
Συχνά, τα αποφασιστικής σημασίας γεγονότα συμβαίνουν σε διαφορετικά χωρικά και χρονικά σημεία από εκείνα που είχαμε υποθέσει, και έρχονται να μας συναντήσουν από διαφορετικούς δρόμους, ακόμη και από μονοπάτια που δεν είχαμε προβλέψει, τα οποία στα μάτια μας εμφανίζονται σαν «παρεκβάσεις», ενώ στην ιστορική καταγραφή της πραγματικότητας αποτελούν τον υλικό τρόπο με τον οποίο υποστασιοποιείται η ιστορική «νομοτέλεια». Δεν είμαι βέβαιος για την αξία αυτής της πρόχειρης εισαγωγικής θεωρητικολογίας, αλλά μου φαίνεται ότι προκύπτει η σχετική ανάγκη από την απλή παρατήρηση όσων συμβαίνουν αυτή την περίοδο στο ευρωπαϊκό θέατρο πολιτικών επιχειρήσεων και ειδικότερα στο μαλακό υπογάστριό του, τις χώρες του Νότου.
Ο φόβος της αναστολήςΜια «ορθόδοξη» ανάλυση, επηρεασμένη προφανώς και από τη βίωση της σημαντικής εγχώριας πολιτικής ήττας σε μια μάχη που δόθηκε με κακή προετοιμασία και δυσμενή συσχετισμό δύναμης, θέλει την υπογραφή τής συμφωνίας και του νέου μνημονίου από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ-Οικολόγων να επισφραγίζει την αποτυχία μιας απόπειρας να μετατραπεί το ελληνικό πειραματόζωο σε καταλύτη εξελίξεων στον ευρωπαϊκό χώρο.
Είχαν, μάλιστα, αρχίσει να διατυπώνονται και οι σχετικές πεσιμιστικές αναλύσεις και προβλέψεις πως η ήττα της ελληνικής κυβέρνησης στην αναμέτρησή της με τους «θεσμούς» έχει ήδη βάλει σε λειτουργία ένα αρνητικό πολιτικό ντόμινο. Ορισμένοι, επιπλέον, προχωρούν και στην εκτίμηση ότι εκδηλώνεται ήδη μια λογική, κατ’ αυτούς, αντίδραση αυτοάμυνας εκ μέρους αριστερών κομμάτων και κινημάτων στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης, που αποσκοπεί, κατά κάποιο τρόπο, στην απομόνωση, στην τοποθέτηση σε καραντίνα των μνημονιακά μολυσμένων φορέων, ώστε να μη μεταδοθεί η νόσος και εξελιχθεί σε επιδημία.
Η αναστολή του φόβουΕίναι φανερό ότι ένας τέτοιος τρόπος ανάλυσης και αντιμετώπισης της πραγματικότητας υποτιμά, τουλάχιστον, τη σημασία της αλληλεπίδρασης και της αλληλεξάρτησης των εξελίξεων σε μια χώρα από τις εξελίξεις στις άλλες συγγενείς χώρες, καθώς και το μέγεθος της ευθύνης των κομμάτων της αριστεράς και των κινημάτων έναντι των συγγενών αντίστοιχων των άλλων χωρών: πρόκειται για μια ευθύνη αμφίδρομη και αμοιβαία, όχι μονόδρομη και μονομερή, όπως υποτίθεται από τέτοιου τύπου αναλύσεις. Με άλλα λόγια, ο εύκολος και διόλου αποδοτικός τρόπος είναι να αρκεστείς στην καταγγελία της προδοσίας της ελληνικής κυβέρνησης και την εξαγγελία μιας εκστρατείας απομόνωσης του φορέα της νόσου. Ο δύσκολος και δημιουργικός τρόπος είναι, συνάγοντας τα συμπεράσματα από την αρνητική εμπειρία της Αθήνας, ίσως και από τα ίχνη θετικής που μπορεί να ανιχνευθούν, να καταθέσεις έμπρακτα τη δική σου συμβολή σε μια υπόθεση που είναι αποδεδειγμένα κοινή, παρά τις αντιθέσεις που θα γεννιούνται στο εσωτερικό της αριστεράς.
Ο δρόμος της ΛισαβόναςΌσα συμβαίνουν αυτές τις μέρες στην Πορτογαλία, δεν περιέχονταν στις μεσοπρόθεσμες ή μακροπρόθεσμες προγνώσεις μας. Ούτε την πορεία του Μπλόκου της Αριστεράς είχαμε προβλέψει –προδιαγράψει, ούτε τις σχέσεις του με το ΚΚ Πορτογαλίας, ούτε τη ριζική μεταστροφή τού τελευταίου (που, σημειωτέον, προκαλεί την οργή του Περισσού), ούτε τη διάθεση του Σοσιαλιστικού Κόμματος να ζητήσει σχηματισμό κυβέρνησης της αριστεράς.
