Την περασμένη Δευτέρα, 10 Ιανουαρίου, οι άνθρωποι που εργάζονται στον χώρο του πολιτισμού, για άλλη μια φορά, βγήκαν στους δρόμους και διαμαρτυρήθηκαν για την εγκατάλειψη του βιώνουν εν μέσω και με αφορμή την πανδημία. Σε πολλές πόλεις της Ελλάδας, με δράσεις και παρουσία διεκδίκησαν μέτρα στήριξης, ίση μεταχείριση αλλά και να πάψει η στοχοποίηση του πολιτισμού από τα μέτρα που εξαγγέλλει η κυβέρνηση. «Από την αρχή της πανδημίας, επί δύο χρόνια, σε κάθε εκδοχή της διαχείρισης, ολικό λοκντάουν, μερικό λοκντάουν, επιμέρους απαγορεύσεις και περιορισμοί, ο κλάδος μας ήταν πάντα βαλλόμενος», εξηγεί στην Εποχή ο Δημήτρης Ζερβουδάκης, μουσικός και πρόεδρος του Συλλόγου Μουσικών Βορείου Ελλάδος (ΣΜΒΕ), μιας συλλογικότητας, ενός εργασιακού δημοκρατικού σωματείου με 100 χρόνια ζωής.
«Για να φτάσουμε στον φετινό χειμώνα, οπότε επιβλήθηκε οι μουσικές παραστάσεις να είναι μόνο για εμβολιασμένους, με αποτέλεσμα μια φοβερή διάκριση στο κοινό και πολλά προβλήματα στη λειτουργικότητα των συναυλιακών χώρων. Η προσέλευση μειώθηκε πάρα πολύ, σε σημείο που οι παραγωγές δεν μπορούσαν να είναι βιώσιμες. Ήταν πολύ δύσκολη συνθήκη για εμάς, αφού μας έφερε αντιμέτωπους με το ίδιο μας το κοινό, στο οποίο προσπαθούσαμε να εξηγήσουμε γιατί αναγκαστήκαμε να παίζουμε υπό το κράτος τέτοιων διακρίσεων. Και μετά ήρθε η ψυχρολουσία, παραμονές των γιορτών με το κλείσιμο των πάντων, ακόμα και της μουσικής από τα μεγάφωνα, που δημιούργησε τεράστια ζημιά και στα συγγενικά και τα πνευματικά δικαιώματα».
Tα σπίτια, οι οικογένειες των μουσικών και όλων των εργαζομένων στα θεάματα και ακροάματα έχουν αποζημιωθεί, ανεπαρκώς, για τους 13 μήνες από τους 23 που διαρκεί επί της ουσίας η αναστολή της εργασίας τους. «Αν διαιρέσετε το ποσό αυτό στα δύο χρόνια που πέρασαν καταλαβαίνετε ότι η στήριξη είναι αστεία. Πέρυσι πολλοί συνάδελφοί μας βίωσαν πολύ δύσκολες στιγμές», τονίζει ο Δ. Ζερβουδάκης. «Συναντηθήκαμε με μια συλλογικότητα, την m-eating hub, και μέσα από δωρεές και διαχείριση προϊόντων που θα αποσύρονταν, δημιουργήσαμε το καλάθι της εβδομάδας για περίπου 120 οικογένειες, για διάστημα 7 με 8 μηνών. Παράλληλα, μας στήριξε και το Κοινωνικό Ιατρείο Θεσσαλονίκης σε στοιχειώδη πρωτοβάθμια περίθαλψη, για συναδέλφους που είχαν μείνει για μεγάλο χρονικό διάστημα ανασφάλιστοι».
Δυο χρόνια είναι πολύς καιρός και το μοτίβο στα κυβερνητικά μέτρα απέναντι στον πολιτισμό, με τους ανθρώπους του οποίου το υπουργείο Πολιτισμού δεν συναντάται καν για να συνομιλήσει, είναι επιεικώς… περίεργο. «Ακόμα κι αν όλα συμβαίνουν από σύμπτωση ή από ανοησία, στο πλαίσιο της αποκαθήλωσης των δημοκρατικών και των εργασιακών μας δικαιωμάτων, όλα αυτά εργαλειοποιούνται», επισημαίνει ο πρόεδρος του ΣΜΒΕ. Ωστόσο, πρόκειται για μια πορεία που έχει την αφετηρία της εδώ και χρόνια. «Ο πολιτισμός δεν πλήττεται τώρα, τώρα αποτελειώνεται. Η προσπάθεια να ελεγχθεί τι πολιτισμός παράγεται από ποιον και σε ποιον απευθύνεται δεν είναι κάτι πρόσφατο. Παράλληλα γίνονται και τεράστιες επενδύσεις στον τομέα του πολιτισμού από ομίλους. Όλα αυτά συνδυαστικά κάτι σημαίνουν. Στον πολιτισμό παραμένει μια διάθεση απείθαρχη, αμφισβητούσα και ερωτευμένη με τη ζωή. Αυτή επιχειρείται να καταπνιγεί, να ελεγχθεί. Ό,τι αντιβαίνει τη λογική της εξουσίας πρέπει να σκορπίσει. Διότι η τέχνη από τη φύση της είναι αντιεξουσιαστική», διαπιστώνει ο Δ. Ζερβουδάκης.
