Η συζήτηση για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας μπαίνει στην τελική ευθεία. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένεται να δημοσιοποιήσει τις προτάσεις της αρχές καλοκαιριού ή λίγο αργότερα. Ορισμένοι βασικοί «παίκτες» έχουν αρχίσει ήδη να προδιαθέτουν για τον βασικό κορμό των προτάσεων. «Δεν θα επιστρέψουμε στην επιλογή της προηγούμενης κρίσης», επεσήμανε ο Επίτροπος Οικονομίας, Πάολο Τζεντιλόνι, μιλώντας την Τρίτη στην επιτροπή οικονομικών και νομισματικών υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Ακόμη πιο συγκεκριμένος, ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν. Μιλώντας στην ίδια επιτροπή, ο Βάλντις Ντομπρόβσκις αναφέρθηκε σε ένα κρίσιμο θέμα, το οποίο πολλά κράτη-μέλη που το χρέος τους ξεπερνά πολύ το 100% του ΑΕΠ θεωρούν εκτός πραγματικότητας: τον κανόνα που προβλέπει ότι κάθε χρόνο οι χώρες πρέπει να μειώνουν το δημόσιο χρέος κατά ποσοστό ίσο με το 1/20 της υπέρβασης του 60% του ΑΕΠ. Ο κανόνας αυτός, είπε, πρέπει να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα, να μην υπονομεύει την ανάπτυξη.
Τη βεβαιότητά της ότι δεν θα εφαρμοσθούν οι ίδιοι κανόνες εξέφρασε και η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, μιλώντας πρόσφατα στο δίκτυο France Inter. «Το 2023 δεν θα υπάρξει επιστροφή», είπε.
Πιο επιφυλακτική ήταν, ωστόσο, αναφορικά με την αναθεώρηση των κανόνων του Συμφώνου που επιβάλλουν το μεν δημόσιο έλλειμμα να μην ξεπερνά το 3% του ΑΕΠ, το δε δημόσιο χρέος το 60% του ΑΕΠ. Δεν προβλέπει αυτά να αναθεωρηθούν νωρίτερα από το 2023. Για να συμβεί αυτό πρέπει, είπε, «τα κείμενα των συνθηκών να αναθεωρηθούν ομόφωνα από τα κράτη-μέλη».
Ανάλογη δήλωση έκανε την περασμένη εβδομάδα ο φιλελεύθερος υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, Κρίστιαν Λίντνερ.
Ο δρόμος προς την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας δεν θα είναι αγώνας ταχύτητας, θα είναι αγώνας αντοχής και σοβαρής προσέγγισης.
Με επιστολή τους ήδη τον περασμένο Σεπτέμβριο, οκτώ χώρες του Βορρά (Αυστρία, Δανία, Λετονία, Σλοβακία, Τσεχία, Φινλανδία, Ολλανδία και Σουηδία) δηλώνουν ανοικτές «στη συζήτηση για τη βελτίωση της οικονομικής και δημοσιονομικής διακυβέρνησης, αλλά μόνο για απλοποιήσεις και προσαρμογές που ευνοούν τη συνεπή και διαφανή επιβολή των κανόνων».
Το μήνυμα απευθύνεται σαφώς στις χώρες του Νότου, όπως η Ελλάδα (με δημόσιο χρέος 207% του ΑΕΠ), η Ιταλία (157%) και η Ισπανία (125%), και προδικάζει ότι οι συνομιλίες θα είναι δύσκολες, καθώς η Γαλλία και η Ιταλία, αλλά και η Ισπανία και η Πορτογαλία, σε διαφορετικούς τόνους, έχουν καταστήσει σαφές ότι οι δημοσιονομικοί κανόνες πρέπει να προσαρμοστούν στην πραγματικότητα που διαμορφώνουν η πανδημία και η κλιματική κρίση.
Δηλώσεις, ωστόσο, συγκρατημένες, μπροστά στο ενδεχόμενο μιας κρίσης χρέους αν η εξουσία του χρήματος, οι χρηματαγορές, θελήσουν να «συνετίσουν» τις πολιτικές εξουσίες με υψηλότερα επιτόκια δανεισμού στο μέλλον.
Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ θα αυξήσει τα επιτόκιά της τον Μάρτιο και ίσως άλλες τρεις φορές μέσα στο 2022 για να ανακόψει έναν πληθωρισμό της τάξης του 7%. Είχαν προηγηθεί το Ηνωμένο Βασίλειο και η Νορβηγία. Ακολουθεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που δεν αποκλείει μια αύξηση μετά το καλοκαίρι, φοβούμενη ότι ο πληθωρισμός (5%) δεν θα υποχωρήσει πριν από τα τέλη του 2022, όπως προβλεπόταν…
Η Ελλάδα, με δημόσιο χρέος στο 207% του ΑΕΠ, έχει κάθε λόγο να μην αυταπατάται.
Μιλώντας προχθές στο Mega, ο διοικητής της ΤτΕ, Γιάννης Στουρνάρας, εκτίμησε ότι «η ανάπτυξη του 2021 θα εκπλήξει», τοποθετώντας την στο 8,5%-9%, όταν η πρόβλεψη του προϋπολογισμού –ήδη αμφισβητούμενη-- είναι για 6,9%. Προέβλεψε μάλιστα ότι για το 2022 ένας ρυθμός ανάπτυξης 4,5%-5% είναι εφικτός. Και προεξόφλησε ότι χάρις σε αυτή την ανάπτυξη το πρωτογενές έλλειμμα θα υποχωρήσει από 6,5%-7% του ΑΕΠ που είναι σήμερα σε 1%-1,5%.
