Είναι δύσκολο να σχολιάσεις την πρόταση για αναδιοργάνωση του ΣΥΡΙΖΑ χωρίς να ανατρέξεις στις διαφορετικές περιόδους του κόμματος και να αποτιμήσεις την ιστορική του συνέχεια. O ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα της πάλαι ποτέ ανανεωτικής αριστεράς, της κομμουνιστικής ανανέωσης, της ριζοσπαστικής αριστεράς, των κινημάτων, του φεμινισμού και της οικολογίας έγινε πλειοψηφικό ρεύμα στην ελληνική κοινωνία μέσα από αλλεπάλληλες αναδιαρθρώσεις κατά τις προηγούμενες τρεις δεκαετίες. Τα ομοσπονδιακά και συμμαχικά λειτουργικά σχήματα που υιοθετούσε κάθε φορά, η αυτονομία των τάσεων και των ρευμάτων για παράδειγμα, του επέτρεψαν να αναδιοργανώνεται στη συγκυρία και να αρθρώνει ξανά ανταγωνιστικό λόγο και πρόταγμα με σύγχρονους όρους, κάθε φορά.
Η εποχή που διανύουμε έχει φέρει το κόμμα μπροστά σε τρεις νέες προκλήσεις: Έχει μεγάλο αποτύπωμα στην κοινωνία χωρίς να έχει καταφέρει να το αντιστοιχήσει στην οργανωτική του δομή και λειτουργία ή σε μηχανισμούς πολιτικής αναπαραγωγής. Έχει κυβερνήσει τη χώρα κατά την περίοδο της χειρότερης κρίσης μετά τον πόλεμο, έχοντας ενεργοποιήσει προηγουμένως αντανακλαστικά που παρέμεναν ανενεργά ως τότε (κοινωνική αλληλεγγύη). Και πολιτεύεται ως κυρίαρχη δύναμη της αριστεράς στον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό, που δίνει παράδειγμα και σε άλλους σε μια Ευρώπη που συντηρητικοποιείται μέρα με τη μέρα. Ποια αναδιοργάνωση απαιτείται σήμερα στα νέα δεδομένα;
Το 2019, ο ΣΥΡΙΖΑ συγκράτησε τις δυνάμεις του, έχοντας απογοητεύσει όμως την εκλογική του βάση τόσο γιατί φάνηκε να προδίδει προσδοκίες που είχαν επενδυθεί (ας όψεται η προπαγάνδα), όσο και γιατί έδειξε διαχειριστική ανεπάρκεια σε πολλούς τομείς. Με άλλα λόγια γιατί σταμάτησε να ασκεί δομημένη επικοινωνία απευθυνόμενος στον λαό, εξηγώντας τι κάνει και με ποιο σκοπό και γιατί άσκησε διοίκηση από τα πάνω χωρίς την ουσιαστική συμμετοχή εκείνων που είχαν αγωνιστεί τα προηγούμενα χρόνια για να γίνει κυβέρνηση. Έθεσε τις βάσεις μιας ορθολογικής δημοκρατικής διακυβέρνησης μεν, (παράδειγμα τα μητρώα και οι χάρτες, η κοινωνική συνοχή), αλλά δεν το έκανε σε ωφέλιμο πολιτικά χρόνο και δεν έδωσε εναλλακτικά παραδείγματα οργάνωσης του κράτους.
Όταν τον Σεπτέμβριο του 2015 κέρδισε τις επαναληπτικές εκλογές και έθεσε ως στόχο την άμβλυνση των επιπτώσεων της λιτότητας, φάνηκε πως θα έρχονταν σε ρήξη με το πελατειακό κράτος (παράλληλο πρόγραμμα). Όταν έχασε το 2019 φάνηκε πως δεν είχε καταφέρει να συγκρατήσει το κοινωνικό κεφάλαιο που επενδύθηκε στην πολιτική του. Καθοριστικός παράγοντας για αυτό ήταν βέβαια οι Πρέσπες, όμως όχι το πιο καθοριστικό. Ένα επιτυχημένο παράδειγμα συνεταιρισμού, η επικράτηση της αξιοκρατίας επί των πελατειακών δικτύων, η μετατροπή του ηθικού προτάγματος σε ένταξη και η εξέλιξη μιας κουλτούρας που θα περιελάμβανε νέες αφηγήσεις για το παρόν και το μέλλον θα μπορούσε (και μπορεί) να υπερνικήσει τους υπολογισμούς της άλλης πλευράς για αριστερή παρένθεση. Διακινήθηκε πολιτικό δυναμικό ιστορικού μεγέθους τόσο για να έρθει στην εξουσία ο ΣΥΡΙΖΑ, όσο και για να την χάσει.
