δεν μπορεί να αναγεννηθεί χωρίς τη μείωσή τους. Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ οφείλει επιτέλους να συνδέσει την καχεξία της Ελλάδας με το βάρος των στρατιωτικών της εξοπλισμών και να διατρανώσει ότι πρέπει να απαλλαγούμε ταυτόχρονα και από τα δύο. Να τελειώσει το παραμύθι ότι μπορούμε και να γίνουμε «Δανία του Νότου» και να εξοπλιζόμαστε λες και είμαστε υπερδύναμη. Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, με λίγα λόγια, πρέπει να ετοιμαστεί για την επίλυση του ελληνοτουρκικού ζητήματος, το οποίο έχει καταντήσει σαν το παλαιστινιακό χωρίς θύματα.

Δημήτρης Παπανικολόπουλος Ο Δημήτρης Παπανικολόπουλος είναι διδάκτορας Πολιτικής Επιστήμης και ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου. Περισσότερα Άρθρα
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet