Διαδικτυακή συζήτηση με θέμα «Παρακολουθήσεις και διώξεις δημοσιογράφων: Ανησυχία για το μέλλον της δημοσιογραφίας» διοργάνωσε η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Ομιλητές στην εκδήλωση ήταν η Κατερίνα Παπανικολάου, δικηγόρος και μέλος της Αρχής Διασφάλισης Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), ο Γιάννης Τασόπουλος, καθηγητής Δημοσίου Δικαίου στο ΕΚΠΑ και οι δημοσιογράφοι Σταύρος Μαλιχούδης, Θοδωρής Χονδρόγιαννος και Ελίζα Τριανταφύλλου. Σε ποιες περιπτώσεις γίνεται άρση του απορρήτου; Τι γνωρίζουμε για τις παρακολουθήσεις δημοσιογράφων; Τι άλλαξε στην προστασία του απορρήτου μετά την εκλογή της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη; Ήταν ορισμένα από τα ερωτήματα, με τα οποία καταπιάστηκαν οι ομιλητές.
Ο Σταύρος Μαλιχούδης από το «Solomon» ανακάλυψε τον Νοέμβρη του 2021 ότι είχε μπει στο στόχαστρο της ΕΥΠ, διαβάζοντας ρεπορτάζ της «Εφημερίδας των Συντακτών». Περιέργως, η υπηρεσία ζητούσε πληροφορίες για ένα ρεπορτάζ που είχε στα σκαριά, με θέμα ένα 12χρονο αγόρι από τη Συρία, το οποίο είχε κερδίσει διεθνή διαγωνισμό ζωγραφικής και βρισκόταν υπό κράτηση στο ΠΡΟΚΕΚΑ στην Κω. «Από το μήνυμα της ΕΥΠ είναι σαφές ότι δεν ενδιαφέρονται για τη συμμετοχή μου σε κάποια επαναστατική ομάδα ή κάποιο κίνημα, αλλά για τη δημοσιογραφική μας δουλειά. Όπως καταλαβαίνει ο καθένας, το εν λόγω ρεπορτάζ δεν ήταν και το πιο επιβλαβές για την εικόνα της κυβέρνησης. Δημοσιεύονται δεκάδες τέτοια το μήνα. Οπότε προκύπτει το ζήτημα κατά πόσο δικαιολογείται το ενδιαφέρον της ΕΥΠ», σημείωσε ο Σταύρος Μαλιχούδης.
Ο δημοσιογράφος ακόμα και σήμερα δεν γνωρίζει γιατί, από πότε και με ποιο τρόπο τον παρακολουθούσαν. Ωστόσο, υποθέτει ότι η υπηρεσία παρακολουθούσε το κινητό του. Άρση του απορρήτου των επικοινωνιών γίνεται για λόγους εθνικής ασφάλειας ή για τη διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων. Στο παρελθόν η ΑΔΑΕ, μπορούσε να ενημερώσει τον θιγόμενο, όταν ολοκληρωθεί η παρακολούθηση. Ωστόσο, με τροπολογία, που ψηφίστηκε τον περασμένο Μάρτιο, η κυβέρνηση αφαίρεσε από την αρχή τη δυνατότητα να ενημερώνει τους πολίτες εάν ο λόγος της παρακολούθησης άπτεται της εθνικής ασφάλειας. «Η ΕΥΠ γνωρίζοντας ότι κανένας πολίτης δεν μπορεί να μάθει ότι παρακολουθείται, μπορεί πιο εύκολα, αν το θελήσει, να προχωρήσει σε μαζικές παρακολουθήσεις. Δηλαδή, να πάμε σε ένα αστυνομικό κράτος που παρακολουθεί τους πάντες. Αυτό δημιουργεί μια κατάσταση σαν αυτή που είδαμε την προηγούμενη δεκαετία στις ΗΠΑ. Όταν μετά το χτύπημα στους δίδυμους πύργους, το κράτος με δικαιολογία τους έξω και την εθνική ασφάλεια άρχισε να παρακολουθεί και τους πολίτες του», τόνισε ο Θοδωρής Χονδρόγιαννος, ο οποίος συνυπογράφει το αποκαλυπτικό ρεπορτάζ των «Reporters United» για την επίμαχη τροπολογία.
Η Ελίζα Τριανταφύλλου από το «Insidestory» αναφέρθηκε στο λογισμικό κατασκοπείας Predator, το οποίο δύο ανεξάρτητες έρευνες επιβεβαιώνουν ότι χρησιμοποιείται και στην Ελλάδα. «Είμαστε σε μια κατάσταση που οριακά θα ανακουφιστούμε, αν μάθουμε ότι χρησιμοποιείται μόνο από την ελληνική κυβέρνηση. Γιατί υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν με αρκετά μεγάλη σιγουριά ότι αυτά τα λογισμικά χρησιμοποιούνται και από μη κρατικά άτομα εντός των συνόρων». Κρυπτογραφημένες εφαρμογές, όπως το what's up, το viber και το signal, στις οποίες πολλοί από εμάς καταφεύγουμε, προκειμένου να ανταλλάξουμε εμπιστευτικές πληροφορίες, είναι διατρητές στο Predator. Μάλιστα, όπως επισήμανε η δημοσιογράφος, μετά τη δημοσίευση του ρεπορτάζ της, συνάδελφος της εκμυστηρεύτηκε ότι πρόσωπο του είχε παραδώσει απομαγνητοφωνημένη μια συνομιλία, την οποία είχε μέσω viber.
Το απόρρητο των επικοινωνιών προστατεύεται από το σύνταγμα, ωστόσο η προστασία του υποχωρεί μπροστά στην εθνική ασφάλεια. «Το άρθρο 19, με τρόπο μοναδικό στο σύστημα προστασίας δικαιωμάτων του συντάγματος μας, συνδυάζει και καταστρώνει ένα πλήρες και σύνθετο σύστημα προστασίας του απορρήτου της επικοινωνίας. Αναθέτει στη δικαστική αρχή τη στάθμιση του απορρήτου με την εθνική ασφάλεια, την οποία ορίζει ως λόγο εξαίρεσης. Προβλέπει συστημικά την προστασία του απορρήτου από την ΑΔΑΕ. Τέλος, ορίζει ότι, αν προκύψουν παρανόμως κτηθέντα αποδεικτικά μέσα, αυτά δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν στο δικαστήριο», σημείωσε ο Γιάννης Τασόπουλος. Ο καθηγητής, ωστόσο, τόνισε την ώσμωση μεταξύ της δικαστικής αρχής και της ΕΥΠ, καθώς άρση του απορρήτου εγκρίνεται από εισαγγελέα αποσπασμένο στην υπηρεσία.
Το απόρρητο της επικοινωνίας κατοχυρώνεται και από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Το ευρωπαϊκό δικαστήριο για τα δικαιώματα του ανθρώπου όποτε εξετάζει τέτοιες υποθέσεις, καλείται να σταθμίσει μεταξύ «της ανάγκης για αυτοπροστασία της κρατικής οντότητας και της ανάγκης διασφάλισης του πυρήνα του δικαιώματος», επισήμανε η Κατερίνα Παπανικολάου και υπογράμμισε ότι το Στρασβούργο εξετάζει μεταξύ άλλων τη διάρκεια της άρσης του απορρήτου και τη γνωστοποίηση της στον θιγόμενο.