Όμως οι άνθρωποι του πολιτισμού δεν ακινητοποιήθηκαν. Συλλογικά και άμεσα οργανώθηκαν και αντέδρασαν, δίνοντας και στην υπόλοιπη κοινωνία από νωρίς το σήμα της ενεργοποίησης. «Να πω τη δική μου αλήθεια, εγώ δεν είμαι τόσο ευχαριστημένος. Η απαίτηση που έχουμε όλοι μας από τους ανθρώπους της τέχνης και της διανόησης είναι διαφορετική και μεγάλη. Δεν νομίζω ότι ακόμα έχουμε καταφέρει να φτάσουμε σε ένα καλό επίπεδο ως καλλιτεχνικό δυναμικό της χώρας που θα μπορούσε να εκφράσει μια πιο ενωτική και ριζοσπαστική άποψη. Ακόμα έχουμε δρόμο. Υπάρχει και αυτή η δόση ναρκισσισμού, που συχνά χαρακτηρίζει τους καλλιτέχνες, και που χωρίς αυτή είναι δύσκολο να επιβιώσεις σε αυτό το χώρο, η οποία συχνά μας βασανίζει: η λογική του πετυχημένου, όπως την λέω εγώ. Αυτή δημιουργεί ζητήματα εσωστρέφειας», λέει στην Εποχή ο θεσσαλονικιός καλλιτέχνης. Προβληματίζεται ιδιαίτερα, όταν του λέω ότι πάει καιρός που δεν προσβλέπουμε όπως παλιότερα στους ανθρώπους της τέχνης για να παρασυρθούμε και αυτό μας λείπει πολύ. «Ξέρετε, στη σύγχρονη μεταπολιτευτική ιστορία, που την ζω από παιδί στην εξέλιξη και τη δυναμική της μέσα στον χρόνο, στο όνομα της Δημοκρατίας και του οράματος για μια πιο δίκαιη ζωή, έγιναν περιουσίες», σημειώνει με νόημα. «Καλό είναι να προσέχουμε πώς διαχειριζόμαστε την πηγή που σκύψαμε και ήπιαμε. Να αφήνουμε και για τον επόμενο. Δεν είναι ανάγκη να μαζεύουμε με τους κουβάδες ό,τι υπάρχει και δεν υπάρχει, επειδή "είναι η σειρά μας"».
Είναι χαρακτηριστικό το περιστατικό που μας αφηγείται: «Κάποτε είχα συναντήσει τυχαία σε ένα ταξίδι τον σπουδαίο Γρηγόρη Μπιθικώτση. Τον πλησίασα, του μίλησα και μεταξύ άλλων τον ρώτησα πώς βίωσε τα πράγματα ως καλλιτέχνης σε περιόδους σκοτεινές όπως η Κατοχή. Και μου απάντησε: οι άνθρωποι στην Κατοχή αν είχαν δύο σταγόνες λάδι, θα έδιναν στον μουσικό που θα τους γλύκαινε την καρδιά, τη μία. Υπήρχε αγάπη, πίστη, επικοινωνία. Αυτή τη σχέση πρέπει να την έχουμε πάντα στο μυαλό μας οι καλλιτέχνες και να την τιμάμε».
Πάντως, η ανάγκη για ενεργοποίηση παραμένει επείγουσα και οι συλλογικότητες αποτελούν ένα δρόμο προς αυτό το στόχο. «Χρειάζεται να αντιληφθούμε όλοι μας τι σημαίνει σοβαρός κοινωνικός έλεγχος, τι σημαίνει αντιπροσώπευση. Να κατανοήσουμε την αξία της απλής αναλογικής και να επανεξετάσουμε το θέμα της αποχής μας. Έχουμε τεράστια ευθύνη οι δημοκρατικοί πολίτες. Αν η στάση όσων έχουν κουραστεί και ιδιωτεύουν αλλάξει, θα επέλθει μεγάλη αλλαγή στα πράγματα».
Και για το μέλλον πώς σχεδιάζουν να παραμείνουν ενεργοί οι καλλιτέχνες; «Έχουμε αποφασίσει να μιλήσουμε με την τέχνη μας. Ξεκινήσαμε να στήσουμε μια μεγάλη συναυλία παραμονές Χριστουγέννων με τη μεγάλη ορχήστρα Big Band του Συλλόγου μας, που ακυρώθηκε από τα μέτρα που εξαγγέλθηκαν. Θέλουμε να ενθαρρύνουμε το καλλιτεχνικό μας δυναμικό, όπως έγινε με την περυσινή μας συναυλία με τίτλο "Φύσηξε ο Βαρδάρης". Την ακυρωθείσα συναυλία της Big Band την μεταφέρουμε για τις 20 Μάρτη στη σκιά του Λευκού Πύργου. Πρέπει να ακουστούμε!», καταλήγει ο Δ. Ζερβουδάκης.