Εκτίμησε τέλος ο επικεφαλής της ελληνικής κεντρικής τράπεζας –παρά πάσα περί του αντιθέτου ανησυχία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας— ότι ο πληθωρισμός θα αρχίσει να μειώνεται από τα μέσα τους έτους.
Σε αυτό το σημείο βρισκόμαστε, ως άλλη αριστοφανική Νεφελοκοκκυγία. Αυθυποβαλλόμενοι.
Ούτε ένα βήμα παραπέρα από τις δηλώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη πέρυσι τέτοιες μέρες στον ΣΚΑΪ, ότι η χώρα δεν θα έχει πρόβλημα χρηματοδότησης διότι «υπάρχει εμπιστοσύνη σε αυτή την κυβέρνηση» από αγορές και επενδυτές και διότι στην Ευρώπη «θα υπάρχει δημοσιονομική χαλαρότητα για τα επόμενα δύο χρόνια» -- μέχρι, δηλαδή, τη λήξη της πρωθυπουργικής του θητείας και μετά βλέπουμε, αν σωστά καταλάβαμε…
Στην πρόσκληση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για δημόσια διαβούλευση, στη βάση 11 συγκεκριμένων ερωτήσεων, για να ανιχνευτούν οι διαθέσεις της κοινής γνώμης και οι θέσεις θεσμικών και μη παραγόντων της Ε.Ε. αναφορικά με το Σύμφωνο Σταθερότητας, ανταποκρίθηκε ο Αλέξης Τσίπρας, παρουσιάζοντας στη Διάσκεψη των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών στις Βρυξέλλες στις 15 Δεκεμβρίου τους βασικούς άξονες της πρότασής του, πρότασης υπαγορευμένης από την αντίληψη ότι η ευρωπαϊκή Αριστερά έχει θέσεις που πρέπει να ακουστούν στην κατεύθυνση της ανάπτυξης ενός πανευρωπαϊκού δικτύου πολιτικών και κοινωνικών συμμαχιών που θέλουν τη δημοσιονομική σταθερότητα στην υπηρεσία της κοινωνικής δικαιοσύνης και συνοχής και όχι το αντίθετο.
Η πρόταση --ένα από τα πρώτα δείγματα γραφής της συνεργασίας του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ με το think tank-- κατατέθηκε ολοκληρωμένη στη σχετική πλατφόρμα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις αρχές Ιανουαρίου, μετά από σειρά συναντήσεων του Αλέξη Τσίπρα με τους συμβούλους του σε θέματα οικονομικής πολιτικής, και με την τομεάρχη οικονομικών Έφη Αχτσιόγλου και τον συντονιστή του οικονομικού κύκλου Ευκλείδη Τσακαλώτο.
Ενδεικτικά:
-Το αναθεωρημένο Σύμφωνο πλαίσιο θα έχει την ευελιξία που απαιτείται για την πιο αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας, των δομικών αδυναμιών των κρατών-μελών, αλλά και των αδυναμιών της ευρωπαϊκής οικονομίας συνολικά. Παράλληλα με την εξασφάλιση νέων δημοσιονομικών εργαλείων, όπως κοινό επίδομα ανεργίας, ελάχιστο ευρωπαϊκό εγγυημένο εισόδημα, που θα ενεργοποιούνται σε περίπτωση κρίσης, είτε όταν ένα κράτος-μέλος αντιμετωπίζει δημοσιονομικά προβλήματα.
- Αναθεώρηση των στόχων του δημόσιου χρέους και του ελλείμματος, όπου θα λαμβάνονται εξίσου υπόψη: Η βιωσιμότητα του χρέους, ο επιδιωκόμενος ρυθμός ανάπτυξης, η απασχόληση, αλλά και κοινωνικοί στόχοι, όπως η μείωση των ανισοτήτων και της φτώχειας.
- Θέσπιση ενός κοινού, απλού και σαφούς κανόνα, βάσει του οποίου θα κρίνεται αν μια επένδυση είναι «παραγωγική», ώστε να εξαιρούνται όσες στοχεύουν στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, την ψηφιοποίηση του δημόσιου τομέα και την ενίσχυση της Υγείας και Εκπαίδευσης. Προτείνεται επίσης να αφαιρούνται οι δαπάνες για τη διαχείριση του προσφυγικού και την αντιμετώπιση έκτακτων φυσικών φαινομένων.
- Σταθερή μεγέθυνση του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού ως μηχανισμού εξισορρόπησης των εσωτερικών ανισορροπιών, επίλυσης κρίσεων κ.λπ. Ταυτόχρονα, μέσω της διαδικασίας της έκδοσης κοινού χρέους προτείνεται ο προϋπολογισμός να συμβάλλει στη σταδιακή μείωση του δημόσιου χρέους των κρατών-μελών και στη δημιουργία safe assets χρεογράφων που θα ενισχύσουν τη διαπραγματευτική ευχέρεια του ευρώ στις διεθνείς αγορές συναλλάγματος.
- Ενίσχυση του ρόλου των εθνικών Κοινοβουλίων και του Ευρωκοινοβουλίου, όπως και των διαδικασιών ευρείας διαβούλευσης με τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών, επιστημονικών φορέων και των κοινωνικών εταίρων.