Κόμμα της νεολαίας
Αυτός είναι ο λόγος όμως που όσοι βιάστηκαν να γράψουν το τέλος του ΣΥΡΙΖΑ, όσοι νοσταλγούν την αριστερή μελαγχολία, είναι μάλλον εκτός θέματος. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το κόμμα της νεολαίας. Αυτό δεν σημαίνει μονάχα πως η νεολαία έχει εναποθέσει τις ελπίδες της στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά καθώς φαίνεται ο πολιτικός λόγος του ΣΥΡΙΖΑ επικοινωνεί με το βίωμα της νεολαίας προνομιακά σε σχέση με οποιοδήποτε άλλο χώρο. Γι’ αυτό και δεν μπορεί κανείς να μη δει μερικές κραυγαλέες αντιφάσεις: Ο μέσος όρος της ηλικίας των μελών του ΣΥΡΙΖΑ στις τοπικές οργανώσεις μάλλον παίρνει ήδη σύνταξη. Το κλίμα δε, όπως διαμορφώνεται από τους χειρισμούς των σχέσεων μεταξύ διαφορετικών τάσεων είναι ορισμένες φορές τόσο τοξικό, που δεν αφήνουν το περιθώριο σε όποιον δεν έχει μια σκληρή ταύτιση και στράτευση να συμμετάσχει στην πολιτική διαδικασία. Όμως οι νεότεροι κατά συνθήκη πολιτικοποιούνται μέσω του πολιτισμού, εγγράφονται σε αξίες και μετέχουν σε κινήματα. Άλλωστε ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε από το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο, όχι από την ταύτιση του εκλογικού σώματος με τη Νέα Δημοκρατία.
Τα μέσα για την επι-κοινωνία
Κατά την περίοδο 2007-2013 το κόμμα συναντήθηκε με την επικοινωνιακή περιφέρεια που είχε στο μεταξύ διαμορφωθεί στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και στο διαδίκτυο, μια κοινωνική πλειοψηφία που επικοινωνούσε με οριζοντίους τρόπους. Εδώ είναι σημαντικό να θυμίσουμε ότι η επικρατούσα ιδεολογία που ερχότανε ήταν ένα είδος τεχνο-φιλελευθερισμού, τεχνο-οπτιμισμού που υποσχόταν την ανασύσταση κάποιου είδους δημόσιας σφαίρας, η οποία θα διαδέχονταν το πελατειακό και διεφθαρμένο σύστημα των μέσων ενημέρωσης, τα έβαζε με τη γραφειοκρατία και τον αυταρχισμό και έκλινε προς τούτο στον ΣΥΡΙΖΑ. Πολλές φορές συνέβη σε ζωντανό χρόνο όταν εκτυλίσσονταν μια συζήτηση να διαμορφώνεται η κυρίαρχη αντίληψη στα κοινωνικά Μέσα προτού εκφωνηθεί επίσημα από το πολιτικό κέντρο. Αντίστοιχα ήταν πάρα πολλές οι περιπτώσεις που ο ΣΥΡΙΖΑ έβρισκε τους αναμεταδότες των μηνυμάτων του στα κοινωνικά μέσα και διαχέονταν στην κοινωνία ταχύτατα παρά το γεγονός ότι επιβαλλόταν σιωπητήριο από τα παραδοσιακά μέσα.
