Έπειτα από μια δύσκολη εβδομάδα, η εκλογή του προέδρου της ιταλικής Δημοκρατίας φαίνεται να φθάνει στο τέλος της. Μετά από επτά ψηφοφορίες, κατά τις οποίες «κάηκε» μεγάλος αριθμός υποψηφίων, και αφού από την τέταρτη ψηφοφορία και μετά ήταν αρκετή η απόλυτη πλειοψηφία των μεγάλων εκλεκτόρων, έπειτα από τρικλοποδιές, κρυφές συναντήσεις μεταξύ αρχηγών των κομμάτων, υποψίες «προδοσίας» μεταξύ συμμάχων, με τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι να έχει αποσυρθεί πριν από την έναρξη των διαδικασιών εκλογής και με το μεγάλο φαβορί Μάριο Ντράγκι να συναντά ένα τείχος άρνησης από την πλευρά του Σαλβίνι, μεγάλου μέρους του Κινήματος 5 Αστέρων, ενός τμήματος του Δημοκρατικού Κόμματος, αλλά και της αριστεράς, τα κόμματα κατέληξαν στη μόνη δυνατή λύση: Την επανεκλογή του ογδοντάχρονου Σέρτζιο Ματαρέλα, παρότι ο ίδιος είχε αρχικά αποκλείσει μια δεύτερη θητεία. Μόνο η ακροδεξιά Μελόνι, που έχει δει τα ποσοστά της να εκτοξεύονται τα τελευταία χρόνια και επιθυμούσε διακαώς τη διεξαγωγή εκλογών, δηλώνει αντίθετη με την επανεκλογή του Ματαρέλα και κηρύσσει το τέλος του δεξιού συνασπισμού.
Πάντως, και ο κεντροαριστερός συνασπισμός δεν σφύζει από υγεία. Ο Ενρίκο Λέτα δεν κατόρθωσε να πείσει τους συμμάχους του για την ανάγκη εκλογής του Μάριο Ντράγκι, ενώ ο Κόντε δεν δίστασε να συναντήσει τον Σαλβίνι, προκειμένου να επιτύχει τη μη εκλογή του Ντράγκι. Τέλος, αναγκάστηκαν να τραβήξουν δυνατά από το μανίκι τον Ματαρέλα.
Είναι η δεύτερη φορά στην ιστορία της σύγχρονης Ιταλίας που ένας πρόεδρος της Δημοκρατίας επανεκλέγεται. Είχε ξανασυμβεί το 2013 με τον Τζόρτζιο Ναπολιτάνο σε μια άλλη περίοδο μεγάλης κρίσης του συστήματος.
Τελικά, παρά τη διάθεση των διεθνών εταίρων και της εγχώριας ελίτ να δουν για επτά χρόνια τον Μάριο Ντράγκι να συνεχίζει να είναι καθοριστικός παράγοντας για την επίλυση του πολιτικού αδιεξόδου, θα χρειαστεί να αποδεχτούν να παραμείνει πρωθυπουργός μέχρι τις εκλογές του 2023. Πολύ θα ήθελαν να μην υπήρχε η ενοχλητική υπόθεση των εκλογών, αλλά, προς το παρόν, δεν μπορούν να το αποφύγουν. Μέχρι τότε, όμως, ίσως κάτι να προλάβουν να επινοήσουν.
Επί του παρόντος, οι βουλευτές, οι γερουσιαστές και τα μέλη της κυβέρνησης θα διατηρήσουν τις θέσεις τους και τα προνόμιά τους για έναν ακόμη χρόνο, γνωρίζοντας ότι πολλοί δεν θα επανεκλεγούν.
Σε μια χώρα με κάθε λογής κινήματα, εργασιακά, περιβαλλοντικά, φεμινιστικά, το αδιέξοδο στην «εφαρμοσμένη» πολιτική μοιάζει παράδοξο, όπως μοιάζει παράδοξη η αποσύνδεση των πολιτών από τους εκπροσώπους τους στους θεσμούς. Η κατακερματισμένη αριστερά δεν είναι σε θέση να δώσει τέλος σ’ αυτή την πολιτική παρακμή. Όμως, η Ιταλία πάντα θα μας εκπλήσσει και μέχρι τις εκλογές του 2023 πολλά μπορεί να συμβούν.