Οι συντηρητικοί αντίπαλοι μιας τέτοιας προοπτικής αναδιπλώνονται, βέβαια. Ο χρόνος, όμως, που κερδίζουν δεν μπορεί να ξεπεράσει το εξάμηνο. Το ημι-πραξικόπημα του προέδρου της Πορτογαλικής Δημοκρατίας, που έδωσε ήδη την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στη μειοψηφία της βουλής, δεν έχει άλλη προοπτική από το να οδηγήσει τη χώρα σε νέες εκλογές. Η κάλτσα, όμως έχει αρχίσει πια να ξηλώνεται και στη Λισαβόνα. Και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν (με το 66% υπέρ της κυβέρνησης της αριστεράς) ότι η ήττα της αριστερής κυβέρνησης της Αθήνας στην αναμέτρησή της με τις Βρυξέλλες δεν τρόμαξε την αριστερά στη Λισαβόνα. Μάλλον ξυπνάει την αίσθηση της δικής της ευθύνης.
Την ίδια στιγμή, στη γειτονική Ισπανία ο μεν Ραχόι εξακολουθεί να αισθάνεται καυτή την απειλή της εκλογικής ήττας, το δε Ποδέμος φαίνεται να δέχεται το πλαγιοκόπημα των Σιουνταντάνος, που δημιουργήθηκαν γι’ αυτόν ακριβώς το σκοπό: να ανακόψουν την ορμή του κόμματος που εξέφρασε τους αγανακτισμένους. Αυτή τη βοήθεια που όλοι περιμέναμε από την Ισπανία, μπορεί να προκάνει να τη δώσει η Πορτογαλία. Η οποία δεν αποκλείεται να προκαλέσει εξελίξεις θετικές και για το Ποδέμος και γενικότερα την ισπανική αριστερά εξ αντανακλάσεως, με διαφορετικό, βέβαια, ρυθμό από εκείνον που φανταζόμασταν.
Η πραγματικότητα βρίσκει το δικό της δρόμο, που συχνά δεν συμπίπτει με τις ιδέες που έχουμε σχηματίσει εμείς γι’ αυτήν, προκειμένου να την κατανοήσουμε. Καθήκον μας είναι να την ανακατανοούμε με βάση τα γεγονότα. Και να προσαρμόζουμε, με γνώμονα αυτά και στόχο τις απώτερες επιδιώξεις μας, κατάλληλα τη δράση μας.
Ευστάθεια και διάρκειαΣτο μεταξύ, ο πρόεδρος Ολάντ επισκέπτεται επίσημα την Αθήνα και εκτός των άλλων «ταπεινών» υλικών συμφερόντων που έρχεται να προωθήσει, επιχειρεί να προβληθεί ως οιονεί ισότιμο σκέλος ενός γαλλογερμανικού άξονα, που ενώνει το Παρίσι με το Βερολίνο, αλλά ταυτόχρονα υπενθυμίζει ότι οι δύο πρωτεύουσες, ως πόλοι ενός άξονα, φέρουν φορτία με διαφορετικό πρόσημο. Η ελληνική κυβέρνηση τον υποδέχεται και καλά θα κάνει να αποκομίσει τα περισσότερα δυνατά οφέλη από την προώθηση αυτής της σχέσης. Έχει ανάγκη, όμως, από κάποιον που επίμονα θα ανασύρει από το ασυνείδητό της την υπόμνηση ότι εκτός από κυβέρνηση της Αθήνας είναι και κυβέρνηση της αριστεράς. Κι αυτός ο κάποιος, για να μπορεί να παίξει το ρόλο του, χρειάζεται να διατηρεί τη θερμή απόσταση ασφαλείας εκείνη, η οποία εξασφαλίζει την ψύχραιμη αποτίμηση και τη σταθερή διατήρηση του στρατηγικού προσανατολισμού.
Ποιος θα μπορέσει, μέσα σ’ αυτή την πολύπλοκη, πολύτροπη και διαρκώς εναλλασσόμενη πραγματικότητα, γεμάτη αντιθέσεις και απαιτητική ως προς τις συνθέσεις, να διατηρήσει, παίρνοντας κάποια απόσταση από τα πολύ τρέχοντα, τη σταθερή χάραξη της πορείας, τη συναίσθηση του ιστορικού ρόλου, τη ρότα μέσα στις τρικυμίες, τη βεβαιότητα μέσα στις συχνές αβεβαιότητες; Αν δεν αντιληφθούμε τώρα, σ’ αυτές τις συνθήκες, την τεράστια σημασία που έχει η (ανα)συγκρότηση ενός νέου τύπου κόμματος, δημοκρατικά οργανωμένου, στηριγμένου στην πολιτική καλλιέργεια και αυτενέργεια των μελών του, σε όσμωση με την κοινωνία και τις λαϊκές τάξεις, με πλήρη συνείδηση του αυτοτελούς ρόλου του στη διαδικασία μετασχηματισμού της κοινωνίας και της λειτουργίας του ως συλλογικής σταθεράς στη δίνη της καθημερινής ανάγκης για μικρές και μεγάλες, ορθές και αμφισβητούμενες πολιτικές αποφάσεις, τότε δεν θα νιώσουμε ποτέ την ανάγκη και τη ζωτική χρησιμότητά του.
Χ. Γεωργούλας