Αυτός ήταν ένας από τους βασικούς μηχανισμούς που κατέστησαν τον ΣΥΡΙΖΑ πλειοψηφικό στην κοινωνία και του έδωσαν τη δυνατότητα να υπερβεί τους περιορισμούς που είχε επιβάλει το σύστημα. Η συζήτηση περί εκλογής των κεντρικών οργάνων από τη βάση, ανοίγματος του κόμματος, ψηφιοποίησης και υβριδικότητας δεν σημαίνουν απαραίτητα αποπολιτικοποίηση και παράδοση στη μεταδημοκρατία, όπως έχει γραφτεί, ή στροφή προς το κέντρο. Αντίθετα, πολλές και πολλοί πιστεύουμε και ελπίζουμε ότι μπορεί να αποτελέσει εφαλτήριο για συνάντηση με νεότερους και νεότερες στην κοινωνία, την ένταξη κοινωνικών υποκειμένων με ασθενή παρουσία στην πολιτική, ανανέωση της δράσης και συμμετοχής, καλύτερη σύνδεση με τα κινήματα και πολιτικοποίηση τους, επανασύνδεση με το πεδίο του πολιτισμού. Για να γίνει όμως αυτό πρέπει να μπορέσει να υπάρξει και η αντίθετη κίνηση. Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να μπορεί να κάνει πολιτική και από τα κάτω, κάτι που σήμερα αποφεύγεται.
Μια συζήτηση ξεκινάει
Χωρίς αμφιβολία οι τάσεις και οι οργανωμένες ομάδες θα αντιστοιχηθούν και στο εσωτερικό εκλογικό σώμα, το κόμμα όμως πρέπει να ψηφιοποιηθεί με τρόπο που θα επιτρέπει στην περιφέρειά του να αντλεί από αυτό ταυτότητα και επιχειρήματα που θα φέρει εκεί που δραστηριοποιείται. Τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ, όσο και ο κόσμος του είναι ήδη ψηφιακοί. Η πλατφόρμα του isyriza, παρά τα προβλήματα που μπορεί να έχει, ήρθε την κατάλληλη στιγμή να υποστηρίξει την κομματική διαδικασία, με την έναρξη της πανδημίας. Οι οργανώσεις μπόρεσαν να μείνουν ζωντανές μέσω τηλεδιασκέψεων. Φάνηκε έτσι ότι η λειτουργία του ψηφιακού δεν μπορεί να είναι «τηλεοπτική» γιατί τότε στερεί- δεν αυξάνει το πολιτικό κεφάλαιο της επικοινωνίας. Δεν βοηθάει να μεγαλώσει η αλυσίδα των μελών και των φίλων που θα φέρουν περισσότερους στις τάξεις του ΣΥΡΙΖΑ και της αριστεράς. Είναι αδύνατον να διαχειριστεί γραμμικά το χρόνο ένα μαζικό κόμμα της αριστεράς, όσα στελέχη πρώτης γραμμής και αν παράγει. Ασύγχρονα όμως, δημιουργώντας πυκνώσεις γνώσης, κρίσιμες μάζες παρέμβασης και γεγονότα, μπορεί να καλλιεργήσει την ήδη διαμορφωμένη πολιτική κουλτούρα και να την κάνει ξανά κυρίαρχη, εκτός από πλειοψηφική. Αυτό σημαίνει να διαμορφωθούν τα μεσαία επίπεδα παρέμβασης με τρόπο που να ωθεί τη δράση. Περισσότερη παρέμβαση από τις δεξαμενές σκέψης, υποβοήθηση στην ίδρυση σωματείων και ενώσεων εργαζομένων σε διαφορετικούς κλάδους, συμμετοχική παρέμβαση στα τοπικά προβλήματα, όπως είναι τα περιβαλλοντικά και τα προβλήματα του δημόσιου χώρου, άνοιγμα των τμημάτων και πρόσκληση επιστημόνων να συμμετάσχουν, πειραματισμός με τις νέες τεχνολογίες επικοινωνίας κ.ά.
Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ έρθει ξανά στα πράγματα δεν πρέπει να έχει μόνο ένα καθαρό πρόγραμμα, αλλά πρέπει να έχει και την κρίσιμη μάζα εκείνων που θα αλλάξουν τα πράγματα στη διοίκηση και στην κοινωνία και θα φέρουν μια νέα κουλτούρα στη εργασία, ακόμα και στην αγορά. Αυτή τη συζήτηση ξεκινάει το άνοιγμα που επιχειρείται σήμερα και με τον ένα ή άλλο τρόπο πρέπει να γίνει. Κόμμα του κέντρου και τηλεαστέρων ή όπως λέει η Jodi Dean (στην προσπάθεια να αποτιμήσει τη σχέση κόμματος-πλήθους), ενεργός φορέας που κρατάει ανοιχτή την προοπτική της αλλαγής όταν προκύπτει το ρήγμα στην κοινωνία; Προωθητικός παράγοντας στην κατεύθυνση του κοινωνικού μετασχηματισμού;