Η ακρίβεια δεν επιτίθεται μόνο στο καλάθι του νοικοκυριού, αλλά αντιπαραθέτει και υπουργούς. Το σχόλιό σου;

Η κυβέρνηση δεν κάνει αυτό που απαιτείται για να στηρίξει το καλάθι του νοικοκυριού. Επίσης, δεν στηρίζει τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, και την ενεργοβόρα βαριά βιομηχανία. Αυτό το κενό δημιουργεί τον εκνευρισμό στο κυβερνητικό επιτελείο που οδηγεί στην προσπάθεια κάθε υπουργού να διασωθεί ατομικά. Η ακρίβεια είναι σοβαρό πρόβλημα και η κυβέρνηση έχει πλέον σοβαρό πολιτικό πρόβλημα. Έχοντας ψηφίσει φορολογικές ελαφρύνσεις με κατεύθυνση κυρίως τα υψηλά εισοδήματα, (μια ανάποδη αναδιανομή δηλαδή), έχει απωλέσει δημοσιονομικά περιθώρια προκειμένου να προχωρήσει σε μειώσεις φόρων που θα ελαφρύνουν τα χαμηλά εισοδήματα. Ταυτόχρονα, δεν επιθυμεί, για λόγους ιδεολογικούς και πολιτικούς, να πάρει άλλα μέτρα όπως ελέγχους και ενεργοποίηση της Επιτροπής Ανταγωνισμού.

 

Βρίσκεται, λοιπόν μπροστά σε μια δυσκολία να βρεθεί ισορροπία μεταξύ μέτρων για την ακρίβεια και δημοσιονομικών. Ο κ. Σταϊκούρας είπε καθαρά ότι υπάρχει κίνδυνος εκτροχιασμού του προϋπολογισμού από τον Ιανουάριο!

Η κυβέρνηση επέλεξε και φέτος να δημιουργήσει κλίμα τεχνητής ευφορίας. Για τρίτο συνεχόμενο προϋπολογισμό συμβαίνει αυτό. Παίρνει ως σενάριο βάσης το πιο θετικό (και μη ρεαλιστικό) σενάριο και αυτό από πλευράς δημοσιονομικής διαχείρισης είναι εγκληματικό. Δεν υπολογίζει τις αβεβαιότητες ούτε για την ακρίβεια ούτε για την πανδημία. Με αυτόν τον τρόπο, υπονομεύει τη λειτουργία της οικονομίας και την κοινωνική ζωή το επόμενο διάστημα. Το πολιτικό πρόβλημα που ανακύπτει είναι ότι όλο αυτό το διάστημα η κυβέρνηση έχει δώσει πολλά σε λίγους και άρα έχει στενά περιθώρια για να κάνει πολιτική υπέρ των πολλών τώρα που προέκυψε το πρόβλημα. Δεν μπορεί να πάρει γενναίες αποφάσεις. Οι Εξαγγελίες Μητσοτάκη το βράδυ της Πέμπτης δείχνουν αυτό το αδιέξοδο της κυβέρνησης.

 

Ας μιλήσουμε, λοιπόν, πιο συγκεκριμένα. Ποιες θα ήταν γενναίες αποφάσεις; Αυτή την εβδομάδα ο ΣΥΡΙΖΑ επανήλθε με τις προτάσεις του και πιέζει.

Θα μπορούσε να προχωρήσει για παράδειγμα σε μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης για τα καύσιμα, αλλά έχοντας σπαταλήσει δημοσιονομικό χώρο υπέρ των λίγων όπως είπαμε πριν, διστάζει να το κάνει. Διστάζει επίσης γιατί έχει ως κεντρικό στόχο την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας πράγμα που απαιτεί σφιχτό δημοσιονομικό πλαίσιο. Σε αυτό το περιβάλλον, «προτιμά» να μετακυλήσει το κόστος της ακρίβειας, στους καταναλωτές και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Δεν μπορεί, λοιπόν, να ελαφρύνει το βάρος στην οικονομία. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ένα πλέγμα προτάσεων με μέτρα που δεν περιορίζονται μόνο στις τιμές. Προτείνει την αύξηση του κατώτατου μισθού στα 800 ευρώ που θα συμπαρασύρει προς τα πάνω και τον μέσο μισθό, τη ρύθμιση του ιδιωτικού χρέους της πανδημίας, τη μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης καυσίμων. Είναι ένα πλέγμα που έχει στόχο την ενίσχυση του διαθέσιμου λαϊκού εισοδήματος. Έχουμε, λοιπόν, σύγκρουση δυο κεντρικών πολιτικών και όχι για επιμέρους μέτρα που μπορεί να πάρει σήμερα η κυβέρνηση και να αλλάξει το κλίμα. Η μια πολιτική , της ΝΔ, διέπεται από την αντίληψη για αυτονομία των αγορών, που υλοποιεί με πολύ χοντροκομμένο τρόπο και η άλλη που μιλά για περισσότερες δημόσιες επενδύσεις, για στοχευμένες παρεμβάσεις στήριξης των εισοδημάτων για μείωση των ανισοτήτων για δίκαιη ανάπτυξη.

 

Ήδη η κατανάλωση, το είδαμε στις γιορτές, μειώθηκε κατά 20%. Το κέντρο βάρους των μέτρων αυτών, συμπεραίνω, αποβλέπει κυρίως στην προστασία του διαθέσιμου εισοδήματος;

Η μία βασική διάσταση είναι αυτή, δηλαδή η προστασία του εισοδήματος. Η δεύτερη διάσταση συνδέεται με το μέλλον μεσοπρόθεσμα, με την αναπτυξιακή διαδικασία. Εδώ η στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ για μια δίκαιη βιώσιμη και διατηρήσιμη ανάπτυξη δίνει ελπίδα. Για παράδειγμα, η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για την αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και του νέου ΕΣΠΑ που προτάσσει ένα άλλο προοδευτικό πλαίσιο μεταρρυθμίσεων με έμφαση στη μείωση των ανισοτήτων, στην εγχώρια παραγόμενη αξία και στην αποκέντρωση της παραγωγής ενέργειας, δείχνει τον εναλλακτικό ριζοσπαστικό δρόμο απέναντι στις πολύ σοβαρές προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε.

 

Μια και αναφέρεσαι στο μέλλον, να σε ρωτήσω τι προβλέπεται για την εξέλιξη των τιμών, του πληθωρισμού; Η κυβέρνηση πιστεύει ότι το δεύτερο τρίμηνο η κατάσταση θα ομαλοποιηθεί.

Ο πληθωρισμός επίσημα αγγίζει το 5,7%. Στην πραγματικότητα επιβαρύνει πολύ περισσότερο νοικοκυριά και μικρομεσαίους καθώς αφορά βασικά αγαθά και την ενέργεια. Προφανώς στο μέλλον, θα υπάρχουν αυξομειώσεις στις τιμές διαφόρων αγαθών και υπηρεσιών ίσως για κάποιο διάστημα οι τιμές πρόσκαιρα να σταθεροποιηθούν. Αλλά θα σταθεροποιηθούν σε υψηλά επίπεδα. Δηλαδή οι τιμές πιθανά θα σταματήσουν να ανεβαίνουν για κάποιο διάστημα αλλά θα παραμένουν υψηλές. Η αύξηση των τιμών οφείλεται κυρίως στη διατάραξη της ροής στις εφοδιαστικές αλυσίδες λόγω της πανδημίας, αλλά και στην υστέρηση της προσφοράς σε σχέση με τη ζήτηση ενέργειας στην περίοδο της ενεργειακής μετάβασης. Έχουμε ανισορροπία προσφοράς ενέργειας σε σχέση με τη ζήτηση με το πρόβλημα να εντοπίζεται στο γεγονός ότι δεν αντικαθίστανται με τον ρυθμό που θα έπρεπε μονάδες άνθρακα από ΑΠΕ. Ο τελευταίος παράγοντας είναι παγκόσμιος και δομικός και το πρόβλημα δεν θεραπεύεται άμεσα ειδικά όταν οι κυρίαρχες πολιτικές αναμένουν το πρόβλημα αυτό να το λύσουν οι αγορές. Επομένως τα επόμενα πέντε – δέκα χρόνια αναμένουμε να συνεχιστούν οι ανισορροπίες που θα οδηγούν σε εκρήξεις τιμών ανά διαστήματα και γενικά σε ένα περιβάλλον ακρίβειας και αβεβαιότητας. Γι’ αυτό και η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ να αποκεντρωθεί η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ στους καταναλωτές,, τις ΜμΕ, τις ενεργειακές κοινότητες, τους αγρότες, είναι στρατηγικής πολιτικής και οικονομικής σημασίας, δίνει προοπτική, είναι μία βαθιά ριζοσπαστική και ταυτόχρονα άμεσα εφικτή και ρεαλιστική μεταρρύθμιση.

