Στην έκθεση σύγχρονης τέχνης «Ειδύλλια Οδός», που υπογράφει η Μαρία Μαραγκού, συμμετέχουν 33 καλλιτέχνες και πραγματοποιείται στην Τεχνόπολη του Δήμου Αθηναίων, έχουμε δύο αφετηριακούς κύκλους: Την πανδημία ως συνθήκη και την ιδέα ως κινητήρια δύναμη.
Η πανδημία, ιδίως στη σκληρή εκδοχή της κατά τη διετία των εγκλεισμών – κυριολεκτικών και συμβολικών–, «κάνει» βιοπολιτική ή αν προτιμάτε συνεπικουρεί την πολιτική εξουσία στην πειθάρχηση σωμάτων και συνειδήσεων. Μόνη διέξοδος η Σκέψη και η Τέχνη. Το σκεπτόμενο υποκείμενο περιδιαβαίνει την πόλη και ενίοτε ευτυχώς αναστοχάζεται και άρα διαφεύγει του όποιου εγκλεισμού.
Η ιδέα, σαν σημείο εκκίνησης και τροφοδοτικό του όλου project, είναι απλή, καθαρή και άκρως παραγωγική, όπως αποδείχθηκε και από το αποτέλεσμα. Η συνάντηση με το τοπίο (φυσικό και κατασκευασμένο) και τα υλικά του, είναι καρποφόρα. Το τοπίο είναι «τα μονοπάτια του Λυκαβηττού, η Ρωμαϊκή Αγορά, τα Αναφιώτικα, πεντάμορφα στην εγκατάλειψη από περαστικούς», η μικρή Ειδύλλια οδός σαν πέρασμα προς την Ιερά οδό στον δρόμο για την Ελευσίνα. Τα υλικά είναι το χώμα/πηλός, το νήμα και το ύφασμα, το άχυρο, το καλάμι, το μάρμαρο και το σίδερο, η βελόνα, το μαλλί και ο αργαλειός. Είναι τα υλικά της γης και του ανθρώπου.
.jpg)
Η ιδέα αποζητάει τη σχέση του παρόντος με το παρελθόν και το μέλλον του, μέσα από τη γλώσσα που συγκροτούν τα παραπάνω υλικά, πρωτογενή και κατασκευασμένα και αποδεικνύουν στις σχέσεις τους τη διαχρονία, τη διάρκεια, τη συνέχεια και τις ασυνέχειες, την ενότητα αλλά και τις συγκρούσεις, τους δεσμούς και τις ρήξεις στον χρόνο και τον χώρο. Έτσι και μόνον έτσι ξεφεύγουμε από σχήματα του τύπου «συνομιλίας με την παράδοση» και άλλα παρεμφερή γραφικά και ανακαλύπτουμε τη ρηγματώδη συνέχεια κουλτούρας, πραγμάτων και ιδεών για να κατανοήσουμε εν τέλει και στο μέτρο του δυνατού τις σύγχρονες πραγματικότητες που βιώνουμε.
Έτσι στην έκθεση εκτίθενται και αποκαλύπτονται μεμονωμένα και, από την άλλη, συγκροτούν μια ομογενοποιημένη πρόταση, έργα χειροποίητα χωρίς το θόρυβο της σύγχρονης τεχνολογίας, που επιχειρούν όμως ενδιαφέρουσες και παραγωγικές ερμηνείες ενός πολύπλοκου, σύνθετου και ποικιλόμορφου «σήμερα». Την έκθεση διατρέχει εσωτερική συνοχή αλλά και ενδιαφέρουσες ομαδοποιήσεις που παράγουν νοήματα και ερμηνείες προς σκέψη και τέρψη. Η Μαραγκού δούλεψε καλά και αθόρυβα για να χτίσει ένα περιβάλλον ηρεμίας που δίνει χρόνο για στοχασμό και απόλαυση, μακριά από τη σύγχυση και τη λογική της επιφάνειας και της άκριτης κατανάλωσης που συχνά-πυκνά συναντάμε σε άλλα, αρκετά δυστυχώς, α-νόητα και φλύαρα μικρότερα ή μεγαλύτερα εγχειρήματα σύγχρονης τέχνης…
Η έναρξη της διαδρομής της Ειδύλλιας οδού γίνεται με εντυπωσιακό τρόπο με το έργο της Δανάης Στράτου δίκην προλόγου, σύνθεση της αρχαίας μνήμης με τη λαϊκή παράδοση. Δεκάδες πύλινα πυθάρια γεμάτα νερό σχηματίζουν μια σιωπηλή και τρυφερή πομπή πάνω σε χωμάτινη οδό που οδηγεί στο εσωτερικό του κτιρίου.
Αμέσως στην είσοδο δεξιά ένα από τα δυνατά έργα που αποθεώνει την έννοια του σύγχρονου φτιαγμένο από παλιά και ευτελή υλικά. Ο Σωκράτης Φατούρος εμπνέεται από τον Πόρφυρα, το ημιτελές ποίημα του Σολωμού και αποδίδει το σκοτάδι της νύχτας, τον απειλητικό θαλάσσιο κυματισμό και την πάλη του ανθρώπου με το στοιχειό της φύσης χρησιμοποιώντας ασφαλτική μεμβράνη πίσσας και πετρώματα σαν ψηφιδωτά.
Ακριβώς μπροστά βρίσκεται το τοτέμ ενός άλλου ακήρυχτου και διαρκούς έμφυλου πολέμου. Είναι τα λευκά νυφικά του Αντώνη Βολανάκη, αγαπημένο μοτίβο του καλλιτέχνη, που υψώνονται στον ουρανό σαν βουβή στήλη άλατος, απόδοση μιας γυναικείας αλαλίας κάτω από την πατριαρχική στέγη.
Το έργο του Νίκου Αλεξίου κομψοτέχνημα ευθραυστότητας και ποίηση ανάλαφρη, καθαρή και χειροποίητη από καλάμια, μικρά ξύλα και χαρτιά, σχόλιο για μια νέα ισορροπία της ύπαρξης στο φυσικό της χώρο και σε κόντρα χρόνο με το απρόσωπο της σύγχρονης τεχνολογίας.
Σε παράλληλη τροχιά και το έργο της Nobuko Tsuchiya σαν ευάλωτη αθλήτρια του γιν και του γιεν, της γης και του ουρανού, της αρμονίας και τις δυσαρμονίας του κόσμου.
Η «φωλιά» ή αλλιώς το κτίζειν και κατοικείν αποτυπώνεται στην κατασκευή του Παντελή Χανδρή από σίδηρο και άχυρα. Συνδυασμός αναπάντεχος και διεγερτικός επιζητά την έκπληξη και την επιστροφή στην πρωτοτυπία.
.jpg)
Η ρευστότητα του κεριού υποδύεται τη σκληρότητα του τούβλου και η όλη κατασκευή της Μαλβίνας Παναγιωτίδη με τη χρωματική της παλέτα και τις χορευτικές φιγούρες που ισορροπούν απερίσκεπτα, μαύρο στο ροζ με αιματί νερά σαν σχόλιο υπέρ της αμφισημίας των πραγμάτων και της ζωής.
Ο Άγγελος Παπαδημητρίου παίζει με την έννοια του μνημείου και της μνήμης χρησιμοποιώντας το σκληρό μάρμαρο, τον εύπλαστο πηλό και το ζωγραφισμένο υποδόριο και διαβρωτικό χιούμορ που τον διακρίνει.
Μνημείο στη νεανική κουλτούρα των skate boarders στήνει ο Ανέστης Ιωάννου με τα μαρμάρινα, χοντροκομμένα skate που κατασκευάζει και τοποθετεί σε βάθρο δόξας και τιμής. Ο Ηλίας Κοέν φτιάχνει αλυσίδες από πηλό προκαλώντας ψευδαισθήσεις. Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος προτείνει τον δικό του δίσκο της Φαιστού σαν κόμικς με πολύ σεξ. Η Βούλα Γουνελά και η Δέσποινα Φλέσσα παίζουν με φόρμες αφαιρετικές φέρνοντας την αρχαία κεραμική στη μετακυβιστική εκδοχή της.
Η Lynda Benglis διαρκώς επαναπροσδιορίζει την εικαστική γλώσσα με τη χρήση του πηλού σε βιομορφική κλίμακα. Ο Adrián Villar Rojas ολοκληρώνει το παζλ του κοσμοπολιτισμού στη συγκεκριμένη έκθεση και αναπτύσσει την ιστορικότητα, την εθνικότητα και τη χρονικότητα με την παράθεση μορφικών πήλινων αντικειμένων, όπως είχε κάνει, αλλά σε τεράστια κλίμακα, στην εγκατάσταση στο Αστεροσκοπείο των Αθηνών σε παραγωγή του ΝΕΟΝ πριν λίγα χρόνια.
Η Καλλιόπη Λεμού, έχοντας μάθει να ζει με το χαλί της γιαγιάς της, δημιουργεί ένα φόρεμα στο οποίο κεντά τα μοτίβα του. Η οικειοποίηση της προσωπικής της μνήμης, καθώς και η νοσταλγία των παιδικών της χρόνων το καθιστούν ως δέντρο που την επανασυνδέει με τις πολιτιστικές της καταβολές και τους προγόνους της.
Ο ρόλος και η θέση της γυναίκας σε μια πατριαρχική κοινωνία είναι ως σχόλιο και στο έργο της Βασιλικής Λευκαδίτη. Ένα κεντημένο κείμενο σε ύφασμα πέντε μέτρων αποτελεί την ακριβή αντιγραφή δυο συμβολαιογραφικών πράξεων. Η πρώτη του 1895 είναι ένα προικοσύμφωνο, ενώ η δεύτερη αποτελεί το έγγραφο με το οποίο η ίδια γυναίκα, τριάντα πέντε χρόνια αργότερα, επιστέφει την προίκα στην οικογένειά της, αφού δεν μπόρεσε να αποκτήσει απογόνους. Ίσως το πιο πικρό σχόλιο επί του θέματος.
Η Ελένη Λύρα αποτίει φόρο τιμής στις Ερμές στήλες της Αρχαίας Αγοράς μετατρέποντάς τες σε γυναικείες φιγούρες. Έτσι σχολιάζει το τι είναι φύλο, ιερό, σεβάσμιο, σύμβολο, καθώς και το μέγεθος της κοινωνικής ανοχής του τότε και του σήμερα.
Ένας μεγάλος αριθμός καλλιτεχνών ανάγει την παράδοση της υφαντικής και του αργαλειού αξιοποιώντας παλιές τεχνικές στη σύγχρονη τέχνη. Καλλιτέχνιδες όπως η Μάρω Φασουλή και η Ζωή Γαïτανίδου δημιουργούν ταπισερί ως αυτόνομο έργο τέχνης και επαναπροσδιορίζουν τα όρια της με την εισαγωγή διαφορετικών υλικών και εφαρμογών και με μια χρωματική παλέτα βγαλμένη με φαντασία από τα σπλάχνα του μοντερνισμού. Ο Δημήτρης Αντωνίτσης υφαίνει, σε δικής του επινόησης αργαλειούς, έργα χωρίς χρωματικές εξάρσεις αλλά με λεπτεπίλεπτες υφές που προκαλούν αίσθηση και γεννούν εντυπώσεις. Η Ευγενία Αποστόλου δημιουργεί ένα δραματικό τρισδιάστατο εικαστικό περιβάλλον με την εκρηκτική ζωγραφική πάστα αναμεμειγμένης με γάζες. Η Μάγδα Ταμμάμ, με την in situ εγκατάστασή της, λειτουργεί ως ένα ουτοπικό εγχείρημα μεταγραφής εμπορικών διαδρομών και ανθρώπινων συναλλαγών με αποτύπωση διαφορετικών αιγυπτιακών υφασμάτων, υφών και χρωμάτων κάνοντας αναφορές σε έναν νέο οριενταλισμό. Η Δέσποινα Μεϊμάρογλου παρακολουθεί μια Σύρια γυναίκα σκυμμένη στο πάτωμα. Ο θεατής του έργου, εκτός από το χαλί παρατηρεί τη διαδικασία της ύφανσής του σε ένα εργαστήριο της Ινδίας. Εδώ εξαίρεται η συνάντηση και η συμπλοκή πολιτισμών στη βάση κοινών κωδίκων επικοινωνίας και όχι καταγωγής ή φυλής και άλλων παρεμφερών δαιμονίων που ευδοκιμούν στην εποχή μας.
Η Μαριάννα Ιγνατάκη με αναφορές στην κινεζική φιλοσοφία και παράδοση σε γενειοφόρες γυναίκες με μακριά μαλλιά, αναζητά τις έννοιες του όμορφου
και του γκροτέσκου, προκειμένου να εγείρει ζητήματα ταυτότητας, ετερότητας και του έμφυλου.