 

Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι παίρνει μέτρα ανακούφισης όπως τα τελευταία για την ενέργεια. Ποια η εκτίμησή σου για την αποτελεσματικότητά τους;

Με βάση το πόσο αυξήθηκαν ήδη οι τιμές ενέργειας, είτε του αερίου είτε του ρεύματος, η ενίσχυση για τη δαπάνη μιας, πχ τετραμελούς, οικογένειας είναι πολύ μικρή πολύ πίσω από τις ανάγκες. Ήδη προετοιμάζονται τα σούπερ μάρκετ για αύξηση τιμών ίσως και 15% - 20%.

 

Ο ΣΥΡΙΖΑ μιλά για εντατικούς ελέγχους ως αναγκαία μέτρα. Αλλά και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ισχυρίζεται ότι “η κυβέρνηση είναι σε διαρκή επικοινωνία με την αγορά και εξετάζουμε σειρά παρεμβάσεων”. Λοιπόν;

Ακόμα και η φράση που χρησιμοποιεί η κυβέρνηση τα λέει όλα. Τι σημαίνει ακριβώς η «επικοινωνία με την αγορά»; Η πολιτική της κυβέρνησης είναι ιδεοληπτική, ευνοεί την απουσία κάθε ουσιαστικής παρέμβασης, επομένως τώρα δεν πρόκειται να εισακουστούν οι όποιες «εκκλήσεις» για συγκράτηση τιμών. Το κατάλληλο μήνυμα για την ασυδοσία έχει δοθεί από τον κ. Μητσοτάκη πολύ πριν τις εκλογές του 2019. Δεν ισχύει όμως το ίδιο για μία κυβέρνηση που πιστεύει στον δημόσιο τομέα και την παρέμβαση του κράτους, στον έλεγχο της αγοράς. Ας πάρουμε το παράδειγμα πώς λειτουργεί σήμερα η Επιτροπή Ανταγωνισμού που στερείται βούλησης και εργαλείων για να εργαστεί αποτελεσματικά.

 

Μια και συζητήσαμε γενικότερα για την οικονομία, προχθές ενημερωθήκαμε ότι στην ανεργία των νέων η χώρα με ένα 39% πρωτεύει.

Σύμφωνα με τη Eurostat, η ανεργία των νέων εκτοξεύθηκε το 2014 στο 52,4%. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ την παρέδωσε το 2019 στο 35,2% και τώρα, επί διακυβέρνησης ΝΔ, ξανασκαρφάλωσε στο 39,1%. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του ΕΝΑ η ανάκαμψη που αναμένεται εξαιτίας κυρίως της πολιτικής της κυβέρνησης θα έχει έναν δυισμό θα έχει την μορφή Κ. Κάποιοι θα εξασφαλίζουν αυξημένα κέρδη και οι περισσότεροι θα ζουν μέσα στην ανασφάλεια. Αυτό δείχνει από την μία η ανεργία των νέων και από την άλλη η αύξηση των κερδών των μεγάλων εισηγμένων στο χρηματιστήριο επιχειρήσεων. Η κυβέρνηση ονειρεύεται μια οικονομία χαμηλών μισθών και επομένως χαμηλών προσδοκιών κυρίως για τις νέες και τους νέους. Στον αντίποδα κινείται ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ που θεωρεί ότι το να δίνεις έμφαση στην εργασία, στην ποιότητα και την προστιθέμενη αξία του παραγωγικού συστήματος, στην αξία δηλαδή του ανθρώπινου δυναμικού, δημιουργείς μια σταθερή προοπτική για την κοινωνία και την οικονομία.

 

Ο Παναγιώτης Κορκολής είναι υπεύθυνος Ανάπτυξης στο Ινστιτούτο ΕΝΑ.

ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2023 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet